Σε επίπεδα υψηλότερα του 90% για πρώτη φορά μετά από τουλάχιστον 10 χρόνια έχει διαμορφωθεί το μερίδιο των καθαρών επιτοκιακών εσόδων που προέρχεται από εξυπηρετούμενα δάνεια στις ελληνικές τράπεζες.

Πρόκειται για μία ξεκάθαρη ένδειξη επιστροφής στην κανονικότητα μετά την υπερδεκαετή κρίση που χαρακτηρίστηκε από την πολύ μεγάλη απομόχλευση των ισολογισμών τους και την άνοδο των επισφαλειών στο 50% επί του συνολικού δανειακού τους χαρτοφυλακίου στο αποκορύφωμά της.

Ελληνικές τράπεζες: Η ψήφος εμπιστοσύνης των ξένων οίκων

Σύμφωνα με αναλυτή που παρακολουθεί τον κλάδο, στα χρόνια της πιστωτικής συρρίκνωσης και της έκρηξης των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων, τα έσοδα από τις κόκκινες χορηγήσεις έφτασαν να αντιπροσωπεύουν έως και το 30% του επιτοκιακού εισοδήματος των συστημικών ομίλων.

Η επιτυχής ολοκλήρωση ωστόσο του προγράμματος εξυγίανσης, μέσω του οποίου οι δείκτες καθυστερήσεων επέστρεψαν σε μονοψήφια ποσοστά, αλλά και η εντυπωσιακή άνοδος των νέων εκταμιεύσεων μετά το ξέσπασμα της πανδημίας, έχει επαναφέρει τη σχετική αναλογία πολύ κοντά στο μέσο ευρωπαϊκό όρο.

Κι αν η ταχεία αποενοποίηση των προβληματικών χορηγήσεων αναπόφευκτα άσκησε πιέσεις στα καθαρά έσοδα από τόκους, που σε ετήσια βάση μέχρι και πριν από λίγα τρίμηνα εμφάνιζαν αρνητικές μεταβολές, η μείωση αυτή αντισταθμίστηκε σε μεγάλο βαθμό από τις νέες εργασίες.

Από εδώ και στο εξής δε, οι τράπεζες έχουν καθαρό διάδρομο για την ενίσχυση της οργανικής τους κερδοφορίας, μιας και οι κινήσεις μείωσης των κόκκινων δανείων θα είναι περιορισμένες σε σύγκριση με την προηγούμενη τριετία.

Τα τελευταία στοιχεία

Τα αποτελέσματα α΄ τριμήνου 2023 που δημοσιοποίησαν Alpha Bank και Τράπεζα Πειραιώς πριν λίγες ημέρες καταδεικνύουν την πρόοδο που έχει συντελεστεί.

Στην πρώτη το ποσοστό των καθαρών εσόδων από τόκους που προέρχεται από πράσινα δάνεια διαμορφώθηκε την υπό εξέταση περίοδο σε 90,1% έναντι 87,9% ένα χρόνο νωρίτερα.

Συγκεκριμένα, επί συνόλου 424 εκατ. ευρώ, τα έσοδα από εξυπηρετούμενα δάνεια έφτασαν τα 382 εκατ. ευρώ και τα έσοδα από κόκκινα τα 42 εκατ. ευρώ.

Στη δεύτερη το αντίστοιχο μερίδιο των εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων διαμορφώθηκε στο 94% έναντι 86% στο α΄ τρίμηνο του 2022.

Ειδικότερα, από τα 447 εκατ. ευρώ, τα 420 εκατ. ευρώ προήλθαν από πράσινες χορηγήσεις και μόλις τα 27 εκατ. ευρώ από προβληματικές.

Ακόμη πιο υψηλά είναι τα ποσοστά των Eurobank και Εθνικής που θα δώσουν στη δημοσιότητα τις οικονομικές καταστάσεις για α΄ τρίμηνο του 2023 τις επόμενες ημέρες.

Κι αυτό διότι οι δείκτες καθυστερήσεων στις δύο τράπεζες βρίσκονταν ήδη στη ζώνη του 5% στο τέλος του 2022 και κατά πάσα πιθανότητα θα καταγραφούν κάτω από αυτό το όριο στις επερχόμενες ανακοινώσεις αποτελεσμάτων, σηματοδοτώντας την διευθέτηση του προβλήματος των επισφαλειών, επτά χρόνια μετά την καταγραφή ιστορικού υψηλού.

Οι προβλέψεις

Με βάση τους επιχειρησιακούς σχεδιασμούς των τεσσάρων συστημικών ομίλων, το μερίδιο των εσόδων από «πράσινους» τόκους αναμένεται να αναρριχηθεί πάνω από το 97% – 98% έως και το 2025.

Αυτό θα καταστεί εφικτό με δύο τρόπους:

  • Πρώτον, τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα εκτιμάται ότι θα υποχωρήσουν περαιτέρω κατά 3 δισ. ευρώ, οδηγώντας το ποσοστό τους επί του συνόλου των εντός ισολογισμών δανείων κάτω από το 4%.
  • Δεύτερον, αναμένεται συνέχιση των υψηλών ρυθμών πιστωτικής ανάπτυξης. Για το 2023 προβλέπεται ότι τα υπόλοιπα θα αυξηθούν κατά 7 – 8 δισ. ευρώ.

Υψηλές πτήσεις στις εκταμιεύσεις βλέπουν οι τραπεζικές διοικήσεις και για τα επόμενα έτη, με το Ταμείο Ανάκαμψης και τα αναπτυξιακά προγράμματα να λειτουργούν ως καταλύτες για την ενίσχυση των μεγεθών.

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Επιχειρήσεις
Όμιλος ΟΤΕ: Οργανωτικές αλλαγές από 1η Ιανουαρίου 2025
Επιχειρήσεις |

Οι αλλαγές στη διοικητική ομάδα του ΟΤΕ από 1η Ιανουαρίου 2025

Οι ανακατατάξεις που ανακοίνωσε ο Όμιλος ΟΤΕ έρχονται σε συνέχεια των αρχικών αλλαγών που πραγματοποιήθηκαν τον περασμένο Ιούλιο και την ανάληψη των καθηκόντων του διευθύνοντος συμβούλου από τον κ. Κώστα Νεμπή