Η γήρανση του πληθυσμού, δεν είναι ένα φαινόμενο το οποίο έχει μόνο δημογραφικές – πληθυσμιακές επιπτώσεις. Έχει επίσης κοινωνικο-οικονομικές, γεωπολιτικές, γεωοικονομικές, κ.λ.π. επιπτώσεις. Ειδικότερα, οι κοινωνικο-οικονομικές επιπτώσεις δεν αφορούν μόνο την χρηματοδότηση των συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης όπως υποστηρίζεται. Κι’ αυτό επειδή το φαινόμενο της γήρανσης του πληθυσμου, μακροπρόθεσμα προκαλεί την μείωση του πληθυσμού.

Πράγματι, σύμφωνα με τις δημογραφικές προβολές των Ηνωμένων Εθνών, ο παγκόσμιος πληθυσμός θα συνεχίσει να αυξάνεται μέχρι το 2090, μέχρι τα 11 δις άτομα και μέχρι το τέλος του αιώνα μας θα αρχίσει για πρώτη φορά να μειώνεται. Ο βασικός λόγος είναι επειδή ο δείκτης ολικής γονιμότητας στην αρχή του 21ου αιώνα ήταν 2,7 παιδιά ανά γυναίκα σε αναπαραγωγική ηλικία, το 2023 μειώθηκε σε 2,3 παιδιά και από το 2050 και μετά θα είναι κάτω από 2,1 παιδιά (θεωρητικό όριο αναπλήρωσης του πληθυσμού προκειμένου να διατηρηθεί ένας πληθυσμός περίπου σταθερός). Η Κίνα, η χώρα με το μεγαλύτερο πληθυσμό παγκοσμίως, είναι ήδη αντιμέτωπη με τη γήρανση του πληθυσμού και σύμφωνα με τα Ηνωμένα Έθνη, η Ινδία θα την ξεπεράσει μέχρι το τέλος του 2023. Επιπλέον, από τις δημογραφικές προβολές προβλέπεται ότι από 1,4 δις πληθυσμό θα μειωθεί σε 900 εκατ. άτομα μέχρι το 2100. Αντίστοιχα, η Ιταλία, έχει από τους χαμηλότερους δείκτες γονιμότητας με μόλις 1,23 παιδιά ανά γυναίκα σε αναπαραγωγική ηλικία και οι δημογράφοι υποστηρίζουν ότι ο πληθυσμός της Ιταλίας, θα μειωθεί από τα 59 εκατ. άτομα σε 48 εκατ. άτομα μέχρι το 2070 εφόσον ο δείκτης γονιμότητας αυξηθεί σε 1,5 παιδιά. Σε διαφορετική περίπτωση η μείωση του πληθυσμού θα είναι ακόμα μεγαλύτερη.

Στη Ρωσία, τον κώδωνα του κινδύνου για το δημογραφικό κρούει η ανώτατη σχολή εμπορικών επιστημών (HSE) της χώρας, η οποία επισημαίνει τις επιπτώσεις της γήρανσης του πληθυσμού στην οικονομική ανάπτυξη, υπολογίζοντας ότι για να διατηρηθεί ο πληθυσμός σταθερός στα επίπεδα του 2023 και να μην επηρεαστεί το εργατικό δυναμικό θα πρέπει να δέχεται ετησίως ένα αριθμό μεταναστών ίσο με 390.000 άτομα. Αυτό σημαίνει ότι μέχρι το 2070, ο προερχόμενος από μεταναστευτικές ροές πληθυσμός θα αντιστοιχεί περίπου στο 10% του πληθυσμού της συγκεκριμένης χώρας. Αντίστοιχα, η Γερμανία αναζητά περίπου 8 εκατ. άτομα (περίπου 10% του πληθυσμού) ως εργατικό δυναμικό μέχρι το 2035, επειδή αναμένεται έλλειψη εργατικού δυναμικού η οποία θα έχει αρνητικές επιπτώσεις στον παραγωγικό τομέα και την αδιάκοπη ανάπτυξη της γερμανικής οικονομίας. Σε αυτό το περιβάλλον του παγκόσμιου φαινομένου της δημογραφικής γήρανσης, σύμφωνα με τις πρόσφατες προβολές της Eurostat (Europop2023), ο πληθυσμός της χώρας μας θα μειωθεί σε 7,8 εκατ. άτομα μέχρι το 2070 και σε 7,3 εκατ. άτομα μέχρι το2100, ακόμα κι΄ εάν ο δείκτης γονιμότητας αυξηθεί από 1,43 παιδιά ανά γυναίκα σε αναπαραγωγική ηλικία το 2023 και σε 1,55 παιδιά μέχρι το 2070. Λαμβάνοντας υπόψη αυτά τα δεδομένα διερευνήσαμε που οφείλεται η μείωση αυτή του πληθυσμού, συγκρίνοντας τις δημογραφικές προβολές της Eurostat που είχε πραγματοποιήσει για τη χώρα μας το 2010, το 2019 και το 2023. Από το Διάγραμμα 1, παρατηρούμε ότι το 2010 ο πληθυσμός της χώρας μας ήταν 11,1 εκατ. άτομα και η Eurostat προέβλεπε ότι το 2025 ο πληθυσμός θα ήταν 11,6 εκατ. άτομα και το 2070 θα ήταν 11,2 εκατ. άτομα, δηλαδή θα παρέμενε σταθερός.

Σε αυτές τις δημογραφικές προβολές θεωρήθηκε ότι ο δείκτης γονιμότητας το 2010 ήταν 1,5 παιδιά ανά γυναίκα σε αναπαραγωγική ηλικία και θα αυξάνονταν σε 1,6 παιδιά μέχρι το 2070. Επιπλέον, όμως θεωρήθηκε ότι μέχρι το 2070 θα υπήρχε θετικό μεταναστευτικό ισοζύγιο ίσο με 31.000 άτομα ετησίως κατά μέσο όρο μέχρι το 2070. Αντίστοιχα στις δημογραφικές προβολές του 2019, όπου ο πληθυσμός εκτιμώταν ότι θα μειωθεί στο επίπεδο των 8,6 εκατ. ατόμων μέχρι το 2070, θεωρήθηκε ότι ο δείκτης γονιμότητας θα αυξάνονταν σε 1,55 παιδιά μέχρι το 2070 και η μέση ετήσια μεταναστευτική ροή θα ήταν θετική αλλά μειωμένη σε 16.000 άτομα. Το ίδιο, για τις προβολές του 2023, όπου οι προβλέψεις είναι πιο δυσοίωνες αφού εκτιμάται ότι ο πληθυσμός θα μειωθεί σε 7,8 εκατ. άτομα μέχρι το 2070, υποθέτοντας ότι ο δείκτης γονιμότητας θα αυξηθεί σε 1,55 παιδιά μέχρι το 2070 (από 1,43 το 2023), ενώ η μέση ετήσια μεταναστευτική ροή θα μειωθεί στα 8.000 άτομα ετησίως (Διάγραμμα 2).

Σύμφωνα με το Διάγραμμα 2 οι βασικές παράμετροι που συμβάλλουν στη μείωση του πληθυσμού στο επίπεδο των 7,8 εκατ. ατόμων (2070) είναι οι υποθέσεις εργασίας που αφορούν την μέση ετήσια καθαρή μεταναστευτική ροή και το επίπεδο της γονιμότητας στα ίδια επίπεδα( 1,43 παιδιά). Στο περιβάλλον αυτό, εξετάζοντας ως υπόθεση εργασίας την περίπτωση να αποτελεί ο μεταναστευτικός πληθυσμός το 10% του πληθυσμού, όπως για παράδειγμα σε άλλες χώρες της Ευρώπης (Γερμανία, Ελβετία, Ρωσία, κ.λ.π.) προκειμένου ο πληθυσμός και το εργατικό δυναμικό στην χώρα μας να διατηρηθεί στο σημερινό επίπεδο, διαπιστώθηκε από τις σχετικές ποσοτικές προσεγγίσεις μας ότι το επίπεδο γονιμότητας στην Ελλάδα απαιτείται να αυξηθεί σε 1,85 παιδιά ανά γυναίκα σε αναπαραγωγική ηλικία. Στη προοπτική αυτή επιβάλλεται καταρχήν να κατανοηθεί σε βάθος στην Ελλάδα από τους φορείς σχεδιασμού και άσκησης των δημόσιων πολιτικών η πολυπαραγοντική διάσταση του δημογραφικού προβλήματος. Η παρατήρηση αυτή σημαίνει ότι ο σχεδιασμός και η υλοποίηση εξειδικευμένων και συγκεκριμένων μέτρων ( αναπτυξιακά, κοινωνικών υποδομών, εισοδηματικά, στεγαστικά, κοινωνικο-ασφαλιστικά-συνταξιοδοτικά, κ.λ.π.) δημογραφικής πολιτικής, απαιτείται, μεταξύ άλλων, να συνοδεύεται από την ανά πενταετία αξιολόγηση στόχου-αποτελέσματος, προκειμένου η ασκούμενη πολιτική, σε επιχειρησιακό επίπεδο, να διατηρεί σε βάθος χρόνου συνεκτικότητα, εσωτερική δυναμική και αποτελεσματικότητα.

Ο Σάββας Γ. Ρομπόλης είναι Ομότιμος Καθηγητής Παντείου Πανεπιστημίου και ο Βασίλειο; Γ. Μπέτσης είναι Δρ. Παντείου Πανεπιστημίου

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Experts