Ήταν 6 Οκτωβρίου του 1973 όταν ένας συνασπισμός αραβικών κρατών με επικεφαλής την Αίγυπτο και τη Συρία επιτέθηκαν αιφνιδιαστικά στο Ισραήλ με στόχο να ανακτήσουν τα εδάφη που το Τελ Αβίβ είχε κατακτήσει το 1967, στον πόλεμο των 6 ημερών. Τότε, σε μια αστραπιαία επιχείρηση το Ισραήλ είχε καταλάβει μεγάλα τμήματα της Παλαιστίνης, συμπεριλαμβανομένης της Δυτικής Όχθης, της Ανατολικής Ιερουσαλήμ και της Λωρίδας της Γάζας.
Ρουμπινί: Το κακό και το χειρότερο σενάριο για τη Μέση Ανατολή
Στις 19 ημέρες του πολέμου η Αίγυπτος κατάφερε να ανακτήσει τον έλεγχο του Σινά, αν και τα Υψίπεδα του Γκολάν της Συρίας παρέμειναν υπό την κατοχή του Ισραήλ.
Πενήντα χρόνια μετά, η αιφνιδιαστική επίθεση της ισλαμιστικής Χαμάς στα εδάφη του Ισραήλ γύρω από τον περίκλειστο θύλακα της Λωρίδας της Γάζας ξύπνησε σε πολλούς μνήμες από τον πόλεμο του Γιομ Κιπούρ, αν και η σαρωτική αντεπίθεση του Τελ Αβίβ που εξελίσσεται σε μια δραματική, ολοκληρωτική πολιορκία του παλαιστινιακού θύλακα δεν αφήνει περιθώρια παρερμηνείας ως προς το ποιος έχει το «πάνω χέρι» στην εν λόγω σύγκρουση.
Σε κάθε περίπτωση τόσο η σύρραξη καθεαυτήν όσο και οι φόβοι για εμπλοκή και άλλων κρατών, ακόμα και του Ιράν, με μετατροπή του πολέμου Ισραήλ – Χαμάς σε γενικευμένη περιφερειακή σύγκρουση, καθιστούν υπαρκτό το ενδεχόμενο αλυσιδωτών εξελίξεων αντίστοιχων με αυτών που σημάδεψαν, σε οικονομικό επίπεδο, ολόκληρη τη δεκαετία του 1970.
Σημειώνεται ότι σήμερα ο καθηγητής οικονομικών και διεθνών επιχειρήσεων στη Σχολή Επιχειρήσεων Stern του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης, Νουριέλ Ρουμπινί, σημείωσε ότι είναι υπαρκτό το ενδεχόμενο μιας εφιαλτικής κλιμάκωσης της σύρραξης με εμπλοκή και του Ιράν, αν και ξεκαθάρισε ότι κάτι τέτοιο δεν αποτελεί το βασικό σενάριο που εξετάζουν οι αγορές. «Αν συμβεί αυτό, φυσικά θα διαταραχθεί η παροχή πετρελαίου από τον Κόλπο και θα έχουμε εκτίναξη των τιμών του πετρελαίου. Οι οικονομικές επιπτώσεις θα είναι τεράστιες», ανέφερε μεταξύ άλλων.
Πιο τρομαχτικός, βεβαίως, θα είναι ο φόρος αίματος. Εξάλλου ήδη οι νεκροί στο Ισραήλ από την επίθεση της Χαμάς και στον αποκλεισμένο, υπό πολιορκία θύλακα της Γάζας από το κλιμακούμενο σφυροκόπημα του Ισραήλ, ανέρχονται σε χιλιάδες.
Τα γεγονότα του ’73
Στις 17 Οκτωβρίου του 1973, έντεκα ημέρες μετά την έναρξη του πολέμου, ο ΟΠΕΚ με επικεφαλής τις αραβικές χώρες επέβαλε εμπάργκο πετρελαίου στις ΗΠΑ αφού κατηγόρησε την Ουάσιγκτον ότι προμήθευε όπλα στο Ισραήλ. Όπως σημειώνει το Al Jazeera, στόχος ήταν να χρησιμοποιηθεί το εμπάργκο πετρελαίου για να ασκηθεί πίεση στις ΗΠΑ να επιλύσουν το παλαιστινιακό ζήτημα. Οι χώρες του ΟΠΕΚ μάλιστα είχαν δεσμευτεί τότε να διατηρήσουν το εμπάργκο μέχρι το Ισραήλ να αποσυρθεί από όλα τα εδάφη που είχε καταλάβει το Ισραήλ το 1967 και να αποκατασταθούν τα δικαιώματα των Παλαιστινίων (τελικά το εμπάργκο ήρθη το 1974 μετά από ειρηνευτικές συνομιλίες).
Αμέσως οι τιμές του πετρελαίου εκτοξεύτηκαν σε όλο τον κόσμο, αναγκάζοντας τις ΗΠΑ να επανεξετάσουν την υποστήριξή τους στον πόλεμο. Η τιμή του μαύρου χρυσού τετραπλασιάστηκε και, σε συνδυασμό με άλλους παράγοντες, το πετρελαϊκό σοκ του 1973 οδήγησε σε σχεδόν μια δεκαετία παρατεταμένης αναιμικής ανάπτυξης με σταθερά υψηλό πληθωρισμό – κατά μέσο όρο 11,3% παγκοσμίως, τρεις φορές πάνω από τον μέσο όρο της δεκαετίας του 1960. Και σήμερα, οι εξελίξεις στη Μέση Ανατολή σε συνδυασμό με το υπάρχον πληθωριστικό υπόστρωμα, φουντώνουν τους φόβους ότι, πενήντα χρόνια μετά, μπορεί να βρισκόμαστε μπροστά σε μια νέα «δεκαετία του ’70».
Οι φόβοι του αναλυτή της Deutsche Bank
Τους φόβους αυτούς ενστερνίζεται ο στρατηγικός αναλυτής της Deutsche Bank Χένρι Άλεν, ο οποίος τη Δευτέρα έγραψε ότι «καθώς κοιτάμε πίσω στη δεκαετία του 1970 σήμερα, υπάρχει ένας εντυπωσιακός αριθμός παραλληλισμών με τη δική μας εποχή». Ο κύριος φόβος του Άλεν είναι ότι θα μπορούσαμε να δούμε μια επανάληψη αυτού του τύπου επίμονου πληθωρισμού κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 2020. Επεσήμανε μια σειρά από λόγους για τους οποίους ανησυχεί τόσο πολύ, με κυριότερο το ενδεχόμενο ενός νέου σοκ στην τιμή του πετρελαίου.
«Ο πιο προφανής παραλληλισμός μεταξύ της δεκαετίας του 2020 και της δεκαετίας του 1970 ήταν η άνοδος των τιμών της ενέργειας, ιδιαίτερα του πετρελαίου», έγραψε ο Άλεν.
Τη δεκαετία του 1970 η πρώτη πετρελαϊκή κρίση σημειώθηκε, όπως προαναφέρθηκε, κατά τον πόλεμο του Γιομ Κιπούρ. Η κίνηση οδήγησε την τιμή του βαρελιού πετρελαίου σε άλμα 300% από 2,90 δολάρια σε 11,65 δολάρια σε μόλις τέσσερις μήνες.
Ομοίως, υπενθυμίζει ο Άλεν, ο πόλεμος Ρωσίας-Ουκρανίας και οι επακόλουθες κυρώσεις κατά της Δύσης για την υποστήριξή της στην Ουκρανία αύξησαν τις τιμές του πετρελαίου από περίπου 80 δολάρια το βαρέλι στις αρχές του 2022 σε πάνω από 139 δολάρια το βαρέλι σε μόλις τρεις μήνες. Στη συνέχεια, οι τιμές υποχώρησαν αργά σε χαμηλό περίπου 74 δολαρίων φέτος τον Ιούνιο, αλλά οι ανισορροπίες προσφοράς-ζήτησης οδήγησαν έκτοτε σε σταθερή άνοδο. Και ο πόλεμος Ισραήλ-Χαμάς απειλεί να επαναφέρει μια άλλη κακή ανάμνηση από τη δεκαετία του 1970—ένα δεύτερο πετρελαϊκό σοκ.
Το 1979, η ιρανική επανάσταση ακρωτηρίασε την παραγωγή πετρελαίου του Ιράν, μειώνοντας την παγκόσμια παραγωγή αργού κατά περίπου 7%. Στη συνέχεια ξεκίνησε ο πόλεμος Ιράν-Ιράκ το 1980, που οδήγησε σε περαιτέρω περικοπές στην παραγωγή πετρελαίου. Ως αποτέλεσμα, οι τιμές του αργού αυξήθηκαν από κάτω από 10 δολάρια το βαρέλι στις αρχές του 1979 σε 34 δολάρια ανά βαρέλι μέχρι τον Φεβρουάριο του 1981.
«Αυτές οι διαταραχές της προσφοράς προκάλεσαν σοβαρές δυσκολίες στην οικονομία, τόσο τη δεκαετία του 1970 όσο και σήμερα, καθώς αυξάνουν τον πληθωρισμό και μειώνουν την ανάπτυξη ταυτόχρονα», εξήγησε ο Άλεν, σημειώνοντας ότι η αύξηση των τιμών του πετρελαίου έχει φέρει τις κεντρικές τράπεζες σε δύσκολη θέση καθώς συνεχίζουν την καταπολέμηση του πληθωρισμού εν μέσω εξασθενημένης παγκόσμιας οικονομικής ανάπτυξης.
Και άλλες ομοιότητες
Παραμερίζοντας το ενδεχόμενο για ένα άλλο σοκ στην τιμή του πετρελαίου, ο Άλεν της Deutsche Bank σημείωσε ότι ο πληθωρισμός εξακολουθεί να παραμένει πολύ πάνω από τους στόχους των κεντρικών τραπεζών σε πολλές χώρες παγκοσμίως, όπως ακριβώς συνέβη στη δεκαετία του 1970. Και σε μια άλλη επανάληψη της ιστορίας, οι οικονομολόγοι είναι, πιθανώς, υπερβολικά αισιόδοξοι για την πορεία του πληθωρισμού.
«Οι προβλέψεις ήταν επανειλημμένα υπερβολικά αισιόδοξες τη δεκαετία του 1970, καθώς η επιμονή του πληθωρισμού υποτιμήθηκε», έγραψε ο Άλεν, εξηγώντας ότι υπήρξε ένα «παρόμοιο φαινόμενο» στη δεκαετία του 2020. «Τώρα δεν είναι καιρός για εφησυχασμό. Η δεκαετία του 1970 έδειξε πώς οι απροσδόκητοι κραδασμοί θα μπορούσαν να οδηγήσουν γρήγορα τον πληθωρισμό υψηλότερα για άλλη μια φορά».
Κατά τον Άλεν, οι εργατικές διεκδικήσεις για κάλυψη των απωλειών στην αγοραστική δύναμη με μισθολογικές αυξήσεις θυμίζουν επίσης τη δεκαετία του 1970, καθώς τότε οι μισθοί των εργαζομένων στις ΗΠΑ αυξάνονταν κατά 7%, 8% ή έως και 9% ετησίως για να αντισταθμίσουν την αύξηση των τιμών.
Και υπάρχει ένας ακόμα παράγοντας που θυμίζει τη δεκαετία του 1970: Τα χρόνια της ντίσκο είχε καταγραφεί μια έντονη έξαρση του φαινομένου Ελ Νίνιο, που είχε ασκήσει ανοδική πίεση στις τιμές των τροφίμων. Πενήντα χρόνια μετά, ο συνδυασμός Ελ Νίνιο και κλιματικής κρίσης εκτοξεύει τις πιέσεις.
Ο μεγάλος κίνδυνος
Όπως σημειώνει το Fortune, η επανάληψη της πετρελαϊκής κρίσης του 1973 δεν βρίσκεται αυτή τη στιγμή στην ημερήσια διάταξη. Όμως κάτι τέτοιο δεν αποκλείεται να συμβεί αν κλιμακωθεί η σύγκρουση Ισραήλ – Χαμάς. Κατά τον Ντάνιελ Γιέρινγκ, αναλυτή της S&P Global και βραβευμένο με Πούλιτζερ συγγραφέα πολλών βιβλίων για τις ενεργειακές αγορές, το μεγάλο ερώτημα είναι αν θα εμπλακεί το Ιράν στον Πόλεμο.
Ο γκουρού του πετρελαίου φοβάται ότι εάν το Ιράν εμπλακεί στη σύγκρουση στο Ισραήλ, οι ΗΠΑ ενδέχεται να ενισχύσουν τις κυρώσεις κατά της Τεχεράνης. Το Ιράν παράγει μόνο το 4% περίπου της παγκόσμιας προσφοράς πετρελαίου, όμως η συμβολή του είναι πολύτιμη γιατί η χώρα αυξάνει τις εξαγωγές αργού της σε μια εποχή που ο ΟΠΕΚ+ μειώνει την παραγωγή του. Το Ιράν παρήγαγε 3,15 εκατομμύρια βαρέλια πετρελαίου την ημέρα τον Αύγουστο, τα περισσότερα από το 2018, σύμφωνα με το Reuters .
«Μια κλιμάκωση των εντάσεων μεταξύ του Ιράν και του Ισραήλ, επομένως και των ΗΠΑ, θα μπορούσε να έχει σοβαρές συνέπειες για την παγκόσμια παραγωγή πετρελαίου», σημείωσε την Τρίτη και η Ipek Ozkardeskyay, ανώτερη αναλύτρια στην ηλεκτρονική τράπεζα Swissquote.
Και ενώ η προσφορά αργού από το Ιράν θα μπορούσε να επηρεαστεί εάν κλιμακωθούν οι εντάσεις στη Μέση Ανατολή, η πραγματική απειλή για τις παγκόσμιες αγορές ενέργειας – σύμφωνα με το Fortune – ενδέχεται να αποδειχθούν οι πιθανές επιθέσεις σε αμερικανικά ή άλλα δυτικά πετρελαιοφόρα.
Οι διαφορές
Πάντως εκτός από τις ομοιότητες, παρατηρούνται και σημαντικές διαφορές σε σχέση με τη δεκαετία του 1970. Σύμφωνα με τον αναλυτή της Deutsche Bank, πριν 50 χρόνια οι κεντρικές τράπεζες σε όλο τον κόσμο καθυστέρησαν να προχωρήσουν σε αποφασιστική αύξηση των επιτοκίων για να καμφθεί ο πληθωρισμός. Αυτή τη φορά, ο κύκλος σύσφιξης έχει ξεκινήσει εδώ και πολλούς μήνες.
Έπειτα, κατά τον Χένρι Άλεν μετά από χρόνια διαταραχής οι αλυσίδες εφοδιασμού έχουν «θεραπευθεί σε γενικές γραμμές». Και οι οικονομίες βασίζονται πολύ λιγότερο στο πετρέλαιο από ό,τι την δεκαετία του 1970.
«Ένα ενεργειακό σοκ στη δεκαετία του 1970 ήταν ικανό να προκαλέσει πολύ μεγαλύτερη οικονομική ζημιά από ό,τι σήμερα, επειδή οι οικονομίες μας βασίζονταν πολύ περισσότερο στην ενέργεια», σημείωσε ο Άλεν.
Αλλά τα σύννεφα παραμένουν: «Σε τελική ανάλυση, ο πληθωρισμός εξακολουθεί να είναι πάνω από τον στόχο σε κάθε χώρα της G7, ακόμα κι αν έχει μειωθεί από την κορύφωσή του», υπενθυμίζει, ενώ τονίζει ότι η δεκαετία του 1970 μας έδειξαν πώς οι νέοι κραδασμοί μπορούν να πυροδοτήσουν απότομες εξάρσεις του φαινομένου. Ταυτόχρονα, η ανάπτυξη παραμένει υποτονική σε αρκετές χώρες σε σχέση με τα τελευταία χρόνια. «Και οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής αντιμετωπίζουν περισσότερους περιορισμούς στη διαδικασία τόνωσης της οικονομίας».
Latest News
Παίρνουν φωτιά τα γεωτρύπανα - Οι αποφάσεις για Κρήτη και Ιόνιο και το παγκόσμιο ρεκόρ
Επανέρχονται στο προσκήνιο οι υδρογονάνθρακες - Τι δείχνει ο «Clarksons Offshore Index» - «Drill baby drill» και στην Ελλάδα;
Νέο ράλι στο φυσικό αέριο - Πόσο αντέχουν τα αποθέματα [γράφημα]
Το φυσικό αέριο εξακολουθεί να είναι εξαιρετικά ευάλωτο σε κάθε γεγονός που διαταράσσει ή απειλεί να διαταράξει τον εφοδιασμό
Σκέρτσος για ρεύμα: Δεν θα περάσουν οι ακραίες αυξήσεις στον καταναλωτή - Θα υπάρξει βοήθεια
Έφ΄ όλης της ύλης συνέντευξη παραχώρησε στο MEGA ο Άκης Σκέρτσος
Μικρό «καλάθι» από τις πετρελαϊκές για τις υποσχέσεις Τραμπ
Ο εκλεγμένος πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ υπόσχεται μεγαλύτερη παραγωγή και εξαγωγές, αλλά ο κλάδος δεν χειροκροτεί τις εμμονές του
Καλπάζουν οι τιμές του φυσικού αερίου - H Gazprom κλείνει τις στρόφιγγες στην Αυστρία
Ακολουθεί η Μολδαβία - Η Ευρώπη έχει περιορίσει την εξάρτησή της από το ρωσικό αέριο αλλά παραμένει ευάλωτη
Η αιολική ενέργεια ρίχνει τις τιμές στην Ευρώπη με φόντο την πτώση της θερμοκρασίας
Οι ισχυροί άνεμοι που αναμένονται θα δώσουν προβάδισμα στην αιολική ενέργεια με θετική συνέπεια τη μείωση τιμών
Πάιατ: Υποστηρίζουμε την ενεργειακή περιφερειακή συνεργασία στην Ανατολική Μεσόγειο
Από την COP29 στο Μπακού ο Τζέφρι Πάιατ μίλησε για τον Great Sea Interconnector αλλά και τον Κάθετο Διάδρομο φυσικού αερίου
«Καμπανάκι» από τη Γερμανία για τα αποθέματα φυσικού αερίου
Οι καιρικές συνθήκες θα μπορούσαν να αυξήσουν τον κίνδυνο εξάντλησης των αποθεμάτων σε φυσικό αέριο μέχρι τα μέσα Φεβρουαρίου
Μάργαρης (ΑΔΜΗΕ): Προχωρά ο σχεδιασμός για το καλώδιο Ελλάδας – Γερμανίας
Πρέπει να αλλάξουμε τον τρόπο με τον οποίο σχεδιάζουμε και υλοποιούμε τα δίκτυα, τονίζει ο αντιπρόεδρος του ΑΔΜΗΕ, Ιωάννης Μάργαρης
Νέα «όπλα» της ΔΕΗ για την πράσινη μετάβαση – Οι μονάδες «Peakers» και τα «Pumped Hydro»
Η ΔΕΗ, όπως ανακοίνωσε ο CEO Γ. Στάσσης, στην τριετία 2025 -2027 θα εκτελέσει έργα ευέλικτης ηλεκτροπαραγωγής ισχύος 1,8 GW