Στους κινδύνους με τους οποίους μπορεί να βρεθούν αντιμέτωπες οι τράπεζες, και κατ’ επέκταση το σύνολο του χρηματοπιστωτικού κλάδου στην ευρωζώνη, στην περίπτωση επιβολής έκτακτου φόρου στα κέρδη των ιδρυμάτων, αναφέρεται με γνωμοδότησή της η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.

Όπως τονίζει η ΕΚΤ σε ανακοίνωσή της, στις 11 Αυγούστου 2023 έλαβε αίτημα από το υπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών της Ιταλίας, προκειμένου να γνωμοδοτήσει σχετικά με το νομοθετικό διάταγμα που θεσπίζει επείγοντα μέτρα για την προστασία των καταναλωτών και για τις οικονομικές δραστηριότητες και τις στρατηγικές επενδύσεις, και ο οποίος προβλέπει μεταξύ άλλων την επιβολή εφάπαξ φόρου στον εγχώριο χρηματοπιστωτικό κλάδο.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΝΑΛΥΤΙΚΑ ΤΗ ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ ΤΗΣ ΕΚΤ

Αφού αναλύει το ιταλικό νομοθετικό διάταγμα λεπτομερώς, η ΕΚΤ υπενθυμίζει ότι πρόσφατα εξέδωσε γνώμη αναφορικά με ισπανικό σχέδιο νόμου το οποίο προέβλεπε την επιβολή προσωρινών εισφορών σε φορείς εκμετάλλευσης του ενεργειακού τομέα, πιστωτικά ιδρύματα και χρηματοπιστωτικά ιδρύματα και γνώμη για σχέδιο νόμου της Λιθουανίας για τη θέσπιση προσωρινής εισφοράς αλληλεγγύης που ισχύει για τα πιστωτικά ιδρύματα, συμπεριλαμβανομένων υποκαταστημάτων πιστωτικών ιδρυμάτων άλλων κρατών μελών και ξένων τραπεζών εγκατεστημένων στη Λιθουανία.

Ιταλία: Τι ζητούν οι τράπεζες από την κυβέρνηση

Το μεγάλο κοινωνικό κόστος

Η ΕΚΤ τονίζει ότι κατανοεί ότι η απόφαση της ιταλικής κυβέρνησης οφείλεται στο δυνητικά μεγάλο κοινωνικό κόστος για τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις που συνδέονται με το περιβάλλον των υψηλών επιτοκίων.

«Ο πληθωρισμός της ζώνης του ευρώ έφτασε σε επίπεδα ρεκόρ κατά τη διάρκεια του 2022 και έθεσε σημαντικές προκλήσεις για την άσκηση της νομισματικής πολιτικής. Με γνώμονα τον πρωταρχικό στόχο της διατήρησης της σταθερότητας των τιμών, η ΕΚΤ έχει λάβει αποφασιστικά μέτρα για να διασφαλίσει την έγκαιρη επιστροφή του πληθωρισμού στο στόχο του 2% μεσοπρόθεσμα. Τα βασικά επιτόκια πολιτικής της ΕΚΤ αυξήθηκαν με σκοπό να περιορίσουν τη ζήτηση», τονίζεται χαρακτηριστικά στη γνωμοδότηση.

Επισημαίνεται επίσης ότι «οι καθαρές αγορές περιουσιακών στοιχείων ολοκληρώθηκαν, το χαρτοφυλάκιο του προγράμματος αγοράς περιουσιακών στοιχείων μειώνεται με μετρημένο και προβλέψιμο ρυθμό και η ΕΚΤ είναι έτοιμη να προσαρμόσει όλα τα μέσα στο πλαίσιο της εντολής της για να διασφαλίσει ότι ο πληθωρισμός θα επιστρέψει στον μεσοπρόθεσμο στόχο της ΕΚΤ και  να διατηρηθεί η ομαλή λειτουργία της μετάδοσης της νομισματικής πολιτικής».

Επιπτώσεις

Καθώς τα βασικά επιτόκια της ΕΚΤ διαμορφώνονται σε επαρκώς περιοριστικά επίπεδα για όσο διάστημα κριθεί απαραίτητο, είναι σημαντικό να λαμβάνεται υπόψη ότι οι πράξεις νομισματικής πολιτικής έχουν πάντα κάποιες επιπτώσεις: «Φυσικά, έχουν επιπτώσεις στα εισοδήματα και στην κερδοφορία των πιστωτικών ιδρυμάτων», υπογραμμίζει.

Από την άποψη της νομισματικής πολιτικής, τα πιστωτικά ιδρύματα διαδραματίζουν ιδιαίτερο ρόλο στη διασφάλιση της ομαλής μετάδοσης των μέτρων νομισματικής πολιτικής στην ευρύτερη οικονομία.

Στο πλαίσιο αυτό, υπογραμμίζει η ΕΚΤ, η διατήρηση επαρκούς κεφαλαιακής θέσης βοηθά τα πιστωτικά ιδρύματα να αποφεύγουν απότομες προσαρμογές στον δανεισμό τους στην πραγματική οικονομία.

Τα στοιχεία δείχνουν ότι τα καθαρά έσοδα από τόκους τείνουν συνήθως να επεκτείνονται ανάλογα με τον αντίκτυπο καθώς αυξάνονται τα επιτόκια πολιτικής.

Ωστόσο, καθώς προχωρά ο κύκλος σύσφιγξης, αυτή η θετική επίδραση στο εισόδημα μπορεί να αντισταθμιστεί από χαμηλότερους όγκους δανείων, υψηλότερο κόστος χρηματοδότησης, ζημίες που καταγράφονται στο χαρτοφυλάκιο τίτλων και αύξηση των προβλέψεων ως αποτέλεσμα πιθανής επιδείνωσης της ποιότητας του πιστωτικού χαρτοφυλακίου. Αυτά μπορεί να μειώσουν την ικανότητα αποπληρωμής από πλευράς των οφειλετών κάτι που μεταφράζεται σε χαμηλότερη κερδοφορία για τις τράπεζες.

Ως εκ τούτου, η κερδοφορία των τραπεζών, όταν υπολογίζεται σε ολόκληρο τον κύκλο πολιτικής, μπορεί να είναι λιγότερο θετική ή ακόμη και αρνητική σε εκτεταμένο ορίζοντα.

Αναδρομικά

Αναφερόμενη στην ιταλική περίπτωση η ΕΚΤ αναφέρει ότι καθώς ο προσδιορισμός των αποδεκτών του έκτακτου φόρου βασίζεται επίσης στα καθαρά έσοδα από τόκους το 2023, αυτά τα πιστωτικά ιδρύματα ενδέχεται να καταγράφουν χαμηλότερα κέρδη ή ζημίες τη στιγμή που ο φόρος θα εισπραχθεί πραγματικά.

«Γενικότερα, πρέπει να δοθεί προσοχή ώστε να διασφαλιστεί ότι ο έκτακτος φόρος δεν επηρεάζει την ικανότητα των μεμονωμένων πιστωτικών ιδρυμάτων να δημιουργήσουν ισχυρά κεφάλαια και επαρκή πρόβλεψη για αυξημένες απομειώσεις και επιδείνωση της πιστωτικής ποιότητας», υπογραμμίζει η γνωμοδότηση.

Ο περιορισμός της ικανότητας των πιστωτικών ιδρυμάτων να διατηρούν επαρκείς κεφαλαιακές θέσεις ή να δημιουργούν με σύνεση προβλέψεις στο πλαίσιο μιας πιθανής ύφεσης της πιστωτικής ποιότητας θα μπορούσε να θέσει σε κίνδυνο την ομαλή μετάδοση των μέτρων νομισματικής πολιτικής στην ευρύτερη οικονομία από τις τράπεζες.

Πλαίσιο χρηματοπιστωτικής σταθερότητας

Η ΕΚΤ έχει και στο παρελθόν γνωμοδοτήσει σχετικά με σχέδια νόμου που θεσπίζουν φόρους στα πιστωτικά ιδρύματα σε πολλά κράτη μέλη.

Από την άποψη αυτή, υπογραμμίζει γενικά ότι η επιβολή έκτακτου φόρου στον τραπεζικό τομέα θα μπορούσε να δυσχεράνει τη δημιουργία πρόσθετων κεφαλαιακών αποθεμάτων ασφαλείας από τις τράπεζες, καθώς τα αδιανέμητα κέρδη τους θα μειωθούν, καθιστώντας τους λιγότερο ανθεκτικούς σε οικονομικούς κραδασμούς.

Στην πραγματικότητα, τέτοιοι έκτακτοι φόροι θα μπορούσαν να έχουν αρνητικές οικονομικές επιπτώσεις περιορίζοντας την ικανότητα των πιστωτικών ιδρυμάτων να παρέχουν πιστώσεις, συμβάλλοντας έτσι σε λιγότερο ευνοϊκούς όρους για τους πελάτες όταν παρέχουν δάνεια και άλλες υπηρεσίες.

«Είναι σημαντικό τα πιστωτικά ιδρύματα να διαθέτουν μια υγιή κεφαλαιακή βάση προκειμένου να μπορούν να εκπληρώσουν τον ρόλο τους ως μεσίτες πιστώσεων στην οικονομία» τονίζει η ΕΚΤ.

Υποστηρίζει μάλιστα, ότι το υψηλότερο κόστος και η μειωμένη προσφορά πιστώσεων ή το υψηλότερο κόστος άλλων τραπεζικών υπηρεσιών μπορεί να επηρεάσει αρνητικά την πραγματική οικονομική ανάπτυξη.

Καθαρά έσοδα από τόκους

Η ΕΚΤ αναφέρει επίσης ότι καθώς αυξάνονται τα επιτόκια μπορεί αρχικά να προκύψουν υψηλότερα καθαρά έσοδα από τόκους. Αλλά η αύξηση των επιτοκίων μπορεί επίσης να συμβάλει σε υψηλότερο κόστος χρηματοδότησης και σε ενδεχόμενες απώλειες. Επιπλέον, σε μακροπρόθεσμη προοπτική, τα υψηλότερα επιτόκια ενδέχεται να επηρεάσουν αρνητικά την οικονομική κατάσταση των δανειοληπτών, αυξάνοντας έτσι τον πιστωτικό κίνδυνο.

Οι επιπτώσεις αυτές δεν λαμβάνονται υπόψη από τον σχεδιασμό του έκτακτου φόρου, καθώς αυτός υπολογίζεται στο καθαρό επιτοκιακό περιθώριο και όχι στα καθαρά κέρδη. Αυτοί οι διαφορετικοί παράγοντες θα πρέπει να αξιολογηθούν δεόντως προκειμένου να διασφαλιστεί ότι τα πιστωτικά ιδρύματα παραμένουν σε καλή θέση για να απορροφούν πιθανές μελλοντικές ζημίες.

Νέα μετοχικά κεφάλαια

Ο έκτακτος φόρος μπορεί επίσης να καταστήσει την προσέλκυση νέων μετοχικών κεφαλαίων και χονδρικής χρηματοδότησης πιο δαπανηρή για τις τράπεζες, καθώς οι εγχώριοι και ξένοι επενδυτές μπορεί να έχουν λιγότερη όρεξη να επενδύσουν σε ιταλικά πιστωτικά ιδρύματα που έχουν μια πιο αβέβαιη προοπτική.

Επιπλέον, η καθιέρωση ad hoc αναδρομικού φόρου αυξάνει αδικαιολόγητα την αβεβαιότητα πολιτικής σχετικά με το φορολογικό πλαίσιο, βλάπτοντας την εμπιστοσύνη των επενδυτών και ενδεχομένως επηρεάζοντας το κόστος χρηματοδότησης για μη χρηματοπιστωτικές εταιρείες.

Κατακερματισμός

Ο έκτακτος φόρος μπορεί να οδηγήσει σε κατακερματισμό του ευρωπαϊκού χρηματοπιστωτικού συστήματος λόγω της ετερογενούς φύσης τέτοιων φόρων για τον τραπεζικό τομέα. Ο κίνδυνος διπλής φορολογίας για πιστωτικά ιδρύματα που λειτουργούν επίσης μέσω υποκαταστημάτων σε άλλες δικαιοδοσίες, όπου επιβάλλεται έκτακτος φόρος, μπορεί να είναι μια περαιτέρω πηγή τέτοιου κατακερματισμού.

Κόντρα με τις τράπεζες

Η απόφαση της ιταλίδας πρωθυπουργού Τζόρτια Μελόνι για την επιβολή έκτακτου φόρου στις τράπεζες έχει προκαλέσει έντονες αντιδράσεις.

Το ιταλικό τραπεζικό λόμπι (ABI) προέτρεψε την πρωθυπουργό να κάνει αλλαγές, λέγοντας ότι η νομική βάση του νόμου είναι ασαφής.

Ο φόρος επί των τραπεζικών κερδών «εγείρει αμφιβολίες για τη συμβατότητά του με τις συνταγματικές αρχές», δήλωσε το λόμπι την Τρίτη, όπως αναφέρεται σε δημοσίευμα του Bloomberg.

Στο μεταξύ, σύμφωνα με το Reuters οι ιταλικές τράπεζες ζήτησαν να εξαιρεθεί από τον φόρο ο αντίκτυπος των κρατικών ομολόγων που κατέχουν.

Το τραπεζικό λόμπι προειδοποίησε ότι ο φόρος κινδυνεύει να παραβιάσει τις αρχές που θέτει ο συνταγματικός νόμος της Ιταλίας. Πρόσθεσε ότι ο τομέας αντιμετωπίζει προκλήσεις όπως η αύξηση του κόστους χρηματοδότησης και η πιθανή αύξηση των απλήρωτων δανείων λόγω των υψηλότερων επιτοκίων.

Κόντρα Μελόνι-τραπεζών

Η τελευταία αυτή εξέλιξη έρχεται να τροφοδοτήσει την κόντρα των τραπεζών με την ιταλίδα πρωθυπουργό, λίγες εβδομάδες αφότου το Bloomberg μετέδωσε ότι η ιταλική κυβέρνηση επιδιώκει να οριστικοποιήσει ένα νέο πλαίσιο που θα επιτρέπει σε ιδιώτες και σε μικρές επιχειρήσεις να αποπληρώσουν χρέη που «κοκκίνισαν»  τα προηγούμενα χρόνια με σημαντικό «κούρεμα».

Κατά το Bloomberg, ο νέος νόμος θα μπορούσε να προκαλέσει νέα αναστάτωση στον τραπεζικό κλάδο της χώρας και σε διεθνείς επενδυτές, την ώρα που χώρα δέχεται ακόμα τους κλυδωνισμούς που προκάλεσε η ανακοίνωση για τον αιφνιδιαστικό φόρο επί των τραπεζών. Οι ανησυχίες των επενδυτών επικεντρώνονται στην πιθανότητα τα μέτρα να εξαλείψουν τις αποδόσεις τους και να θέσουν σε κίνδυνο την αγορά της Ιταλίας για μη εξυπηρετούμενα δάνεια.

Σύμφωνα με το σχέδιο νόμου, όπως συνέβη με τον έκτακτο τραπεζικό φόρο που εγκρίθηκε νωρίτερα αυτό το μήνα, οι βουλευτές της Μελόνι επιδιώκουν να περιορίσουν τα υπερβολικά κέρδη που αποκομίζουν οι χρηματοοικονομικοί παράγοντες. Το κείμενο αναφέρει ότι επενδυτές σε μη εξυπηρετούμενα δάνεια, συχνά διεθνή funds, αγόρασαν αυτά τα χρέη υπό δραματικές συνθήκες και «κερδοσκοπούν πάνω στις αδυναμίες» των τραπεζών και των δανειοληπτών, εξασφαλίζοντας υπέρογκα κέρδη «σαν καρχαρίες», τα οποία είναι «ειλικρινά απαράδεκτα».

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Διεθνή