Στην ανάγκη οι δίαυλοι επικοινωνίας ΕλλάδαςΤουρκίας να παραμείνουν ανοιχτοί και ενεργοί και να συνεχιστούν οι επαφές που έχουν στόχο την οικοδόμηση εμπιστοσύνης των δύο χωρών επιμένουν με έμφαση τόσο το Μέγαρο Μαξίμου όσο και το Υπουργείο Εξωτερικών.

Για την Αθήνα άλλωστε είναι σαφές ότι η Άγκυρα δεν έχει υποχωρήσει των πάγιων θέσεων της, ωστόσο η ηρεμία του τελευταίου έτους, η οποία δείχνει ότι θα συνεχιστεί, δίνει χώρο στις δύο πλευρές να οικοδομήσουν σχέσεις και εμπιστοσύνη, προκειμένου να καταστεί δυνατό «όταν ωριμάσουν οι συνθήκες» να συζητηθούν και τα ζητήματα υψηλής πολιτικής όπως είναι η οριοθέτηση ΑΟΖ/υφαλοκρηπίδας εξαιτίας της εκκρεμότητας των οποίων ζωνών από διαφορετικές αφορμές προκαλούνται εντάσεις ή και επεισόδια.

Συνάντηση Μητσοτάκη-Ερντογάν: Διεύρυνση της θετικής ατζέντας

Ανοιχτοί δίαυλοι

Μιλώντας στο in ο Πέτρος Λιάκουρας, καθηγητής Διεθνούς Δικαίου, διευθυντής μεταπτυχιακού προγράμματος, Πανεπιστήμιο Πειραιώς και με σταθερή ενασχόληση όσον αφορά στα ελληνοτουρκικά, απαντά κατηγορηματικά αρνητικά στο αν η επίσκεψη Μητσοτάκη στην Άγκυρα θα έπρεπε να αναβληθεί,  σημειώνοντας πως «πάντοτε οι γραμμές επικοινωνίας πρέπει να είναι ανοικτές. Πρέπει οι δύο ηγέτες να συνομιλούν, να συναντώνται, να έχουν επαφή, ιδίως μάλιστα στην παρούσα φάση κατά την οποία πλέον έχουν διαμορφώσει ένα πλαίσιο διαλόγου μεταξύ τους και διατηρούν σταθερές επαφές, ανταλλαγή επισκέψεων και ενεργό δίαυλο επικοινωνίας μεταξύ τους».

Οι σεισμοί

Υπενθυμίζει ότι «οι συναντήσεις και επαφές αναζητήθηκαν και πριν από τους σεισμούς, αλλά μετά από αυτούς η σχέση απέκτησε άλλη δυναμική όταν το ανθρώπινο στοιχείο συνέβαλε πολύ στην προσέγγιση και παράλληλα στη διακοπή της άσκοπης εμπρηστικής ρητορικής από την πλευρά του Ερντογάν και λοιπών αξιωματούχων οι οποίοι με την τακτική τους εκείνη έδιναν την εντύπωση ότι βρισκόμασταν σε εμπόλεμη κατάσταση».

Όπως λέει «οι επαφές έφεραν αλλαγές στην τακτική της Τουρκίας πρώτα απ’ όλα με την διακοπή των υπερπτήσεων. Αυτό με τη σειρά του επέφερε ένα ήπιο κλίμα και διευκόλυνε τις συναντήσεις των δύο ηγετών οι οποίοι ξεκίνησαν μια νέα προσέγγιση όχι να διατυπώνουν εν είδει αντεγκλήσεων τι μας χωρίζει όπως συνέβαινε στο παρελθόν αλλά πως τα προβλήματα που συσσωρεύτηκαν ήταν δυνατόν να επιλυθούν. Έτσι δομήθηκε το πλαίσιο δομήθηκε στους τρεις πυλώνες, τη θετική ατζέντα, τα ΜΟΕ και τον πολιτικό διάλογο, δηλαδή τη συνέχιση των διερευνητικών επαφών. Αυτή η τακτική επισφραγίστηκε με τη Διακήρυξη των Αθηνών της 7ης Δεκεμβρίου 2023».

Σταθερές συναντήσεις

Όπως λέει ο Λιάκουρας «το τριπλό αυτό επίπεδο έχει δρομολογηθεί και μάλιστα ανά τετράμηνο υπάρχει και συνάντηση κορυφής για να επιβεβαιωθεί η προσήλωση στις επαφές και ότι το πλαίσιο αυτό των τριών πυλώνων είναι ενταγμένο σε έναν οδικό χάρτη. Αυτό το σχήμα στο οποίο η χαμηλή πολιτική και τα ΜΟΕ αποτελούν το υπόβαθρο μπορεί να μην αποφέρει άμεσα καρπούς ιδιαίτερα στην υψηλή πολιτική και ειδικότερα στο κομμάτι του πολιτικού διαλόγου, αλλά σύντομα θα μπορούσε να εντατικοποιηθεί και αυτός. Είναι θέμα πολιτικής βούλησης αλλά πρέπει να ωριμάσει ως επιλογή και μάλιστα το συντομότερο. Διότι η εκκρεμότητες στα μεγάλα προβλήματα όπως οι οριοθετήσεις προκαλούν τα συνήθη επεισόδια. Γιατί; Διότι η διεκδίκηση χωρίς ακόμη διευθέτηση είναι πηγή αντιπαράθεσης που ευχερέστερα μπορεί να εκδηλωθεί πιο καθαρά. Πχ σκάφος που ερευνά σε περιοχή που το άλλο κράτος διεκδικεί ή θεωρεί ότι μέχρις εκεί εκτείνονται τα δικαιώματά του, κάνουν την πιθανότητα σύγκρουσης σχεδόν αναπόφευκτη».

Ο ρόλος χαμηλής πολιτικής

Σύμφωνα με τον καθηγητή πάντως «σε αυτή τη φάση η κατάσταση των συναντήσεων και επαφών καθώς και η σύναψη και εφαρμογή συμφωνιών χαμηλής πολιτικής δημιουργούν τις προϋποθέσεις για το ενδεδειγμένο κλίμα συνεργασίας που πρέπει να υπάρχει σε διάλογο ή διαπραγματεύσεις. Πως αλλιώς είναι δυνατόν μια διαπραγμάτευση να καταλήξει σε συμφωνία. Η διαπραγμάτευση δεν είναι ανταλλαγή δηλώσεων περί των θέσεων κάθε πλευράς, αυτή η τακτική οδηγεί σε βέβαιο αδιέξοδο. Η συνεργασία για την επίτευξη ικανοποίησης των αμοιβαίων θεμιτών συμφερόντων είναι το κλειδί.»

»Η κατάσταση αυτή των συναντήσεων επαφών και διαλόγου με την προοπτική να συνάπτονται συμφωνίες για τη χαμηλή πολιτική ή ίσως και συμφωνίες στα ΜΟΕ είναι το κατώφλι για τα μεγαλύτερα και δυσκολότερά προβλήματα».

Το ήπιο κλίμα

Όπως επισημαίνει «ειδικότερα στην παρούσα φάση που διαπιστώνεται το ήπιο κλίμα, κάτι το οποίο αποζητούσε η ελληνική πλευρά προκειμένου να προσέλθει σε διάλογο αντί να σύρεται σε αυτόν, όπως συχνά ακούγεται από παρατηρητές, ο διάλογος δείχνει να είναι απαραίτητος, για να μην πούμε μονόδρομος, ειδικά για τις οριοθετήσεις σχετικά με τις θαλάσσιες ζώνες (ΑΟΖ/υφαλοκρηπίδα). Απαιτείται προεργασία για να φτάσουμε σε αυτό το σημείο. Πολλές επισκέψεις πολλές συναντήσεις.

Θα ήταν άσκοπο μία επίσκεψη η οποία έχει προγραμματιστεί πολύ καιρό πριν, και έχει γίνει η απαιτούμενη προετοιμασία επί σειρά μηνών, να αναβληθεί. Εξάλλου όπως σημειώνεται, στη συνάντηση αυτή θα καθοριστεί η επόμενη τον Ιούνιο που θα συμπέσει με την σύνοδο του ΝΑΤΟ. Άλλωστε εάν αναβληθεί για τους λόγους που ακούγονται, τότε πρέπει να γνωρίζουμε από τα πριν ότι δύσκολα μπορεί κανείς να ξαναπιάσει το νήμα από εκεί που το άφησε. Άλλωστε στην εξωτερική πολιτική και για τα ευαίσθητα αυτά εθνικά θέματα, επιβάλλεται να κυριαρχεί η λογική και όχι το θυμικό».

Προσβολή η Μονή της Χώρας

Ο Π. Λιάκουρας επισημαίνει ως μέγιστη προσβολή της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς την μετατροπή της Μονής της Χώρας σε μουσουλμανικό τέμενος και μάλιστα εγκαινιάζοντας το λίγο πριν από την επίσκεψη του Έλληνα Πρωθυπουργού στην Άγκυρα. Ήταν όπως λέει μία κίνηση «προσβλητική από την πλευρά του Τ. Ερντογάν, ανεξαρτήτως του προγραμματισμού της επίσκεψης, γιατί προσβάλλει ένα πολιτιστικό μνημείο, ένα μνημείο της Βυζαντινής κληρονομιάς ιδιαίτερης σημασίας για την Ορθοδοξία. Και καθίσταται υπόλογος στην Ιστορία, διότι χρησιμοποιεί ένα τέτοιο μνημείο για μικροπολιτικές σκοπιμότητες. Μπορεί ο Ερντογάν να το αποφάσισε έχοντας κατά νου να καταδείξει τον ισλαμιστικό προσανατολισμό και ταυτότητα του ίδιου και του κόμματός του, εντός και εκτός Τουρκίας. Να καταδείξει τα αντανακλαστικά της αντι-δυτικής πολιτικής του, την αλληλεγγύη του προς τις χώρες προς ανατολάς. Συνεπώς, μάλλον πρόκειται για ένα επικοινωνιακό θεαθήναι με το βλέμμα στο εσωτερικό του. Όμως το έπραξε επί ζημία του στοιχείου της παγκόσμιας κληρονομιάς και της ιστορικής μνήμης».

«Αυτός είναι ένας σοβαρός λόγος να τεθεί στον τούρκο Πρόεδρο το θέμα από τον Έλληνα Πρωθυπουργό, αντί να αποτελέσει λόγο για αναβολή ή ματαίωση της συνάντησης. Το ενδιαφέρον μας για τη Μονή είναι διεθνούς χαρακτήρα, δεν είναι διμερές ζήτημα», αναφέρει χαρακτηριστικά.

Πρέπει να διαμαρτυρηθεί ο Μητσοτάκης

Όπως λέει, ο Κ. Μητσοτάκης «βεβαίως πρέπει να διαμαρτυρηθεί για την απαράδεκτη κίνηση του Ερντογάν, όχι στη λογική των ελληνοτουρκικών σχέσεων, δεν αποτελεί διμερές ζήτημα, αλλά αναφερόμενος σε ένα γεγονός που συνδέεται με την προστασία της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς, ένα βυζαντινό μνημείο Ορθοδοξίας ύψιστης αξίας και συμβολισμού, και έχει κάθε δικαίωμα να το ανακινήσει ανεξάρτητα από τις ελληνοτουρκικές σχέσεις».

Προκλήσεις και Navtex

Στο ερώτημα εάν το τελευταίο διάστημα η Τουρκία έχει προχωρήσει σε κινήσεις που θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν «προκλήσεις» προς την ελληνική πλευρά, ο Π. Λιάκουρας δηλώνει πως κατ’ αυτόν «δεν ήταν προκλήσεις στη λογική υπονόμευσης του σκοπού και του πνεύματος της Διακήρυξης των Αθηνών (7-12-23). Για παράδειγμα το θέμα των NAVTEX – στο οποίο έχουμε αναφερθεί στο παρελθόν από αυτόν τον ιστότοπο– δεν αφορά σε κυριαρχία ούτε σε κυριαρχικά δικαιώματα. Οι άδεις και οι δραστηριότητες για τις οποίες εκδίδονται δεν συνιστούν ούτε συνεπάγονται κυριαρχία ούτε κυριαρχικά δικαιώματα. Ούτε επρόκειτο για μια ενέργεια η οποία από μόνη της θα μπορούσε να προκαλέσει ένταση στις σχέσεις. Ούτε ποτέ θα μπορούσε η Ελλάδα να διαμαρτυρηθεί, τονίζοντας ότι εδώ πρόκειται για μια παραβίαση κυριαρχικών δικαιωμάτων ή κυριαρχίας. Είναι μεν μία ενέργεια ενοχλητική, γίνονται τα απαραίτητα διαβήματα διαμαρτυρίας και ορθά, λήγει το συμβάν, το οποίο ωστόσο δεν θα κατέληγε σε κάποιο επεισόδιο επειδή αφορά σε έκδοση μίας NAVTEX από το κατά τόπο αναρμόδιο τουρκικό σταθμό αντί του αρμόδιου ελληνικού».

Θαλάσσια πάρκα

Όσον αφορά στα θαλάσσια πάρκα που ανακοίνωσε η κυβέρνηση, ο Π. Λιάκουρας σημειώνει ότι υπάρχει μια ασάφεια σχετικά. Όπως αναφέρει «συνήθης όρος για τα πάρκα αυτά, είναι ’προστατευόμενες θαλάσσιες περιοχές’ (marine protected areas) που συνήθως προκύπτουν από συμφωνίες, εάν είναι εκτός θαλάσσιων ζωνών εθνικής κυριαρχίας όπως η αιγιαλίτιδα ζώνη ή δικαιοδοσίας όπως είναι η ΑΟΖ και η υφαλοκρηπίδα. Στην αιγιαλίτιδα ζώνη το κράτος ασκεί κυριαρχία. Για τα πάρκα εκτός όπως σε ανοικτή θάλασσα το ζήτημα ερευνάται».

Όπως εξηγεί «εάν τα πάρκα για προστασία θαλάσσιων ειδών ή προστασία περιβάλλοντος ή για δραστηριότητες θαλάσσιας αναψυχής, μέσα στην αιγιαλίτιδα ζώνη δεν μπορεί η Τουρκία να αντιδρά, διότι ασκεί κυριαρχία η Ελλάδα. Παρόλα αυτά δεν παραβλέπεται ότι τέτοια πάρκα στην αιγιαλίτιδα ζώνη ίσως δεν διευκολύνουν την αβλαβή διέλευση. Συνεπώς δεν θα μπορούσε να ειπωθεί ότι προσφέρονται για χωροθέτηση στην αιγιαλίτιδα ζώνη. Μάλλον πρόκειται για θαλάσσια πάρκα σε περιοχή ανοικτής θάλασσας. Εν προκειμένω εάν δεν υπάρχει ΑΟΖ/υφαλοκρηπίδα τότε το θαλάσσιο πάρκο στην έννοια που αναφέραμε παραπάνω προκύπτει με συμφωνία γειτονικών κρατών. Όμως προιν προχωρήσουμε σε αυτό είναι απαραίτητο να διερευνήσουμε τι αρμοδιότητες πρόκειται να καλύψει. Εάν είναι αρμοδιότητες διοικητικού χαρακτήρα ή πρόκειται για αρμοδιότητες που απαιτούν εξουσίες έναντι τρίτων κρατών σε σχέση με ναυσιπλοΐα και άλλες ελευθερίες της θάλασσας περιλαμβανομένης της αλιείας όταν δεν υφίσταται οριοθετημένη ΑΟΖ. Στην τελευταία περίπτωση αυτά τα θαλάσσια πάρκα απαιτείται να απολαύουν ενισχυμένη αρμοδιότητα. Εξ ού και το ερώτημα τι συμβαίνει με τα πάρκα που ανακοίνωσε η κυβέρνηση. Ή πρόκειται για πάρκα αρμοδιοτήτων διοικητικού χαρακτήρα ή αρμοδιοτήτων που προσιδιάζουν σε ΑΟΖ παρότι πρόκειται για μερικότερη ζώνη τόσο σε αρμοδιότητες όσο και σε έκταση. Εάν αφορά σε αρμοδιότητες που αφορούν και στην αλιεία ή την ενέργεια ή την περιβαλλοντική προστασία  τότε πρόκειται για περιβαλλοντική/οικολογική ή ακόμη ενεργειακή ζώνη. Εντός τέτοιας ζώνης ασκούνται κυριαρχικά δικαιώματα, αποκλειστικές αρμοδιότητες/δικαιοδοσίες. Άλλο το θαλάσσιο πάρκο χωρίς αποκλειστικές αρμοδιότητες άλλο μια περιβαλλοντική/οικολογική ζώνη ή αλιευτική ζώνη όπου ένα στοιχείο αποκλειστικών αρμοδιοτήτων θα ασκείται. Τότε πρόκειται για μερική σε έκταση και λειτουργικότητα ΑΟΖ».

Πρακτική

Όμως, υπογραμμίζει ότι «υπάρχει η κρατική πρακτική πέρα από τη Σύμβαση Δικαίου Θάλασσας τα κράτη να θεσπίζουν μερικότερες ζώνες, αντί να ορίζουν Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη σε μία περιοχή, ορίζουν μια ζώνη για συγκεκριμένες δραστηριότητες για τις οποίες ασκούνται ανάλογες αρμοδιότητες οι οποίες αντιστοιχούν σε ζώνες ΑΟΖ αλλά επιλέγονται μεμονωμένα και είναι δυνατόν να ασκούνται και μονομερώς. Όμως οι αρμοδιότητες αυτές είναι συγκεκριμένες αλλά είναι και αποκλειστικές. Συνήθως επιλέγονται αντί ΑΟΖ για την οποία απαιτείται συμφωνία οριοθέτησης εφόσον υπάρχει διεκδίκηση του αντικείμενου ή παρακείμενου κράτους. Εφόσον η μερική αυτή ζώνη δεν αφορά σε περιοχή όπου μπορεί να διεκδικείται από άλλο κράτος και εφόσον δεν διαμαρτυρηθεί για το λόγο αυτό θα μπορούσε να δικαιολογηθεί».

Ο Π. Λιάκουρας σημειώνει ότι «τα πάρκα στο Αιγαίο εντοπίζονται στη νησιωτική αλυσίδα από τη Μήλο μέχρι τη Νίσυρο. Η Τουρκία εντός αυτής της περιοχής στο παρελθόν έχει εκδηλώσει διεκδικήσεις κυριαρχικών δικαιωμάτων παρότι παρεμβάλλεται το σύμπλεγμα της Δωδεκανήσου ως αποκοπή στην επήρεια των ακτών της. Προς το παρόν η Τουρκία έχει αντιδράσει για τις βραχονησίδες που περιβάλλουν την περιοχή του προβλεπόμενου πάρκου. Θεώρησε ότι έπρεπε να διαμαρτυρηθεί όπως συνηθίζει για τους τύπους. Είναι η τακτική της, για ό,τι εφάπτεται βραχονησίδων, την κυριαρχία των οποίων αμφισβητεί, αντιδρά».

Περιορισμένη αντίδραση

Σύμφωνα με τον καθηγητή η αντίδραση της Τουρκίας περιορίστηκε σε μία «τυπική διαμαρτυρία, στη λογική της περί «γκρίζων ζωνών». Για τον Π. Λιάκουρα η διαμαρτυρία για τα θαλάσσια πάρκα ήταν περισσότερο «μία διαμαρτυρία προερχόμενη από τη γραφειοκρατία της Τουρκίας». Κάτι δηλαδή «το οποίο θέλει να το αναφέρει κάθε φορά που εμπλέκονται βραχονησίδες και πολύ λιγότερο εν προκειμένω που να αφορά σε πάρκα. Η Ελλάδα αντέκρουσε τη διαμαρτυρία επικαλούμενη ότι ασκεί τα κυριαρχικά δικαιώματά της και εκεί έληξε».

Για το διάλογο

Στο ερώτημα εάν Ελλάδα και Τουρκία επιθυμούν να κάνουν το βήμα προς την αναζήτηση λύσεων στη διαφορά τους και να συζητήσουν για ενδεχόμενες συμβιβαστικές λύσεις, ο Π. Λιάκουρας εκτιμά πως οι δύο πλευρές «προς το παρόν αυτό που επιδιώκουν είναι η διατήρηση όσο το δυνατόν του ήρεμου κλίματος με την προώθηση της ατζέντας χαμηλής πολιτικής. Είναι μια καλή ευκαιρία τώρα που θα ενισχύσει πολύ περισσότερο τα ζητήματα θετικής ατζέντας. Αυτό το οποίο θα συμβεί θα είναι να έχουμε έτσι μια μεγαλύτερη προετοιμασία, ίσως για το πώς θα πάμε στα μεγάλα θέματα».

Η χαμηλή πολιτική

Όπως λέει: «Η χαμηλή πολιτική δίνει περισσότερο προσδόκιμο ζωής στην διατήρηση της καλής σχέσης λόγω και της θεματικής. Οι  περιπτώσεις μικρών ή μεγάλων κρίσεων, διαστάσεων ή αδυναμίας συμφωνίας είναι προφανώς λιγότερες στην χαμηλή πολιτική για να προκληθεί αδιέξοδο και οπισθοδρόμηση στη σχέση. Αντίθετα στην υψηλή πολιτική απαιτείται περισσότερο συνεργασία για την λύση του κοινού προβλήματος, είναι μια άσκηση συνεργασίας και όχι αντιπαράθεσης, εάν δεν αποδώσει η διπλωματία ούτε η πρόθεση για επίλυση, και η διάσταση παραμένει, τότε η πιθανότητα ναυαγίου είναι περισσότερο από προφανής. Εάν μάλιστα υπάρξει ναυάγιο και ανταλλαγή δηλώσεων περί ευθύνης του ναυαγίου, όπως συμβαίνει, τότε πολύ δύσκολα μπορεί να υπάρξει επιστροφή στην καλή σχέση. Θα παραδώσει τη σκυτάλη στην αναμόχλευση της αντιπαράθεσης.

Αυτό είναι ένα παράδειγμα προς εξέταση στην παρούσα φάση των ελληνοτουρκικών. Γιατί πλανάται το ερώτημα, γιατί τόση χαμηλή πολιτική, πότε θα ξεκινήσει εντατικά ο πολιτικός διάλογος στα καυτά θέματα. Η χαμηλή πολιτική διατηρεί ζωντανή τη σχέση και προάγει το καλό κλίμα. Χρειάζεται οι δύο πλευρές να συνεργαστούν, όχι να αντιπαρατεθούν, για την διευθέτηση της οριοθέτησης που θα είναι το κύριο θέμα της τεχνικής διαπραγμάτευσης. Πολύ περισσότερο χρειάζεται να γίνει η προετοιμασία αυτή στο στάδιο του πολιτικού διαλόγου που θα έχει το δύσκολο καθήκον να οργανώσει τη διαπραγμάτευση όχι μόνο την ουσία της, δηλαδή ποιες αρχές θα τη διέπουν ως προς το αντικείμενο της, αλλά και την διαδικασία της, που είναι ομοίως μείζον, αφού από αυτήν εξαρτάται η πορεία της διαπραγμάτευσης και η πολιτική για τα αδιέξοδα, δηλαδή εάν δεν συμφωνηθεί η οριοθέτηση, τότε μήπως πρέπει να έχει αποφασιστεί από τα πριν η επιλογή να παραπεμφθεί η διευθέτηση της διαφοράς ως προς την οριοθέτηση (εφόσον για το θέμα αυτό μιλάμε) στη διεθνή δικαιοσύνη; αυτές είναι σωστές στρατηγικές. Όχι πρώτα διακηρύξεις αλλά στο κλείσιμο μια επιτυχημένης και βιώσιμης συμφωνίας ή δικαστικής διευθέτησης αμοιβαίου οφέλους».

Οι προθέσεις της Τουρκίας

Ως προς τις προθέσεις της Άγκυρας, ο Π. Λιάκουρας σημειώνει τη δήλωση Ερντογάν, πως δεν υπάρχει ζήτημα που δεν μπορεί να λυθεί μέσω των διαπραγματεύσεων και της διπλωματίας και σημειώνει ότι πρέπει να υπάρξει «μία ανάλογη δήλωση και με τον τρόπο που το βλέπει η Ελλάδα από την πλευρά του πρωθυπουργού Κ. Μητσοτάκη, ώστε να μπορέσει να διατυπωθεί αυτού του είδους η βούληση. Και η βούληση που πρέπει να διατυπωθεί είναι ότι η Ελλάδα πάντοτε τις διαφορές που έχει και ειδικά στις θαλάσσιες ζώνες, δεν θα επιχειρήσει να τις προσεγγίσει με μονομερείς ενέργειες, αλλά θα τις διευθετήσει διμερώς με τα κράτη με τα οποία οι ακτές τους είναι αντικείμενες ή παρακείμενες. Ομοίως να δηλωθεί ότι κανένα κράτος γειτονικό δεν μπορεί να εξαιρεθεί ούτε παρακαμφθεί από την οριοθέτηση, εφόσον οι προβολές των ακτών επικαλύπτονται, εννοώντας προφανώς την Τουρκία.»

ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδα

Όσον αφορά ειδικότερα την οριοθέτηση θαλασσίων ζωνών με την Τουρκία ο Π. Λιάκουρας επισημαίνει ότι «έχουμε δύο θάλασσες, την Αν. Μεσόγειο και το Αιγαίο. Στο Αιγαίο θα έρθει η ώρα της οριοθέτησης του, αλλά πρέπει να γίνει κατανοητό ότι πρόκειται για μια δύσκολη άσκηση. Λύση σαφέστατα μπορεί να βρεθεί, όχι τόσο μέσω διαπραγματεύσεων, διότι ανήκουμε σε διαμετρικά αντίθετες προσεγγίσεις για τη μέθοδο. Γι’ αυτό η προσφυγή στη διεθνή δικαιοσύνη πρέπει ή να επιλεχθεί εξαρχής με τη σύναψη μιας ειδικής συμφωνίας (συνυποσχετικό), ή να ακολουθήσει εάν δεν ευοδώσει η προσπάθεια μέσω της διαπραγμάτευσης. Καλό είναι σε κάθε περίπτωση να δοθεί η δυνατότητα πρώτα στα δύο κράτη να ξεκινήσουν με τη διαπραγμάτευση για οριοθέτηση και εάν συμφωνία δεν επιτευχθεί να συνεχίσουν προκειμένου να καταλήξουν σε διευθέτηση, αλλάζοντας το περιεχόμενο με στόχο τη σύναψη συνυποσχετικού.

Το Αιγαίο

Ανέφερα ότι είναι δύσκολη η οριοθέτηση στο Αιγαίο. Πράγματι. Όμως το ΔΔΧ εάν αναλάβει μέσω συνυποσχετικού την αρμοδιότητα, θα απαντήσει στο ερώτημα που θα του τεθεί και θα μελετήσει τα υπομνήματα και τα επιχειρήματα των διαδίκων κρατών γύρω από το εφαρμοστέο δίκαιο για την οριοθέτηση. Το δίκαιο συνίσταται κατά κύριο λόγο στο νομολογιακό κεκτημένο που έχει επεξεργαστεί το Δικαστήριο μέσα από εξέταση σχεδόν σαράντα υποθέσεων και θα προχωρήσει στην οριοθέτηση των τριών σταδίων, ως μέθοδο που ακολουθεί με συνέπεια. Αφού θα έχει προσδιορίσει στο προκριματικό στάδιο τις σχετικές ακτές, οι προβολές των οποίων παράγουν επικαλυπτόμενες διεκδικήσεις, θα αποδώσει κατά πρώτον την αναλογία των ακτών σε ποσοστά περιοχών υφαλοκρηπίδας που θα αντιστοιχεί στο κάθε κράτος και παράλληλα θα καθορίσει τη σχετική περιοχή, όπου επικαλύπτεται η υφαλοκρηπίδα και των δύο και είναι το αντικείμενο της οριοθέτησης. Η προσωρινή μέση γραμμή είναι το ζητούμενο, ως πρώτο στάδιο, εάν σχετικοί παράγοντες που ληφθούν υπόψη την μετακινήσουν και την προσαρμόσουν, θα έχει αποδοθεί σε δεύτερο στάδιο τι αντιστοιχεί στο κάθε ένα με βάση τη γραμμή οριοθέτησης ως υφαλοκρηπίδα, και τέλος σε τρίτο και τελικό στάδιο θα γίνει μια επαλήθευση να εξακριβωθεί εάν το αποτέλεσμα της οριοθέτησης δεν είναι σημαντικά δυσανάλογο».

Η Ανατολική Μεσόγειος

Αναφερόμενος στην οριοθέτηση στην Αν. Μεσόγειο αναφέρει ότι «είναι μια εύκολη υπόθεση. Ωστόσο έχει γίνει πάρα πολύ δύσκολη από τη στιγμή που η Τουρκία επιχείρησε με την κυβέρνηση Σάραζ της Τρίπολης, το τετελεσμένο του τουρκολιβυκού μνημονίου, το οποίο είναι πολύ μεγάλο αγκάθι. Και αυτή τη στιγμή έχουμε στην Αν. Μεσόγειο δύο επικαλυπτόμενες οριοθετήσεις, μία είναι η νόμιμη οριοθέτηση Ελλάδας – Αιγύπτου και η άλλη είναι η παράνομη τουρκολιβυκή».

Ο καθηγητής υπογραμμίζει ότι «τόσο για το Αιγαίο όσο και για την Αν. Μεσόγειο η λύση είναι μία και αυτή – με δεδομένο ότι οι δύο χώρες έχουν διαμετρικά αντίθετες θέσεις – είναι σκόπιμο να προέλθει από το Διεθνές Δικαστήριο, το οποίο έχει πολύ μεγάλη εμπειρία για τέτοιες υποθέσεις. Διότι τα νησιά, είναι το αντικείμενο ειδικότερης εξέτασης και μεταχείρισης από το Δικαστήριο».

Τα νησιά

Σημειώνει δε ότι το «Διεθνές Δικαστήριο έχει οριστικά απορρίψει την ιδέα της ενθυλάκωσης των νησιών, προκειμένου να επιτευχθεί μια δίκαιη (equitable) οριοθέτηση. Άρα τα νησιά θα ληφθούν υπόψη στην οριοθέτηση και βεβαίως θα μετρηθεί και θα υπολογιστεί πολύ σοβαρά με βάση τη νομολογία η επήρεια τους σε σύγκριση με την έκταση των ακτών της αντικείμενης Τουρκίας. Η όποια επήρεια τους θα είναι αρκετή ώστε να μην χάνεται η αλληλουχία των νησιών με την ηπειρωτική Ελλάδα. Αυτά όσον αφορά στην περίπτωση του Αιγαίου. Όσον αφορά στην περίπτωση της της Αν. Μεσογείου, εκεί, εφόσον υπάρχει η σύμφωνη γνώμη και της Τουρκίας αλλά και της Αιγύπτου και της Λιβύης, η λύση θα μπορούσε να δοθεί από το Διεθνές Δικαστήριο. Και  όλες αυτές οι οριοθετήσεις να ξεκινήσουν εξαρχής, de novo. Εκεί, πράγματι, το δικαστήριο θα μπορούσε να κάνει μια σοβαρή οριοθέτηση και να αποκατασταθεί για τα κράτη της περιοχής αυτό που λέμε διεθνής δημόσια τάξη των θαλασσών».

Πηγή: In.gr

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Επικαιρότητα