Το Σάββατο 9 Σεπτεμβρίου ξεκίνησε η 87η ΔΕΘ, με την παρουσία των μελών των Επιμελητηρίων της χώρας στη Θεσσαλονίκη, αλλά με τη σκέψη όλων στη Θεσσαλία, υπογραμμίζει ο Βασίλης Κορκίδης, πρόεδρος του Ε.Β.Ε.Π. και Π.Ε.Σ.Α.
«Η απόφαση του Πρωθυπουργού να αναβάλει την επίσκεψή του στην έκθεση κατά μια εβδομάδα, καθώς απόλυτη προτεραιότητα έχει η άνευ προηγουμένου τραγωδία στη Θεσσαλία, προκάλεσε την αλλαγή όλων των προγραμμάτων και τη ματαίωση μιας σειράς από εκδηλώσεις όπου θα είχαν συμμετοχή υπουργοί, επιχειρηματικοί φορείς και εκθέτες. Το πρώτο Σαββατοκύριακο της Δ.Ε.Θ. πέρασε φέτος με λιγότερους επισκέπτες και λιγότερη πολιτική, αντίστοιχης της περιόδου της πανδημίας.
Εάν, βεβαίως, δεν μας είχαν βρει οι πρόσφατες καταστροφές, το πρώτο θέμα συζητήσεων και αναλύσεων στη Δ.Ε.Θ. θα ήταν η επενδυτική βαθμίδα που κατέκτησε η ελληνική οικονομία. H ανάκτηση του αξιόχρεου της οικονομίας είναι ορόσημο για την χώρα μας, ακόμα και μέσα στο βαρύ κλίμα που επικρατεί. Η ανακοίνωση της αναβάθμισής μας είναι τουλάχιστον μια ευχάριστη είδηση που έκλεισε οριστικά μια δυσάρεστη παρένθεση 13 ετών και δοκιμασιών. Ας αξιοποιήσουμε τουλάχιστον την επενδυτική βαθμίδα, για να αντιμετωπίσουμε το οικονομικό σκέλος της καταστροφής και να μετατρέψουμε τον πλημμυρισμένο θεσσαλικό κάμπο από κήπο της Ελλάδας, σε «κήπο της Ευρώπης».
Η Έκθεση, την εβδομάδα που διανύουμε, πρέπει να στηριχθεί. Ίσως, μάλιστα, αξίζει περισσότερο τον κόπο να την επισκεφτούν περισσότεροι επαγγελματίες, αφιερώνοντας όλο τον διαθέσιμο χρόνο τους σε επαγγελματικές συμφωνίες. Αξίζει οι επισκέπτες να επικεντρωθούν στα περίπτερα των επιμελητηρίων, όπου συμμετέχουν πολλές ελληνικές επιχειρήσεις από όλες τις περιοχές της χώρας μας με νέα προϊόντα. Αξίζει να επισκεφτούν τα περίπτερα των ξένων εταιρειών που εκθέτουν την εξωστρέφειά τους και να ενημερωθούμε για τις τεχνολογικές εξελίξεις. Αντί για χειραψίες σε περίπτερα υπουργείων, περιφερειών και άλλων φορέων πολιτικής προβολής, μπορεί ο κόσμος της αγοράς να αξιοποιήσει εποικοδομητικά τον εκθεσιακό χρόνο.
Παρά το βαρύ κλίμα που επικρατεί φέτος, ίσως η αναγκαστική πολιτική απουσία να μας δείχνει τον δρόμο ώστε να ξαναδώσουμε στη Διεθνή Έκθεση, την ουσιαστική της διάσταση. Δηλαδή, αυτή της εμπορικής έκθεσης, που απευθύνεται στην ελληνική αγορά, με τη συμμετοχή επιχειρήσεων από όλο τον κόσμο και λιγότερο ως «πασαρέλα» για τα πολιτικά μας κόμματα. Αναφορικά με τους φορείς του δημοσίου, θεωρώ πως η συμμετοχή τους είναι απαραίτητη, αφού ο κάθε επαγγελματίας μπορεί να εκμεταλλευτεί την συγκέντρωσή τους σε έναν εκθεσιακό χώρο, ώστε να ενημερωθεί δια ζώσης για υπηρεσίες και θέματα που αφορούν στην καθημερινότητα και τις μη διαδικτυακές συναλλαγές μας με το κράτος.
Κατανοώ τις δυσκολίες που παρουσιάστηκαν στο οδικό δίκτυο της εθνικής οδού Αθήνας-Θεσσαλονίκης, όμως συστήνω στον επιχειρηματικό κόσμο της Αττικής και τα στελέχη των μικρομεσαίων επιχειρήσεων να επισκεφτούν την φετινή Έκθεση στη Θεσσαλονίκη, με τους 1.500 εκθέτες, με τις 18 κρατικές συμμετοχές, μεταξύ των οποίων, για πρώτη φορά, από Νότια Κορέα, Ταϊλάνδη και Μολδαβία, καθώς επίσης το πολύ ενδιαφέρον περίπτερο της Βουλγαρίας, ως τιμώμενη χώρα. Τέλος, προτρέπω, τους συναδέλφους μου εμπόρους, από επιλογή και όχι από ανάγκη, να επισκεφτούν τα περίπτερα των Επιμελητηρίων των πληγεισών περιοχών του Έβρου, της Μαγνησίας και της Θεσσαλίας και να στηρίξουν, με αλληλέγγυες συνεργασίες, τις τοπικές επιχειρήσεις.»