Από την εποχή της πανδημίας ακόμα η βιομηχανία ειδών πολυτελείας κατέγραφε μεγάλη άνθιση και η τάση αυτή συνεχίζεται.

Αρκεί να δει κανείς τα τελευταία στοιχεία από την LVMH και την Hermes, ή όπως χαρακτηριστικά λέει ο διευθύνων σύμβουλος των Harrods, Μάικλ Γουάρντ, στο επεισόδιο της σειράς του Blοomberg «In the City » αυτής της εβδομάδας, «παρατηρήστε την κίνηση των πελατών στο πολυκατάστημά του στο Λονδίνο».

Οι Αμερικανοί έχασαν την όρεξη για είδη πολυτελείας – Τι συμβαίνει με τη Lοuis Vuitton

Μάλιστα εξηγεί ότι ενώ οι ετικέτες της μεσαίας αγοράς δέχονται σημαντικές πιέσεις, super-brands μάρκες όπως η Chanel και ο Dior ευημερούν:

«Το σπουδαίο με τη βιομηχανία πολυτελείας είναι ότι δεν έχει ευαισθησία στις τιμές», υπογραμμίζει και προσθέτει: «Οι πλούσιοι γίνονται πλουσιότεροι και αυτός είναι ο κόσμος».

Σύμφωνα με τον Γουάρντ, οι πωλήσεις στα Harrods έχουν ξεπεράσει τα επίπεδα, που ήταν πριν από την πανδημία και αυτό δεν ωφελεί τους Κινέζους πελάτες που αντιπροσώπευαν περίπου το 25% των πωλήσεων (τώρα είναι πιο κοντά στο 11%, λέει) ή τις αφορολόγητες αγορές.

Αξίζει να σημειωθεί ότι το εμβληματικό πολυκατάστημα, προσπάθησε να προσελκύσει ντόπιους αγοραστές, κάτι που σήμαινε επέκταση των επιλογών φαγητού, των προσφορών ευεξίας και των εορταστικών προωθητικών ενεργειών—όπως η δημιουργία σπιτιών από μελόψωμο σε συνεργασία με τον Dior.

Ωστόσο, αναφορικά με την προοπτική του Λονδίνου ως τουριστικό προορισμό, ο Γουάρντ εμφανίζεται αρκετά απαισιόδοξος. Μάλιστα, κατηγορεί την κυβέρνηση ότι απομακρύνθηκε από τις τέχνες και αφαίρεσε τη χρηματοδότηση. «Το Ηνωμένο Βασίλειο δεν μπορεί να μείνει πίσω από την υπόλοιπη Ευρώπη όσον αφορά την ύπαρξη μιας πραγματικά ισχυρής τουριστικής πολιτικής», αναφέρει χαρακτηριστικά.

Δυο αιώνες ζωής για το σύμβολο του Λονδίνου

Τα Harrods είναι χωρίς αμφιβολία ενα από τα πιο εμβληματικά σημεία του Λονδίνου. Λίγοι θα ταξιδέψουν στην βρετανική πρωτεύουσα χωρίς να τα επισκεφτούν. Η ιστορία του ξεκινά το 1824, όταν ο Τσαρλς Χένρι Χάροντ άνοιξε ένα μικρό κατάστημα, το οποίο πουλούσε διάφορα προϊόντα, όπως κουρτίνες και σεντόνια. Οταν ξεκίνησε είχε μόνο δύο υπαλλήλους, ο ένας από τους οποίους ήταν ο γιος του. Ύστερα μεταφέρθηκε στο Knightsbridge.

Τη νύχτα της 7ης Δεκεμβρίου του 1883, όταν το κατάστημα είχε γίνει πλέον τετραώροφο, έπιασε ξαφνικά φωτιά και κάηκε όλο το κτίριο. Αντί να αναβάλει τη λειτουργία του, μεταφέρθηκε προσωρινά σε άλλο κτίριο στον απέναντι δρόμο, μέχρι να ολοκληρωθεί η ανακατασκευή του νέου και πιο εντυπωσιακού κτιρίου. Μάλιστα, έφερε εις πέρας και όλες τις χριστουγεννιάτικες παραγγελίες. Το κατάστημα άνοιξε ξανά την επόμενη χρονιά και η τοποθεσία του δεν έχει αλλάξει από τότε.

Οι κυλιόμενες σκάλες του δημιουργήθηκαν το 1898 και ήταν οι πρώτες στην Αγγλία, προσδίδοντας του μια αίσθηση ανωτερότητας απέναντι στον μεγάλο του αντίπαλο, το Selfridges. Ο ιδιοκτήτης του τελευταίου έβαλε δεκαεννιά χρόνια μετά ένα στοίχημα με τον γενικό διευθυντή του Harrods ότι εκείνα τα Χριστούγεννα θα έκανε μεγαλύτερες εισπράξεις.

Το 1985 τα αγόρασε ο Μοχάμεντ Αλ-Φαγιέντ, ο Αιγύπτιος επιχειρηματίας και πατέρας του Ντόντι, ο οποίος σκοτώθηκε μαζί με την αγαπημένη του, Νταϊάνα στο αυτοκινητιστικό δυστύχημα του 1997.

Ο Αλ-Φαγιέντ πούλησε το πολυκατάστημα στην Qatar Holdins το 2010.  Σήμερα τα Harrods απασχολούν χιλιάδες υπαλλήλους. Το λονδρέζικο, εμβληματικό πολυκατάστημα των 100 χιλιάδων τ.μ. καλωσορίζει τις ημέρες με αυξημένη κίνηση ακόμα και 3000 επισκέπτες.

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Plus