Η Ανουράντα Μιτάλ είχε τα χαρακτηριστικά που κανένας (μεγάλος) εργοδότης δεν θα ήθελε.
Είχε αφυπνιστεί πολιτικά ως φοιτήτρια στην Ινδία, παρέχοντας εθελοντική εργασία στο Μποπάλ, όπου μια διαρροή σε εργοστάσιο φυτοφαρμάκων της Union Carbine το 1984 σκότωσε χιλιάδες από τους φτωχότερους κατοίκους της πόλης.
Αρχικά σκέφτηκε να ασχοληθεί με τη δικηγορία εκεί, αλλά τελικά μετακόμισε στις ΗΠΑ, όπου πέρασε σχεδόν μια δεκαετία σε έναν οργανισμό στο Όκλαντ της Καλιφόρνια, που καταπολεμούσε, όπως έγραψε κάποτε, «τον εταιρικό έλεγχο του διατροφικού μας συστήματος».
Unilever: Ο Χάιν Σουμάχερ νέος CEO της εταιρείας
Το 2004 ίδρυσε το Oakland Institute, ένα think tank αφιερωμένο σε θέματα όπως το περιβάλλον και τα δικαιώματα των ιθαγενών. Ήθελε το όνομα της οργάνωσής της να παραπέμπει στη γενέτειρα του Κόμματος των Μαύρων Πανθήρων της δεκαετίας του 1960 και η έρευνά της καταδίκαζε τις αρπαγές γης από πολυεθνικές στην Τανζανία και στη Σιέρα Λεόνε.
Έγινε ευρύτερα γνωστή από τις εμφανίσεις της στα μέσα ενημέρωσης όπου μιλούσε για τον καταστροφικό ρόλο που διαδραματίζουν οι «απολυταρχιστές του ελεύθερου εμπορίου, διεθνή χρηματοπιστωτικά ιδρύματα και κερδοσκόποι».
Στο ΔΣ της Ben & Jerry’s
Tο 2007, η Μιτάλ δέχθηκε έκπληκτη μια κλήση από τον Jeff Furman, μέλος του ανεξάρτητου διοικητικού συμβουλίου της Ben & Jerry’s, της εταιρείας παγωτού στο Burlington του Βερμόντ. Ο Furman ήθελε να συμμετάσχει η Μιτάλ στο διοικητικό συμβούλιο, κάτι που, όπως έμαθε στην πορεία, ισορυναμούσε με ασυμβατότητα σε σχέση με τα θεμελιώδη του κόσμου των επιχειρήσεων: μια εσωτερική ομάδα αφοσιωμένη στο να πιέζει την εταιρεία να πάρει θέσεις σε θέματα που θα έκαναν τους άλλους να… χάνουν το χρώμα τους.
Το ΔΣ δημιουργήθηκε το 2000 μετά από παρότρυνση των ιδρυτών της εταιρείας, Μπεν Κοέν και Τζέρι Γκρίνφιλντ, όταν ο κολοσσός Unilever αγόρασε την Ben & Jerry’s έναντι 326 εκατ. δολαρίων.
Ηταν κυρίως υπεύθυνο για τη διαφύλαξη της επωνυμίας και τη διασφάλιση της διατήρησης της εταιρείας στις ανατρεπτικές της ρίζες, προωθώντας την προοδευτική κοινωνική της αποστολή. Ο Furman ενδιαφέρθηκε ειδικά για τη Μιτάλ, λόγω του «ανορθόδοξου» βιογραφικού της. «Ήθελα κάποιον που να έχει ισχυρό αίσθημα κοινωνικής δικαιοσύνης», έχει πει, σύμφωνα με το Bloomberg.
Η Μιτάλ, μπήκε στο ΔΣ, νομίζοντας ότι δεν θα αντέξει πολύ. Αντίθετα, πείστηκε ότι ανεξάρτητα από την ιδιοκτήτρια Unilever, η Ben & Jerry’s έπαιρνε σοβαρά τον στόχο της για συνέχιση της ριζοσπαστικής κληρονομιάς της, όπως όταν το ΔΣ αγκάλιασε το Occupy Wall Street το 2011, κίνημα διαμαρτυρίας ενάντια στην οικονομική ανισότητα και την επιρροή του κεφαλαίου στην πολιτική, και η εταιρεία μοίραζε παγωτό στις διαδηλώσεις.
Το 2018, η Μιτάλ αντικατέστησε τον Furman, και οι Ben & Jerry’s συνέχισαν να υποστηρίζουν τα δικαιώματα των μεταναστών, αντιτιθέμενοι στις αντιδραστικές και ρατσιστικές πολιτικές της κυβέρνησης Τραμπ και ζητώντας την κατάργηση της «υπεροχής των Λευκών» μετά τη δολοφονία του Τζορτζ Φλόιντ.
Ο ακτιβισμός της φαινόταν να ταιριάζει με τα συμφέροντα του βρετανο-ολλανδικού κολοσσού Unilever, η οποία έχει τις δικές της διακηρύξεις ότι επιθυμεί να είναι μια δύναμη για το καλό και όχι απλώς ένα όχημα για τον πλουτισμό των μετόχων. Ο CEO της Unilever, Άλαν Τζόουπ, υποστήριξε ακόμη και τη Ben & Jerry’s ως πρότυπο για τα brands του ομίλου.
Η απόφαση που «άναψε φωτιές»
Αλλά το 2021, η Μιτάλ και άλλα μέλη του διοικητικού συμβουλίου αποφάσισαν ότι ήταν καιρός η Ben & Jerry’s να πάρει θέση για ένα άλλο ζήτημα που απασχολούσε μια μεγάλη μερίδα προοδευτικών: το παλαιστινιακό.
Για δεκαετίες, το Ben & Jerry’s ήταν διαθέσιμο στην κατεχόμενη Δυτική Όχθη. Η Μιτάλ ήθελε η εταιρεία να υπερασπιστεί έμπρακτα τα ανθρώπινα δικαιώματα των Παλαιστινίων.
Έτσι, στις 19 Ιουλίου 2021, το διοικητικό συμβούλιο της Ben & Jerry’s ανακοίνωσε ότι η εταιρεία θα τερματίσει τις πωλήσεις του παγωτού της στα κατεχόμενα εδάφη του Ισραήλ. Για τη Μιτάλ ήταν μια μεγάλη στιγμή.
Όταν το αφεντικό της Unilever διαπίστωσε ότι η απόφαση του ΔΣ της Ben & Jerry ‘s είχε προκαλέσει διεθνή διαμάχη, δεν ήταν η μόνη κρίση που είχε να διαχειριστεί, γράφουν οι συντάκτες του Bloomberg. Η μετοχή της Unilever βυθιζόταν και η εμμονή του CEO του ομίλου να συνδέσει τα εμπορικά σήματα της εταιρείας με κοινωνικούς σκοπούς θεωρήθηκε ως αυξανόμενος αντιπερισπασμός.
Η πιο πρόσφατη σταυροφορία του διοικητικού συμβουλίου ήρθε όταν η Ben & Jerry’s κατηγορήθηκε από μέλη του κινήματος Boycott, Divestment, Sanctions (BDS), πιο γνωστό για την εκστρατεία του να πείσει κυβερνήσεις, εταιρείες, συνταξιοδοτικά ταμεία και φιλανθρωπικές οργανώσεις να αποσύρουν την οικονομική υποστήριξη από το Ισραήλ, ασκώντας του πιέσεις για την κατοχή των παλαιστινιακών εδαφών.
Για την ιστορία, οι πολέμιοι του BDS ισχυρίζονται απερίφραστα ότι το κίνημα είναι το ηθικό ισοδύναμο με την καταπολέμηση του απαρτχάιντ στη Νότια Αφρική. Πολλοί Ισραηλινοί και οι υποστηρικτές τους σε όλο τον κόσμο λένε ότι η πραγματική πρόθεση του BDS είναι να απονομιμοποιήσει το Ισραήλ και ότι προωθεί τον αντισημιτισμό.
Οι… «φωτιές» και η δικαστική διαμάχη
Μέσα σε λίγες εβδομάδες από την ανακοίνωση της Ben & Jerry’s, άρχισαν πολλοί να πωλούν μετοχές της Unilever. «Δεν θα μείνω με σταυρωμένα τα χέρια καθώς οι ξύπνιοι ιδεολόγοι των εταιρειών επιδιώκουν να μποϊκοτάρουν και να αποχωρήσουν από τον σύμμαχό μας, το Ισραήλ», δήλωσε χωρίς περιστροφές ο Ρον Ντε Σάντις, ο Ρεπουμπλικανός κυβερνήτης της Φλόριντα.
Αρχικά, η Unilever δέχτηκε την κίνηση των Ben & Jerry’s. Αλλά όταν προσπάθησε να ανατρέψει την απόφαση του διοικητικού συμβουλίου, η Ben & Jerry’s μήνυσε την ιδιοκτήτρια Unilever παραβίαση της συμφωνίας συγχώνευσης του 2000 που έδωσε στο διοικητικό συμβούλιο λόγο για την κοινωνική του αποστολή.
Η Unilever αντέτεινε ότι ήταν η τελευταία κίνηση του διοικητικού συμβουλίου που «αμαύρωνε» τα εμπορικά σήματα τόσο της μητρικής όσο και της Ben & Jerry’s, αυτό ακριβώς που ήταν αποκλειστικά υποχρεωμένο να φυλάξει. «Υπάρχουν πολλά για τους Ben & Jerry’s στα οποία μπορούν να εμπλακούν στο πλαίσιο της κοινωνικής δικαιοσύνης χωρίς να παρασυρθούν στη γεωπολιτική», έχει δηλώσει ο CEO της Unilever.
Φαίνεται πως για ορισμένους η τοποθέτηση της Ben & Jerry’s γα το παλαιστινιακό ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι. Πολλοί «ανέχτηκαν» κατά καιρούς τοποθετήσεις της, αλλά πια «πήγαινε πολύ»!
Την ίδια στιγμή, η δικαστική διαμάχη Ben & Jerry’s – Unilever έκανε το μέλλον του εταιρικού ακτιβισμού –για τον οποίο συχνά επιβραβεύτηκαν (μάλλον εκ του ασφαλούς) οι δύο εταιρείες- να φαίνεται πως κρέμεται από μια κλωστή.
Και ξαφνικά… «ειρήνη»
Τον Δεκέμβριο ο συντάκτες του Bloomberg πήγαν στο Όκλαντ προκειμένου να τα συζητήσουν όλα αυτά με τη Μιτάλ. Στο γραφείο της στο Ινστιτούτο του Όκλαντ, όπως γράφουν, είχε ένα πλακάτ για την Ελεύθερη Παλαιστίνη και μια αφίσα δύο Παλαιστίνιων που αγκαλιάζονταν από έναν φράχτη με συρματοπλέγματα. Έγραφε «Υποστηρίξτε την Ιντιφάντα» στα αραβικά.
Η συνέντευξη, όμως, δεν έγινε ποτέ, όπως ενημερώνουν τους αναγνώστες τους. Εκείνο το πρωί η Ben & Jerry’s και η Unilever είχαν ανακοινώσει ότι είχαν διευθετήσει τη διαφορά, χωρίς να δίνουν λεπτομέρειες σχετικά με τους όρους.
Η Μιτάλ έβαλε σε ανοιχτή ακρόαση τον δικηγόρο της εταιρείας, ο οποίος θα παρακολουθούσε τη συζήτηση, που, όπως τους ενημέρωσε, θα ήταν ανεπίσημη. «Αντί για μια ειλικρινή συνέντευξη με έναν ριζοσπάστη στην αίθουσα συνεδριάσεων που θέλει να πει την αλήθεια στην εξουσία, θα μπορούσε εξίσου να ήταν μια συνηθισμένη συνάντηση με ένα εταιρικό στέλεχος», γράφουν χαρακτηριστικά.
Πέντε ημέρες μετά τη συνάντηση, ένα από τα δικηγορικά γραφεία της Ben & Jerry’s εξέδωσε μια ανακοίνωση με την οποία «καυχιόταν» ότι η αγωγή είχε «ευνοϊκά» επιλυθεί. Ωστόσο, σχεδόν με κάθε μέτρο, φαινόταν ότι το διοικητικό συμβούλιο είχε χάσει τη μάχη.
Πώς «πήγε» στο Ισραήλ το Ben & Jerry’s
Το έπος για το πώς ο Κοέν και ο Γκρίνφιλντ ίδρυσαν την Ben & Jerry’s σε ένα εγκαταλελειμμένο βενζινάδικο στο Μπέρλινγκτον το 1978, έχει ειπωθεί ξανά και ξανά, αλλά το πώς το brand παγωτού έφτασε στο Ισραήλ σπάνια αναφέρεται. Η διαδρομή ξεκίνησε με τον Avi Zinger, έναν Ισραηλινό που διευθύνει μια επιχείρηση εξαγωγών συσκευών στη Νέα Υόρκη, ο οποίος το γεύτηκε το παγωτό για πρώτη φορά ενώ ήταν σε ένα ταξίδι για σκι στο Βερμόντ το 1984. Δεν υπήρχε παγωτό σαν αυτό στο Ισραήλ. «Σκέφτηκα πως αν μπορούσα να φέρω ένα τόσο καλό παγωτό στο Ισραήλ, θα ήταν φανταστικό για όλους – και για μένα, φυσικά», είπε ο Zinger, 70 ετών σήμερα, μιλώντας σε έναν ισραηλινό τηλεοπτικό σταθμό πριν από δύο χρόνια.
Ο Zinger το πρότεινε στον Κοέν ο οποίος το βρήκε καλή ιδέα “Χωρίς να σκεφτεί πολύ το θέμα, ο Μπεν είπε προχωρήστε”, έγραψαν οι ιδρυτές στο βιβλίο τους το 1997, Ben & Jerry’s Double Dip: How To Run a Values-led Business, and Make Money, Too. «Ποτέ δεν είχαμε καν σκεφτεί την πιθανότητα να πουλήσουμε παγωτό εκτός των Ηνωμένων Πολιτειών».
Ο Zinger πήγε στο εργοστάσιο του Ben & Jerry ‘s, πήρε τις συνταγές του, μαζί με μια λίστα προμηθευτών, και επέστρεψε στο Ισραήλ. Νοίκιασε εξοπλισμό από άλλη εταιρεία παγωτού και το 1988 άνοιξε το πρώτο του κατάστημα με χύμα παγωτό στο Τελ Αβίβ.
Το παγωτό δεν ήταν φθηνό, ωστόσο οι πελάτες ήταν πρόθυμοι να περιμένουν στην ουρά για 40 λεπτά. Μέσα σε λίγα χρόνια, ο Zinger άνοιξε άλλα 14 καταστήματα σε όλη τη χώρα και έβαλε τα Ben & Jerry’s σε σούπερ μάρκετ και ψιλικατζίδικα σε όλο το Ισραήλ και στις αμφιλεγόμενες. Μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του ’90, σύμφωνα με το βιβλίο των Κοέν και Γκρίνφιλντ, ο Zinger έκανε επιχειρηματικές δραστηριότητες ύψους 5 εκατομμυρίων δολαρίων ετησίως και προώθησε την εκδοχή του για το κοινωνικό ήθος των Ben & Jerry’s υποστηρίζοντας τοπικές περιβαλλοντικές και παιδικές ομάδες.
Η εξαγορά από τη Unilever
Μέχρι το 2000, η Unilever ήταν ήδη ο μεγαλύτερος παρασκευαστής παγωτού στον κόσμο, με το Good Humor και το Magnum στο χαρτοφυλάκιό της. Παρόλα αυτά, δεν είχε κορυφαία επωνυμία, γι’ αυτό υπέβαλε υψηλή προσφορά στην εταιρεία του Βερμόντ και συμφώνησε με αυτό το τολμηρό αίτημα των Κοέν και Γκρίνφιλντ: η Ben & Jerry’s θα δημιουργήσει ένα ΔΣ με έως και 11 μέλη, 9 από τα οποία θα ήταν ανεξάρτητα. Οι άλλοι δύο θα ήταν εκπρόσωποι της Unilever, συμπεριλαμβανομένου του CEO της εταιρείας παγωτού, τον οποίο θα επέλεγε ο όμιλος. Σύμφωνα με τη συμφωνία, η Ben & Jerry’s θα είχε επίσης το δικαίωμα να μηνύσει τη Unilever εάν παραβίαζε ποτέ τους όρους της συμφωνίας. Ανθρωποι που γνωρίζουν καλά τα εταιρικά θέματα, λένε ότι δεν έχουν δει ποτέ μια επιχείρηση με τέτοιου είδους νομικούς όρους. «Αυτό πρέπει να είναι άνευ προηγουμένου», είπε στο Bloοmberg ο Άντονι Πέιτζ, κοσμήτορας του Νομικού Κολλεγίου του Διεθνούς Πανεπιστημίου της Φλόριντα.
Ο ισραηλινός επιχειρηματίας Zinger δεν ήταν σίγουρος τι θα συνέβαινε μετά τη συγχώνευση, αλλά η σχέση του με την εταιρεία κράτησε, ακόμη και όταν ήρθε η νέα διοίκηση. «Η δημοτικότητα της Ben & Jerry ‘s ήταν τόσο μεγάλη στο Ισραήλ», λέει ο Walt Freese, Διευθύνων Σύμβουλος της εταιρείας που διορίστηκε από την Unilever από το 2004 έως το 2010. «Ο Avi [Zinger] μου έλεγε ότι πολλοί άνθρωποι στο Ισραήλ πίστευαν ότι η Ben & Jerry’s ιδρύθηκε στην πραγματικότητα στο Ισραήλ!»
Το ανεξάρτητο διοικητικό συμβούλιο ήταν σε μεγάλο βαθμό «υπάκουο» τα πρώτα χρόνια μετά το κλείσιμο της συμφωνίας. Αυτό άλλαξε όταν εντάχθηκε η Μιτάλ.
Παραλίγο το ΔΣ να μηνύσει τη Unilever όταν διαπίστωσε ότι είχε αλλάξει τη φόρμουλα για το Ben & Jerry’s, υποβαθμίζοντας την ποιότητα του παγωτού. Μετά από μια αιφνιδιαστική επίσκεψη στο Λονδίνο από τους Κοέν και Γκρίνφιλντ, η Unilever υπό τον τότε CEO Paul Polman δεν συμφώνησε με τη νέα φόρμουλα.
Υπό την ηγεσία του Polman, η Unilever έκανε κινήσεις που προκάλεσαν ποικίλες αντιδράσεις. Προσέφερε μαθήματα σωστών τεχνικών πλυσίματος χεριών σε παιδιά από το Βιετνάμ και τα επιβράβευσε με δωρεάν δείγματα του σαπουνιού Lifebuoy και της οδοντόκρεμας P/S.
Οι εργαζόμενοι της εταιρείας εγκατέστησαν τουαλέτες σε όλη την Ινδία και την Αφρική, μειώνοντας την εξάπλωση μολυσματικών ασθενειών και αυξάνοντας τις πωλήσεις του καθαριστικού τουαλέτας της μάρκας Domestos.
Πάντως, η μετοχή της Unilever αυξήθηκε υπό τη θητεία του Polman και η σχέση μεταξύ της Ben & Jerry’s και της μητρικής της άνθησε. Μέχρι το 2015, η Unilever είχε φτάσει στην κορυφή της κατάταξης με βάση τα κριτήρια ESG.
Πώς βρέθηκε το παλαιστινιακό στo ΔΣ της Ben & Jerry’s
Το 2016, ο Wafic Faour έκανε γυμναστική σε ένα γυμναστήριο του Μπέρλινγκτον, όταν παρατήρησε ότι ο τύπος που ιδρώνει στο διπλανό όργανο γυμναστικής ήταν ο Γκρίνφιλντ. Ο Faour, ένας παλαιστίνιος μετανάστης, ανήκε σε μια ομάδα που είχε μποϊκοτάρει την εταιρεία επειδή επέτρεψε την πώληση του παγωτού της στα κατεχόμενα και μοιράστηκε την άποψή του με τον Γκρίνφιλντ.
Ο Greenfield αντέτεινε ότι η Ben & Jerry’s είχε αρχίσει να αγοράζει προμήθειες από παλαιστίνιους αγρότες σε μια προσπάθεια να εκτονώσει το πρόβλημα. Ο Faour δεν εντυπωσιάστηκε και είπε στον Γκρίνφιλντ ότι δεν θα ήταν ικανοποιημένος έως ότου οι Ben & Jerry’s αποσυρθούν εξ ολοκλήρου από τη Δυτική Όχθη. «Δεν πρόκειται να το δεχθούμε», προειδοποίησε ο Γκρίνφιλντ.
Ο Faour που πήγε στις ΗΠΑ το 1978 για να σπουδάσει στο Northeastern University εντάχθηκε σε μια μικρή οργάνωση γνωστή ως Vermonters for Justice στην Παλαιστίνη που προσεγγίστηκε από το εκκολαπτόμενο κίνημα BDS. Η ομάδα του δεν χρειάστηκε να ψάξει πολύ για έναν ιδανικό στόχο, λένε οι συντάκτες του Bloomberg: η Ben & Jerry’s ήταν ακριβώς εκεί στο Μπέρλινγκτον επιδεικνύοντας την πίστη της στον δρόμο της κοινωνικής δικαιοσύνης. Η ομάδα είχε ανακαλύψει από ακτιβιστές στα κατεχόμενα ότι ο Zinger πουλούσε παγωτό στους εβραϊκούς οικισμούς εκεί. «Ποια ήταν η κοινωνική δικαιοσύνη σε αυτό;», υποστήριζε.
Τέτοιες καταγγελίες άγγιξαν ορισμένα μέλη του ΔΣ της Ben & Jerry’s. Ο Furman, ο πρόεδρος τότε, είχε επισκεφθεί πρόσφατα τη Δυτική Όχθη με ακτιβιστές για τα πολιτικά δικαιώματα και ήθελε να καταλάβει τι να κάνει για την παρουσία της εταιρείας εκεί. Το ίδιο και η Μιτάλ. Δεν ήταν όλοι, ωστόσο, πρόθυμοι να εμπλακούν στη σύγκρουση. Το ΔΣ, περίπου εκείνη την περίοδο, περιλάμβανε επίσης ένα πρώην στέλεχος της Coca-Cola και έναν πρώην επικεφαλής της ευρωπαϊκής επιχείρησης της Unilever. Ως συμβιβασμό, η Ben & Jerry’s ανακοίνωσε το σχέδιο αγοράς αμυγδάλων και δημιούργησε ένα ταμείο για την υποστήριξη της ειρηνευτικής διαδικασίας στη Μέση Ανατολή.
Μετά την ανάληψη της προεδρίας του ΔΣ από τη Μιτάλ, το διοικητικό συμβούλιο άρχισε να πιέζει τον CEO της Ben & Jerry’s, Matthew McCarthy, ο οποίος ήταν επίσης στο ανεξάρτητο διοικητικό συμβούλιο, να καταλήξει σε ένα σχέδιο για να σταματήσει η πώληση παγωτού στα κατεχόμενα στη Δυτική Όχθη. Ο McCarthy, διορισμένος από τη Unilever, προσπαθούσε να βρει μια συμβιβαστική λύση ικανοποιώντας τη Mιτάλ, αλλά λέγοντας και στον Zinger που «πήγε» το παγωτό στο Ισραήλ ότι ήθελε να ανανεώσει το συμβόλαιό του, σύμφωνα με αρχεία που αργότερα παρουσιάστηκαν στη δικαστική διαμάχη που ακολούθησε.
Ο Zinger προσπάθησε να εξηγήσει στην εταιρεία ότι οι περισσότερες από τις πωλήσεις του στη Δυτική Όχθη ήταν σε Παλαιστίνιους και ότι η απόσυρση από την αμφιλεγόμενη περιοχή δεν ήταν τόσο απλή: το Ισραήλ είχε νόμους που απαγόρευαν στις επιχειρήσεις να κάνουν διακρίσεις σε βάρος πελατών με βάση τον τόπο διαμονής τους. Ωστόσο, προσπάθησε να βρει τις δικές του λύσεις. Καθώς η πίεση μεγάλωνε, δημιούργησε μια γεύση που ονομάζεται Φρούτα Ειρήνης, φτιαγμένη με σύκα και χουρμάδες που αγοράζοντααν από παλαιστίνιους αγρότες.
Αλλά, οι αγρότες σταμάτησαν να συνεργάζονται μαζί του όταν οι ακτιβιστές του BDS αντιτάχθηκαν. Τότε ο Zinger επιστράτευσε έναν παλαιστίνιο επιχειρηματία για να μοιράσει το παγωτό του στη Δυτική Όχθη και στη Γάζα. Όμως, ο υποψήφιος συνεργάτης του είδε μια καλή ευκαιρία να κερδίσει χρήματα και θέλησε να αυξήσει τις πωλήσεις της Ben & Jerry’s στις περιοχές, όχι να τις περιορίσει, κάτι το οποίο δεν ανταποκρινόταν στην ατζέντα του διοικητικού συμβουλίου.
Δεν βοήθησε στην περίπτωση του Zinger ότι μια νέα γενιά ακτιβιστών που είχαν αγκαλιάσει το κίνημα Black Lives Matter είχαν σταθεί δίπλα στην παλαιστινιακή υπόθεση.
Η επίθεση από το Boycott, Divestment, Sanctions (BDS) και η μοιραία απόφαση
Τον Μάιο του 2021, η ομάδα του Faour πραγματοποίησε την ετήσια αγρυπνία με τα κεριά στο κέντρο του Μπέρλινγκτον για να τιμήσει τη Νάκμπα, που στα αραβικά σημαίνει «καταστροφή», αναφερόμενος στη δημιουργία του Ισραήλ το 1948 και τον επακόλουθο πόλεμο με τις γύρω αραβικές χώρες που οδήγησε στην έξοδο πολλών Παλαιστινίων.
Στο παρελθόν, μπορούσαν να παρευρεθούν 5 ή 10 άτομα. Αυτή τη φορά εκατοντάδες νεότεροι διαδηλωτές εμφανίστηκαν για να διαμαρτυρηθούν για τον βομβαρδισμό της Λωρίδας της Γάζας από τον ισραηλινό στρατό.
Ο Faour ήταν ενθουσιασμένος και ακόμη περισσότερο όταν οι συγκεντρωμένοι οι εστίασαν την οργή τους στη Ben & Jerry’s. Χάρηκε ακόμη περισσότερο όταν αργότερα τον ίδιο μήνα η Ben & Jerry’s ρώτησε στο Twitter αν οι θαυμαστές της ήθελαν μια νέα γεύση, το Thick Mint και οι ακτιβιστές του BDS το αξιοποίησαν πολιτικά: «Λατρεύω τη μέντα, αλλά δεν θα αγοράσω κανένα @benandjerrys μέχρι να σταματήσετε τις πωλήσεις σε παράνομους ισραηλινούς οικισμούς στη Δυτική Όχθη #FreePalestine», έγραφε ένα από τα πιο «συγκρατημένα» tweets.
Τότε το διοικητικό συμβούλιο πήρε τη μοιραία απόφασή του, που ανακοινώθηκε τον Ιούλιο του 2021, να μην ανανεώσει το συμβόλαιο με τον Zinger, έχοντας μάλιστα την υποστήριξη των Κοέν και Γκρίνφιλντ. «Κατά την άποψή μας, ο τερματισμός των πωλήσεων παγωτού στα κατεχόμενα είναι μια από τις πιο σημαντικές αποφάσεις που έχει λάβει η εταιρεία στην 43χρονη ιστορία της», έγραψαν οι συνιδρυτές σε άρθρο τους για τους New York Times.
Ο Ζίνγκερ δεν μπορούσε να μην πάρει την απόφαση προσωπικά. «Έβλεπε τον Μπεν Κοέν και, ειλικρινά, την Ανουράντα [Μίταλ] ως οικογένεια», λέει η δικηγόρος του, Αλίζα Λιούιν. Πολλοί από τους κορυφαίους του Ben & Jerry’s είχαν προσωπικά συμπαθήσει τον συνεργάτη τους για περισσότερες από τρεις δεκαετίες, αλλά η Μιτάλ είπε πως η απόφαση του διοικητικού συμβουλίου δεν αφορούσε τις μεταξύ τους καλές σχέσεις.
Διπλωματικό και πολιτικό θέμα και αντιδράσεις
Το θέμα δεν θα ήταν απλό. Κάθε άλλο. Την ημέρα που ανακοινώθηκε η ψηφοφορία του ΔΣ της Ben & Jerry’s, ο Gilad Erdan, τότε πρεσβευτής του Ισραήλ στις ΗΠΑ, έστειλε επιστολές σε 35 κυβερνήτες σε πολιτείες με νόμους που τους απαγορεύουν να επενδύουν σε εταιρείες που μποϊκοτάρουν τη χώρα του και κατήγγειλε την εταιρεία για την απόφασή της. «Βλέπουμε αυτή την απόφαση πολύ αυστηρά καθώς πρόκειται για την de facto υιοθέτηση αντισημιτικών πρακτικών και την προώθηση της απονομιμοποίησης του εβραϊκού κράτους και της εμφάνισης του εβραϊκού λαού ως απάνθρωπου», έγραψε. Πολλοί κρατικοί αξιωματούχοι στις ΗΠΑ συμφώνησαν. Ο Tom DiNapoli, ορκωτός λογιστής στη Νέα Υόρκη, είπε ότι το συνταξιοδοτικό ταμείο της πολιτείας του πουλάει μετοχές της Unilever αξίας 111 εκατομμυρίων δολαρίων, επειδή η Ben & Jerry’s “συμμετείχε σε δραστηριότητες BDS”.
Η Μιτάλ προσπάθησε να διασκεδάσει την ιδέα ότι η Ben & Jerry’s ασκούσε την ίδια πολιτική με την BDS. Άλλωστε, η εταιρεία είχε δηλώσει ότι σχεδίαζε να παραμείνει στο Ισραήλ, αν και δεν εξήγησε πώς. «Δεν μιλήσαμε ποτέ για μποϊκοτάρισμα του Ισραήλ», είπε κατά τη διάρκεια ενός διαδικτυακού σεμιναρίου τον Αύγουστο του 2021 που φιλοξενούσε το Americans for Peace Now. «Αυτό δεν ήταν ποτέ στο τραπέζι». Αργότερα το ίδιο έτος, η ομάδα StopAntisemitism απέδωσε στη Μιτάλ τον τίτλο του «Αντισημίτη της Χρονιάς». Η ίδια υποστηρίζει ότι δέχθηκε απειλές για τη ζωή της καθώς και ρατσιστικά και σεξιστικά email και επιστολές.
Μια συντηρητική ομάδα, το National Legal and Policy Center, ζήτησε από την IRS να εξετάσει εάν η Mιτάλ είχε καταχραστεί τη θέση της στο Ben & Jerry’s Foundation, μια φιλανθρωπική οργάνωση που υποστηρίζεται από την εταιρεία, για να της διοχετεύσει περισσότερα από 100.000 δολάρια στο ίδρυμά της Oakland Institute το 2017 και το 2018.
Ο Κοέν και ο Γκρίνφιλντ, εβραίοι οι ίδιοι, βρέθηκαν να κατηγορούνται για αντισημιτισμό.
Στο Ισραήλ, ο Zinger αντιμετώπισε επίσης αντιδράσεις. Βάνδαλοι κατέστρεψαν τον εξοπλισμό της εταιρείας του. Οι ανταγωνιστές του πίεζαν τα σούπερ μάρκετ να τους δώσουν πολύτιμο χώρο στην κατάψυξη, που μέχρι τότε κατείχαν τα προϊόντα του. Οι υπάλληλοί του άρχισαν να αποχωρούν. Τον Μάρτιο του 2022, πλέον, ο Zinger μήνυσε τη Unilever και την Ben & Jerry’s στο ομοσπονδιακό δικαστήριο στο Νιου Τζέρσεϊ, με τον ισχυρισμό ότι η σύμβασή του είχε άδικα τερματιστεί επειδή αρνήθηκε να συμμορφωθεί με αποφάσεις που θα παραβίαζαν τους νόμους της χώρας του.
H αποπομπή του Τζόουπ
Ο Τζόουπ, ο οποίος είχε αντικαταστήσει τον Polman ως CEO της Unilever το 2019, βρισκόταν σε δύσκολη θέση. Ο ευγενικός Σκωτσέζος είχε προσπαθήσει να προχωρήσει ακόμη πιο επιθετικά από τον προκάτοχό του στην κοινωνικά συνειδητή προσέγγιση των επιχειρήσεων. Στις αρχές της θητείας του, ο Τζόουπ δήλωσε στο Businessweek ότι εάν ένα προϊόν της Unilever «δεν μπορεί να βρει τον σκοπό της», θα σκεφτόταν να την κόψει. Ωστόσο, καθώς η τιμή της μετοχής του ομίλου άρχισε να μειώνεται η δήλωση του Τζόουπ έγινε αντικείμενο χλευασμού. «Μια εταιρεία που πιστεύει ότι πρέπει να καθορίσει τον σκοπό της μαγιονέζας της Hellmann’s, κατά την άποψή μας, έχει ξεκάθαρα χάσει την ουσία», δήλωσε ο διευθυντής fund Terry Smith τον Ιανουάριο του 2022.
Τον ίδιο μήνα, οι ειδήσεις που διέρρευσαν για την αποτυχημένη προσπάθεια του Τζόουπ να αγοράσει τον κλάδο υγείας των καταναλωτικών προϊόντων της GlaxoSmithKline για 68 δισεκατομμύρια δολάρια απέτυχαν.
Αμέσως μετά, ο ακτιβιστής επενδυτής Νέλσον Πελτζ μπήκε στο κάδρο. Ως πρόεδρος του ΔΣ του Κέντρου Simon Wiesenthal, μιας εβραϊκής οργάνωσης ανθρωπίνων δικαιωμάτων, είχε ήδη μιλήσει στον Τζόουπ για την απόφαση της Ben & Jerry ‘s. Πλέον, το hedge fund του απέκτησε μερίδιο 1,5% στη Unilever και ο ίδιος ο Πελτζ θα ενταχθεί στο διοικητικό συμβούλιο τον Ιούλιο. Δύο μήνες αργότερα, η Unilever θα ανακοίνωνε ότι ο Τζόουπ θα αποσυρθεί στα τέλη του 2023.
Η πώληση της Ben & Jerry’s στο Ισραήλ και η αγωγή από το ΔΣ
Η Unilever αιφνιδίασε τη Μιτάλ τον Ιούνιο του 2022 ενημερώνοντάς την ότι θα διευθετούσε τη διαμάχη με τον Zinger και θα του πουλούσε την επιχείρηση Ben & Jerry’s στο Ισραήλ. Η συμφωνία όριζε ότι ο Zinger θα μπορούσε να κάνει σχεδόν ό, τι ήθελε με τη μάρκα παγωτού, με τη μόνη ρήτρα ότι το λογότυπο του Ben & Jerry δεν θα μπορούσε να είναι στα αγγλικά, μόνο στα εβραϊκά ή στα αραβικά. «Η αγελάδα, το παρασκήνιο, όλα τα άλλα παραμένουν», είπε θριαμβευτικά ο Zinger στην ισραηλινή εφημερίδα Haaretz.
Η Unilever προφανώς θεώρησε το ζήτημα λήξαν. Λίγο μετά την ανακοίνωση της συμφωνίας με τον Zinger, η Tzipi Hotovely, πρεσβευτής του Ισραήλ στη Βρετανία, συναντήθηκε με τον Τζόουπ και μέλη της ομάδας του στο Λονδίνο. Η Hotovely λέει ότι τα στελέχη της Unilever της είπαν ότι ένιωσαν ανακούφιση που η εταιρεία τους είχε αποσπαστεί από την πολιτική και σκόπευαν να την κρατήσουν έτσι.
Το συμβούλιο του Ben & Jerry’s ήθελε να διαφοροποιηθεί. Ψήφισε υπέρ της Ben & Jerry’s να καταθέσει αγωγή κατά της Unilever στο αρμόδιο Περιφερειακό Δικαστήριο των ΗΠΑ. Οι διαφωνούντες, δεν αποτελεί έκπληξη, ήταν οι δύο εκπρόσωποι της Unilever.
Οι δικηγόροι της Ben & Jerry’s υποστήριξαν στην καταγγελία ότι η συμφωνία με τον Zinger παραβίαζε τη συμφωνία του 2000 επειδή είχε συναφθεί χωρίς την έγκριση των διευθυντών που ήταν οι θεματοφύλακες της “εμπορικής επωνυμίας και της κοινωνικής ακεραιότητας” του παγωτού Ben & Jerry’s.
Οι δικηγόροι της Unilever απάντησαν ότι είχε την ευθύνη βάσει της συμφωνίας συγχώνευσης για τις «οικονομικές και λειτουργικές πτυχές» της Ben & Jerry’s και ότι περιελάμβανε τη δυνατότητα διεξαγωγής πωλήσεων περιουσιακών στοιχείων χωρίς την παρέμβαση του διοικητικού συμβουλίου.
«Υπάρχει σύγχυση πελατών ως προς το ποιος είναι ιδιοκτήτης της κοινωνικής αποστολής της Ben & Jerry’s», δήλωσε ο δικηγόρος της Joseph Ahmad σε μια από τις ακροάσεις. «Χρειαζόμαστε λύση από το δικαστήριο, ώστε οι πελάτες μας να γνωρίζουν ότι η Unilever δεν μπορεί να αλλάξει μονομερώς τις κοινωνικές μας στάσεις». Ο δικαστής του Περιφερειακού Δικαστηρίου των ΗΠΑ Άντριου Κάρτερ Τζούνιορ φαινόταν ασυγκίνητος. Αρνήθηκε το αίτημα της Ben & Jerry’s για προκαταρκτική διαταγή, λέγοντας ότι δεν είχε παράσχει αποδείξεις ότι οι καταναλωτές ήταν μπερδεμένοι.
Η Ben & Jerry’s υπέβαλε νέες κατηγορίες, συμπεριλαμβανομένου ότι η Unilever προσπαθούσε να υπονομεύσει τη Μιτάλ και τους συναδέλφους της ανεξάρτητους διευθυντές παρακρατώντας την αποζημίωσή τους. Το ΔΣ ενίσχυσε επίσης την εκστρατεία δημοσιότητάς του, αποκηρύσσοντας το παγωτό Zinger σε δήλωση στο Bloomberg News, λέγοντας ότι «η πώληση προϊόντων που φέρουν οποιαδήποτε διακριτικά της Ben & Jerry’s στα Κατεχόμενα Παλαιστινιακά Εδάφη είναι αντίθετη με τις αξίες μας».
Ο ισχυρισμός ήταν πως το παγωτό του δεν ήταν τίποτα άλλο παρά μια απομίμηση, που δεν διέφερε από μια τσάντα Gucci «μαϊμού».
«Η ιδιοκτησία της μάρκας είναι διαφορετική, αλλά το προϊόν της Ben & Jerry δεν διαφέρει από αυτό που απολαμβάνουν στο Ισραήλ εδώ και πολλά χρόνια», απάντησε η Unilever.
Η ανακοίνωση στις 15 Δεκεμβρίου: «Τα βρήκαν» (;)
Στη συνέχεια, οι Ben & Jerry’s και Unilever ανακοίνωσαν ξαφνικά στις 15 Δεκεμβρίου ότι «τα βρήκαν».
Η Unilever, περιορίστηκε να δηλώσει ότι σεβάστηκε τη συμφωνία συγχώνευσης και τις βασικές αρμοδιότητες του διοικητικού συμβουλίου.
Το διοικητικό συμβούλιο ήταν ακόμη πιο λακωνικό και η έλλειψη διαφάνειας φαινόταν πραγματικά ξένη, σε σχέση με τις θέσεις που έπαιρνε δημόσια όλο το προηγούμενο διάστημα.
Προσπάθησαν να βγάλουν τα παγωτά Cherry Garcia και Chunky Monkey από τη Δυτική Όχθη, αλλά η Unilever, είχε παραδώσει ολόκληρη την επιχείρηση στο Ισραήλ στον τύπο που τη διαχειριζόταν εκεί όλη αυτή την περίοδο.
Οι διευθυντές της Ben & Jerry’s είχαν επικαλεστεί την υποτιθέμενη ιερή συμφωνία συγχώνευσης στη μήνυση για την ανατροπή της συμφωνίας, αλλά δεν άλλαξε τίποτα.
Αυτό δεν εμπόδισε τη δικηγορική εταιρεία της πλευράς Ben & Jerry’s να εκδώσει μια δήλωση αρκετές ημέρες αργότερα υπονοώντας ότι ήταν μια νίκη. «Αυτή ήταν μια διαμάχη Δαβίδ εναντίον Γολιάθ που επικεντρωνόταν στον σεβασμό της προσεκτικά διαπραγματευθείσας συμφωνίας συγχώνευσης των μερών», δήλωσε ο δικηγόρος Shahmeer Halepota.
«Η αποφασιστικότητα του ανεξάρτητου συμβουλίου να προστατεύσει αυτήν τη συμφωνία εν μέσω έντονης δημόσιας πίεσης, παγώματος των μισθών και προσωπικών απειλών ήταν αξιοσημείωτη», είπε.
Το αμοιβαίο συμφέρον και η «επιλεκτική» ακτιβιστική δράση
«Ήταν αυτή η δήλωση απλώς μια προσπάθεια διάσωσης της αξιοπρέπειας της εταιρείας;» αναρωτιούνται οι συντάκτες. Και εκτιμούν πως δεν είναι απολύτως έτσι. Ορισμένοι νομικοί παρατηρητές υποψιάζονται ότι οι Ben & Jerry’s και Unilever συμβιβάστηκαν επειδή κανένας από τους δύο δεν ήθελε να αφήσει την υπόθεση να κριθεί από έναν δικαστή που θα μπορούσε να αποδυναμώσει εντελώς το διοικητικό συμβούλιο. Στο κάτω – κάτω, το διοικητικό συμβούλιο ήταν αυτό που έδωσε στην εταιρεία τον εμβληματικό χαρακτήρα που έπαιξε το ίδιο καθοριστικό ρόλο για την άνοδό της όσο και οι εφευρετικές γεύσεις της, επισημαίνουν. «Μέχρι ένα σημείο αυτή η “αίγλη” αποφέρει κέρδη στη Ben & Jerry’s», λέει η Ann Lipton, αναπληρώτρια καθηγήτρια της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Tulane στη Νέα Ορλεάνη. «Και η Unilever δεν ήθελε να το τινάξει εντελώς στον αέρα».
Τον Ιανουάριο, το Twitter της Ben & Jerry’s στο Twitter ήταν γεμάτο από εκκλήσεις για δικαιοσύνη: αποζημιώσεις για τους μαύρους, απομάκρυνση από τα ορυκτά καύσιμα, διεκδίκηση δικαιώματος αναπαραγωγής για όλους. Είναι αξιοσημείωτο ότι απουσίαζε οποιαδήποτε αναφορά στις συγκρούσεις μεταξύ Ισραηλινών και Παλαιστινίων και Ισραηλινών που ξέσπασε ξανά, με τη νέα ακροδεξιά κυβέρνηση του Ισραήλ στην εξουσία.
Μέχρι το τέλος του μήνα, ο Άλαν Τζόουπ θα μάθαινε ότι ο χρόνος του στη Unilever τελείωνε νωρίτερα από ό, τι αρχικά γνώριζε.
Αντί να συνταξιοδοτηθεί στο τέλος του 2023, θα αντικατασταθεί από τον Hein Schumacher, επικεφαλής του ολλανδικού ομίλου γαλακτοκομικών Royal FrieslandCampina NV, τον Ιούλιο.
Unilever: Ο Χάιν Σουμάχερ νέος CEO της εταιρείας
Ο Schumacher μπορεί να είναι λιγότερο πρόθυμος να ασχοληθεί με το διοικητικό συμβούλιο της Ben & Jerry’s και να εμπλέξει τη μητρική Unilever με πολιτικά ζητήματα. Ήδη, γίνεται λόγος για μια μεγάλη αναδιάρθρωση του ομίλου με τις ετερογενείς δραστηριότητες με πιθανή πώληση του τμήματος τροφίμων ή του λιγότερου κερδοφόρου τμήματος παγωτού. «Μεγάλες αλλαγές βρίσκονται στο τραπέζι», λέει ο Tineke Frikkee, διαχειριστής κεφαλαίων στην Waverton Investment Management.
Τι θα γινόταν αν η Ben & Jerry’s βρεθεί με άλλον ιδιοκτήτη;
H Μιτέλ και οι σύμμαχοί της στο ΔΣ της θα μπορούσαν να βρουν έναν πλούσιο ιδιώτη να την εξαγοράσει εξ ολοκλήρου ή να μπλοκάρουν εντελώς την πώληση. Είναι πιο πιθανό όμως να την πουλήσει η Unilever σε κάποιον άλλο κολοσσό που δεν ενδιαφέρεται να ανεχτεί τα ακτιβιστικά τερτίπια της Ben and Jerry’s. Με τι θα έμοιαζε τότε; Σαν οποιοδήποτε άλλο παγωτό; Ένα τέτοιο ενδεχόμενο θα ήταν μια «τραγωδία», λέει ο πρώην CEO της Ben and Jerry’s, Freese.
Latest News
Minecraft όπως Legoland - Πώς θα «ζωντανέψει» το δημοφιλές παιχνίδι σε θεματικά πάρκα
Το Minecraft θα ζωντανέψει μέσα από τρενάκια, εστιατόρια και δωμάτια ξενοδοχείων σε θεματικά πάρκα από την εταιρεία Merlin
Στην αντεπίθεση οι τραπεζίτες της ΕΚΤ- Καταγγέλλουν πολιτική παράλυση που απειλεί την οικονομία
Η πρόεδρος της ΕΚΤ και οι διοικητές της Bundesbank και της Banque de France προειδοποιούν για έλλειμμα μεταρρύθμισης
Η Tesla κυκλοφόρησε την πρώτη της... φιγούρα δράσης - Πότε έρχεται το ανθρωπόμορφο ρομπότ
Το Tesla Bot Action Figure ξεκίνησε να πωλείται πρόσφατα στον ιστότοπο του κατασκευαστή ηλεκτρικών οχημάτων
Στη «μέγγενη» το Adani Group - Πτώση ομολόγων και μετοχών για δεύτερη ημέρα
Οι μετοχές του ομιλου Adani Group έχουν χάσει 28 δισ. δολάρια σε αξία - Η S&P λέει ότι θα είναι δύσκολη η χρηματοδότηση
Η Gap εκτοξεύεται - Όλα τα βλέμματα στον νέο CEO
Μετά τα αποτελέσματα της Gap για το γ' τρίμηνο, αρκετοί πίστωσαν στον Ρίτσαρντ Ντίκσον μια σειρά από βελτιώσεις σε όλο το χαρτοφυλάκιο
Παρέμβαση της κεντρικής τράπεζας για την προστασία του νομίσματος στην Ινδία
Η ισοτιμία της ρουπίας δημιουργεί συνθήκες στην Ινδία για κερδοσκοπικά στοιχήματα
Οι ευρωπαικές επιχειρήσεις μειώνουν θέσεις εργασίας
Απολύσεις που ξεπερνούν τις 22.000 θέσεις έχουν προαναγγείλει αρκετές ευρωπαικές εταιρείες απο τις αρχές Αυγούστου
Προϋπολογισμός και Black Friday «φρέναραν» τις καταναλωτικές δαπάνες στη Βρετανία
Το Γραφείο Εθνικής Στατιστικής, στη Βρετανία, αναθεώρησε προς τα κάτω το ποσοστό ανάπτυξης για τον Σεπτέμβριο από 0,3% σε μόλις 0,1%
«Καμπανάκι» από την Λαγκάρντ - Επείγουσα ανάγκη η ενοποίηση των κεφαλαιαγορών στην ΕΕ
Η Κριστίν Λαγκάρντ είπε ότι η αδράνεια της Ευρώπης της έχει κοστίσει πολύτιμο χρόνο - Ο ρόλος των αποταμιεύσεων και της ΕΤΕπ
Παραιτείται ο CEO της Northvolt μετά το αίτημα για προστασία από πτώχευση
Η Northvolt κατέθεσε χθες αίτηση για προστασία υπό το κεφάλαιο 11 στις Ηνωμένες Πολιτείες - Πώς θα γίνει η χρηματοδότηση