Έχουν περάσει 25 χρόνια ακριβώς από τότε που ο υπογράφων, υποστήριζε από τις στήλες του ΟΤ (10/9/1998) ότι η παιδεία ήταν ο νέος πλούτος των εθνών. Και έγραφε τα ακόλουθα: «Βραβευμένος με Νόμπελ της Φυσικής, ο Αμερικανός Καθηγητής και ερευνητής Λέων Μ. Λεντερμαν (ήταν τότε 76 ετών), τόνιζε ότι η παιδεία μιας χώρας καθορίζει και την θέση της στον κόσμο». Πρόσθετε δε ότι «στο πλαίσιο αυτό τα εκπαιδευτικά συστήματα και η ποιότητά τους, αποτελούν τον νέο πλούτο των εθνών».

Όντας παθιασμένος με την εκπαίδευση και τη σημασία της στην πορεία του ανθρώπου, ο Λ.Μ. Λεντερμαν (1922-2018), είχε ιδρύσει στο Σικάγο την Ακαδημία Εκπαιδευτών για τις Επιστήμες και τα Μα­θηματικά, σκοπός της οποίας είναι να μαθαίνει στους εκ­παιδευτικούς πώς να μεταφέρουν στους μαθητές τους την αγάπη για τα μαθηματικά και τις επιστήμες. Η όλη προσπάθεια στηρίζεται στο σύστημα «hands οn», σύμφωνα με το οποίο παρέχονται στους μαθητές πρακτικές γνώσεις και όχι θεωρητικές, οι οποίες δεν βοηθούν την ανάπτυξη της δημιουργικής σκέψης.

Με αφορμή τις πιο πάνω πρωτοβουλίες και δηλώσεις, κάποιες χώρες όπως η Φινλανδία, η Εσθονία, η Σιγκαπούρη, η Λιθουανία, η Ελβετία, η Ν. Κορέα και υπό όρους η Κίνα, συνειδητοποιούσαν ότι στην υπό εκκόλαψη οικονομική πραγματικότητα του 21ου αιώνα, παιδεία και γνώση ήταν σημαντικές πλουτοπαραγωγικές πηγές.

Εκείνη την περίοδο, μεγάλες έρευνες που είχαν γίνει από διεθνείς οργανισμούς, όπως η Παγκόσμια Τράπεζες, αποδείκνυαν ότι σε όλους τους τομείς της οικονομικής δραστηριό­τητας οι εργαζόμενοι πρέπει να είναι μορφωμένοι, ικα­νοί σε γρήγορες μεταβολές και ανοιχτοί σε μόνιμη επιμόρφωση. Είναι απαραίτητο επίσης, να γνωρίζουν και μια δεύτερη, εκτός από τη μητρική τους, γλώσσα και θε­ωρείται μεγάλο τους ατού να διαθέτουν ευχέρεια στα μαθηματικά.

Προέκυπτε επίσης από τις έρευνες που έγιναν στις 42 χώρες, ότι η ποιότητα ενός εκπαιδευτικού συστήματος δεν εξαρτάται ούτε από τις δαπάνες ανά φοιτητή ή μα­θητή, ούτε από τις ώρες διδασκαλίας, ούτε βεβαια από το μέγεθος των αιθουσών διδασκαλίας. Το κλειδί της επιτυχίας είναι οι μέθοδοι διδασκαλίας και το κατά πόσον διευρύνουν τους ορίζοντες των φοιτητών και μαθητών. Όπως τονίζει ο Αμερικανός καθηγητής Πάτρικ Βιζανόβα, κάθε άνθρωπος διαθέτει ένα πολύ μεγάλο δυναμι­κό «κοιμωμένης ευφυΐας», το οποίο για να λειτουργήσει είναι απαραίτητο να προσφερθεί στους ανθρώπους συ­γκεκριμένος όγκος γνώσεων και μέθοδοι χρησιμοποίησής τους.

Υπό αυτές τις συνθήκες, αυτό που αποκαλείται «ευφυΐα» στην ουσία δεν είναι τίποτε άλλο από την ικανότητα να διαχειρίζεται κανείς αποκτημένες γνώσεις Προϋπόθε­ση λοιπόν ανάπτυξης της ευφυΐας ή και ανάδειξης της είναι η απόκτηση γνώσεων. Όμως, οι γνώσεις αυτές δεν μπορούν ν’ αποκτηθούν παρά μόνον αν εφαρμο­στεί μια αυστηρή μέθοδος μάθησης, η οποία ενσωμα­τώνει και την αντίληψη του «στόχου» που πρέπει να επιτευχθεί.

Κατά τον Πάτρικ Βιζανόβα, η ευφυΐα δεν είναι μια αφη­ρημένη έννοια, αλλά μια συγκεκριμένη λειτουργία η οποία πρώτα απ’ όλα έγκειται στο να μπορεί κανείς να γνωρίζει πώς να μαθαίνει.

Είναι λοπόν ευφυής αυτός που γνωρίζει να οργανώ­νει τη μάθησή του. Σε κάθε άλλη περίπτωση, οι θεω­ρίες περί «ευφυών» ατόμων που υπήρξαν κακοί μα­θητές είναι εξαιρετικά επικίνδυνες και κενές περιεχο­μένου. Το ίδιο ισχύει και για τους εργαζόμενους σης επιχειρήσεις. Αν δεν διαθέτουν γνώσεις και αν δεν γνω­ρίζουν ηώς να τις αποκτήσουν, ποτέ δεν θα μπορέσουν να ανέβουν στην ιεραρχία. Διότι, ένας ευφυής εργαζόμενος είναι αυτός που γνωρίζει να διαχειρίζε­ται έναν όγκο γνώσεων που συνδέονται με τη δραστηριότητά του.

Ωστόσο, στην ευφυΐα που προκύπτει από την απόκτη­ση γνώσεων έρχεται σε αρκετές περιπτώσεις να προ­στεθεί και η αποκαλούμενη πρακτική εξυπνάδα, δηλα­δή η έμφυτη ικανότητα που έχει ένα άτομο να βρίσκει απαντήσεις σε απρόσμενες καταστάσεις. Με άλλα λό­για. πρακτική ή διαισθητική ευφυΐα είναι η ικανότητα του ανθρώπου να προσαρμόζεται σε καταστάσεις ή σε συστήματα των οποίων οι υποθέσεις είναι μεταβαλλό­μενες ή τυχαίες. Η ικανότητα αυτή όμως πολλαπλα­σιάζεται αν το συγκεκριμένο άτομο διαθέτει και όγκο γνώσεων που θα του επιτρέψει να αυξήσει τον αριθμό των πιθανών λύσεων σε ένα συγκεκριμένο πρό­βλημα.

Όπως προκύπτει από την έρευνα του διεθνούς εκπαι­δευτικού οργανισμού TIMSS (Third International Maths and Science Study), στα μαθηματικά και στις επιστή­μες πρώτη χώρα στον κόσμο είναι η Σιγκαπούρη, η οποία με βάση το 500 συγκεντρώνει 643 Βαθμούς στα μαθηματικά και 607π στις επιστήμες. Στα μαθηματικά την ακολουθούν η Ν. Κορέα (607), η Ιαπωνία (605), το Χονγκ Κονγκ (588), το φλαμανδόφωνο Βέλγιο (565), η Τσε­χία (564), η Σλοβακία, η Ολλανδία και η Σλοβενία. Στις επιστήμες, μετά τη Σιγκαπούρη ακολουθούν η Τσε­χία, η Ιαπωνία, η Νότιος Κορέα, η Βουλγαρία, η Ολλαν­δία, η Σλοβενία, η Αυστρία, η Ουγγαρία και η Βρετανία. Η Ελλάδα στα μαθηματικά κατέχει την 33η θέση, είναι δηλαδή πιο κοντά προς τους τελευταίους παρά προς τους πρώτους.

Και η κατάσταση αυτή, είναι σήμερα ένα από τα πιο δραματικά προβλήματα της χώρας.Από τη μια πλευρά χάνει προς όφελος τρίτων χωρών ένα κομμάτι των ευφυών ανθρώπων της από την άλλη φθίνει δημογραφικά και τέλος η κραυγαλέα ανεπάρκεια του εκπαιδευτικού της συστήματος,προοιωνίζει τη μελλοντική της πορεία προς την φτώχεια της ψηφιακής εποχής.Δυστυχώς δε πολύ φοβούμεθα ότι οι ψηφιακές πρόοδοι της τελευταίας τετραετίας τελικά στρεβλώνονταν από χρόνιες παθογένειες που έχουν μάλλον ανίατο χαρακτήρα

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Opinion