Πιο ισχυρές και πιο ασφαλείς και συνεπώς πιο ελκυστικές από τις αμερικανικές τράπεζες προκύπτει από όλες τις μετρήσεις ότι είναι οι ευρωπαϊκές. Αυτό επεσήμαναν αναλυτές που συμμετείχαν στο συνέδριο του Ινστιτούτου Διεθνών Οικονομικών στις Βρυξέλλες αυτή την εβδομάδα, προσθέτοντας ότι ωστόσο απαιτείται ακόμη ρύθμιση και συνεργασία για την τόνωση της ανάπτυξης στην ΕΕ.
Τράπεζες: Τι θα κρίνει την κερδοφορία – Ποιοι είναι στόχοι για το 2023
Όπως ανέφερε χαρακτηριστικά στο CNBC, η Ana Botín, εκτελεστική πρόεδρος του ισπανικού ομίλου Santander, η μεγαλύτερη τράπεζα στις ΗΠΑ έχει αξία όσο οι 9 ή 10 κορυφαίες ευρωπαϊκές τράπεζες λόγω της ασθενέστερης ανάπτυξης και της μικρότερης κερδοφορίας από την οικονομική κρίση του 2008.
Ωστόσο, οι κορυφαίες ευρωπαϊκές τράπεζες έχουν καλύτερα επίπεδα στα συμβόλαια ανταλλαγών πιστωτικής αθέτησης, που αφορούν την ασφάλιση για τους κατόχους ομολόγων μιας εταιρείας απέναντι στη χρεοκοπία, που σημαίνει, κατά την ίδια, ότι οι επενδυτές σταθερού εισοδήματος πιστεύουν πως ο κίνδυνος του χρέους είναι χαμηλότερος από τις πιο ισχυρές αμερικανικές τράπεζες.
Πρόσθεσε, χαρακτηριστικά, ότι η πρόσφατη αναταραχή που οδήγησε στην πώληση της Credit Suisse στη UBS δεν ήταν απόδειξη συστημικής τραπεζικής κρίσης, αλλά μάλλον προβλήματα κακοδιαχείρισης και ρευστότητας σε συγκεκριμένες τράπεζες.
Ακόμη, τόνισε ότι «[στην Ευρώπη] είμαστε σε πολύ ισχυρή θέση όσον αφορά τα κεφάλαια, την εποπτεία ρευστότητας, την προστασία των δεδομένων των πελατών μας. Αλλά χρειαζόμαστε λίγο περισσότερη ικανότητα για να στηρίξουμε την ανάπτυξη, ώστε να είμαστε πιο κερδοφόροι», είπε.
«Αυτό που χρειαζόμαστε είναι μια θεμελιώδης επανεξέταση του τι θέλουμε να είναι οι τράπεζες στη νέα οικονομία σε έναν κόσμο που χρειάζεται ανάπτυξη. Και η εξεύρεση αυτής της ισορροπίας είναι πραγματικά σημαντική μεταξύ του να είμαστε συνετοί -δεν λέμε ότι πρέπει να υποχωρήσουμε από αυτό- αλλά και να είμαστε σε θέση να χρηματοδοτήσουμε την ανάπτυξη», συνέχισε ο Botín.
Στο ίδιο μήκος κύματος, ο Davide Serra, CEO της Algebris Investments, επεσήμανε ότι οι ευρωπαϊκές τράπεζες είναι «ασφαλέστερες, ισχυρότερες, φθηνότερες» από τις αμερικανικές, αναφέροντας τον υψηλότερο δείκτη ρευστότητας των ευρωπαϊκών τραπεζών —περίπου 160%— έναντι 120% στις ΗΠΑ.
«Κατά κάποιον τρόπο», εξήγησε, «οι τράπεζες στις ΗΠΑ βελτιστοποιούν περισσότερο την καταθετική τους βάση. Και τώρα που η Fed διατηρεί υψηλότερα επιτόκια, οι πελάτες θέλουν απλώς να πληρώνονται για τις καταθέσεις τους. Έτσι έχουν επιλογές με τις αγορές χρήματος ή με τη διακίνηση μετρητών».
Την ίδια στιγμή, πρόσθεσε, οι τελευταίες εξελίξεις στον τραπεζικό τομέα στις ΗΠΑ που αποτελεί μια υπενθύμιση για τους πολίτες ότι δεν είναι όλες οι τράπεζες ίδιες θα οδηγήσουν σε περαιτέρω εξυγίανση.
«Σε γενικές γραμμές, νομίζω ότι η ευκαιρία είναι ξεκάθαρη. Για τις ισχυρές τράπεζες στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ -με την Ευρώπη πολύ, πολύ πιο ελκυστική- υπήρξε μηδενική εκροή καταθέσεων, κανένα πρόβλημα», σημείωσε.
Καθυστερεί η τραπεζική ένωση
Παρόλα τα παραπάνω, ο José Manuel Campa, πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών, σημείωσε τις χαμηλές αποτιμήσεις των ευρωπαϊκών τραπεζών. Την ίδια στιγμή, όμως, είπε ότι αυτές βελτιώνονται εν μέσω ευρύτερης αναταραχής του κλάδου και καθώς τα υψηλότερα επιτόκια ενισχύουν τα κέρδη τους.
Κατά τον επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών, οποιαδήποτε περαιτέρω ενοποίηση στην ευρωπαϊκή τραπεζική πρέπει να στοχεύει στη δημιουργία καλύτερων τραπεζών και «να συνεχίσει να ενθαρρύνει μια πιο ολοκληρωμένη ενιαία αγορά στην ΕΕ, ώστε να μπορούμε να έχουμε διασυνοριακή τραπεζική και πιο αποτελεσματικές υπηρεσίες προς τους ευρωπαίους πελάτες».
Αναφερόμενοι στο σχέδιο της ΕΕ να αναπτύξει περαιτέρω την τραπεζική της ένωση που έχει πάει πίσω χρονικά, τόσο η Botín όσο και ο Campa είπαν ότι πρόκειται για δύσκολες διαπραγματεύσεις η προώθηση των οποίων, όμως, είναι σημαντική για το μέλλον του κλάδου.
Επ’ αυτού, η Botín υποστήριξε ότι η ενοποίηση της τραπεζικής αγοράς θα μπορούσε να συμβάλει στην τόνωση της ανάπτυξης της ΕΕ. «Υπάρχει ένα πράγμα που θα μπορούσαμε να κάνουμε στην Ευρώπη για να έχουμε υψηλότερη ανάπτυξη, και αυτό είναι η τιτλοποίηση», είπε η ίδια.
«Η αγορά των τιτλοποιήσεων στην Ευρώπη είναι το 6% του μεγέθους της αμερικανικής αγοράς. Οι τράπεζες δεν είναι πλέον οι καλύτεροι κάτοχοι πιστώσεων», πρόσθεσε.
Latest News
Ντανιέλα Καβάλο: Το πρόσωπο - κλειδί στις διαπραγματεύσεις για τις απολύσεις στη Volkswagen
Κόρη μετανάστη από την Ιταλία, η Ντανιέλα Καβάλο είναι επικεφαλής σωματείων των εργαζομένων στη Volkswagen
Η μεγαλύτερη απώλεια κερδών σε δύο χρόνια για την Target - Μειώνει το guidance
Οι διακριτικές αγορές μπαίνουν σε δεύτερο πλάνο - Τι είδε η Target στα αποτελέσματα του τρίτου τριμήνου και πώς θα κινηθεί μέχρι το τέλος της χρονιάς
Σε καθεστώς πτώχευσης στις ΗΠΑ η Northvolt - Το σχέδιο αναδιάρθρωσης
Η Northvolt δεν κατάφερε να συμφωνήσει με τους επενδυτές σε ένα πακέτο διάσωσης και ζητά υπαγωγή στο Άρθρο 11
Παραιτείται στις 20 Ιανουαρίου ο πρόεδρος της SEC Γκάρι Γκένσλερ
H παραίτηση του έρχεται δυο χρόνια πριν τη λήξη της θητείας του
Το «γεράκι» της ΕΚΤ ξαναχτυπά: «Πρέπει να διατηρήσουμε περιοριστική νομισματική πολιτική»
Η διατήρηση αυστηρής πολιτικής αποτελεί επί του παρόντος μέρος της δήλωσης που δημοσιεύει η ΕΚΤ μετά τις συνεδριάσεις της για τα επιτόκια
Σε χαμηλό επταμήνου οι αιτήσεις για τα επιδόματα ανεργίας στις ΗΠΑ
Οι μη προσαρμοσμένες αιτήσεις μειώθηκαν κατά 17.750 σε 213.035 την περασμένη εβδομάδα
O αμερικανική Deer, ο γίγαντας των αγροτικών μηχανημάτων προβλέπει μικρότερη κερδοφορία
Οι εκτιμήσεις της Deer για αδύναμα ετήσια κέρδη καθώς τα εισοδήματα των Αμερικανών αγροτών υποχωρούν
Πώς επηρεάζουν την πολιτική της ΕΚΤ τα trumponomics - Κινδυνεύει η μείωση επιτοκίων;
Η επιστροφή του Τραμπ στον Λευκό Οίκο έχει πυροδοτήσει στην ευρωζώνη τη συζήτηση στην ΕΚΤ πώς μπορεί να επηρεάσει τα σχέδιά τους για τον πληθωρισμό και την ανάπτυξη
Απόφαση σταθμός στη Βρετανία - Επανεθνικοποιήθηκαν οι σιδηρόδρομοι
Πράσινο φως της Βουλής των Λόρδων στο Ηνωμένο Βασίλειο - Οι Εργατικοί εκπλήρωσαν την προεκλογική τους δέσμευση
Με αργά βήματα η επιστροφή των επενδυτών στα ακίνητα - Τι συμβαίνει στη γερμανική αγορά
Η αγορά γραφείων στη Γερμανία συνεχίζει να βρίσκεται σε μια μεταπανδημική ύφεση εν μέσω αβεβαιότητας για τη μελλοντική ζήτηση χώρων εργασίας