Μια φορά κι έναν καιρό, λέει ο μύθος, ο Θησέας σκότωσε τον Μινώταυρο και επέστρεψε θριαμβευτικά στην Αθήνα με ένα ξύλινο πλοίο. Το σκάφος συντηρήθηκε από τους Αθηναίους πολίτες, οι οποίοι αντικαθιστούσαν συνεχώς τις σαπισμένες σανίδες του με ισχυρή, φρέσκια ξυλεία, ώστε να μπορεί να γίνεται κάθε χρόνο προσκύνημα στη Δήλο στο όνομα του ήρωά τους.

Γοητευμένος από αυτή τη μυθική ιστορία, ο φιλόσοφος Πλούταρχος διαπίστωσε ότι ενσάρκωνε ένα λογικό ερώτημα: Αφού το πλοίο του Θησέα είχε απογυμνωθεί από όλα τα αρχικά του υλικά, θα μπορούσε να θεωρηθεί ακόμη το ίδιο πλοίο; Το ερώτημά του έχει διατρέξει αιώνες δυτικής σκέψης. Τι θα γινόταν αν, αναρωτήθηκε ο Τόμας Χομπς, κάποιος έφτιαχνε ένα δεύτερο πλοίο από τις πεταμένες σανίδες- θα είχατε τώρα δύο πρωτότυπα πλοία; Και τι γίνεται με τη δική μας εποχή της μηχανικής αντιγραφής – μήπως η τεχνητή αντιγραφή αφαιρεί την ψυχή της δημιουργίας;

Luxury: Πότε θα τελειώσει το Big Bang στα είδη πολυτελείας [γραφήματα]

Πριν από λίγο καιρό, βρέθηκα να περιπλανιέμαι στο Παρίσι με μια ψεύτικη τσάντα Celine περασμένη στον ώμο μου, γράφει η Grant Cornett στους New York Times και συνεχίζει.

Στη Γαλλία, μια χώρα που υπερηφανεύεται για την καταγωγή μεγάλου μέρους της παγκόσμιας μόδας, οι ποινές για την απομίμηση είναι αυστηρές, σε σημείο που τεχνικά κινδύνευα με τρία χρόνια φυλάκιση μόνο και μόνο επειδή κουβαλούσα τη μικρή μου απομίμηση. Αλλά η απάτη της τσάντας δεν ήταν ανιχνεύσιμη από τα ανθρώπινα μάτια.

Κουβαλούσα μαζί μου ένα απολαυστικό, τρελό μυστικό: Όπως ένα πλοίο που ξαναφτιάχτηκε με πανομοιότυπο ξύλο, η τσάντα στο χέρι μου είχε κατασκευαστεί με το ίδιο σχέδιο, με τα ίδια φαινομενικά λαμπερά υλικά, όπως το «πρωτότυπο». Ωστόσο, θεωρούνταν μη αυθεντική, ένα τέχνασμα, μια απάτη.

Photo: Nassim Boughazi / Unsplash

Τα αντικείμενα του super πόθου

Η βουτιά μου στον κόσμο των φανταστικά ρεαλιστικών απομιμήσεων πορτοφολιών -γνωστών ως «superfakes» όπως λέγονται από τους ενοχλημένους οίκους μόδας– ξεκίνησε μερικά χρόνια νωρίτερα, σε αυτό που θα μπορούσα να χαρακτηρίσω ως μια αυθόρμητη κρίση τρέλας. Ήταν αρχές του 2021, όταν, ξεπερνώντας τους φρικτούς τίτλους της πανδημίας, βρήκα το βλέμμα μου να παρασύρεται ενοχικά σε μια διαφήμιση, όπου το μοντέλο Kaia Gerber αγκάλιαζε με αγάπη τα χέρια της γύρω από μια τσάντα Celine Triomphe – ένα απλό, μικροσκοπικό ορθογώνιο πρίσμα που, όπως με πληροφόρησε η έρευνα, άξιζε 2.200 δολάρια (περίπου 2.000 ευρώ).

Έκλεισα την καρτέλα, τρομοκρατημένη. Έχοντας μεγαλώσει ως μετανάστης πρώτης γενιάς, του οποίου η ιδέα της οικογενειακής σπατάλης ήταν ένα μηνιαίο δείπνο στην Pizza Hut, αρνήθηκα να γίνω ο τύπος του ανθρώπου που λαχταρούσε τις πολυτελείς τσάντες. Πάντα καταλάβαινα ότι αυτά τα αντικείμενα δεν ήταν για μένα, όπως δεν ήταν για μένα οι χοροί των ντεμπιτάντ ή τα ναυλωμένα γιοτ. Αλλά, μέρες αργότερα και ακόμα βυθισμένη στην κινούμενη άμμο της καραντίνας, βρέθηκα να ψάχνω στη Google «αγοράζω Celine Triomphe φθηνά». Αυτό με οδήγησε σε μια κοινότητα του Reddit από λάτρεις των αντιγράφων, οι οποίοι αντάλλασσαν λεπτομέρειες σχετικά με «έμπιστους πωλητές» που ήταν σε θέση να παραδώσουν μία Chanel 2.55 ή μία Loewe Puzzle ή μία Hermès Birkin, εντελώς δυσδιάκριτες από το πρωτότυπο, και σε τιμή μόλις στο 5% περίπου της τιμής του γνήσιου κομματιού.

Ποια Chanel είναι πραγματική; Δείτε το βίντεο

Από πού προήλθαν αυτές οι εντυπωσιακές απομιμήσεις;

Οι «μαϊμούδες» (σ.σ. όπως τις λέμε στην Ελλάδα) δεν είναι κάτι καινούργιο ή σπάνιο. Αλλά την τελευταία δεκαετία περίπου, μια νέα γενιά απομιμήσεων έχει έρθει στο προσκήνιο από την Κίνα, με συγκλονιστικά καλή ποιότητα, περνώντας από τις πύλες των τελωνείων όπως η άμμος από το κόσκινο.

Και, όπως μπορεί να επιβεβαιώσει κάποιος είναι σε θέση να ξεγελάσουν ακόμη και το πιο καλά εκπαιδευμένο μάτι. «Πρόκειται για ένα διάχυτο, τεράστιο πρόβλημα» λέει ο Μπομπ Μπαρτσιέσι, πρόεδρος του Διεθνούς Συνασπισμού για την καταπολέμηση της παραποίησης. Ο Χάντερ Τόμσον, ο οποίος επιβλέπει τη διαδικασία ελέγχου γνησιότητας στον ιστότοπο παραγγελιών πολυτελών ειδών, Τhe RealReal, διευκρίνισε: «Έχουμε φτάσει στο σημείο να δούμε αντιγραφή σε προϊόντα των τρεχόντων συλλογών των διάσημων οίκων».

Αυτό που κάποτε ήταν μια πονηρή καινοτομία έχει εξελιχθεί σε μια γιγαντιαία αγορά

Το 2016, μια γυναίκα από τη Βιρτζίνια καταδικάστηκε επειδή αγόρασε τσάντες σχεδιαστών αξίας 400.000 δολαρίων από πολυκαταστήματα, επέστρεψε υψηλής ποιότητας απομιμήσεις και μεταπώλησε τις πραγματικές τσάντες με σκοπό το κέρδος- τα καταστήματα πέρασαν χρόνια χωρίς να το καταλάβουν.

Πριν η πρωταγωνίστρια του ριάλιτι Real Housewives, Τζεν Σα, δηλώσει ένοχη για απάτη με τηλεμάρκετινγκ πέρυσι, η αστυνομία έκανε έφοδο στο σπίτι της και βρήκε ράφια γεμάτα με ψεύτικες Louis Vuitton ανακατεμένες με αυθεντικές. Στην πανδημία, οι «υπερ-απομιμήσεις» έγιναν σούπερ-νόβα: Ένας φονικός συνδυασμός καραντίνας και κακουχίας εκτόξευσε την αγάπη των καταναλωτών για αυτές τις υπερρεαλιστικές απομιμήσεις σε νέα ύψη. Τώρα ειδικά, μπροστά στον αχαλίνωτο πληθωρισμό, οι καταναλωτές που επιθυμούν μια τσάντα των 10.000 δολαρίων μπορούν να αποκτήσουν πιο εύκολα μια αντιγραφή των 100 δολαρίων.

Photo: Jonathan J. Castellon / Unsplash

Η ώρα της ψηφιακής αγοράς

Μίλησα στο WeChatt με μια πωλήτρια που αυτοαποκαλείται Linda, γράφει η Grant Cornett, στους New York Times και περιγράφει την εμπειρία της.

Ένα όνομα που, ανάμεσα σε άλλα όπως Aadi, Aooko, Mr. Bao και Zippy, την έκανε να φαίνεται η λιγότερο πιθανή να με εξαπατήσει ή/και να με βάλει σε λίστα παρακολούθησης της C.I.A. – και αμέσως μου έστειλε φωτογραφίες από δώδεκα πιθανές τσάντες μοντέλου Triomphes. Η πωλήτρια με διαβεβαίωσε ότι θα είχα την ευκαιρία για ποιοτικό έλεγχο και φωτογραφίες πριν από την αποστολή. Μια έκδοση «υψηλής ποιότητας» της τσάντας θα κόστιζε περίπου 915 γιουάν, δηλαδή 120 ευρώ. Ποιο χρώμα θα μου άρεσε;

Δίστασα για λίγες μέρες και μετά της έστειλα μήνυμα: Κρεμ, παρακαλώ. Ήταν μεσάνυχτα στην Κίνα, αλλά η Linda μου απάντησε μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα: Έγινε. Θα έφτανε στην πόρτα μου σε περίπου τρεις εβδομάδες.

Το να ξετυλίξεις το πρόβλημα της αντιγραφής στη βιομηχανία της μόδας είναι σαν να προσπαθείς να λύσεις των κύβο του Ρούμπικ. Οι οίκοι σχεδιαστών ξοδεύουν δισεκατομμύρια για να καταπολεμήσουν τις απομιμήσεις, αλλά ακόμη και οι πραγματικές Prada Cleos και Dior Book Totes κατασκευάζονται με πατρόν μέσω υπολογιστών – εγείροντας το ερώτημα τι ακριβώς είναι μοναδικό σε μια αυθεντική τσάντα.

Μήπως είναι απλώς θέμα του ποιος θα βάλει στην τσέπη τα λεφτά; Η Hermès, για παράδειγμα,  ξεκίνησε πρόσφατα και κέρδισε έναν πόλεμο εμπορικών σημάτων κατά των μαϊμούδων της Birkin.

Photo: Arno Senoner / Unsplash

Η διαδρομή μιας μαϊμούς

Επικοινώνησα με περισσότερους από 30 διαφορετικούς πωλητές σούπερ-ψεύτικων τσαντών προτού συμφωνήσει ένας να μου δώσει συνέντευξη, συνεχίζει η δημοσιογράφος των New York Times. Πριν από πέντε χρόνια, η Kelly εργαζόταν σε κτηματομεσιτικό γραφείο στη Σαγκάη, αλλά βαρέθηκε να πηγαίνει κάθε μέρα σε ένα γραφείο. Τώρα δουλεύει από το σπίτι της στην Γκουανγκζού, συχνά κλείνοντας μια συμφωνία για μια Gucci Dionysus ή μια Fendi Baguette στο τηλέφωνό της με το ένα χέρι, ενώ με το άλλο ετοιμάζει το μεσημεριανό γεύμα για την 8χρονη κόρη της.

Η ισορροπία της μεταξύ εργασίας και προσωπικής ζωής είναι υπέροχη. Ως αντιπρόσωπος πωλήσεων για ψεύτικες τσάντες, η Kelly βγάζει έως και 30.000 γιουάν, ή 3.918 ευρώ το μήνα, αν και έχει ακούσει για A-listers που κερδίζουν έως και 200.000 γιουάν το μήνα – κάτι που αντιστοιχεί σε 318.916 ευρώ τον χρόνο.

Σε μια καλή μέρα, η Kelly μπορεί να πουλήσει περισσότερες από 30 γυαλιστερές Chloé και Yves Saint Laurent τσάντες, σε μια πελατεία κυρίως Αμερικανίδων. «Αν μια τσάντα μπορεί να αναγνωριστεί ως ψεύτικη δεν αξίζει τον κόπο να την αγοράσει ο πελάτης, οπότε πουλάω μόνο τσάντες που είναι υψηλής ποιότητας αλλά και δελεαστικά προσιτές – 200 ή 300 ευρώ είναι το ανώτερο ποσό». Η Kelly κρατάει περίπου το 45% από κάθε πώληση, από το οποίο πληρώνει τα έξοδα αποστολής, τις απώλειες και άλλα έξοδα. Το υπόλοιπο διοχετεύεται σε ένα δίκτυο κατασκευαστών, οι οποίοι μοιράζουν τα έσοδα για να πληρώσουν τα γενικά έξοδα, τα υλικά και τους μισθούς. Όταν ένας πελάτης συμφωνεί να παραγγείλει μια τσάντα από την Kelly, αυτή επικοινωνεί με έναν κατασκευαστή, ο οποίος κανονίζει να βγει μια τσάντα Birkin από την αποθήκη σε ένα κουτί χωρίς σήμανση σε μια εβδομάδα περίπου.

Στην Γκουανγκζού, από όπου πιστεύεται ότι προέρχεται η συντριπτική πλειονότητα των superfakes στον κόσμο, οι ειδικοί έχουν εντοπίσει δύο κύριους λόγους πίσω από τις αστραπιαίες νέες ταχύτητες των παράνομων προϊόντων: Την εξέλιξη της τεχνολογίας κατασκευής τσαντών και τους ίδιους τους κατασκευαστές τσαντών.

Τα ακριβά δεν είναι της μόδας

Μπροστά στη διευρυνόμενη ανισότητα του πλούτου σε όλο τον κόσμο, δεν είναι πλέον της μόδας να κρατάμε ακριβά πράγματα. Η ηθοποιός Jane Birkin, η οποία έδωσε το όνομά της στην θρυλική τσάντα της Hermès, αδιαφορεί για τις ψεύτικες Birkin: «Είναι πολύ ωραίο που όλοι έχουν μία ή θέλουν μία», δήλωσε στη Vogue το 2011. «Αν ο κόσμος θέλει να πάρει το αληθινό, εντάξει. Αν αγοράζουν αντίγραφα, είναι κι αυτό μια χαρά. Πραγματικά δεν νομίζω ότι έχει σημασία».

*Με στοιχεία από άρθρο των nytimes.com 

Πηγή: in.gr

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Διεθνή