Σύμφωνα με τις  προβλέψεις για τον ρυθμό μεγέθυνσης του ΑΕΠ από το υπουργείο Οικονομικών, το ονομαστικό ΑΕΠ θα επανέλθει στο επίπεδο του 2009, στα 232  δισ. ευρώ, δεκαπέντε χρόνια μετά την πτώχευση της χώρας και την εφαρμογή τριών μνημονίων. Η συμβολή του πληθωρισμού είναι σημαντικότατη στην ονομαστική μεγέθυνση του ΑΕΠ: Ο αποπληθωριστής του ΑΕΠ ήταν στο 5,3%, το 2023, έναντι του 2,3% το 2009.

Η επαναφορά του ύψους του ΑΕΠ στην προμνημονιακή εποχή, όπως έχουμε πολλάκις υπογραμμίσει, δεν συνοδεύτηκε από τις αλλαγές στο παραγωγικό υπόδειγμα που είχαν προβλεφθεί στα μνημονιακά προγράμματα, παρά τα οδυνηρά μέτρα που πάρθηκαν εις βάρος των Ελλήνων πολιτών (εργαζομένων και συνταξιούχων).  Ας δούμε πως εξελίχθηκε η κατάσταση για ορισμένους από τους ποσοτικούς  στόχους που είχαν τεθεί. Δεν θα αναφερθούμε στα ποιοτικά στοιχεία αυτών των εξελίξεων που όμως αποτελούν την πεμπτουσία των επιχειρούμενων αλλαγών:

1.Η αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου, είχε ως πρωταρχικό στόχο τη μείωση της εξάρτησης της ελληνικής οικονομίας από την κατανάλωση με αντίστοιχη υποκατάσταση της συμμετοχής στο ΑΕΠ από τις επενδύσεις και τις εξαγωγές. Κάτι τέτοιο δεν προκύπτει: η συνολική καταναλωτική δαπάνη (δημόσια και ιδιωτική) την τελευταία τετραετία κατά μέσο όρο κυμαίνεται στο 88,5%  και παραμένει περίπου στα ίδια επίπεδα του 2009 : 90,5%. Μάλιστα αυτό που έχει τη μεγαλύτερη σημασία είναι το γεγονός ότι η ιδιωτική δαπάνη ολόκληρη την περίοδο 2010-2023 βρίσκεται περίπου στο 70,0% του ΑΕΠ, χωρίς να παρουσιάζει καμία απόκλιση από τα έτη 2008 και 2009.  Όλες οι εξαγγελίες αποδείχθηκαν κενές περιεχομένου.

2. Ο ακαθάριστος σχηματισμός παγίου κεφαλαίου θα φτάσει το 2023 στα 32,4 δις ευρώ ενώ για το 2024 η πρόβλεψη  είναι ότι θα αυξηθεί  κοντά στα 37 δισ. ευρώ. Είναι μια πρόβλεψη που θα στηριχτεί στην εκταμίευση των πόρων από  το Ταμείο Ανάκαμψης (σύμφωνα με το ΠΣΚΠ το ύψος των πόρων ανέρχεται σε 3,6 δις ευρώ). Αναλογικά με το ΑΕΠ, όμως, η αύξηση του μεριδίου των επενδύσεων είναι αργή. Από το 13,7%, που ήταν το κλείσιμο του 2022, αναμένεται να αυξηθεί στο 14,45% το 2023 και στο 15,7% το 2024, εφόσον βέβαια επιβεβαιωθούν οι σχετικές επιδόσεις. Ο στόχος είναι η αναλογία να φτάσει και πάλι στο 20%, περίπου στο μέσο όρο της ΕΕ. Όμως αυτή η αναλογία  υπήρχε στην ελληνική οικονομία το 2009 (21,0% ο ΑΣΠΚ προς το ΑΕΠ). Ποιο είναι επομένως το ζητούμενο που έθεταν τα μνημόνια; Απλά να επανέλθει ο ΑΣΠΚ (επενδύσεις) στο μέσο όρο της ΕΕ (20-21%) εις βάρος της κατανάλωσης!!! Κάτι το οποίο δεν επιβεβαιώνεται. Το αποτέλεσμα είναι αυτή η αύξηση των επενδύσεων με σταθερό το ύψος της καταναλωτικής δαπάνης  να πραγματοποιείται εις βάρος του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών ακριβώς όπως και το 2009.

3. Το 2009 το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών ήταν -11,2% . Το 2022 αντίστοιχα το έλλειμμα ήταν -9,7%!!!  Το 2023 βρίσκεται στο 6,3%. Παρά την διαλαλούμενη με κάθε τρόπο αύξηση των εξαγωγών αγαθών και υπηρεσιών,  οι εισαγωγές εξακολουθούν να είναι υψηλότερες δίνοντας το τελικό αποτέλεσμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών. Συγκεκριμένα : Οι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών αναμένεται ότι θα αυξηθούν περίπου στα 104 δισ. ευρώ από 101,4 δισ. ευρώ το 2022 για να αυξηθούν εκ νέου στα 110 δισ. ευρώ ή στο 47% του ΑΕΠ για το 2024 [1]. Στην πρόβλεψη ενσωματώνεται και η εκτίμηση για περαιτέρω άνοδο των εσόδων από τον τουρισμό κατά τουλάχιστον 1 δισ. ευρώ μέσα στο 2024. Όσον αφορά τις εισαγωγές, η εκτίμηση ότι το ποσοστό αύξησης θα είναι μικρότερο σε σχέση με το αντίστοιχο των εξαγωγών φέρνει το απόλυτο ποσό περίπου στα 129 δισ. ευρώ για το 2024, από 124 δισ. ευρώ το 2023, και την αναλογία στο ΑΕΠ στο 55%. Σημειώνεται ότι κλάδοι που ενίσχυσαν την εξαγωγική τους επίδοση κατέγραψαν ταυτόχρονα και σημαντική άνοδο της εισαγωγικής διείσδυσης των σχετικών προϊόντων, όπως αυτοί των καυσίμων, των φαρμακευτικών, των χημικών και της κλωστοϋφαντουργίας, γεγονός που συνδέεται σε μεγάλο βαθμό με την αύξηση των εισαγωγών ενδιάμεσων αγαθών που χρησιμοποιούν οι επιχειρήσεις στην παραγωγή του τελικού τους προϊόντος.

4. Συνεπώς, προκύπτουν δύο συμπεράσματα : α) η «επιτυχία» αύξησης των εξαγωγών στο 47,0% του ΑΕΠ δεν σημαίνει απολύτως τίποτε διότι δεν λαμβάνεται υπόψη το άλλο σκέλος των διεθνών συναλλαγών που είναι οι εισαγωγές στο 55,0% του ΑΕΠ. Και β) η αύξηση του ΑΣΠΚ εξακολουθεί να πραγματοποιείται εις βάρος του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών αυξάνοντας το έλλειμμα του. Εδώ θα πρέπει να επισημάνουμε φευγαλέα και τα ποιοτικά χαρακτηριστικά της αύξησης του ΑΣΠΚ, τα οποία στην μεγάλη τους πλειοψηφία κατευθύνονται εκ νέου στην οικοδομή, στο τουρισμό και στις συναφείς δραστηριότητες. Γράφω εκ νέου διότι η μεγάλη μείωση του ΑΣΠΚ την περίοδο των μνημονίων συντελέστηκε σε αυτούς τους ίδιους κλάδους της οικονομικής δραστηριότητας.

5. Το τεχνολογικό περιεχόμενο της ελληνικής παραγωγής. Η ελληνική οικονομία υστερεί σοβαρά στη διάρθρωση των προϊόντων και υπηρεσιών όπου συγκεντρώνεται η παραγωγική της βάση. Σε σύγκριση με χώρες όπως η Πορτογαλία ή η Ισπανία, για να μην αναφερθώ στην Ιρλανδία, επικεντρώνει την εξειδίκευσή της σε προϊόντα και υπηρεσίες που παράγονται κυρίως με εργασία μέσης ή χαμηλής ειδίκευσης. Αυτό σημαίνει, ότι ανταγωνίζεται προϊόντα και χώρες με αντίστοιχα χαρακτηριστικά παραγωγής, με αποτέλεσμα να υφίσταται μια σημαντική ανασταλτική επίδραση στην αναπτυξιακή της διαδικασία.

6. Η συστηματική ανάλυση των εξελίξεων στην απασχόληση δεν γεννά αισιοδοξία. Η μεγάλη πλειονότητα των θέσεων εργασίας που δημιουργούνται δεν έχουν χαρακτηριστικά που μας επιτρέπουν να αισιοδοξούμε. Η μεγάλη πλειονότητα των θέσεων εργασίας δημιουργούνται σε κλάδους και επαγγέλματα χαμηλής προστιθέμενης αξίας, που απαιτούν μεσαία και χαμηλά εκπαιδευτικά προσόντα και δεξιότητες, όταν είναι γενικά αποδεκτό ότι η χώρα, για να βγει με ασφάλεια από την κρίση, χρειάζεται να δημιουργηθούν θέσεις εργασίας υψηλής προστιθέμενης αξίας, με υψηλά εκπαιδευτικά προσόντα και δεξιότητες. Με άλλα λόγια, να δημιουργηθούν διαφορετικές θέσεις εργασίας από αυτές που δημιουργούνται.

7. Οι «καλές» θέσεις εργασίας όχι μόνο συμβάλλουν, μέσω των υψηλότερων αποδοχών τους, στην ενίσχυση της ζήτησης αγαθών και υπηρεσιών και στη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας, ενισχύοντας τον ενάρετο κύκλο της οικονομίας, αλλά και γιατί απαιτούν υψηλά εκπαιδευτικά προσόντα και δεξιότητες, έχουν συνήθως υψηλότερη παραγωγικότητα, συνδέονται στενότερα με την ενσωμάτωση νέων τεχνολογιών, ευνοούν τις καινοτομίες και την περαιτέρω βελτίωση των δεξιοτήτων, επιδρώντας σημαντικά στην αύξηση της παραγωγικότητας και της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας

8. To 1/3 περίπου των εξαγωγών αποτελείται από προϊόντα πετρελαίου των οποίων η προστιθέμενη αξία είναι ελάχιστη, μετριέται στα δάχτυλα της μιας χειρός

Το 1/5 αποτελείται από τρόφιμα, ποτά και καπνό.

Τράπεζα της Ελλάδος , ‘Έκθεση του Διοικητή για το 2023

Τράπεζα της Ελλάδος , ‘Έκθεση του Διοικητή για το 2023

Το 47% των  εισαγόμενων προϊόντων χρησιμοποιούνται για την παραγωγή προϊόντων. Το 28,0% αποτελείται από διαρκή και μη διαρκή καταναλωτικά προϊόντα.

[1] Διακινείται μια περίεργη άποψη από τον Υπουργό Οικονομικών ότι το παραγωγικό υπόδειγμα της χώρας, μεταβάλλεται με το επιχείρημα της αύξησης των εξαγωγών (αγαθών και υπηρεσιών) στο 47,0%!!!! Ράβδος εν τη γωνία άρα βρέχει!!!

Ο Κώστας Μελάς διδάσκει Οικονομικά στο Πάντειο Πανεπιστήμιο

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Experts
Γήρανση και φτωχοποίηση: Ενα δίδυμο αδιέξοδο
Experts |

Γήρανση και φτωχοποίηση: Ενα δίδυμο αδιέξοδο

Η αποφυγή ενός διαρθρωτικού και αυξανόμενου δημόσιου ελλείμματος με τάσεις φτωχοποίησης του οικονομικού σχηματισμού και του πληθυσμού, προϋποθέτει την αύξηση του εργατικού δυναμικού με ρυθμό ταχύτερο απ΄αυτόν του συνολικού πληθυσμού