Μπορεί η ελληνική οικονομία να παραμένει σε αναπτυξιακά τροχιά και τα ελληνικά ομόλογα να διαπραγματεύονται ήδη σαν να έχουν επενδυτική διαβάθμιση, οι Έλληνες όμως δεν θα πάνε διακοπές λόγω… αφραγκίας.

Οι μισοί Έλληνες φαίνεται ότι έχουν εγκαταλείψει τα σχέδια για διακοπές, λόγω της ακρίβειας, του κόστους ζωής και των χαμηλών αποδοχών.

Από την άλλη, οι διεθνείς οίκοι στέκονται θετικά απέναντι στην Ελλάδα και «βλέπουν» την έλευση της επενδυτικής βαθμίδας. Είναι γεγονός ότι το κλίμα που δημιουργήθηκε στις αγορές μετά τις εκλογές της 21ης Μαΐου στην Ελλάδα, το οποίο συνοδεύτηκε από διθυραμβικά σχόλια από τον ξένο Τύπο και από ευνοϊκές αναλύσεις από διεθνείς οίκους, φαίνεται ότι διατηρεί το momentum του.

Η πίσω αυλή της ελληνικής οικονομίας – Οι 5 «νάρκες» για το 2024

Το Γερμανικό Δημοσιογραφικό Δίκτυο (RND) αναφέρεται στα ελληνικά ομόλογα, τα οποία «περνούν μία αναγέννηση στις χρηματοπιστωτικές αγορές και αυτό παρά το γεγονός ότι η Ελλάδα έχει τον υψηλότερο δείκτη χρέους από όλα τα κράτη της Ε.Ε. και είναι το μόνο μέλος της Ευρωζώνης που θεωρείται από τους οίκους αξιολόγησης ως “μη ενδεδειγμένο για επένδυση”».

Φέτος, το Χρηματιστήριο Αθηνών, όπως αναφέρει η DW, έχει υπεραποδώσει σε σχέση με τα περισσότερα άλλα χρηματιστήρια και «η αντίληψη για την Ελλάδα στις χρηματοπιστωτικές αγορές αλλάζει δραστικά, κάτι που παρατηρείται ιδιαιτέρως στην αγορά ομολόγων.  Η απόδοση του δεκαετούς ελληνικού ομολόγου είναι 3,62%, δηλαδή χαμηλότερη από εκείνη του συγκρίσιμου ιταλικού τίτλου. Η διαφορά απόδοσης από το γερμανικό είναι η χαμηλότερη από τον Οκτώβριο του 2021, μόλις στις 124 μονάδες βάσης, και δείχνει πόσο καλά αντιμετωπίζει η Ελλάδα τις αυξήσεις των βασικών επιτοκίων από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (Ε.Κ.Τ.), συγκριτικά και με άλλες χώρες της περιφέρειας του ευρώ.

Αυτό οφείλεται σε διάφορους λόγους, όπως για παράδειγμα στο γεγονός ότι περισσότερα από τα δύο τρίτα του εθνικού χρέους κατέχονται από επίσημους πιστωτές, όπως τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας. Τα επιτόκια αυτών των δανείων είναι μονίμως χαμηλά, αλλά και με χρονικό ορίζοντα ως το 2070. Γι’ αυτό και το χρέος της Ελλάδας θεωρείται βιώσιμο».

Οι μισοί Έλληνες δεν πάνε διακοπές

Στις δύσκολες οικονομικές συνθήκες που καλούνται να αντιμετωπίσουν οι Έλληνες, ενόψει και των καλοκαιρινών διακοπών, αναφέρεται η αυστριακή εφημερίδα Wiener Zeitung: «Όπως δημοσιεύει το ελληνικό Ινστιτούτο Έρευνας Λιανεμπορίου Καταναλωτικών Αγαθών (ΙΕΛΚΑ), οι μισοί Έλληνες έχουν εγκαταλείψει τα σχέδια για διακοπές, λόγω των χαμηλών αποδοχών συνδυαστικά με τις υψηλές τιμές στη χώρα τους.

Έξι στους δέκα καταναλωτές δήλωσαν ότι φέτος θα ξοδέψουν συνολικά λιγότερα χρήματα από πέρυσι, ενώ τέσσερις στους δέκα ερωτηθέντες δήλωσαν ότι αναγκαστικά θα ξόδευαν περισσότερα από 50% λιγότερα χρήματα. Σύμφωνα με την έρευνα του ΙΕΛΚΑ, οι αυξήσεις των τιμών στην Ελλάδα έχουν τεράστιο αντίκτυπο στις καταναλωτικές συνήθειες των Ελλήνων. Για δύο στους τρεις καταναλωτές, η τιμή είναι το κύριο κριτήριο για την επιλογή τροφίμων. Σύμφωνα με το Ινστιτούτο, υπάρχει μια σαφής τάση των καταναλωτών να εξοικονομούν χρήματα κατά την αγορά βασικών αγαθών και υπηρεσιών και δευτερευόντως στη διαχείριση των χρημάτων».

Ταυτοχρόνως, όπως παρατηρεί η W.Z., «σύμφωνα με την ηλεκτρονική πύλη “numbeo.com”, το κόστος ζωής στην Αθήνα είναι σχεδόν τόσο υψηλό όσο και στο Βερολίνο. Τα βασικά τρόφιμα, όπως το γάλα, τα αυγά και το νερό, είναι μάλιστα ακριβότερα. Αυτό εξασθενεί την εγχώρια αγοραστική δύναμη.

Μεταξύ των 27 χωρών της Ε.Ε., η Ελλάδα κατατάσσεται στην τρίτη θέση από το τέλος όσον αφορά την αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών, μπροστά μονάχα από τη Βουλγαρία και τη Σλοβακία (κατά το 2022). Τα νοικοκυριά με χαμηλότερο εισόδημα υποφέρουν ιδιαίτερα από τον υψηλό πληθωρισμό, ο οποίος έφτασε το 2022 στο 9,6% κατά μέσο όρο. Η αγοραστική δύναμη μειώθηκε κατά 7,4% μόνο το 2022, επειδή οι μισθοί και τα ημερομίσθια στην Ελλάδα παρέμειναν σε χαμηλά επίπεδα.

Τσουχτερά ναύλα

Εν τω μεταξύ, σύμφωνα με την DW, οι διακοπές στην Ελλάδα κοστίζουν όλο και περισσότερο. Σε δημοφιλείς τουριστικούς προορισμούς όπως η Σαντορίνη, η Πάρος, η Νάξος, η Μήλος και η Μύκονος στις Κυκλάδες, καθώς και στα τουριστικά κέντρα της Κρήτης, της Κέρκυρας, της Κω ή της Ρόδου, μία διανυκτέρευση ανά δωμάτιο κοστίζει περίπου 25% περισσότερο από ό,τι το 2019.

Για μια τετραμελή οικογένεια, οι διακοπές μιας εβδομάδας στη χώρα τους κοστίζουν περίπου 4.000 ευρώ – συμπεριλαμβανομένων των εξόδων μεταφοράς, διαμονής και διατροφής. Για τους μισούς Έλληνες, το εν λόγω κόστος είναι απλώς αδύνατον να καλυφθεί».

Η εκτίναξη του πληθωρισμού αναγκάζει χιλιάδες οικογένειες να λαμβάνουν υπόψη τους για τις διακοπές τους όχι μόνο τα έξοδα διαμονής και διατροφής αλλά και τα έξοδα μετακίνησης.

Είναι δε χαρακτηριστικό το γεγονός ότι για τους νησιωτικούς προορισμούς σε πολλές περιπτώσεις το κόστος της μετακίνησης καταλαμβάνει τα μισά έξοδα για ολιγοήμερες διακοπές.

Καθώς οι καθημερινές αγορές όπως τρόφιμα, φυσικό αέριο και υπηρεσίες κοινής ωφέλειας έχουν γίνει πολύ πιο ακριβές τους τελευταίους μήνες, πολλές οικογένειες αναγκάζονται να επανεξετάσουν τα σχέδια των διακοπών τους, αν όχι να τα καταργήσουν εντελώς.

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Οικονομία