Η πρόσφατη παγκόσμια έκρηξη του πληθωρισμού φέρνει την πολιτική αλλαγή, υπενθυμίζοντάς μας πόσο αποτελεσματικά αυτό το παλιό οικονομικό πρόβλημα μπορεί να ανατρέψει τις κυβερνήσεις. Στις δημοκρατίες, τα εκλογικά αποτελέσματα συχνά εξαρτώνται από την εξέλιξη των τιμών. Αλλά η επίδραση στις απολυταρχίες δεν είναι λιγότερο έντονη, επειδή ο πληθωρισμός διαβρώνει το άρρητο κοινωνικό σύμφωνο στο οποίο βασίζουν την εξουσία τους.
Στην Αργεντινή, η εκλογή ενός ριζοσπαστικού αυτοαποκαλούμενου αναρχοκαπιταλιστή, του Χαβιέρ Μιλέι, ως προέδρου μπορεί να γίνει κατανοητή ως η άμεση συνέπεια της αδυναμίας του κατεστημένου περονιστικού καθεστώτος να αντιμετωπίσει τον πληθωρισμό, ο οποίος έχει φτάσει σε ετήσια βάση 143%. Η πιο σημαντική προεκλογική υπόσχεση του Μιλέι ήταν να αποκαταστήσει τη σταθερότητα των τιμών καταργώντας την κεντρική τράπεζα και αντικαθιστώντας το πέσο Αργεντινής με το δολάριο ΗΠΑ.
Η κυβέρνηση της Μόσχας είναι ειλικρινής σχετικά με αυτήν την πηγή άγχους και ακόμη και ο Πούτιν, ο οποίος γενικά αποφεύγει να αναγνωρίσει τις αδυναμίες του, σχολίασε πρόσφατα τον πληθωρισμό και την απειλή για τις ρωσικές οικογένειες. Η ρωσική κεντρική τράπεζα αύξησε δεόντως το επιτόκιο πολιτικής της στο 15% – σχεδόν τρεις φορές υψηλότερο από το επιτόκιο ομοσπονδιακών κεφαλαίων των ΗΠΑ.
Οπως μπορεί να γνωρίζει καλά ο Πούτιν, η δυσαρέσκεια για τις τιμές είναι συχνά το πρώτο σημάδι απώλειας κοινωνικής υποστήριξης από ένα αυταρχικό καθεστώς.
Μόλις είχαν καταλάβει την εξουσία, οι πρώτοι Μπολσεβίκοι έπρεπε να κάνουν κάτι δραματικό για να αποκαταστήσουν τη σταθερότητα των τιμών, έτσι άρχισαν να κάνουν μια ρητή αναφορά στον χρυσό στο όνομα του νέου νομίσματος: στα chervonets (χρυσά νομίσματα). Εκοψαν ακόμη και μερικά χρυσά από αυτά. Το χαρτονόμισμα της εποχής είχε μάλιστα εικόνες της τσαρικής δυναστείας – με τον Μέγα Πέτρο στο χαρτονόμισμα των 500 ρουβλίων και τη Μεγάλη Αικατερίνη στο χαρτονόμισμα των 100 ρουβλίων.
Βρίσκει κανείς έναν εξαιρετικό βαθμό συνέχειας στη ρωσική νομισματική ιστορία. Το τρέχον χαρτονόμισμα των 500 ρουβλίων, που σχεδιάστηκε το 1997, απεικονίζει για άλλη μια φορά τον Μέγα Πέτρο (αυτή τη φορά ως άγαλμα στο λιμάνι του Αρχάγγελσκ).
Οι άνθρωποι στρέφονται εναντίον κυβερνήσεων που αθέτησαν τις υποσχέσεις τους και τα χρήματα αποτελούν μια από τις παλαιότερες τέτοιες διαθήκες. Οι ρωσικές νομισματικές μηχανορραφίες είναι πλέον ένα από τα πιο απτά σημάδια ενός συστήματος που δεν μπορεί να πραγματοποιήσει όσα έχει υποσχεθεί. Είναι ένα σύστημα που τελικά θα αντικατασταθεί, γιατί έχει χάσει την πίστη των ανθρώπων.
Ο James Harold είναι καθηγητής Ιστορίας και διεθνών σχέσεων στο Princeton University
Latest News
Ψηφιακή έκδοση και διαβίβαση παραστατικών διακίνησης (Ε’ Μέρος)
Τι θα πρέπει να γνωρίζουν οι επιχειρήσεις
Η Ελλάδα και η μεγάλη ευκαιρία της Νέας Εποχής του Υδρογόνου
H Ελλάδα μπορεί και πρέπει να αδράξει τη μοναδική ευκαιρία να πρωταγωνιστήσει στον αναδυόμενο τομέα του υδρογόνου
Η δημογραφική εικόνα της Θεσσαλίας
Η Θεσσαλία δεν βρίσκεται στην πλέον δυσμενή δημογραφικά θέση συγκρινόμενη με τις λοιπές ελληνικές Περιφέρειες
Ο παράδεισος των θεσμών και η επί γης Ελλάδα
Και μια λέξη: γιατί;
Oι πολιτικές εξελίξεις επιβάρυναν το ταμπλό του Χρηματιστηρίου Αθηνών
Πώς αντέδρασε το Χρηματιστήριο Αθηνών στις πολιτικές εξελίξεις - Οι επενδυτές καλούνται να επιστρατεύσουν την υπομονή τους
Αποζημίωση δανειολήπτη με αναπηρία εξαιτίας καταχρηστικής πρακτικής
Η δικαστική απόφαση που αποτελεί σημαντικό νομικό προηγούμενο στην προστασία των δικαιωμάτων δανειοληπτών και ασθενών
Αναζητώντας την ουσία της Βιωσιμότητας πάνω στην Αχνή Γαλάζια Κουκίδα
Οι παγκόσμιες προκλήσεις της βιωσιμότητας ασκούν πιέσεις στην οικονομία και το επιχειρηματικό περιβάλλον, αλλά ταυτόχρονα ανοίγουν ευκαιρίες για ανάπτυξη και καινοτομία
Η αγορά κρυπτονομισμάτων μαγνητίζει τα βλέμματα
Ο νέος Πρόεδρος των ΗΠΑ αναμένεται να αλλάξει τα πράγματα στα κρυπτονομίσματα
Πώς υπολογίζεται η Υπεύθυνη Καινοτομία;
Μια επιτυχημένη υπεύθυνη καινοτομία συνιστά de facto μια θετική πρόοδο. Παρέχει προστιθέμενη αξία όσον αφορά τον κοινωνικό αντίκτυπο και τη βιώσιμη ανάπτυξη
Ο γερμανικός κίνδυνος
Η αυξανόμενη ανεργία και η δημοσιονομική αμηχανία έπεισαν τελικά την κεντροαριστερή κυβέρνηση της εποχής να προχωρήσει σε ένα κύμα μεταρρυθμίσεων υπέρ της ανάπτυξης