Η αγοραστική δύναμη των Γάλλων αναδύεται εκ των πραγμάτων σε μείζον διακύβευμα των πρόωρων εκλογών της 30ής Ιουνίου που προκήρυξε ο πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν στη Γαλλία μετά το καταστροφικό για την παράταξή του αποτέλεσμα των ευρωεκλογών.

Η πολύ σύντομη προεκλογική εκστρατεία δεν παρέχει στα κόμματα και τους αναλυτές τα χρονικά περιθώρια για να κάνουν διεξοδικές και εμπεριστατωμένες μελέτες των εξαγγελλομένων μέτρων. Μοιραία στο δημόσιο διάλογο κυριαρχεί η παροχολογία εκ μέρους των υποψηφίων και η κομματική πλειοδοσία σε φιλολαϊκά μέτρα.

Medef: Επικίνδυνα για την οικονομία τα προγράμματα Λεπέν και Αριστεράς

Στο όνομα της τόνωσης της αγοραστικής δύναμης των χαμηλότερων εισοδηματικών τάξεων η ενωμένη αριστερή αντιπολίτευση του Νέου Λαϊκού Μετώπου υποσχέθηκε την Πέμπτη αύξηση του κατώτατου μισθού στη χώρα κατά 200 ευρώ, ώστε να φθάσει τα 1.600 ευρώ μηνιαίως. Πρόκειται για μια αύξηση της τάξεως του 14,3% που όμοιά της ουδέποτε απόλαυσαν οι σημερινοί Γάλλοι εργαζόμενοι. Μόνο η κυβέρνηση του Πιερ Μορουά, η πρώτη που διόρισε ο Φρανσουά Μιτεράν, είχε αυξήσει με διψήφιο ποσοστό (10%) τον κατώτατο μισθό το 1981.

Μόνο ο «Tonton»

Ο Μακρόν πλησίασε πολύ τον πρώτο σοσιαλιστή πρόεδρο της Γαλλίας, χορηγώντας αυξήσεις στον κατώτατο μισθό 9% τον Ιανουάριο του 2023 και 8% τον Ιανουάριο του 2022 (πολύ υψηλότερες του πληθωρισμού) για να αντιμετωπίσουν οι Γάλλοι την ακρίβεια. Ο Μιτεράν όμως το 1981 είχε κατατρομοκρατήσει τη μισή Γαλλία (αυτή που δεν τον είχε ψηφίσει) – είναι γνωστό ότι κάποιοι πολίτες είχαν κλειδαμπαρωθεί για μέρες στα σπίτια τους φοβούμενοι ότι θα εισέβαλλαν «οι κομμουνισταί» για να τους τα πάρουν.

Δίχως τυμπανοκρουσίες ο Μακρόν αύξησε τον κατώτατο μισθό κατά περισσότερο από 20% σε μια διετία μόνο, ενώ από το 2021 προχώρησε σε οκτώ (8!) αυξήσεις του κατώτατου μισθού. Δεν άνοιξε ρουθούνι και ουδείς «φειδωλός» εταίρος διαμαρτυρήθηκε γι’ αυτό. Βρίσκονταν βέβαια όλες οι ευρωπαϊκές οικονομίες στη δίνη της πληθωρισμικής κρίσης που ενέσκηψε «καπάκι» έπειτα από μια φονική πανδημία. Με την άδεια των Βρυξελλών πέταξαν τους δημοσιονομικούς κορσέδες και φόρτωσαν τους προϋπολογισμούς τους.

Όμως τώρα το σκηνικό αλλάζει άρδην. Η πανδημία πέρασε, ο πληθωρισμός τίθεται υπό έλεγχο, η ΕΚΤ ήδη ξεκίνησε τη μείωση των επιτοκίων, η Κομισιόν μόλις την Τετάρτη έβγαλε κίτρινη κάρτα στη Γαλλία και σε άλλες πέντε ευρωοικονομίες κινώντας τη διαδικασία περί υπερβολικού ελλείμματος. Τη διαδικασία επιβολής προστίμων δηλαδή, που μπορούν να φθάσουν στο 0,1% του ΑΕΠ μιας χώρας (περί τα 2,5 δισ. ευρώ σε ό,τι αφορά τη Γαλλία).

Πάρε κόσμε

Με αφορμή τις εκλογές τα δύο «ακραία» κόμματα της αντιπολίτευσης, που όμως προηγούνται μακράν στις δημοσκοπήσεις της κεντρώας παράταξης του Μακρόν, φαίνεται ότι το τερματίζουν. Οι εργοδοτικές Ενώσεις βεβαίως δεν είναι ικανοποιημένες με τέτοια αιτήματα, προειδοποιώντας ότι αν δοθούν τόσο γενναιόδωρες αυξήσεις, θα αυξηθεί το κόστος του τελικού προϊόντος στη Γαλλία, θα ακριβύνουν και τα αγαθά και οι υπηρεσίες, θα ανακοπεί η πορεία αποκλιμάκωσης του πληθωρισμού, θα επηρεαστεί η ανταγωνιστικότητα των εξαγωγών και της οικονομίας της χώρας, ενώ θα επηρεαστεί και η απασχόληση – διότι οι επιχειρήσεις θα μειώσουν το προσωπικό τους.

Οι οικονομολόγοι του Ινστιτούτου Μοντένι (Institut Montaigne) υπολόγισαν στα 3,5 δισ. ευρώ το κόστος της αύξησης του κατώτατου μισθού από τα 1.400 ευρώ, που είναι σήμερα, στα 1.600 ευρώ. Επίσης προειδοποίησε ότι, αν αυξηθεί η ανεργία, θα μειωθούν οι κοινωνικές εισφορές.

Μια ενδιαφέρουσα πτυχή του ζητήματος επισημαίνει η «Les Echos», παραπέμποντας σε εκτιμήσεις του επιτελείου της προεκλογικής εκστρατείας του πρωθυπουργού Γκαμπριέλ Ατάλ. Η οικονομική εφημερίδα υπολόγισε ότι έπειτα από τις οκτώ αυξήσεις μισθών που

έκανε ο Μακρόν από το 2021, πλέον το 17,3% των εργαζομένων αμείβεται με τον κατώτατο μισθό. Πρόκειται για ποσοστό-ρεκόρ για το εργατικό δυναμικό της Γαλλίας.

Πλούσιοι χαμηλόμισθοι στη Γαλλία

Αν χορηγηθεί μια ακόμα γενναία αύξηση της τάξεως των 200 ευρώ, τότε το 25% των Γάλλων εργαζομένων, ένας στους τέσσερις δηλαδή, θα αμείβεται με τον κατώτατο μισθό. «Την ώρα που ο Ατάλ έχει υποσχεθεί να μειώσει το ποσοστό των χαμηλόμισθων Γάλλων, η συνασπισθείσα Αριστερά υπόσχεται προεκλογικά να αυξήσει τους χαμηλόμισθους», γράφει η εφημεριδα.

Εδώ θα παρατηρούσε βέβαια κανείς ότι οι χαμηλόμισθοι μάλλον δεν θα είχαν αντίρρηση να μην έχαναν τον χαρακτηρισμό αυτό, «χαμηλόμισθοι» ή «αμοιβόμενοι με το βασικό», αν ο βασικός εκτινασσόταν ξαφνικά στα 2.500 ευρώ, ας πούμε. In extremis, ουδείς φτωχός θα είχε αντίρρηση να γίνει εκατομμυριούχος ακόμα κι αν γίνονταν εκατομμυριούχοι όλοι οι υπόλοιποι φτωχοί. Δεν είναι σίγουρο πώς θα το έπαιρναν οι ήδη εκατομμυριούχοι, αλλά έτερον εκάτερον.

Υπάρχει ασφαλώς και το ενδεχόμενο οι υπόλοιποι εργαζόμενοι να ζητήσουν ανάλογες ή έστω χαμηλότερες αυξήσεις. Στο σενάριο αυτό, ο φόβος του Ατάλ ότι θα γίνουν όλοι χαμηλόμισθοι (ευκατάστατοι μεν, αλλά αμειβόμενοι με το βασικό), δεν θα επαληθευθεί. Το Νέο Λαϊκό Μέτωπο εξάλλου, θεωρεί βέβαιο ότι θα συμπαρασυρθούν προς τα πάνω και οι υπόλοιποι μισθοί. Αλλά «δεν φοβόμαστε αυτό το αποτέλεσμα της διευθέτησης», ξεκαθαρίζει ο Αντριάν Κλουέ της Ανυπότακτης Γαλλίας.

«Η διάχυση θα είναι ακόμη ισχυρότερη χάρη στα δημοσιονομικά μέτρα που θα συνοδεύσουν τη ρύθμιση, όπως η μεγαλύτερη προοδευτικότητα του φόρου

εισοδήματος, και χάρη στα κοινωνικά μέτρα, όπως η αναθεώρηση της κλίμακας καταβολής εργοδοτικών εισφορών, που σχεδιάζει να εφαρμόσει το Μέτωπο», διευκρινίζει ο Κλουέ ανεβάζοντας ακόμα περισσότερο την αρτηριακή πίεση της εργοδοσίας.

Διαφωνίες αρχών

Πάγια προτεραιότητα, όμως, και θεωρητικό σκοπούμενο κάθε αριστερού κόμματος είναι η αναδιανομή των εισοδημάτων. Και η κατανομή του πλούτου στις κοινωνίες είναι, δυστυχώς, ένα παιχνίδι μηδενικού αθροίσματος. Όταν κάποιος κερδίζει, κάποιος άλλος χάνει. Ο τρόπος κατανομής του εθνικού πλούτου είναι ένα από τα διακυβεύματα κάθε εκλογικής αναμέτρησης στις φιλελεύθερες δημοκρατίες – για τους ακτιβιστές της Αριστεράς που πιστεύουν στην «πάλη των τάξεων», είναι ένα διακύβευμα καθημερινό.

Η Γαλλία, ωστόσο, δεν βρίσκεται και δεν «λειτουργεί» μέσα σε δοκιμαστικό σωλήνα, αντιτείνουν κάποιοι οικονομολόγοι που θεωρούν ότι η αύξηση του κόστους εργασίας θα καταστρέψει θέσεις εργασίας. Αυτοί υποστηρίζουν ότι η όλη διευθέτηση θα αποβεί εις βάρος των ατόμων με χαμηλή εξειδίκευση, ενώ δεν θα ευνοήσει ούτε όσους αμείβονταιμε υψηλότερους μισθούς, οι οποίοι τώρα ευνοούνται από ένα σύστημα καταβολής μειωμένων ασφαλιστικών εισφορών.

Η αύξηση της αγοραστικής δύναμης των πολιτών θα τονώσει την κατανάλωση και θα δημιουργήσει ανάγκες για νέες προσλήψεις εργαζομένων, σημειώνουν οι υποστηρικτές των γενναίων μισθολογικών αυξήσεων. Ναι, αλλά θα ανεβεί ο πήχης του κόστους ζωής. Θα διευρυνθούν τα ελλείμματα της κυβέρνησης και μοιραία όλα αυτά θα οδηγήσουν σε μέτρα δημοσιονομικής εξυγίανσης, δηλαδή οικονομικής λιτότητας. Ήδη η Γαλλία έχει μπει στο στόχαστρο της Κομισιόν, όπως

προαναφέρθηκε. Διότι η χώρα δεν ζει μέσα σε ένα γεωπολιτικό και οικονομικό κενό, αλλά αποτελεί ένα από τα προβεβλημένα και ισχυρά μέλη της διεθνούς κοινότητας (μέλος της Ευρωζώνης, του ΝΑΤΟ, του G7, μόνιμο μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών…).

Καταστροφολογίες

Εν πάση περιπτώσει, το Ινστιτούτο Μοντένι θεωρεί ότι οι προτεινόμενες μισθολογικές αυξήσεις για τους χαμηλόμισθους θα «κοστίσουν» 33.000 θέσεις εργασίας στη Γαλλία. Ο οικονομολόγος του Γαλλικού Παρατηρητηρίου Οικονομικών Συγκυριών (OFCE) Ερίκ Εγιέ πιστεύει ότι θα είναι 50.000 οι θέσεις εργασίας που θα χαθούν. «Για τον πρωθυπουργό Γκαμπριέλ Ατάλ, 500.000 θέσεις εργασίας θα γίνουν καπνός», όπως γράφει χαρακτηριστικά η «Les Echos».

«Προσπαθώντας να είμαστε συνετοί υποθέτουμε ότι δεν θα υπάρξει δημιουργία θέσεων εργασίας, αλλά ούτε και καταστροφή», αντιτείνει ο Ανυπότακτος Αντριάν Κλουέ, πεπεισμένος ότι η αυξημένη κατανάλωση και ο μεγαλύτερος τζίρος θα αντισταθμίσει την αύξηση του κόστους εργασίας στις μεσαίες και μικρές επιχειρήσεις. Για να βοηθήσει τους μικρομεσαίους εξάλλου το Νέο Λαϊκό Μέτωπο σχεδιάζει να βάλει πλαφόν στις αυξήσεις των ενοικίων καθώς και στις τιμές ενέργειας. Ειδικότερα έχει ξεκαθαρίσει ότι είτε θα επιβαρυνθούν οι ενεργειακές εταιρείες είτε θα καλυφθεί το κόστος από το φόρο επί των υπερκερδών – τα «υπερκέρδη» είναι βέβαια μια έννοια ασύμβατη με τον καπιταλισμό, αλλά τέλος πάντων.

Ο γραμματέας του Κομμουνιστικού Κόμματος Φαμπιέν Ρουσέλ το προχώρησε ακόμα περισσότερο προτείνοντας τη δημιουργία ενός Ταμείου Αποζημιώσεων. «Πρόκειται για μέτρα αναδιανομής μεταξύ εταιρειών και παραγωγών:

οι μεγάλοι παραγωγοί θα συνεισφέρουν περισσόερα για χάρη των μικρότερων», είπε. Συμφωνώντας ο Αντριάν Κλουέ εξήγησε ότι «επομένως το ανέβασμα του πήχη που μοιραία θα επιφέρει η αύξηση του κατώτατου μισθού δεν θα κοστίσει τίποτα στα κρατικά ταμεία».

Διαφορετική άποψη εξέφρασε ο Ζιλμπέρ Σετ, καθηγητής Οιικονομικών οικονομικών στο Neoma Business School και πρώην πρόεδρος της ομάδας ανεξάρτητων εμπειρογνωμόνων για τους κατώτατους μισθούς. «Αυτή η πρόταση έχει τις ρίζες της στην πληθωριστική δεκαετία του 1970 και χάνει το πρόβλημα. Το πρόβλημα δεν είναι ότι οι άνθρωποι αμείβονται με τον κατώτατο μισθό, είναι ότι παραμένουν να αμείβονται με τον κατώτατο μισθό», δήλωσε στη «Les Echos» ο Σετ, που πιστεύει ότι «η πραγματική φτώχεια θα αυξηθεί λόγω της παγίδας των κατώτατων μισθών».

Απογοητευμένοι μισθωτοί στη Γαλλία

«Ακόμη και αν δεν έχουν εφαρμοστεί ακόμα, αυτές οι παγίδες των κατώτατων μισθών συνδέονται με ένα πλέγμα σχετικών ρυθμίσεων που αφορούν τα όρια για απαλλαγή από εργοδοτικές εισφορές, συνδέονται επίσης με την καταβολή κοινωνικών παροχών και μπόνους και με τη φορολόγηση του εισοδήματος. Οι μεταρρυθμίσεις αυτές θα επηρεάσουν το διαθέσιμο πραγματικό εισόδημα των αμειβομένων με το βασικό μισθό. Το στρατόπεδο Μακρόν έχει προτείνει κάποιες ιδέες για να ωθήσει τις εταιρείες να αυξήσουν τους μισθούς χωρίς ο εργαζόμενος να χάσει πάρα πολλά», σημειώνει η «Les Echos».

Μια μελέτη που εκπόνησε το Ινστιτούτο Rexecode για λογαριασμό του Ανώτατου Συμβουλίου για τη Χρηματοδότηση της Κοινωνικής Προστασίας διαπιστώνει ότι το 8% των εταιρειών δηλώνουν ότι βρίσκονται «τακτικά αντιμέτωπες με αντικειμενικά εμπόδια σε ό,τι αφορά την

εξέλιξη των μισθών». Υπολογίζουν δηλαδή ότι οι φορολογικές επιπτώσεις και οι κοινωνικές εισφορές και επιβαρύνσεις δεν τις αφήνουν (ή λειτουργούν ως αντικίνητρα) για να ανταμείψουν καλύτερα το προσωπικό που απασχολούν.

«Είναι μια μειοψηφία οι επιχειρήσεις που ομολογούν κάτι τέτοιο, αλλά αποτελούν μια σημαντική αναλογία», υπογραμμίζει ο διευθυντής σπουδών του Rexecode, Ολιβιέ Ρεντουλές. «Τα κοινωνικά και φορολογικά μέτρα των κυβερνήσεων μάλλον ενισχύουν παρά δημιουργούν τα προσκόμματα που ήδη υπάρχουν και αποθαρρύνουν τις επιχειρήσεις να δώσουν αυξήσεις στους εργαζομένους», συμπεραίνει ο γάλλος αναλυτής. Εν τέλει το αίσθημα της ματαίωσης το νιώθουν κατά κανόνα οι απασχολούμενοι με σχέση εξηρτημένης εργασίας.

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Διεθνή
Πάουελ- Λαγκάρντ: Τι τους κρατάει ξάγρυπνους και τι δεν είπαν για τα επιτόκια
Διεθνή |

Τι κρατάει ξάγρυπνους την Λαγκάρντ και τον Πάουελ - Τι δεν είπαν για τα επιτόκια

Ο Τζερόμ Πάουελ συμμετείχε μαζί με την Κριστίν Λαγκάρντ και τον διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας της Βραζιλίας Ρομπέρτο Κάμπος Νέτο στο Φόρουμ της ΕΚΤ στη Σίντρα της Πορτογαλίας