Ξέρω ότι πολλοί θεωρούν ότι αυτό που συμβαίνει στη Βουλή αυτές τις μέρες είναι απλώς ένας κοινοβουλευτικός καυγάς, από αυτούς που κάποιες φορές απομακρύνουν τους πολίτες από την πολιτική, και ίσως όχι άδικα αν κρίνει κανείς από το επίπεδο του λόγου, τη στρεψοδικία και αποφυγή ουσιαστικής συζήτησης για τα επίδικα -συχνά με την αόριστη επίκληση της Δικαιοσύνης που τα μελετά- και ότι τελικά σπανίως γίνεται κανείς σοφότερος. Δυστυχώς, ακόμα και όταν μιλάμε για εξαιρετικά κρίσιμα ζητήματα, κεφαλαιώδους σημασίας για την κοινωνία και την Δημοκρατία.

Δεν αρνούμαι ότι είναι μία από τις διαστάσεις του προβλήματος, που λειτουργεί τρόπον τινά και ως φαύλος κύκλος· αν οι πολίτες παρακολουθούσαν και «απαγόρευαν» τη μετατροπή της συζήτησης σε σόου μάλλον πολλά πράγματα θα ήταν διαφορετικά. Απόδειξη της δύναμής τους να επιβληθούν είναι το ότι η κοινωνική αντιπολίτευση ανέδειξε ουσιαστικά το θέμα.

Όμως, ειδικά στην προκειμένη περίπτωση, δεν είναι η μόνη και δεν είναι η κύρια, είναι δε, εξαιρετικά επικίνδυνο να πέσει κανείς στην παγίδα -που στήνεται τεχνηέντως- και να μην το συνειδητοποιήσει.

Γιατί υπάρχουν και ανοιχτά ερωτήματα και πραγματικές μομφές για την κυβέρνηση και όχι μόνο, αφού η αντιπολίτευση ένα χρόνο μετά την τραγωδία των Τεμπών δεν είναι άμοιρη ευθυνών για λάθη και παραλείψεις.

Το πρώτο ερώτημα αφορά το ποιος ήταν ο άνθρωπος, που είχε την «ψυχραιμία», την ώρα που ακόμη ανασύρονταν νεκροί από τα συντρίμμια και η χώρα ήταν σε πρωτοφανές σοκ και θρηνούσε, να πάει να πάρει τα ηχητικά από τις συνομιλίες όσων εμπλέκονταν, να πάει σε μια γωνιά, να τα ακούσει και να κάτσει να τα μοντάρει έτσι ώστε να ενισχύεται ακόμη περισσότερο το αφήγημα περί του «ανθρωπίνου λάθους» και στη συνέχεια να κάνει έγκαιρα τη «διαρροή» ώστε αυτό να εμφανιστεί σε κυριακάτικη εφημερίδα. Ζήτημα με προεκτάσεις στη χειραγώγηση των ΜΜΕ και στον καθορισμό της «ατζέντας», πληγή που επιμένω κακοφορμίζει.

Το δεύτερο ερώτημα είναι γιατί από την πρώτη στιγμή δεν εξετάστηκε τι μετέφερε η εμπορική αμαξοστοιχία, που πλέον έχουμε τις ενδείξεις ότι μετέφερε εύφλεκτα υλικά, αυτά που συνήθως σχετίζονται και με τη νόθευση καυσίμων, αλλά και γιατί στο μεταξύ διαγράφηκαν όλα τα στοιχεία που θα μας βοηθούσαν να εξακριβώσουμε τι μεταφέρθηκε και εάν ήταν αυτό που προκάλεσε τη φωτιά. Μία παράμετρο, που ξέρουμε ότι αύξησε κατά πολύ τον αριθμό των θυμάτων.

Το τρίτο ερώτημα είναι γιατί υπήρξε μια σπουδή ο χώρος του δυστυχήματος να μην αντιμετωπιστεί ως χώρος που εμπεριείχε πλήθος στοιχείων που θα μας βοηθήσουν να καταλάβουμε πολύ καλύτερα τι ακριβώς συνέβη και άρα ποιες είναι οι ευθύνες.

Το τέταρτο ερώτημα είναι γιατί έπρεπε μια σημαντική κοινοβουλευτική διαδικασία, όπως είναι μια εξεταστική επιτροπή της Βουλής, να πάει ουσιαστικά χαμένη, ανάμεσα στην προσπάθεια της κυβέρνησης να αναδείξει το αφήγημα του «ανθρωπίνου λάθους» και την προσπάθεια της αντιπολίτευσης να περιοριζεται κατά βάση στο να κερδίσει τις εντυπώσεις, την ώρα που τα στοιχεία ήταν διαρκώς μπροστά τους, έστω αυτά τα λειψά στοιχεία.

Όλα αυτά τα ερωτήματα παραμένουν ανοιχτά, αναπάντητα και συνιστούν και το έδαφος μιας πραγματικής μομφής για την κυβέρνηση και τον τρόπο που χειρίστηκε το θέμα, αλλά και για την αντιπολίτευση για τον τρόπο που το αντιμετώπισε.

Και θέλω να είμαι σαφής. Κανείς δεν αμφισβήτησε ότι υπήρξαν ανθρώπινα λάθη. Όμως, αυτό έγινε στο έδαφος που θα τα καθιστούσε αυτόματα μοιραία, αφού δεν υπήρχε κανένα σύστημα ασφάλειας που θα μπορούσε έγκαιρα να προειδοποιήσει για επερχόμενο ατύχημα και στο έδαφος μιας κατάστασης από όλες τις πλευρές προβληματική.

Μια κατάσταση που περιλάμβανε: Έργα επείγοντα που καθυστερούσαν για χρόνια, κάτι που απλώς σήμαινε ότι μετρούσαμε τον χρόνο ανάποδα για ατύχημα. Παράτυπες μεταφορές εύφλεκτων και επικίνδυνων υλικών και μάλιστα με τρόπο που δεν μπορούμε να εντοπίσουμε την προέλευση και τη διαδρομή τους. Και μια συνολικότερη δομικά ριζωμένη κουλτούρα άρνησης ανάληψης πολιτικής ευθύνης, που την ακούσαμε και πάλι στη Βουλή. Με τις διατυπώσεις της Αντιπολίτευσης στηλιτεύοντας την κυβερνητική στάση να είναι επίσης προβληματικές και ασυγχώρητα απρόσεκτες σε πολλές περιπτώσεις, λειτουργώντας τελικά υπονομευτικά για τους θεσμούς και το κράτος δικαίου, πράγμα επικίνδυνο που μπορεί να έχει τραγικές συνέπειες, με μια ακροδεξιά να καιροφυλακτεί.

Προφανώς και η έκβαση της συζήτησης στη Βουλή είναι προδιαγεγραμμένη. Το ίδιο ίσχυε και για την εξεταστική. Όμως, αυτό δεν σημαίνει ότι μια κοινοβουλευτική πλειοψηφία κλείνει τη συζήτηση. Και σίγουρα δεν μπορεί και δεν πρέπει αυτό να το δεχτεί μια κοινωνία που ένιωσε πριν από έναν χρόνο ότι κάποιες στιγμές «από τύχη ζει».

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Opinion