Το Ταμείο Ανάκαμψης και το πλήθος των προβλεπόμενων επιχορηγήσεων και των χαμηλότοκων πιστώσεων προεβλήθη ως μάννα εξ ουρανού στις μεταπανδημικές οικονομικές συνθήκες σε όλη την Ευρώπη και ειδικότερα στη χώρα μας. Μέσω των δανείων μάλιστα τα δεσμευμένα ποσά ύψους σχεδόν 18 δισ. ευρώ μετά την τελευταία επαύξηση των χρηματοδοτικών πόρων κατά 5 δισ. ευρώ επέτρεπαν εκτιμήσεις που ανέβαζαν σε περίπου 36 με 40 δισ. ευρώ τα προς χρηματοδότηση επενδυτικά σχέδια του ιδιωτικού τομέα.

Δεν είναι τυχαίο ότι οι ιδιωτικές επιχειρήσεις και δη οι μεγαλύτερες αυτών ενθαρρυνόμενες από τα πιστωτικά ιδρύματα έσπευσαν να παρουσιάσουν στις διαμεσολαβούσες τέσσερις συστημικές τράπεζες πλήθος σχεδίων και να λάβουν τις σχετικές προεγκρίσεις, οι οποίες οδηγούσαν σε ανάρτηση αυτών στη σχετική πλατφόρμα του αρμόδιου υπουργείου Οικονομικών. Ηδη, βάσει των τελευταίων στοιχείων, έχουν αναρτηθεί προς χρηματοδότηση περισσότερα από 800 τέτοια επενδυτικά σχέδια, συνολικού προϋπολογισμού ύψους 26,5 δισ. ευρώ.

Δημόσιες επενδύσεις: Το σχέδιο με τις βαθιές αλλαγές – Τα σημεία «κλειδιά»

Λιμνάζουν πόροι

Ωστόσο παρά τη σημαντική ανταπόκριση ιδιαιτέρως από τις μεγαλύτερες των επιχειρήσεων διαπιστώνεται σοβαρή καθυστέρηση ως προς τις οριστικές εγκρίσεις και κατά συνέπεια βεβαίως στις εκταμιεύσεις. Με αποτέλεσμα να λιμνάζουν αδιάθετοι σημαντικοί χρηματοδοτικοί πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης στην Τράπεζα της Ελλάδος. Τον περασμένο Δεκέμβριο σχεδόν 7 δισ. ευρώ παρέμειναν αδρανή στα ταμεία του κ. Στουρνάρα και πλέον σύμφωνα με πηγές της Τράπεζας της Ελλάδος έχουν περιοριστεί σε περίπου 4 δισ. ευρώ.

Ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος επιβεβαίωσε στο «Βήμα της Κυριακής» το πρόβλημα της αναντιστοιχίας μεταξύ προεγκρίσεων, οριστικών εγκρίσεων, εκταμιεύσεων και έναρξης των χρηματοδοτούμενων από το Ταμείο Ανάκαμψης ιδιωτικών επενδύσεων. Σε αυτή ακριβώς την αναντιστοιχία αποδίδεται σε μεγάλο βαθμό και η συγκράτηση του ρυθμού ανάπτυξης στο 2% το 2023, παρότι οι σχετικές προγνώσεις μιλούσαν για 2,4%.

Οι διαπιστωμένες δυσλειτουργίες του όλου μηχανισμού των χρηματοδοτήσεων του Ταμείου Ανάκαμψης έχουν να κάνουν με πλήθος παραγόντων, που σχετίζονται τόσο με τις αναμονές των ιδιωτικών επιχειρήσεων για την πτώση των επιτοκίων όσο και με τη δυσανεξία των τραπεζών στην ανάληψη ρίσκου ως προς τη δική τους συμμετοχή στη χρηματοδότηση των επενδυτικών σχεδίων. Ως γνωστόν, το Ταμείο Ανάκαμψης καλύπτει το 50% των χρηματοδοτικών επενδυτικών πόρων με ευνοϊκά επιτόκια από 0,35% έως 0,65%. Το υπόλοιπο 30% απαιτεί τραπεζική χρηματοδότηση με τρέχοντα συμβατικά επιτόκια και το 20% από ίδια συμμετοχή των επιχειρήσεων με δικά τους κεφάλαια.

Αναμένουν

Η αλήθεια είναι ότι κάποιες εκ των επιχειρήσεων που έχουν λάβει τη σχετική έγκριση χρηματοδότησης των επενδύσεών τους από το Ταμείο Ανάπτυξης προτιμούν να αναμένουν τις αποφάσεις της κυρίας Κριστίν Λαγκάρντ για τα επιτόκια προκειμένου να περιορίσουν το κόστος συμβατικού δανεισμού. Πολύ περισσότερο όταν πανθομολογείται ότι από τον προσεχή Ιούνιο και μέχρι το τέλος του 2024 η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θα μειώσει, σύμφωνα με τον κ. Στουρνάρα, τρεις φορές τα βασικά της επιτόκια, δηλαδή κατά 0,75 της ποσοστιαίας μονάδας μέχρι τον προσεχή Δεκέμβριο.

Παρά ταύτα η κύρια πηγή καθυστέρησης των οριστικών εγκρίσεων και των εκταμιεύσεων σχετίζεται με τη δυστοκία και τη δυσανεξία των συστημικών τραπεζών.

Τα πιστωτικά ιδρύματα, μετά τις πολύ κακές χρηματοδοτικές εμπειρίες της προηγούμενης μεγάλης χρηματοπιστωτικής κρίσης, έχουν γίνει και με ευθύνη του SSM, του ευρωπαίου επόπτη, πολύ επιφυλακτικές στην έγκριση νέων δανείων και διεκδικούν ολοένα και περισσότερες εξασφαλίσεις, κυρίως εμπράγματες εγγυήσεις από τις επιχειρήσεις, τις οποίες πολλές δεν δύνανται να προσφέρουν.

Ιδιαιτέρως οι νεότερες τεχνολογικές και άλλες που συνδέονται με τον διεκδικούμενο και από το Ταμείο Ανάκαμψης ψηφιακό και ενεργειακό μετασχηματισμό που κατά βάση έχουν επενδύσει σε ανθρώπινο κεφάλαιο, κοινώς σε μυαλά, δεν διαθέτουν τόσα οικόπεδα και ακίνητα προκειμένου να προσφέρουν τις εγγυήσεις που διεκδικούν οι τράπεζες. Με αποτέλεσμα να εμφανίζεται το ανωτέρω περιγραφέν πρόβλημα της αναντιστοιχίας μεταξύ προεγκρίσεων και εκταμιεύσεων.

Τα μικρά σχήματα

Είναι αυτή συστημικού τύπου αδυναμία των ευρωπαϊκών τραπεζών και δη των ελληνικών που δεν είναι σε θέση να αποτιμήσουν σωστά, με βάση τις επενδύσεις σε ανθρώπινο κεφάλαιο, κυρίως τις νεανικές νεοφυείς επιχειρήσεις και επιμένουν να διεκδικούν από αυτές εμπράγματες εξασφαλίσεις που συνήθως δεν διαθέτουν. Αλλά δεν είναι η μόνη αδυναμία των εμπορικών τραπεζών.

Το γεγονός ότι έχουν ψηφιοποιηθεί σε μεγάλο βαθμό τις έχει απομακρύνει σε μεγάλο βαθμό από τη δρώσα μικρή και μεσαία επιχειρηματικότητα, ιδιαιτέρως αυτή που ασκείται στην περιφέρεια της χώρας. Οπως βεβαιώνουν οι περισσότερες των συμβουλευτικών εταιρειών, τα πιστωτικά ιδρύματα δεν γνωρίζουν το πλήθος των εξωστρεφών επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στη Θεσσαλία, στην Ηπειρο, στη Δυτική, στην Κεντρική, στην Ανατολική Μακεδονία και στη Θράκη.

Οπως και δεν δίδουν τη δέουσα προσοχή σε μικρότερα επιχειρηματικά σχήματα. Το πρόβλημα προσέγγισης των μικρότερων επιχειρήσεων από τα πιστωτικά ιδρύματα είναι εντοπισμένο και από τον διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννη Στουρνάρα, ο οποίος δεν κρύβει ότι σκοπεύει να ευνοήσει τη δημιουργία ενός οικοσυστήματος μικρότερων και πιο ευέλικτων πιστωτικών ιδρυμάτων στην περιφέρεια προκειμένου να καλύψει το εμφανιζόμενο χρηματοδοτικό κενό.

Προσφάτως εκθείαζε τον ρόλο των υγιέστερων συνεταιριστικών τραπεζών, ιδιαιτέρως στη Θεσσαλία, όπου συνέβαλαν τα μέγιστα στην ομαλοποίηση των χρηματοδοτικών συνθηκών μετά τη φυσική καταστροφή της καταιγίδας «Ντάνιελ» που βύθισε την παραγωγή στον θεσσαλικό κάμπο.

Ζητείται ευελιξία

Οπως και να έχει, οι δυσλειτουργίες του Ταμείου Ανάκαμψης περισσεύουν και η Τράπεζα της Ελλάδος δείχνει διατεθειμένη να παρέμβει, διεκδικώντας περισσότερη ευελιξία από τις συστημικές τράπεζες, καλύτερη και αναλογικότερη διάχυση των πιστώσεων του Ταμείου Ανάκαμψης προς τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις. Ακούει, είναι αλήθεια, τις δικαιολογίες των τραπεζών για περιορισμένη ζήτηση πιστώσεων και λογιστικού τύπου ελλείμματα που χαρακτηρίζουν πολλές από τις μικρότερες των επιχειρήσεων και προσθέτουν δυσκολίες στη χρηματοδότησή τους, αλλά δεν πιστεύουν ότι ανάμεσα στις 800.000 μικρές επιχειρήσεις δεν υπάρχουν έστω 40.000 ικανές προς χρηματοδότηση και ενίσχυση.

Στη βάση των παραπάνω η Τράπεζα της Ελλάδος είναι έτοιμη να υιοθετήσει προτάσεις που θέλουν καθεμία από τις τέσσερις συστημικές τράπεζες να υποχρεωθεί να εντάξει τουλάχιστον 10.000 μικρές επιχειρήσεις στους χρηματοδοτικούς μηχανισμούς του Ταμείου Ανάκαμψης και να προσφέρει σε αυτές ευκαιρίες ενεργειακού και ψηφιακού εκσυγχρονισμού που θα τις καταστήσουν ανταγωνιστικότερες και ικανές να επιτύχουν άλματα παραγωγής και μεγέθυνσης που έχει ανάγκη ο τόπος και η οικονομία μας.

Πηγή: ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ ΤΟ ΒΗΜΑ

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Οικονομία