Από τη μία, έχουμε εκείνους που δεν ψωνίζουν μετοχές που “ανεβαίνουν”.
Από την άλλη, έχουμε εκείνους που ψωνίζουν μόνο μετοχές που “πέφτουν”, ή μετοχές που “έμειναν πίσω” στα ανοδικά κομμάτια.
Κι έχουμε κι εκείνους που πιστεύουν ότι οι 1000 μονάδες του Γενικού είναι αντίσταση επειδή είναι τετραψήφιο νούμερο, και πουλάνε χαρτιά που έφεραν τον Δείκτη από τις 800 έως εδώ.
Για να μην πούμε για όσους ψωνίζουν μόνο έναν τίτλο. Από άποψη.
Λες και ενδεικτικά ο ΜΥΤΙΛ έγραψε (9 φορές μόλις εντός του 2023) ιστορικά υψηλά κατά τύχη. Ή η ΤΕΝΕΡΓ δεν έχει καμία αξία μέσα της, κι όμως 10πλασίασε σε λίγα χρόνια αδιόρθωτη και απούλητη. Κι η λίστα είναι μεγάλη.
Αλλά ας επιμείνουμε να προτιμούμε πολύ μικρή κεφ/ση με καλό ινσάιντ στόρι (;) ή κακή εμπορευσιμότητα.
Σε κάθε περίπτωση, είναι κοινός τόπος ότι το τοπίο έχει αλλάξει. Τουλάχιστον με λογικά επιχειρήματα, τα πράγματα στα επόμενα χρόνια θα είναι καλύτερα από εκείνα των προηγουμένων, και το ΧΑ αργά ή γρήγορα θα αποτιμήσει την κατάσταση. Προσώρας, η ωριμότητα και η υπομονή είναι στοιχεία που έχουν εδραιωθεί στο ταμπλό, με τον χαρακτήρα να είναι πλέον μεσοπρόθεσμος. Κι αυτό πρέπει να το λάβουμε υπόψη, αναλογιζόμενοι και τη συγκυρία της -επιτέλους, αν όλα πάνε καλά- προσάρτησης της Ελλάδος στη μεγάλη επενδυτική κλίμακα, όταν και τα κεφάλαια που θα εισρεύσουν θα είναι πολλά και ικανά να απογειώσουν τις αποτιμήσεις.
Δεν πρέπει να αμελείται εξάλλου το γεγονός ότι πέραν από τις ταλαιπωρημένες, για χιλιοειπωμένους λόγους, τραπεζικές μετοχές, το πλείστο των μετοχών (σε ένα παράλληλο σύμπαν) είναι κάπου στις 5000 μονάδες του Δείκτη χοντρικά. Απλά, η στάθμιση των τραπεζόχαρτων έχει πιέσει τον Δείκτη μας σε σχέση με τους λοιπούς σε Ευρώπη και ΗΠΑ, ουχί η συμπεριφορά των περισσοτέρων “υγιών” μετοχών.
Όποιοι “παίζουν” χρηματιστήριο για χόμπι, έχουν μπροστά τους ένα ταμπλό γεμάτο ιστορίες. Όσοι όμως επενδύουν σε αξίες για το κέρδος, έχουν μπροστά τους ένα ταμπλό γεμάτο ωραίες ευκαιρίες.