Στην πολυ-αναμενόμενη μείωση επιτοκίων αναμένεται να προχωρήσει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, μετά από 14 μήνες που τα επιτόκια αυξήθηκαν 10 φορές σε επίπεδα – ρεκόρ και άλλους 9 μήνες που παρέμειναν αμετάβλητα στα επίπεδα αυτά.

Την ερχόμενη Πέμπτη, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αναμένεται να μειώσει τα βασικό επιτόκιο καταθέσεων στο 3,75% από 4% και το βασικό επιτόκιο αναχρηματοδότησης στο 4,25% από 4,5%, σηματοδοτώντας την έναρξη του καθοδικού κύκλου τους.

ΕΚΤ: Προς μείωση των επιτοκίων τον Ιούνιο – Η διαμάχη για το επόμενο βήμα

Η μείωση του επιτοκίου αναχρηματοδότησης θα είναι η πρώτη μετά από σχεδόν μία 10ετία και συγκεκριμένα από τον Σεπτέμβριο του 2014. Τότε, το συγκεκριμένο επιτόκιο διαμορφώθηκε στο -0,20% από -0,10%, σε μία χρονιά που η ΕΚΤ εισήλθε στην περίοδο των αρνητικών επιτοκίων και λίγο μετά στην ποσοτική χαλάρωση για να αποφύγει το ενδεχόμενο αντιπληθωρισμού στην Ευρωζώνη. Η περίοδος αυτή είναι, βέβαια, πολύ μακρινή και πιθανότατα δεν θα επαναληφθεί στο ορατό μέλλον.

Η πορεία του πληθωρισμού

Αυτό που μάλλον θα δούμε είναι τα επιτόκια της ΕΚΤ να μειώνονται σταδιακά έως και το δεύτερο εξάμηνο 2025, σε ένα επίπεδο της τάξης του 2% – 2,5%, σύμφωνα με δηλώσεις στελεχών της ΕΚΤ και τις εκτιμήσεις οικονομολόγων.

Η ταχύτητα και το μέγεθος της μείωσής τους θα εξαρτηθεί κυρίως από την πορεία που ο πληθωρισμός θα υποχωρήσει στο 2% που είναι ο στόχος της ΕΚΤ και δευτερευόντως από τη γενικότερη πορεία της οικονομίας, δηλαδή την ταχύτητα ανάκαμψης.

Το γεγονός ότι υπάρχουν ακόμη κάποιες αμφιβολίες για την ταχύτητα μείωσης του πληθωρισμού – ο οποίος τον Μάΐο αυξήθηκε περισσότερο από το αναμενόμενο, στο 2,6%- έχει «ψαλιδίσει» τις προσδοκίες που υπήρχαν στην αρχή του έτους για ταχύτερη μείωση των επιτοκίων.

Στελέχη της ΕΚΤ με σημαντική επιρροή, όπως η Ίζαμπελ Σνάμπελ, μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής που είναι αρμόδια για τις εισηγήσεις των αποφάσεων νομισματικής πολιτικής και ο πρόεδρος της Μπούντεσμπανκ, Γιόαχιμ Νάγκελ, έχουν δηλώσει δημόσια ότι δεν θεωρούν σκόπιμο να γίνει πολύ γρήγορά, δηλαδή στη συνεδρίαση του Ιουλίου, η δεύτερη μείωση των επιτοκίων. Επομένως, το πιθανότερο είναι να δούμε μία επόμενη μείωση, επίσης κατά 25 μονάδες βάσης, τον Σεπτέμβριο και ενδεχομένως μία τρίτη, αντίστοιχου μεγέθους, τον Δεκέμβριο.

Πότε θα μειωθούν οι δόσεις των στεγαστικών

Από την ταχύτητα μείωσης των επιτοκίων της ΕΚΤ θα εξαρτηθεί και το πότε θα αρχίσει η μείωση των δόσεων για όσους έχουν στεγαστικά δάνεια με κυμαινόμενο επιτόκιο. Οι δόσεις των δανείων αυτών είχαν «παγώσει» από τις τράπεζες από τον Μάιο του 2023 – με το πάγωμα να ισχύει, μετά την φετινή ανανέωσή του, έως τον Μάιο του 2025 – με βάση το επιτόκιο αναφοράς που ίσχυε στα τέλη του Μαρτίου 2023 μείον 20 μονάδες βάσης.

Δεδομένου ότι τον Μάρτιο του 2023 το επιτόκιο χορηγήσεων της ΕΚΤ ανερχόταν στο 3,5% και το τρίμηνο Euribor – το οποίο αποτελεί τη βάση αναφοράς για τα περισσότερα στεγαστικά δάνεια με κυμαινόμενο επιτόκιο – λίγο πάνω από το 3%, οι δόσεις των δανείων «κλείδωσαν» με το Euribor χαμηλότερα από το 3%.

Μετά τον Μάρτιο του 2023, η ΕΚΤ προχώρησε σε τέσσερις ακόμη αυξήσεις επιτοκίων, με το τρίμηνο Euribor να κυμαίνεται σήμερα στο 3,8%.

Επομένως,τα βασικά επιτόκια της ΕΚΤ θα πρέπει να μειωθούν πέντε φορές, αν οι μειώσεις είναι της τάξης των 25 μονάδων βάσης η κάθε μία (ή λιγότερες αν οι μειώσεις είναι μεγαλύτερου μεγέθους), για να έχουν οι συγκεκριμένοι δανειολήπτες οικονομικό όφελος. Με τα σημερινά δεδομένα, το πιθανότερο είναι ότι η μείωση των δόσεων θα ξεκινήσει μέσα στο 2025 και θα ολοκληρωθεί στο ίδιο έτος ανάλογα με το επίπεδο όπου θα σταθεροποιηθούν τα βασικά επιτόκια της ΕΚΤ.

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Διεθνή
Reuters Αποκλειστικό: Πιέσεις ΕΚΤ προς Raiffeisen και UniCredit για τη δημιουργία αποθεματικού για τη Ρωσία
Διεθνή |

Reuters Αποκλειστικό: Πιέσεις ΕΚΤ προς Raiffeisen και UniCredit για τη δημιουργία αποθεματικού για τη Ρωσία

Η ΕΚΤ επιδιώκει να αντιμετωπίσει τους κινδύνους που εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν οι δύο τράπεζες από τη λειτουργία τους σε μια χώρα στην οποία δεν έχουν πλέον αποτελεσματικό έλεγχο των δραστηριοτήτων του