Οι διαδοχικές κρίσεις αποτελούν πλέον αναπόσπαστο μέρος της οικονομικής και πολιτικής ατζέντας, τόσο σε ευρωπαϊκό, όσο και σε εθνικό επίπεδο και η αντιμετώπισή τους απαιτεί την ενδυνάμωση της ανθεκτικότητας της ελληνικής οικονομίας, εκτιμά η έκδοση του Ινστιτούτο Μελετών της ΓΣΕΒΕΕ με τίτλο «Κίνητρα επιχειρηματικότητας και ΜΜΕ».

Σύμφωνα με το ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ, είναι κρίσιμο να εξετασθεί σοβαρά η αλλαγή του αναπτυξιακού μοντέλου της χώρας, ώστε μέσα σε ένα συμπεριληπτικό πλαίσιο να προωθηθεί η επιχειρηματικότητα ευκαιρίας, παρέχοντας τις κατάλληλα οικονομικά κίνητρα στις ΜμΕ να αναπτυχθούν και να συνεισφέρουν έτσι πολλαπλασιαστικά στην οικονομική ανάπτυξη και την κοινωνική συνοχή. Οι αναπτυξιακοί πόροι του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας «Ελλάδα 2.0» που χρηματοδοτείται από το Μηχανισμού Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας της Ευρωπαϊκής Ένωσης ως απάντηση στις αρνητικές οικονομικές συνέπειες των μέτρων αντιμετώπισης της πανδημίας Covid-19, του ΕΣΠΑ 2021-2027 και του Εθνικού Προγράμματος Ανάπτυξης είναι κρίσιμο να διοχετευθούν σε επιχειρηματικές δραστηριότητες με δυνατότητες ανάπτυξης και δημιουργίας υψηλής προστιθέμενης αξίας στην οικονομία.

Τουρκία: Οι γκρίζες ζώνες της οικονομίας το μεγάλο στοίχημα μετά τις εκλογές [γράφημα]

Στο πλαίσιο αυτό, αναμένεται να αναπτυχθεί η έννοια της επιχειρηματικότητας ευκαιρίας συμβάλλοντας περαιτέρω στην οικονομική ανάπτυξη, τη δημιουργία νέων θέσεων απασχόλησης και κατ’ επέκταση στην κοινωνική και περιφερειακή συνοχή. Απαραίτητη προϋπόθεση αποτελεί η ραγδαία βελτίωση της πρόσβασης των επιχειρήσεων και ειδικά των ΜμΕ σε χρηματοδότηση, καθώς η υφιστάμενη κατάσταση τις αποτρέπει από το τραπεζικό σύστημα, δυσχεραίνοντας έτσι σε σημαντικό βαθμό την ανάπτυξη της επιχειρηματικότητας ευκαιρίας. Οι νέοι επιχειρηματίες και γενικότερα, οι πολύ μικρές και μικρές επιχειρήσεις που αποτελούν τη συντριπτική πλειοψηφία των επιχειρήσεων στην Ελλάδα, χρησιμοποιούν κυρίως δικά τους κεφάλαια ή δανείζονται από την οικογένεια ή φίλους το απαραίτητο κεφάλαιο προκειμένου να χρηματοδοτήσουν την επιχειρηματική τους δραστηριότητα ιδίως κατά τα αρχικά στάδια.

Οι πρωταθλητές της επιχειρηματικότητας

Πρωταθλητές της ελληνικής επιχειρηματικότητας είναι οι επιχειρήσεις του κλάδου υπηρεσιών με 49,3% και ακολουθούν ο κλάδος του εμπορίου με ποσοστό 32,2%, με βάση στοιχεία που παρατίθενται στην έκδοση του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ με τίτλο «Κίνητρα επιχειρηματικότητας και ΜΜΕ».

Όσον αφορά τα μεγέθη των ελληνικών επιχειρήσεων, ποσοστό 92,7% (644.264) είναι πολύ μικρές, ενώ 6,5% (45.401) είναι μικρές, το 0,7% (4.681) είναι μεσαίες και μόλις 0,1% (600) είναι μεγάλες επιχειρήσεις,

Περίπου τα 2/3 του ελληνικού εργατικού δυναμικού απασχολούνται σε πολύ μικρές και μικρές επιχειρήσεις και συνολικά 8 στους 10 εργαζόμενους απασχολούνται σε ΜμΕ. Οι πολύ μικρές και μικρές επιχειρήσεις αντιπροσωπεύουν το 38,8% της προστιθέμενης αξίας στην οικονομία, ενώ συμπεριλαμβανομένων και των μεσαίων επιχειρήσεων, η συνολική συνεισφορά των ΜμΕ στη δημιουργία προστιθέμενης αξίας στην οικονομία ανέρχεται σε 61,6%.

Υπηρεσίες και εμπόριο

Μεγάλος αριθμός των ΜμΕ στην Ελλάδα και την ΕΕ δραστηριοποιείται στους τομείς των υπηρεσιών και του εμπορίου με σημαντική συμβολή στη δημιουργία θέσεων απασχόλησης και την παραγωγή προστιθέμενης αξίας στην οικονομία.

Από τα στοιχεία του SME Performance Review (SPR) που λαμβάνονται από τη Eurostat και στα οποία βασίζεται η ετήσια έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την εφαρμογή του SBA (SBA Factsheet), προκύπτει ότι υψηλό ποσοστό των ΜμΕ στην Ελλάδα δραστηριοποιείται στον κλάδο των υπηρεσιών (49,3%) και ακολουθούν ο κλάδος του εμπορίου με ποσοστό 32,2%, οι κατασκευές με ποσοστό 8,7% και η μεταποίηση με ποσοστό 8,4%. Σε όρους απασχόλησης σε επίπεδο ΜμΕ ο κλάδος των υπηρεσιών συνολικά συνεισφέρει σε ποσοστό 49,5% και ακολουθούν ο κλάδος του εμπορίου με ποσοστό 28,6%, οι κατασκευές με ποσοστό 6% και η μεταποίηση με ποσοστό 12,2%. Σε όρους προστιθέμενης αξίας, ο κλάδος των υπηρεσιών συνεισφέρει επίσης το μεγαλύτερο μερίδιο (42,1%) ενώ η συνεισφορά του κλάδου του εμπορίου στη δημιουργία προστιθέμενης αξίας στην οικονομία ανέρχεται σε ποσοστό 26,0%, της μεταποίησης σε 19,3% και των κατασκευών σε 7,5%.

Κλάδος εστίασης και οικονομική κρίση

Από την άλλη πλευρά, ιδιαίτερα κατά τα χρόνια της οικονομικής κρίσης της περιόδου 2008-2018, χαρακτηριστικό παράδειγμα επιχειρηματικότητας ανάγκης στην ελληνική περίπτωση αποτελούν οι επιχειρήσεις του κλάδου της ταχείας εστίασης, οι οποίες αποτέλεσαν επιλογή ανάγκης για την ανάληψη επιχειρηματικής δράσης (Ομικρον, 2018) 18, κυρίως λόγω χαμηλού κόστους αρχικής επένδυσης, χαμηλού επίπεδου εξειδίκευσης και μη σημαντικών γραφειοκρατικών εμποδίων για την έναρξη και λειτουργία τους.

Ουσιαστικά όμως, πρόκειται για επιχειρήσεις οι οποίες, λόγω του υψηλού ανταγωνισμού στην αγορά από μεγάλο αριθμό όμοιων επιχειρήσεων, κινδυνεύουν να βρεθούν σε σύντομο χρονικό διάστημα στην «κοιλάδα θανάτου» («death valley»), με αποτέλεσμα να διακόψουν τη λειτουργία τους σε σύντομο χρονικό διάστημα. Η τάση αύξησης των επιχειρήσεων του εν λόγω κλάδου μετά το 2014 μειώθηκε αισθητά, τόσο κατά τη διάρκεια της πανδημίας όταν ο κύκλος εργασιών του κλάδου της εστίασης παρουσίασε κάθετη πτώση κατά 37,2% με αποτέλεσμα να παρατηρηθούν σημαντικά προβλήματα ρευστότητας και αύξηση των οφειλών, όσο και κατά την τρέχουσα ενεργειακή κρίση.

Διαβάστε όλη την μελέτη του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ ΕΔΩ

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Οικονομία