Οι εφιάλτες του 2008 έχουν στοιχειώσει καταθέτες και επενδυτές και το επίκεντρο των νέων σεισμικών δονήσεων στις αγορές, αυτή τη φορά είναι οι τράπεζες. Ως εκ τούτου η βασική ανησυχία είναι για τις αποταμιεύσεις με τους αναλυτές να μιλούν για υπερβολικούς φόβους σε ότι αφορά τη φερεγγυότητα των ευρωπαϊκών τραπεζών.
Τα μηνύματα για τις ελληνικές τράπεζες, τις καταθέσεις και για την οικονομία είναι καθησυχαστικά. Παρά το στίγμα της αβεβαιότητας για το μέλλον, οι αναλυτές βρίσκουν διαφορές σε σχέση με το 2008, όπως, επίσης, ότι οι ευρωπαϊκές τράπεζες δεν έχουν έκθεση στην αμερικανική αγορά.
Οι τράπεζες, όπως και οι ελληνικές, έχουν επαρκή ρευστότητα, σταθερή χρηματοδότηση και κεφάλαια για να αντιμετωπίσουν αυτήν την αναταραχή. Επίσης, μετά τη χρηματοπιστωτική κρίση του 2008, η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει λάβει πρωτοβουλίες για την ενίσχυση της ικανότητας αντιμετώπισης κρίσεων και έχει θεσπίσει κανόνες και τη λειτουργία των συστημάτων εγγύησης καταθέσεων με στόχο να αποτραπεί η ταυτόχρονη ανάληψη χρημάτων και να βελτιωθεί η εμπιστοσύνη.
Τι συμβαίνει με τις τράπεζες; Γιατί το πακέτο διάσωσης μπορεί να γυρίσει μπούμερανγκ
Οι προκλήσεις
Οικονομολόγοι, πάντως, επισημαίνουν ότι ίσως, στο μακροοικονομικό επίπεδο η αύξηση της αβεβαιότητας φυσιολογικά θα δυσκολέψει την εκτέλεση των όποιων προγραμματισμένων αποφάσεων δαπάνης. Επίσης οι δυσκολίες μπορούν να αυξηθούν αν οι τράπεζες σφίξουν περαιτέρω τα πιστοληπτικά κριτήρια χορηγήσεων σε μια προσπάθεια περαιτέρω προστασίας τους.
Δήλωση Στουρνάρα στον ΟΤ για τις τράπεζες – Το παρασκήνιο πίσω από την απόφαση της ΕΚΤ
Από την κυβέρνηση και το οικονομικό επιτελείο, διαβεβαιώνουν ότι οι ελληνικές τράπεζες δεν είναι εκτεθειμένες και έτσι δεν έχουν διασύνδεση με ξένες τράπεζες. Πηγές αναφέρουν ότι προφανώς απασχολεί το επιτελείο, ωστόσο το ελληνικό τραπεζικό σύστημα δεν έχει σχετικά στοιχεία ενεργητικού, γεγονός που μειώνει την έκθεση στο κίνδυνο.
Από τις βασικές διαφορές, σε σχέση με τις ΗΠΑ, τις οποίες αναφέρουν οι αναλυτές, είναι ότι οι ευρωπαϊκές τράπεζες έχουν μικρότερα ποσοστά ομολόγων στα χαρτοφυλάκια τους και οι καταθέσεις είναι πιο σταθερές, καθώς αυξήθηκαν με μικρότερο ρυθμό. Σύμφωνα με την Moody’s, οι τίτλοι, συμπεριλαμβανομένων των κρατικών ομολόγων, αποτελούν κατά μέσον όρο το 12% των χαρτοφυλακίων των τραπεζών σε 20 χώρες με ευρώ, έναντι 30% στις εμπορικές τράπεζες των ΗΠΑ.
Κωνσταντίνος Δράκος
Καθηγητής στο Τμήμα Λογιστικής και Χρηματοοικονομικής
Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών
Η περίπτωση της SVB, κατά την εκτίμηση μου θα έχει περιορισμένες επιπτώσεις και σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα θα αποτελεί απλά ένα στατιστικό δεδομένο προς χρήση από τους ερευνητές. Το μεμονωμένο της περίπτωσης, το περιορισμένο πεδίο δραστηριοτήτων της SVB, αλλά κυρίως τα άμεσα ανακλαστικά που επέδειξαν οι εποπτικές αρχές των ΗΠΑ, αποτελούν παράγοντες σύντομης λήξης του συμβάντος.
Η περίπτωση της Credit Suisse, είναι πιο περίπλοκη. Για τους γνώστες του χώρου, τα νέα για την εν λόγω τράπεζα δεν ήρθαν ως κεραυνός εν αίθρια. Η τράπεζα μερικά χρόνια πίσω δέχθηκε ένα μεγάλο πλήγμα (πάνω από 5,5 δις) ως prime broker του Archegos Hedge Fund. Ουσιαστικά έκτοτε δεν έχει καταφέρει να ανακάμψει και σε συνδυασμό με σταθερές εκροές καταθέσεων και κεφαλαίων που διαχειριζόταν, αλλά κυρίως λόγω της έλλειψης αξιόπιστου πλάνου ανάκαμψης έφτασε στο σημερινό σημείο. Η εκτίμηση μου είναι ότι οι ελβετικές εποπτικές αρχές θα συνδράμουν παρεμβατικά και κατά πάσα πιθανότητα θα περιορίσουν το πρόβλημα.
Η επόμενη μέρα θα αφήσει έντονα σημάδια στην Credit Suisse αναφορικά με το εύρος των δραστηριοτήτων της, όπου αναμφίβολα κάποιες θα συρρικνωθούν ή θα εγκαταλειφθούν παντελώς. Η μεγαλύτερη ζημιά θα είναι το πλήγμα στην εμπιστοσύνη προς της τράπεζα, η οποία εάν και εφόσον ανακτηθεί θα απαιτήσει πολύ χρόνο και κόπο. Στο εν γένει χρηματοπιστωτικό σύστημα, οι όποιες επιπτώσεις αναμένεται να μειώνονται με την πάροδο του χρόνου, καθώς οι πρώτες ψυχολογικές αντιδράσεις εξομαλυνθούν.
Κώστας Μελάς
Καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας
Οι επιπτώσεις στην ελληνική οικονομία
Βρισκόμαστε αντιμέτωποι με μια εν εξελίξει κατάσταση κρίσης που αφορά, για την ώρα, σε πτώχευση ορισμένων τραπεζικών ιδρυμάτων, στις ΗΠΑ και στην Ευρώπη, κάτι που έχει αυξήσει σε μεγάλο βαθμό την αβεβαιότητα η οποία μπορεί να μετατραπεί και σε πανικό.
Ειδικά στη περίπτωση της Credit Suisse, παρά την παρέμβαση της Κεντρικής Τράπεζας της Ελβετίας, δεν είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε τις μελλοντικές εξελίξεις και το κατά πόσον η παρέμβαση θα είναι καταπραϋντική, μέχρι την τελική απόφαση του τι μέλλει γενέσθαι με την τράπεζα. Αυτό το τελευταίο συνδέεται προφανώς με την πραγματική κατάσταση του ισολογισμού της. Από εδώ θα προκύψουν και οι διασυνδέσεις με τις υπόλοιπες τράπεζες και οι πιθανοί κίνδυνοι. Τούτων λεχθέντων οι πιθανές επιδράσεις στην ελληνική οικονομία αφορούν : στον τραπεζικό τομέα και στο μακροοικονομικό περιβάλλον.
Σχετικά με τον πρώτο: Θα πρέπει να περιμένουμε την έκθεση των υπολοίπων τραπεζών στα προϊόντα της Credit Suisse. Όμως ακόμη και στην περίπτωση που οι εξελίξεις είναι δυσμενείς δεν νομίζω ότι αυτό θα έχει άμεσο αντίκτυπο στις ελληνικές τράπεζες. Αυτό που πιθανόν να έχει αρνητική επίδραση ,στην περίπτωση αυτή, μπορεί να είναι η απόσυρση καταθέσεων και με το δεδομένο ότι οι καταθέσεις αποτελούν την «βασική φθηνή πρώτη ύλη» των ελληνικών τραπεζών να υπάρξουν κατ’ αρχάς, προβλήματα αυξημένου κόστους υποκατάστασης, είτε μέσω της αύξησης των επιτοκίων καταθέσεων είτε με δανεισμό από την αγορά. Στο μακροοικονομικό επίπεδο η αύξηση της αβεβαιότητας φυσιολογικά θα δυσκολέψει την εκτέλεση των όποιων προγραμματισμένων αποφάσεων δαπάνης. Επίσης οι δυσκολίες μπορούν να αυξηθούν αν οι τράπεζες σφίξουν περαιτέρω τα πιστοληπτικά κριτήρια χορηγήσεων σε μια προσπάθεια περαιτέρω προστασίας τους.
Παναγιώτης Πετράκης
Ομ. Καθηγητής ΕΚΠΑ
Η Εξέλιξη της Χρηματοπιστωτικής Αστάθειας
Το σημείωμα αυτό έχει στόχο να διερευνήσει τις βραχυπρόθεσμες εξελίξεις της χρηματοπιστωτικής αστάθειας και τους πιθανούς προσδιοριστικούς παράγοντές της. Θα πρέπει να διακρίνουμε τρεις διαφορετικές περιοχές που παρατηρούνται φαινόμενα αναταραχής: Τις ΗΠΑ, την Ελβετία και την Ευρωπαϊκή Ένωση. Όλα τα φαινόμενα έχουν κοινή γενεσιουργό αιτία την άνοδο των επιτοκίων, τις τεχνολογικές εξελίξεις και την περιορισμένη τραπεζική διοικητική δεξιότητα και προβλεπτικότητα. Οι κυριότεροι ρυθμιστικοί παράγοντες των εξελίξεων θα είναι α) ο χρόνος αντίδρασης των εποπτικών αρχών στα φαινόμενα που παρατηρούνται και β) η κατανόηση της φύσης των προβλημάτων και το κατάλληλο μίγμα μέσων πολιτικής.
Η κρίση του 2008 είχε ξεκινήσει ένα χρόνο νωρίτερα με αρκετές ενδείξεις για νέα προβλήματα που είχε εμφανίσει ο χρηματοπιστωτικός τομέας. Όμως ο H. Paulson έκανε ένα χρόνο να κατεβάσει τον Emergency Economic Stabilization Act τον Οκτώβριο του 2008. Οι ιδεολογικές καταβολές της κυβέρνησης G.W. Bush (να «ρυθμίσουν» το θέμα οι αγορές) έπαιξαν ρόλο στην καθυστέρηση. Στην σημερινή αναταραχή παίρνοντας μαθήματα από τον παρελθόν ο Biden ενέργησε ταχύτατα όπως και οι Ελβετικές αρχές και η ΕΚΤ (16/3). Προσέφεραν ρευστότητα αφού ο κίνδυνος που δημιουργείται είναι κίνδυνος ρευστότητας και έτσι κατασίγασαν τις πιθανότητες εμφάνισης πανικού.
Για την βραχυχρόνια εξέλιξη της κατάσταση θα περιμένουμε να αξιολογήσομε τρεις συνθήκες:
α) την έκταση των διασυνδέσεων της Credit Suisse με τις 115 συστημικές τράπεζες της ΕΕ,
β) τον χρόνο και την ποιότητα αντίδρασης των ρυθμιστικών αρχών στα ευρήματα,
γ) τις εξελίξεις στον νομισματικό τομέα της ΕΕ και ειδικότερα τις αποφάσεις της ECB στις επικείμενες αυξήσεις των επιτοκίων αλλά και το χρονικό δρόμο των αυξήσεων αυτών.
Η απόφαση της ΕΚΤ της 16/3/ είναι όμως ιδιαίτερα σημαντική διότι από την μία μεριά κάνει πράξη αυτό που είχε «υποσχεθεί» η κ. Lagarde περί σημαντικής αύξησης των επιτοκίων (0,50%) στοχεύοντας στον πληθωρισμό αλλά ταυτοχρόνως τονίζει την παρουσία της ΕΚΤ στην προστασία της ρευστότητας. Ουσιαστικά πρόκειται για μία απόφαση με δύο διαστάσεις που δείχνει την έντονη «παρεμβατική» πρόθεση της ΕΚΤ. Μέχρι τώρα πάντως οι αντιδράσεις των ρυθμιστικών αρχών (Biden – Ελβετικές αρχές) είναι άμεσες και αυτό μας κάνει αισιόδοξους ότι υπάρχει η διάθεση (που δεν υπήρξε αρχικά στην κρίση του 2007 – 2008) αλλά και η γνώση (που την κατακτήσαμε πολύ επώδυνα) για την αντιμετώπιση της παρούσας αναταραχής.
Latest News
Στις 12 Δεκεμβρίου η ΓΣ της Μπλε Κέδρος για την ακύρωση 700.000 ιδίων μετοχών
Ποια θέματα θα συζητηθούν
Γιαν Κάρας (ΟΠΑΠ): «Χτίζουμε» στην επιτυχία του Τζόκερ – Έφθασαν τις 12.000 τα VTLs
Ο ΟΠΑΠ παρουσίασε τα οικονομικά του αποτελέσματα για το γ' τρίμηνο και το εννεάμηνο του 2024 - Στα 352 εκατ. ευρώ τα καθαρά κέρδη
Νέα διετής συλλογική σύμβαση εργασίας στην Πειραιώς - Ποιες παροχές αυξάνονται
Ποιες θα είναι οι παροχές στην τράπεζα Πειραιώς - Διεύρυνση και ενίσχυση του ιατροφαρμακευτικού και νοσοκομειακού προγράμματος,
Αντιδρά η εστίαση στην αύξηση των δημοτικών τελών - Επιστολή ΠΟΕΣΕ στον Δούκα
Η ΠΟΕΣΕ τονίζει ότι πρόταση για αύξηση 10% των δημοτικών τελών γίνεται αιφνιδιαστικά χωρίς καμία ενημέρωση και διαβούλευση
Συνάντηση Θεοδωρικάκου - Καφούνη με εκπροσώπους του κλάδου της γουνοποιίας - Τι συζητήθηκε
Ο υπουργός κατέγραψε όλα τα αιτήματα της επιτροπής και των πολιτικών εκπροσώπων της Δυτικής Μακεδονίας και δήλωσε της πρόθεση της κυβέρνησης να βοηθήσει τον κλάδο
Άνοιγμα εννέα σημείων Goody’s - Everest σε Μ. Ανατολή και Ευρώπη - Οι στόχοι για το 2025
Μέχρι το τέλος του έτους ο όμιλος Goody’s - Everest αναμένεται να εγκαινιάσει συνολικά 9 νέα σημεία σε Ευρώπη και Μέση Ανατολή
«Πράσινο φως» Παπαθανάση σε 682 επενδυτικά σχέδια στις περιοχές της Δίκαιης Αναπτυξιακής Μετάβασης
Ο αναπληρωτής υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών κ. Παπαθανάσης ανέφερε πως η κυβέρνηση συνεχίζει να υλοποιεί τις δεσμεύσεις της
Παπακωνσταντίνου (ΤτΕ): Πέντε αλλαγές στο κανονιστικό πλαίσιο των τραπεζών
Στις σημαντικές εξελίξεις στους κανονισμούς του χρηματοπιστωτικού τομέα αναφέρθηκε η Χριστίνα Παπακωνσταντίνου, υποδιοικήτρια της ΤτΕ
«Πράσινο φως» για την ανάπλαση στις εγκαταστάσεις της πρώην Ζυθοποιίας ΦΙΞ στη Θεσσαλονίκη
Εκδόθηκε του σχετικό Προεδρικό Διάταγα, καθώς ενεργαοποιείται πολεοδομικά η περιοχή και δίνεται η δυνατότητα αξιοποίησής της
Η «Έξυπνη Μεταποίηση» χρηματοδοτεί 151 επενδυτικά σχέδια με 102,5 εκατ. ευρώ
Η «Έξυπνη Μεταποίηση» είναι εστιασμένη στην προσαρμογή των ελληνικών μικρομεσαίων επιχειρήσεων στο παραγωγικό μοντέλο «Βιομηχανία 4.0»