Ο κόσμος πέρασε την τελευταία δεκαετία και πλέον εκμεταλλευόμενος τα χαμηλά επιτόκια αυξάνοντας το χρέος του. Ως εκ τούτου, ένας άνευ προηγουμένου λογαριασμός έρχεται να πληρωθεί, σύμφωνα με δημοσίευμα της WSJ.

Οι κυβερνήσεις αναμένεται να δαπανήσουν καθαρά 2 τρισεκατομμύρια δολάρια για την πληρωμή τόκων του χρέους τους φέτος, καθώς τα υψηλότερα επιτόκια καθιστούν ακριβότερο τον δανεισμό, πάνω από 10% σε σχέση με το 2022, σύμφωνα με ανάλυση των στοιχείων του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου από την εταιρεία συμβούλων ερευνών Teal Insights και μια ξεχωριστή ανάλυση της Fitch Ratings. Μέχρι το 2027, θα μπορούσε να ξεπεράσει τα 3 τρισεκατομμύρια δολάρια, σύμφωνα με την Teal Insights.

Δύσκολες αποφάσεις

Η εκτίναξη του κόστους των τόκων φέρνει τις κυβερνήσεις αντιμέτωπες με δύσκολες αποφάσεις. Καθώς η εξυπηρέτηση του χρέους απαιτεί περισσότερα έσοδα, οι πολιτικοί έρχονται αντιμέτωποι με αντιδημοφιλείς αποφάσεις για αύξηση των φόρων, περικοπή των δαπανών ή τη διατήρηση των ελλειμμάτων που θα αυξήσουν το κόστος για τόκους. Αυτό συμβαίνει καθώς έρχονται αντιμέτωπες με υψηλότερες στρατιωτικές δαπάνες εν μέσω κλιμακούμενης γεωπολιτικής αβεβαιότητας, καθώς και με το κόστος αντιμετώπισης των συνεπειών της Κλιματικής Κρίσης.

ΗΠΑ: Η Κίνα, η Ρωσία, το Ιράν και η προοπτική της αμερικανικής υποχώρησης

Στον αναπτυσσόμενο κόσμο, οι συμβιβασμοί είναι ακόμη πιο σκληροί – μεταξύ της πληρωμής του χρέους και άλλων αναγκαίων πληρωμών, όπως οι μισθοί των δημοσίων υπαλλήλων ή οι εισαγωγές σίτου και καυσίμων. Το κόστος αποπληρωμής των τόκων για τις κυβερνήσεις είναι μόνο ένα μέρος του αυξανόμενου παγκόσμιου χρέους. Αυτό δεν περιλαμβάνει το κόστος αποπληρωμής ομολόγων που λήγουν ή τους τόκους που οφείλουν οι καταναλωτές και οι επιχειρήσεις για το δικό τους χρέος.

Το πρόβλημα στις ΗΠΑ

Η αύξηση του κόστους του χρέους είναι ιδιαίτερα αισθητή στις ΗΠΑ, τη μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο και αυτή με το μεγαλύτερο χρέος. Η ομοσπονδιακή κυβέρνηση των ΗΠΑ δαπάνησε το περασμένο οικονομικό έτος, σύμφωνα με το υπουργείο Οικονομικών, ποσό ρεκόρ ύψους 659 δισεκατομμυρίων δολαρίων για πληρωμές τόκων. Οι καθαρές πληρωμές για τόκους άγγιξαν το 2,45% του ΑΕΠ της, ήτοι το υψηλότερο ποσοστό για την αμερικάνικη οικονομία από το 1998, σύμφωνα με το Υπουργείο Οικονομικών.

Οι πληρωμές τόκων είναι ήδη μία από τις πιο κοστοβόρες κρατικές δαπάνες, πίσω από τις δαπάνες για το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κογκρέσου, το οποίο αναμένει ότι η πληρωμή τόκων θα μπορούσε να γίνει η μεγαλύτερη κρατική δαπάνη. Το κόστος του χρέους θα μπορούσε να αυξηθεί ταχύτερα εάν τα επιτόκια γίνουν υψηλότερα από τα αναμενόμενα.

Ακόμη και με το αυξανόμενο βάρος του χρέους, η αμερικανική οικονομία παρέμεινε ισχυρή. Παρόλα αυτά, οι μεγαλύτερες
δαπάνες για τόκους θα μπορούσαν τελικά να επιβαρύνουν την οικονομική ανάπτυξη, λένε οι οικονομολόγοι, καθώς τα χρήματα ρέουν προς τα κρατικά ομόλογα και όχι σε ιδιωτικές επιχειρήσεις που ενισχύουν την παραγωγικότητα.

Οι Ρεπουμπλικάνοι λένε ότι η Ουάσιγκτον πρέπει να αντιμετωπίσει το έλλειμμα με περικοπές δαπανών, ενώ οι Δημοκρατικοί θα προτιμούσαν να αυξήσουν τα έσοδα, με αποτέλεσμα να μην έχουν καταλήξει σε κάποια συμφωνία.

Παράλληλα, μεγάλο μέρος του κόσμου βιώνει περισσότερες οικονομικές επιπτώσεις από τις ΗΠΑ.

Τα μεγάλα ζητήματα της Κίνας

Η οικονομία της Κίνας παλεύει κάτω από ένα βουνό χρέους που ανέλαβαν οι τοπικές κυβερνήσεις και οι κατασκευαστές ακινήτων για να ενισχύσουν την ανάπτυξη των υποδομών της χώρας.

Μεγάλο μέρος του κρατικού δανεισμού της Κίνας γίνεται από τις τοπικές αρχές και είναι εκτός προϋπολογισμού, γεγονός που καθιστά δύσκολη την παρακολούθησή του. Οι αναλυτές εκτιμούν ότι τα λεγόμενα οχήματα χρηματοδότησης της τοπικής αυτοδιοίκησης ή LGFVs, έχουν συσσωρεύσει περισσότερα από 9 τρισεκατομμύρια δολάρια σε χρέος – ίσο περίπου με το μισό του ΑΕΠ της Κίνας.

Το πρόβλημα χρέους της Κίνας δεν προέρχεται από την αύξηση των επιτοκίων αλλά εξαιτίας της κλιμάκωσης και της ταχύτητας με την οποία αναλήφθηκε το χρέος. Πολλές επενδύσεις έχουν αποδώσει ελάχιστα, αποδίδοντας πολύ λιγότερα από τα επιτόκια που πρέπει να καταβάλουν οι LGFVs στους δανειστές τους, σύμφωνα με το Rhodium Group.

Το Πεκίνο έχει δεσμευτεί να αποφορτίσει την κατάσταση προσφέροντας στήριξη στον τομέα των ακινήτων και βοηθώντας τις τοπικές κυβερνήσεις να ανταλλάξουν το χρέος των LGFVs με φθηνότερα ομόλογα που υποστηρίζονται από την κυβέρνηση, σύμφωνα με τα τοπικά μέσα ενημέρωσης. Εν τω μεταξύ, οι πολίτες έχουν κάνει πίσω σε σχέση με τις δαπάνες για το real-estate και οι τιμές των ακινήτων έπεσαν, επιβαρύνοντας τις δυτικές εταιρείες που εξαρτώνται από τους Κινέζους καταναλωτές για τις πωλήσεις τους.

“Τελικά το μυστικό για την επίλυση του χρέους δεν είναι και τόσο…μυστικό: είναι μια πολιτική διαδικασία κατανομής των ζημιών”, δήλωσε ο Μάικλ Πέτις, καθηγητής Οικονομικών στη Σχολή Διοίκησης Guanghua του Πανεπιστημίου του Πεκίνου. “Τα κακά νέα είναι ότι οι συνήθεις χαμένοι είναι οι πιο ευάλωτοι, ήτοι τα νοικοκυριά”.

Ανησυχίες στην Ευρώπη

Στην Ευρώπη, οι ανησυχίες παραμένουν για τις υπερχρεωμένες χώρες όπως η Ιταλία, αλλά το συνολικό χρέος αναμένεται να μειωθεί κατά τα επόμενα χρόνια. Οι κανόνες της Ευρωπαϊκής Ένωσης που απαιτούν από τα μέλη να περιορίσουν τα δημοσιονομικά ελλείμματα στο 3% του ΑΕΠ και το χρέος ως προς το ΑΕΠ στο 60% αναμένεται να επανέλθουν το επόμενο έτος, την ώρα που οι χώρες αυξάνουν τις στρατιωτικές δαπάνες στον απόηχο της εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανίας. Οι κανόνες αυτοί είχαν ανασταλεί κατά τη διάρκεια της πανδημίας και της ενεργειακής κρίσης.

Πλέον, οι επενδυτές έχουν γίνει επιφυλακτικοί ως προς τα σχέδια δαπανών των κυβερνήσεων.

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Διεθνή
G20: Ενεργειακή μετάβαση και καταπολέμηση της πείνας στην ατζέντα της Συνόδου Κορυφής
Διεθνή |

Οι BRICS στο... τιμόνι των G20 για έναν ακόμη χρόνο

Η Σύνοδος Κορυφής του Ρίο ντε Τζανέιρο ακολουθεί αυτή του Νέου Δελχί (Ινδία) και συνερχεται πριν απο αυτη του Γιοχάνεσμπουργκ (Νότια Αφρική), δίνοντας στις 3 χώρες μέλη των των BRICS τη δυνατότητα να διαμορφώσου την ατζέντα των G20