Ως θετικό για τις προοπτικές της πιστοληπτικής ικανότητας της Ελλάδας χαρακτηρίζει το αποτέλεσμα των εκλογών της Κυριακής η Scope Ratings.

Σε σχετικό σημείωμα, τονίζεται ότι η συνέχεια της πολιτικής που απορρέει από την αναμενόμενη επανεκλογή της Νέας Δημοκρατίας και η μακροπρόθεσμη συνέχιση της πρόσφατης προόδου θα στηρίξουν την πιστοληπτική ικανότητα της χώρας.

Scope Ratings: Θέτει τις ΗΠΑ υπό εξέταση για πιθανή υποβάθμιση

«Οι εκλογές του πρώτου γύρου της Κυριακής στην Ελλάδα έφεραν ένα πολύ ισχυρό αποτέλεσμα για τη Νέα Δημοκρατία, τοποθετώντας το κατεστημένο κόμμα σταθερά στην πρώτη θέση και καθιστώντας σχεδόν αναπόφευκτο έναν δεύτερο γύρο εκλογών σε περίπου ένα μήνα. Στον δεύτερο γύρο, το μεγαλύτερο κόμμα θα μπορούσε να λάβει έως και 50 έδρες μπόνους νικητή, αυξάνοντας την πιθανότητα η Νέα Δημοκρατία να διατηρήσει την απόλυτη κοινοβουλευτική της πλειοψηφία», περιγράφει η Scope.

«Καθ’ οδόν» προς την επενδυτική βαθμίδα

Ο οίκος αξιολόγησης σημειώνει ότι η Ελλάδα είναι το μόνο κράτος μέλος της ΕΕ που δεν αξιολογείται επί του παρόντος με επενδυτική βαθμίδα από τη Scope. «Όμως», αναφέρεται, «για να ανακτήσει την πρώτη της αξιολόγηση επενδυτικής βαθμίδας από το 2010, η μεταρρυθμιστική δυναμική, η συνετή δημοσιονομική στάση και η ενισχυμένη σχέση με την Ευρώπη, παράγοντες που στήριξαν τις πρόσφατες αναβαθμίσεις της πιστοληπτικής ικανότητας της Ελλάδας, θα πρέπει να θεωρηθεί ότι θα διατηρηθούν μακροπρόθεσμα».

Σημειώνεται ότι η Ελλάδα έχει επωφεληθεί από τα μέτρα που υιοθέτησε η ΕΚΤ μετά την κρίση του κορωνοϊού για τη χρηματοδότηση των κρατών μελών της Ευρωζώνης. «Όμως, για να διατηρηθεί το στήριγμα της ΕΚΤ απαιτείται συνεχής συμμόρφωση με τους ευρωπαϊκούς δημοσιονομικούς κανόνες. Τυχόν απροσδόκητη επιστροφή σε ένα πιο ταραχώδες πολιτικό σκηνικό, η μη τήρηση των ευρωπαϊκών δημοσιονομικών κανόνων και η οπισθοχώρηση των μεταρρυθμίσεων μετά τις εκλογές θα μπορούσαν να θέσουν σε κίνδυνο την πρόσφατη πρόοδο», τονίζεται.

Η ταραγμένη 15ετία

Τα τελευταία 15 χρόνια, σημειώνει η Scope, η ελληνική οικονομία υπέστη πτώση της παραγωγής κατά 30% μεταξύ των ετών 2008-2013, κρατική χρεοκοπία, κερδοσκοπικές επιθέσεις από τις αγορές αναφορικά με το ενδεχόμενο εξόδου από το ευρώ, αυστηρή λιτότητα, τραπεζική κρίση και, πιο πρόσφατα, ύφεση που προκλήθηκε από την πανδημία του κορωνοϊού και κρίση του κόστους ζωής. «Όμως η χώρα επέμεινε, υιοθέτησε φιλόδοξες μεταρρυθμίσεις και αύξησε σημαντικά τις επενδύσεις και την οικονομική της ανταγωνιστικότητα. Η ολοκλήρωση της εποπτείας μετά τη διάσωση και η συναφής ελάφρυνση του χρέους της ευρωζώνης που εξαρτάται από την πολιτική, το περασμένο καλοκαίρι, αποτέλεσε ένα ακόμη βήμα προς την ομαλοποίηση της Ελλάδας», σημειώνεται.

«Η πρόοδος της Ελλάδας αντικατοπτρίζεται στην πορεία της πιστοληπτικής της ικανότητας. Η Scope έχει αναβαθμίσει την Ελλάδα κατά πέντε βαθμίδες αξιολόγησης από Β- σε ΒΒ+ από την πρώτη δημόσια αξιολόγηση του κράτους το 2017 και ήταν ο πρώτος οργανισμός αξιολόγησης που αναβάθμισε την Ελλάδα μόνο κατά μία βαθμίδα κάτω από την επενδυτική βαθμίδα, τον Σεπτέμβριο του 2021. Τον Δεκέμβριο του 2022, η Scope ήταν επίσης ο πρώτος οίκος πιστοληπτικής αξιολόγησης που έθεσε θετική προοπτική στην αξιολόγηση ΒΒ+ της Ελλάδας.»

Οι δυσκολίες

Ο οίκος αξιολόγησης αναφέρεται όμως και στις προκλήσεις που αντιμετωπίζει η Ελλάδα, σε οικονομικό και κοινωνικό επίπεδο. Όπως σημειώνει, «στο τέλος του 2022, η τριμηνιαία παραγωγή της Ελλάδας παρέμενε 22% κάτω από τα επίπεδα πριν από την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση – ενδεικτικό παράδειγμα των ιστορικών οικονομικών προκλήσεων των τελευταίων 15 ετών. Αυτό συμβαίνει παρόλο που αναβαθμίσαμε την εκτίμησή μας για την ανάπτυξη από 1,3% σε 2,2% για το 2023, ακολουθούμενη από 1,4% για το 2024 (αναθεωρημένη από 2%) – διατηρώντας την προσδοκία για ισχυρή ανάκαμψη από τις κορυφές της κρίσης Covid-19.»

Η ανεργία έχει μειωθεί περισσότερο από το μισό από το μέγιστο ποσοστό του 28% και αναμένεται να φτάσει κατά μέσο όρο το 10,9% το 2023 και το 2024. Οι μεταρρυθμίσεις ενισχύουν το εμπόριο και τις άμεσες ξένες επενδύσεις, ενώ οι εισπράξεις από τον τουρισμό ανέκαμψαν στο 95% των προ της πανδημίας επιπέδων κατά το έτος έως τον Φεβρουάριο του 2023. Ωστόσο, η Ελλάδα εξακολουθεί να εμφανίζει ένα από τα υψηλότερα ποσοστά σχετικής φτώχειας στην ΕΕ. Το κατά κεφαλήν ΑΕΠ σε αγοραστική δύναμη είναι το δεύτερο χαμηλότερο στην ΕΕ (μπροστά μόνο από τη Βουλγαρία).

Τα capital controls καταργήθηκαν πριν από περισσότερα από τρία χρόνια και το ύψος των μη εξυπηρετούμενων δανείων έχει μειωθεί από σχεδόν 50% τον Ιούνιο του 2017 σε 8,2%. Ωστόσο, το ποσοστό αυτό παραμένει σημαντικά υψηλότερο από τον μέσο όρο της ΕΕ που ανέρχεται σε 1,8%.»

Το χρέος

«Το ελληνικό δημόσιο χρέος εξακολουθεί να είναι αυξημένο, στο 171% του ΑΕΠ στο τέλος του 2022, αν και κάτω από το ανώτατο επίπεδο του 206% το 2020. Η Scope προβλέπει ότι το χρέος της γενικής κυβέρνησης θα μειωθεί στο 143% του ΑΕΠ έως το 2028, σύμφωνα με ένα αισιόδοξο σενάριο χωρίς σημαντικές ανατροπές στην ανάκαμψη. Στις χρηματοπιστωτικές αγορές, όμως, το spread του ελληνικού χρέους προς τη Γερμανία έχει πέσει κάτω από τις 140 μ.β. από 295 μ.β. τον περασμένο Οκτώβριο- και σε επίπεδο ρεκόρ 48 μ.β. κάτω από εκείνο της Ιταλίας με επενδυτική διαβάθμιση (BBB+/σταθερό).

»Η Ελλάδα παρουσίασε ένα ισοσκελισμένο πρωτογενές δημοσιονομικό ισοζύγιο πέρυσι – ξεπερνώντας τις περισσότερες προσδοκίες. Παρ’ όλα αυτά, επικρατεί αβεβαιότητα σχετικά με το κατά πόσον θα διατηρηθούν τα επόμενα χρόνια σημαντικά πρωτογενή πλεονάσματα ύψους 2% του ΑΕΠ ετησίως και πόσο ανθεκτικό θα αποδειχθεί το πλαίσιο δημοσιονομικής πολιτικής της Ελλάδας υπό συνθήκες ελαφρύτερης ευρωπαϊκής δημοσιονομικής εποπτείας και ουσιαστικότερης πρόσβασης στις αγορές.»

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Οικονομία
«Διατηρώ»: Με καθυστέρηση και ψαλιδισμένο budget το «λίφτινγκ» στα διατηρητέα κτίρια
Ακίνητα |

Με ψαλιδισμένο budget το λίφτινγκ στα διατηρητέα κτίρια – «Καμπανάκι» από φορείς

Συρρικνώθηκε το πρόγραμμα αστικών αναπλάσεων και μαζί το «Διατηρώ» - Για τις αρχές του 2025 έχει μετατεθεί η έναρξη του προγράμματος – Δεύτερη επιστολή διεθνών φορέων στον πρωθυπουργό