Το προφίλ της «Ελληνικές Αλυκές ΑΕ» και τη δυναμική της ανέπτυξε ο διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας, Αντώνης Δουμάνογλου, μιλώντας στο OT Forum που πραγματοποιείται στο πλαίσιο της 87ης ΔΕΘ.
Ο κ. Δουμάνογλου επεσήμανε ότι η εταιρεία, που ιδρύθηκε το 1988 όταν πέρασε στο δημόσιο ο έλεγχος της «Αλυκές Μεσολογγίου», τελεί υπό τη διαχείριση του Υπεραταμείου σε ποσοστό 80% (το 25% εξαγοράστηκε πρόσφατα από την Καλαμαράκης ΑΕ – Κάλας), ενώ το υπόλοιπο 20% ανήκει στους δήμους στους οποίους λειτουργούν οι 7 αλυκές της εταιρείας, όσες δηλαδή υπάρχουν στη χώρα.
Μιλώντας για την ανταγωνιστικότητα του ελληνικού αλατιού, ο διευθύνων σύμβουλος της «Ελληνικές Αλυκές» τόνισε ότι η ποιότητα και η ποσότητα είναι κυρίαρχες παράμετροι, σε συνδυασμό με το χαμηλό κοστολόγιο. Στόχος είναι, όπως είπε, να αυξηθεί η αξία της εταιρείας με μια ξεκάθαρη πορεία στρατηγικής ανάπτυξης, η οποία είναι πιο εφικτή μειώνοντας τους μετόχους και με το 80% στο χαρτοφυλάκιο του Υπερταμείου. «Καλύπτουμε το 50% της αγοράς. Στόχος είναι να αυξήσουμε την παραγωγή και την ποιότητα, μεταξύ άλλων επενδύοντας στις υπάρχουσες αλυκές και αξιοποιώντας εκτάσεις όμορες προς τους δήμους οι οποίοι τώρα έχουν μερίδιο στην εταιρεία», εξήγησε ο κ. Δουμάνογλου.
Αξιοσημείωτο όσον αφορά τη χρήση του αλατιού ως πρώτης ύλης είναι το γεγονός ότι το 60% της κατανάλωσης προέρχεται από τη βιομηχανία (τρόφιμα, υφαντουργία, βυρσοδεψία, καθαριστικά, σαπονοποιία κ.ά.), το 30% για εκχιονισμό δρόμων και μόλις το 10% από τη λιανική.
Αναφορικά με τις οικονομικές επιδόσεις της εταιρείας, ανέφερε ενδεικτικά πως το 2022 ο τζίρος διαμορφώθηκε σε 9 εκατ. ευρώ, με καθαρά προ φόρων κέρδη 1,7 εκατ. ευρώ. Διευκρίνισε πως η εταιρεία ιστορικά δεν χρηματοδοτείται από τον κρατικό προϋπολογισμό και πως όλα τα έξοδα και οι επενδύσεις πληρώνονται από ιδίους πόρους, χωρίς να έχει οφειλές σε δημόσιο, εφορία, εισφορές κ.λπ. και μοιράζοντας μερίσματα.