Στο ορόσημο των 4 δισ. πλησιάζουν τα μερίσματα των ελληνικών εισηγμένων φέτος, μετά και τα επιπλέον 814 εκατ. ευρώ σε μετρητά που θα λάβουν μέχρι το τέλος του καλοκαιριού οι μέτοχοι των τεσσάρων μεγαλύτερων ελληνικών τραπεζών, μετά το πράσινο φως από τον SSM για διανομή μερίσματος.

Και μπορεί οι τραπεζικές μερισματικές αποδόσεις να είναι σχετικά χαμηλές αν συγκριθούν με τις διανομές που δίνουν αρκετοί στυλοβάτες της ελληνικής κεφαλαιαγοράς, όμως αποκτούν ιδιαίτερη σημασία όταν αυτές επανέρχονται για πρώτη φορά από το 2008.

Τράπεζες: Πώς θα πάρουν cash 814 εκατ. ευρώ μέσα στο καλοκαίρι οι μέτοχοι των τραπεζών

Σύμφωνα με τις μέχρι τώρα ανακοινώσεις, το ύψος των μερισμάτων ξεπερνά τα 3,5 δισ. ευρώ, ενώ αναμένονται να υπάρξουν και επιστροφές κεφαλαίου (μη φορολογήσιμες). Σε αυτά μάλιστα, θα πρέπει να προστεθούν και τα προγράμματα ιδίων μετοχών, μόνο αυτά που στόχο έχουν τη διαγραφή τους, προσθέτοντας αξία στα κεφάλαια των μετόχων.

Η επίδοση αυτή δείχνει προς ώρας να ξεπερνά εκείνη του 2006, αλλά είναι χαμηλότερη των σχεδόν 4,5 δισ. που μοιράστηκαν στο επενδυτικό κοινό το 2008. Δηλαδή την τελευταία χρονιά που οι ελληνικές τράπεζες έδωσαν μέρισμα, πριν ξεσπάσει η μεγάλη κρίση της χώρας μας.

Από τότε έχει κυλήσει πολύ νερό στο αυλάκι της «μεταμόρφωσης» της ελληνικής κεφαλαιαγοράς, καθιστώντας την όποια σύγκριση τουλάχιστον ατυχή με βάση πολλούς όρους. Ενδεικτικό της «βουτιάς» που έκαναν οι διανομές στα χρόνια που ακολούθησαν, δηλαδή τα χρόνια της κρίσης, ήταν ότι το 2013 δεν ξεπέρασαν τα… 600 εκατ. ευρώ, ενώ μόλις το 2021 ήταν στα 1,75 δισ. ευρώ. Άρα μέχρι το 2023, οι διανομές έχουν πολλαπλασιαστεί!

Οι «διανομείς»

Τη μερίδα του λέοντος σαφώς θα έχει η υψηλή κεφαλαιοποίηση, η οποία και συγκεντρώνει το ενδιαφέρον των περισσοτέρων long χαρτοφυλακίων της αγοράς, με τη μέση μερισματική απόδοση να εκτιμάται πέριξ του 4%-5%, αν και δεν λείπουν και οι περιπτώσεις που οι αποδόσεις φτάνουν τα διψήφια ποσοστά. Παρόλα αυτά όμως, στο σύνολο της αγοράς (και όχι σε συγκρίσιμη βάση), η κεφαλαιοποίηση της οποίας κινείται στα 100 δισ. ευρώ, οι χρηματικές διανομές ξεπερνούν το 2,6%, ενώ αναμένεται να φτάσουν έως και το 3,3%.

Το ζήτημα όμως είναι εάν θα «συγκινηθούν» οι καταθέσεις προκειμένου να διοχετευτεί μεγαλύτερο μέρος τους στην ελληνική κεφαλαιαγορά, ένα ζήτημα που έχει τεθεί και από τις αρχές το τελευταίο διάστημα.

Αν και έχει υπάρξει πολλή κριτική για τα επιτόκια των καταθέσεων στις ελληνικές τράπεζες, εντούτοις ο κλάδος εξακολουθεί να απολαμβάνει ικανοποιητικούς ρυθμούς αύξησης των καταθέσεων από τα ελληνικά νοικοκυριά.

Ενδεικτικό είναι ότι το υπόλοιπο των καταθέσεων στην Ελλάδα από κατοίκους εσωτερικού το Δεκέμβριο του 2023 ανήλθε σε 201,6 δισεκ. ευρώ, σημειώνοντας νέο υψηλό δεκαετίας. Η αύξηση των καταθέσεων κατά 4,9 δισεκ. ευρώ (2,5%) το 2023, αν και με επιβραδυνόμενο ρυθμό, βέβαια, μπορεί να αποδοθεί στην ενίσχυση της οικονομικής δραστηριότητας και στην αύξηση της απασχόλησης, με τα τελευταία επίσημα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος (Απ. 2024) να δείχνουν μείωση των καταθέσεων το πρώτο δίμηνο του 2024. Μια αναμενόμενη εξέλιξη, λαμβάνοντας υπόψη τη σημαντική ρευστότητα που είχε συσσωρευθεί στους καταθετικούς λογαριασμούς το Δεκέμβριο του 2023. Η ρευστότητα αυτή αποσύρεται σταδιακά, καθώς επιχειρήσεις και νοικοκυριά προβαίνουν στην αποπληρωμή υποχρεώσεών τους με εποχικό χαρακτήρα. Επιπρόσθετα, ένα μέρος της ρευστότητας διοχετεύεται στην αποπληρωμή δανείων, με την τάση αυτή να είναι πιο έντονη στα επιχειρηματικά δάνεια.

Ένα ακόμη κρίσιμο μέγεθος είναι ότι τα έξοδα των ελληνικών τραπεζών για τόκους ανήλθαν στα 5,692 δισ., μια σημαντική αύξηση από τα 1,826 δισ. του 2022, αλλά όπως επισήμανε και η ΤτΕ στην τελευταία της έκδοση, η αύξηση των εξόδων για τόκους οφείλεται στην αύξηση του κόστους των καταθέσεων, η οποία αφορά κυρίως τις προθεσμιακές καταθέσεις, στην αύξηση των εξόδων τόκων για παράγωγα προϊόντα και, τέλος, στο αυξημένο κόστος χρηματοδότησης μέσω έκδοσης ομολογιών.

Κατά συνέπεια, το καθαρό επιτοκιακό περιθώριο διαμορφώθηκε σε 2,7%, αυξημένο σημαντικά σε σχέση με το 2022 (1,7%), παραμένοντας υψηλότερο από το μέσο όρο των τραπεζικών ομίλων στην Τραπεζική Ένωση που εποπτεύονται άμεσα από την ΕΚΤ.

Στη συνολική εικόνα, το 2023 παρατηρήθηκε μικρή μόνο αύξηση των επιτοκίων των καταθέσεων, παρά τη σημαντική αύξηση των βασικών επιτοκίων του Ευρωσυστήματος, αλλά και την αντίστοιχα μεγαλύτερη αύξηση των επιτοκίων των χορηγήσεων σε σχέση με τις καταθέσεις. Ενδεικτικά, το μέσο σταθμισμένο επιτόκιο καταθέσεων/συμφωνιών επαναγοράς διαμορφώθηκε σε 0,51% το Δεκέμβριο του 2023 (Δεκέμβριος 2022: 0,09%).

Το προσφερόμενο μέσο επιτόκιο στα νοικοκυριά και τις μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις διαμορφώθηκε αντίστοιχα σε 0,41% και 0,83% το Δεκέμβριο του 2023 (Δεκέμβριος 2022: 0,06% και 0,17%, αντίστοιχα). Μάλιστα, η αύξηση στο μέσο σταθμισμένο επιτόκιο καταθέσεων/συμφωνιών επαναγοράς αφορά σχεδόν αποκλειστικά τις προθεσμιακές καταθέσεις.

Επισήμως οι διανομές μερισμάτων από τα στοιχεία της ΕΧΑΕ (όσες απουσιάζουν αναμένεται έγκριση ΓΣ)

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Xρηματιστήριο Αθηνών