Ευρώπη: Χρειάζεται 800 δισ. ευρώ για να επιτύχει τους κλιματικούς στόχους του 2030
Οι κυβερνήσεις χρειάζονται τεράστιες ιδιωτικές και δημόσιες επενδύσεις για την επέκταση των δικτύων ηλεκτρικής ενέργειας και των εγκαταστάσεων αποθήκευσης ενέργειας
Η Ευρώπη θα χρειαστεί να επενδύσει 800 δισ. ευρώ έως το 2030 μόνο στην ενεργειακή της υποδομή για να επιτύχει τους κλιματικούς στόχους και να διατηρήσει τη βιομηχανία της ανταγωνιστική, σύμφωνα με μια νέα έκθεση.
Η European Round Table for Industry, μια ισχυρή ομάδα λόμπι των Βρυξελλών, ανέφερε σε έκθεση που δημοσιεύθηκε την Τρίτη και παραθέτουν οι Financial Times, ότι οι στόχοι της ΕΕ για μείωση και επίτευξη των καθαρών μηδενικών εκπομπών CO₂ έως το 2050 θα απαιτούσαν τεράστιες επενδύσεις σε δίκτυα ηλεκτρικής ενέργειας, αποθήκευση ενέργειας και εγκαταστάσεις δέσμευσης άνθρακα.
Ενώ το επενδυτικό ορόσημο των 800 δισεκατομμυρίων ευρώ κρίνεται απαραίτητο για την επίτευξη των κλιματικών στόχων του 2030, απαιτούνται συνολικά 2,5 τρισεκατομμύρια ευρώ για να ολοκληρώσει το μπλοκ την πράσινη μετάβαση έως το 2050 — και να παραμείνει λειτουργικό.
Υπεράκτια αιολικά πάρκα: Πώς η Μεσόγειος μπορεί να γίνει εργοστάσιο πράσινης ενέργειας
«Τα κίνητρα για την προσέλκυση τόσο απαραίτητων ιδιωτικών επενδύσεων δεν υπάρχουν ακόμη, επομένως οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής θα πρέπει να το αντιμετωπίσουν επειγόντως», δήλωσε ο Δημήτρης Παπαλεξόπουλος, πρόεδρος της επιτροπής ενεργειακής μετάβασης και κλιματικής αλλαγής της ERT.
«Κάποια στιγμή, θα είναι σαφές ποια περιοχή ή χώρα κέρδισε τον αγώνα για την απαλλαγή από τις εκπομπές άνθρακα – και θα απολαύσει τα αντίστοιχα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα. Τα επόμενα πέντε χρόνια θα το καθορίσουν αυτό», πρόσθεσε.
Επενδυτικό κενό
Μεταξύ 2010 και 2018 οι συνολικές επενδύσεις σε δίκτυα ηλεκτρικής ενέργειας στις χώρες της ΕΕ έφθασαν περίπου τα 32 δισ. ευρώ. Αν η χρηματοδότηση συνεχιζόταν με αυτόν τον ρυθμό μέχρι το 2050 θα υπήρχε χρηματοδοτικό κενό 60% σε σχέση με αυτό που απαιτείται, πρόσθεσε η ERT.
Αλλά κορυφαίοι φορείς του κλάδου είπαν στους Financial Times ότι τέτοιες μεγάλες επενδύσεις δεν μπορούν να τις επωμιστεί μόνο ο ιδιωτικός τομέας, χωρίς την κρατική υποστήριξη.
Οι επιχειρήσεις της ΕΕ εξακολουθούσαν να αντιμετωπίζουν τις συνέπειες της χειρότερης οικονομικής ύφεσης από το 2008, λόγω της ασταθούς ζήτησης μετά την πανδημία, της γραφειοκρατίας και της ενεργειακής κρίσης που προκλήθηκε από τον πόλεμο της Ρωσίας στην Ουκρανία που ώθησε τις τιμές της ενέργειας σε υψηλά ρεκόρ, δήλωσε ο Marco Mensink, επικεφαλής στρατηγικός αναλυτής του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Χημικής Βιομηχανίας Cefic.
«Δεν θέλουμε απαλλαγή από τις εκπομπές άνθρακα μέσω της αποβιομηχάνισης, αυτό είναι το βασικό σημείο», υπογράμμισε, τονίζοντας ότι η βιομηχανική ικανότητα της Ευρώπης χρησιμοποιείται σε «ιστορικά χαμηλά».
Προκλήσεις
Τα κρατικά ταμεία, ωστόσο, είναι επίσης υπό πίεση από ανταγωνιστικές προτεραιότητες δαπανών, συμπεριλαμβανομένης της άμυνας και της αναβίωσης της βιομηχανίας όπλων της ηπείρου έναντι των απειλών ασφαλείας από τη Ρωσία.
Τα ίδια τα θεσμικά όργανα της ΕΕ έχουν εκτιμήσει ότι το μπλοκ χρειάζεται εκατοντάδες δισεκατομμύρια πρόσθετες επενδύσεις για να υλοποιήσει την πράσινη ατζέντα, τα περισσότερα από τα οποία θα πρέπει να είναι ιδιωτικό κεφάλαιο.
Σχεδόν 1.000 βιομηχανικοί φορείς και εταιρείες της ΕΕ υπέγραψαν μια δήλωση τον Φεβρουάριο που περιγράφει την «επείγουσα ανάγκη για σαφήνεια, προβλεψιμότητα και εμπιστοσύνη στην Ευρώπη και τη βιομηχανική της πολιτική».
Ζητεί επίσης να τεθεί σε λειτουργία το ταμείο ανάκαμψης των 800 δισ. ευρώ της ΕΕ μετά την πανδημία για τη χρηματοδότηση ενεργειακών υποδομών, συμπεριλαμβανομένης της δέσμευσης και αποθήκευσης άνθρακα «το συντομότερο δυνατό».