«Έχω αναπτύξει μια εμμονή με την ιδέα της ετικέτας ή της κατοχής ρούχων από αυτές τις εταιρείες, σε σημείο που άρχισα να ξεκολλάω τα λογότυπα από τα δικά μου ρούχα», λέει ο Ashley Loxton, ένας πολυδιάστατος καλλιτέχνης με καταγωγή από το Μπρίστολ, του οποίου η νέα έκθεση «Going Home» είναι η τελευταία έκθεση που παρουσιάζεται στη γκαλερί 17 Midland Road του Μπρίστολ.

Γαλλία: Μάχη για τη σωτηρία των Pret à Porter

Σε επιμέλεια του Barney Beech, η έκθεση στηρίζεται σε μια έρευνα για την ταυτότητα και τον καταναλωτισμό και διερευνά τον τρόπο με τον οποίο η αίσθηση του ανήκειν διαμορφώνεται μέσω των υποκουλτούρων και των λογότυπων.

«Τα σύμβολα περιστρέφονται γύρω από την ανωτερότητα»

Μεγαλώνοντας τη δεκαετία του ’90, ο Loxton βίωσε από πρώτο χέρι το ζενίθ της «λογομανίας». Ενώ το branding βρήκε αρχικά τη θέση του στη μόδα ως ένας τρόπος να δηλώνεται ο πλούτος και το status, σύντομα έγινε ένα αυτοτελές αισθητικό ύφος. «Υπάρχει μια πίστη στην υλική κουλτούρα και ταυτόχρονα υπάρχει πίστη στην απόρριψη της.

Υπάρχει επίσης η αίσθηση ότι παγιδεύεσαι από εξωτερικά πράγματα, και στη συνέχεια υπάρχει η αποδοχή των εξωτερικών πραγμάτων ως μέρος μιας ταυτότητας», εξηγεί ο Loxton.

«Άρχισα να εξετάζω τους συμβολισμούς ορισμένων εμπορικών σημάτων και είναι ενδιαφέρον το πόσο πολλά από τα ονόματα και τα σύμβολα περιστρέφονται γύρω από την ανωτερότητα. Για παράδειγμα, πολλά εμπορικά σήματα που χρησιμοποιούνται για τους Ολυμπιακούς Αγώνες τείνουν να ενισχύουν αυτή την επιθυμία να είσαι ο καλύτερος… υπάρχει διχασμός σε αυτό το θέμα. Και πάλι, δεν λέω ότι είναι απαραίτητα κακό να εκφράζεσαι με ετικέτες».

Όταν πρόκειται για υπο-πολιτισμικές συνδέσεις, λίγες μάρκες υποδημάτων σχετίζονται τόσο, όσο η Adidas. Από την αρχή, έχει διατρέξει το πολιτιστικό DNA κοινοτήτων σε όλο τον κόσμο – από τις πρώτες σκηνές hip-hop και breakdance στη δεκαετία του ’80, μέχρι τη βρετανική terrace κουλτούρα.

Το περίφημο «τρίριγο»

«Αυτές οι τρεις λωρίδες είναι εμβληματικές σφραγίδες στη μόδα και την υποκουλτούρα, και εκτείνονται σχεδόν σε κάθε μουσικό είδος και υποείδος από τη δεκαετία του «70», λέει ο Loxton. «Έκανα σκόπιμα [αυτά τα κομμάτια] να είναι τολμηρά και λαϊκά, σαν να έχουν τη δική τους προσωπικότητα. Το οποίο ήταν ουσιαστικά αυτό που έγινε η αθλητική φόρμα με τις τρεις ρίγες – μια ταυτότητα από μόνη της, που τυλίγεται γύρω από το σώμα σας και παίρνει την κυριότητα του ατόμου».

Τα έργα τέχνης του Loxton καλύπτουν ένα ευρύτερο φάσμα τεχνοτροπιών, από αφηρημένους πίνακες ζωγραφικής με λάδι και ακρυλικό μέχρι μια γλυπτική εγκατάσταση που συγκεντρώνει μια συλλογή συναισθηματικών αντικειμένων που έχουν βρεθεί. «Το γλυπτό είναι κατά μία έννοια αυτοβιογραφικό», εξηγεί. «Προσπαθούσα να κατηγοριοποιήσω, ή τουλάχιστον να δώσω σε αυτά τα επιμέρους στοιχεία το δικό τους χρόνο προβολής. Σχεδόν σαν να ήταν κομμάτια ενός παζλ, αλλά πρακτικά μια σταγόνα στον ωκεανό όσον αφορά την ταυτότητα».

«Ένιωθες και σαφώς ξεκομμένος από το mainstream»

Στο πλαίσιο της έκθεσης προβάλλεται επίσης η ταινία του καλλιτέχνη Bill Daggs με έδρα το Λονδίνο, If the rain stops don’t think we gave up on you. Βασισμένη στις υποκουλτούρες του βρετανικού rave, αποτελεί το τέλειο σκηνικό για να συνοδεύσει το έργο του Loxton. Σε μια δήλωση σχετικά με το έργο, ο Daggs εξηγεί ότι «δεν είναι αγκυροβολημένο σε έναν συγκεκριμένο χρόνο ή τόπο και, υπό αυτή την έννοια, είναι ένα ντοκουμέντο που ασχολείται με το ταξίδι στο χρόνο και το θόλωμα των γραμμών της περιοδικής σημασίας στη μουσική».

Αναφερόμενος στην ταινία, «If the rain stops don’t think we gave up on you» ο Loxton λέει: «Όλα όσα βλέπω σε αυτή την ταινία τα είδα μεγαλώνοντας. Ακόμα κι αν κάποια από αυτά ήταν ελαφρώς πριν από την εποχή μου – όλη η κουλτούρα του sound system και του breakbeat ήταν σε πλήρη εξέλιξη όταν ήμουν έφηβος. Ένιωθες και σαφώς ξεκομμένος από το mainstream, ενώ ταυτόχρονα ένιωθες μέρος της δικής σου φυλής. Το κυριότερο πράγμα σε αυτή την ταινία -που αφορά όλη μου τη συνείδηση και την αντίληψη- είναι τα συναισθήματα και οι ευαισθησίες που περιβάλλουν τη μοναδικότητα της underground μουσικής, των σκηνών και της κουλτούρας».

Από τη reggae και τη dub μέχρι το post-punk, το electro, το hip-hop, το trip-hop, το jungle, το drum’n’bass και την dubstep, το Μπρίστολ – η γενέτειρα του Loxton και ο τόπος αυτής της έκθεσης – αποτελεί εδώ και καιρό ένα locus sanctus των μουσικών υποκουλτούρων του Ηνωμένου Βασιλείου.

Όταν ο καλλιτέχνης επέστρεψε στην πόλη πριν από δύο χρόνια, άρχισε να παρατηρεί μια δημιουργική DIY αισθητική που έμοιαζε να βρίσκει το δρόμο της προς την επιφάνεια. «Σας λέω ότι πρόκειται για μια τρελή, ξεχωριστή πόλη. Υπάρχει αγάπη και μίσος, αλλά, τελικά, δεν υπάρχει άλλη πόλη σαν το Μπρίστολ.

Μπορείς να νιώσεις την πολιτιστική κληρονομιά – ηχητικά και περιβαλλοντικά. Υπάρχει επίσης αυτή η ριζωμένη αντικουλτούρα εδώ. Οι άνθρωποι ξεχνούν πόσο σημαντική είναι η ιστορία του Μπρίστολ για τη μουσική και την τέχνη… Το Μπρίστολ είναι μέρος του ταξιδιού μου από τη γέννησή μου και μέσα στην καταγωγή μου, οπότε με έχει επηρεάσει σε πολλά επίπεδα».

Πηγή:in.gr

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Tέχνη και Ζωή