Η μετάβαση σε έναν πολυπολικό κόσμο έχει εξαγγελθεί ποικιλοτρόπως το τελευταίο διάστημα. Ο πόλεμος στην Ουκρανία αποτύπωσε τη διαμόρφωση ενός σαφούς ρήγματος «Ανατολής – Δύσης», ενώ η όλο και πιο επιθετική ρητορική των ΗΠΑ απέναντι στην Κίνα (και αντιστρόφως) έδειξε ότι στο στόχαστρο δεν είναι μόνο η Ρωσία.
Γιατί η παγκόσμια οικονομία γίνεται όλο και πιο συγκεχυμένη
Την ίδια στιγμή η απροθυμία αρκετών χωρών να ακολουθήσουν τη Δύση στην επιβολή κυρώσεων, αλλά και τοπικές δυναμικές όπως για παράδειγμα η εξομάλυνση των σχέσεων ανάμεσα στη Σαουδική Αραβία και το Ιράν, δείχνουν ότι αρκετές χώρες, με παραδοσιακά καλές σχέσεις με τη Δύση, σε αυτή τη φάση δεν επιλέγουν το δρόμο της «συστράτευσης» στη «Συλλογική Δύση».
Όμως, όταν μιλάμε για την παγκόσμια οικονομία το ερώτημα για το εάν μεταβαίνουμε ή όχι σε έναν πιο πολυπολικό κόσμο δεν έχει να κάνει με γενικές πολιτικές τοποθετήσεις, αλλά με το εάν αναδεικνύεται μια διαφορετική χρηματοοικονομική αρχιτεκτονική σε παγκόσμια κλίμακα.
Ας μην ξεχνάμε ότι οι σημερινές παγκόσμιες οικονομικές σχέσεις διαμορφώθηκαν την επαύριον του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου. Τότε από τη μια διαμορφώθηκαν δύο κρίσιμοι θεσμοί, εντός του ίδιου πλαισίου που δημιουργήθηκε και ο ΟΗΕ, δηλαδή το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και η Παγκόσμια Τράπεζα, και από την άλλη ουσιαστικά το δολάριο αναδείχθηκε σε παγκόσμιο νόμισμα αναφοράς.
Οι συμφωνίες του Μπρέτον Γουντς
Αυτό έγινε ακόμη πιο σαφές το 1971 με το τέλος των συμφωνιών του Μπρέτον Γουντς οπότε και η αποσύνδεση του δολαρίου από τον χρυσό, σήμαινε ότι και τυπικά το δολάριο καταλάμβανε τον ρόλο του διεθνούς νομίσματος.
Επιπλέον, η κατάρρευση μετά το 1989 των καθεστώτων του «υπαρκτού σοσιαλισμού», που είχαν μεγάλο όγκο συναλλαγών που δεν περνούσε μέσα από τα δίκτυα όπου κυριαρχούσε το δολάριο, σήμαινε ότι φτιαχνόταν ένα ενιαίο παγκόσμιο σύστημα όπου το δολάριο ήταν το νόμισμα αναφοράς και όπου οι συναλλαγές περνούσαν μέσα από μηχανισμούς όπως το σύστημα συναλλαγών SWIFT.
Επομένως, το ερώτημα που τίθεται είναι εάν μπορούμε να μιλάμε για μετάβαση σε ένα νέο σύστημα, όπου αντί για μία παγκόσμια αγορά, περνάμε σε μια φάση όπου αναδεικνύονται διαφορετικές περιφερειακές αγορές με διαφορετικά νομίσματα αναφοράς.
Οι ανησυχίες της Κριστίν Λαγκάρντ
Μιλώντας στη Νέα Υόρκη στις 17 Απριλίου 2023, σε εκδήλωση του Council on Foreign Relations, ενός από τα σημαντικότερα think tank στις ΗΠΑ, η επικεφαλής της ΕΚΤ, παραδέχτηκε ότι ζούμε σε έναν κόσμο που μετασχηματίζεται γοργά: «Βλέπουμε τον κατακερματισμό της παγκόσμιας οικονομίας σε ανταγωνιζόμενα μπλοκ, όπου το κάθε μπλοκ προσπαθεί να τραβήξει όσο το δυνατόν μεγαλύτερο μέρος του υπόλοιπου κόσμου πιο κοντά στα αντίστοιχα στρατηγικά συμφέροντα και κοινές αξίες του. Και αυτός ο κατακερματισμός μπορεί να αποκρυσταλλωθεί σε δύο μπλοκ όπου στο καθένα ηγείται μία από τις δύο μεγαλύτερες οικονομίες του κόσμου».
Για την Κριστίν Λαγκάρντ μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, είχε διαμορφωθεί ένα ευνοϊκό περιβάλλον όπου υπό την ηγεμονία των ΗΠΑ αναπτύχθηκε το παγκόσμιο εμπόριο, οι παγκόσμιες εφοδιαστικές αλυσίδες και από τη στιγμή που ενσωματώθηκε και η Κίνα στην παγκόσμια οικονομία αυξήθηκε και η συνολική προσφορά εργασίας. «Η παγκόσμια προσφορά έγινε πιο ελαστική στις απέναντι στις αλλαγές στην παγκόσμια ζήτηση οδηγώντας σε μια μακρά περίοδο σχετικά χαμηλού και σταθερού πληθωρισμό», υποστήριξε η Λαγκάρντ. Όμως τώρα εισερχόμαστε σε μια περίοδο «διαρκούς αστάθειας που έχει ως αποτέλεσμα χαμηλότερη ανάπτυξη, υψηλότερα κόστη και πιο αβέβαιες εμπορικές σχέσεις. Αντί για πιο ελαστική παγκόσμια προσφορά, μπορεί να αντιμετωπίσουμε τον κίνδυνο επαναλαμβανόμενων σοκ προσφοράς».
Σε αυτά προστίθενται και νέες μορφές εξάρτησης, είτε σε σχέση με την ενέργεια, είτε σε σχέση με πρώτες ύλες: οι ΗΠΑ εξαρτώνται πλήρως από εισαγωγές για 14 κρίσιμα ορυκτά και η Ευρώπη εξαρτάται από την Κίνα για το 98% των αναγκών της σε σπάνιες γαίες. Αυτό οδηγεί τις χώρες σε μέτρα που να εξασφαλίζουν την ασφάλεια της προσφοράς όπως για παράδειγμα ο πρόσφατος νόμος για τον περιορισμό του πληθωρισμού στις ΗΠΑ (που ουσιαστικά ευνοεί ιδιαίτερα την εγχώρια παραγωγή π.χ. ηλεκτρικών αυτοκινήτων) ή η ατζέντα της «στρατηγικής αυτονομίας στην Ευρώπη». Όμως, η Λαγκάρντ διατυπώνει την ανησυχία ότι αυτό θα μπορούσε να επιταχύνει τον κατακερματισμό.
Γεωπολιτικοί κίνδυνοι
Την ίδια στιγμή υπάρχει το άγχος ότι θα επιβεβαιωθούν οι στατιστικές που δείχνουν ότι όποτε υπάρχουν αυξημένοι γεωπολιτικοί κίνδυνοι αυτό «οδηγεί σε υψηλότερο πληθωρισμό, χαμηλότερη οικονομική δραστηριότητα και μια πτώση στο διεθνές εμπόριο».
Ταυτόχρονα, η Λαγκάρντ παραδέχεται ότι μεταβαίνουμε στην εποχή της Pax Americana και του τρόπου που το δολάριο ήταν το παγκόσμιο νόμισμα αναφοράς, συνοδευόμενο από το ευρώ, την ώρα που δυτικές υποδομές πληρωμών έγιναν ακόμη πιο σημαντικές: «Το 2020 πάνω από το 90% των διασυνοριακών μεταβιβάσεων αναγγέλλονται μέσω του SWIFT».
Όμως, τώρα η Λαγκάρντ επισημαίνει ότι η Κίνα έχει αυξήσει πάνω από 130 φορές το διμερές εμπόριό της σε αγαθά με αναδυόμενες αγορές και αναπτυσσόμενες αγορές, την ώρα που είναι ο μεγαλύτερος εξαγωγέας στον κόσμο, ενώ «πρόσφατη έρευνα επισημαίνει ότι υπάρχει σημαντική συσχέτιση ανάμεσα στο εμπόριο μιας χώρας με την Κίνα και το ποσοστό των αποθεματικών της σε γουάν».
Παράλληλα υπάρχουν και προσπάθειες να φτιαχτούν εναλλακτικά προς το SWIFT συστήματα: «Από το 2014, η Ρωσία έχει αναπτύξει ένα τέτοιο σύστημα για εσωτερική και διασυνοριακή χρήση, με πάνω από 50 τράπεζες σε 12 χώρες να το χρησιμοποιούν. Και από το 2015 η Κίνα έχει καθιερώσει το δικό της σύστημα για να εκκαθαρίζει πληρωμές σε γουάν», υπογράμμισε η Λαγκάρντ.
Η πρόκληση για τις κεντρικές τράπεζες
Όμως, η Λαγκάρντ δεν ενδιαφέρεται απλώς να αναλύσει την παγκόσμια οικονομία. Αυτό που πρωτίστως ενδιαφέρει την επικεφαλής της ΕΚΤ, είναι τι θα γίνει με τις κεντρικές τράπεζες σε ένα τοπίο που αλλάζει.
Η πρότασή της είναι μεγαλύτερη «συνοχή πολιτικής», με όρους που να μην ακυρώνουν την ανεξαρτησία των κεντρικών τραπεζών, αλλά να «αναγνωρίζουν την αλληλεξάρτηση ανάμεσα σε πολιτικές». Αυτό αφορά τόσο το είδος του συντονισμού πολιτικών που ήδη εφαρμόζονται στην Ευρώπη έως συγκεκριμένες πρωτοβουλίες.
Κατά τη γνώμη της Λαγκάρντ αυτό μπορεί να έχει ως αφετηρία το γεγονός ότι π.χ. το 50-60% των βραχυπρόθεσμων τίτλων του αμερικανικού δημοσίου βρίσκονται στα χέρια χωρών φιλικών προς τις ΗΠΑ (και άρα δεν θα θελήσουν τα ξεφορτωθούν).
Όμως, δεν αρκεί και χρειάζονται και άλλα βήματα, όπως είναι π.χ. στην Ευρώπη η ενοποίηση των αγορών κεφαλαίου αλλά και βήματα όπως η ετοιμότητα για παροχή ρευστότητας (κάτι που η ΕΚΤ έχει κάνει συχνά) κυρίως μέσα από τη γενίκευση των γραμμών swap και στο «δυτικό μπλοκ» κατ’ αναλογία με τον τρόπου η κινεζική κεντρική τράπεζα έχει στήσει πάνω από 30 συμφωνίες swap με άλλες κεντρικές τράπεζες για να αντισταθμίσει ότι δεν υπάρχουν αγορές σε γουάν με μεγάλη ρευστότητα. Αντίστοιχα, η Λαγκάρντ θεωρεί οι κεντρικές τράπεζες έχουν πολλά να κάνουν και σε σχέση με αναγκαίες καινοτομίες στα συστήματα πληρωμών τους αλλά και με την εισαγωγή ψηφιακών νομισμάτων.
Τα ανοιχτά ερωτήματα
Εύλογα θα μπορούσε να παρατηρήσει κανείς ότι οι προτάσεις της Λαγκάρντ είναι πιο περιορισμένου εύρους σε σχέση με το εύρος των «τεκτονικών αλλαγών» που η ίδια παραδέχεται ότι γίνονται.
Από την άλλη, είναι σαφές ότι τα μέτρα που προτείνει παραπέμπουν σε πραγματικούς κινδύνους και για τις δυτικές οικονομίες. Πώς αλλιώς θα διαβαστεί η πρόταση για συμφωνίες swap που παραπέμπουν σε πραγματική ανησυχία για μείζονες κρίσεις ρευστότητας (π.χ. ανάλογων με τα προβλήματα που έχει η τουρκική κεντρική τράπεζα ως προς την εξάντληση των συναλλαγματικών αποθεμάτων της).
Και παρότι βραχυπρόθεσμα τόσο ο όγκος των συναλλαγών που γίνονται ακόμη με νόμισμα αναφοράς το δολάριο και δευτερευόντως το ευρώ όσο και ο βαθμός αλληλεξάρτησης ανάμεσα στην κινεζική και την αμερικανική οικονομία, παραπέμπουν στο ότι η «αποσύνδεση» δεν είναι ούτε εύκολη ούτε άμεση, δεν μπορεί κανείς να παραβλέψει ότι πληθαίνουν τα σημάδια ότι πηγαίνουμε μεσοπρόθεσμα σε μια παγκόσμια οικονομία αρκετά πιο κατακερματισμένη και των εκ των πραγμάτων πολυπολική.
Πηγή: in.gr