Αξίζει τελικά το χρηματιστήριο Αθηνών να είναι στις ανεπτυγμένες αγορές; Μήπως θα είναι ένα ελάχιστο «κλάσμα» μπροστά στη λάμψη των μεγάλων των αγορών, παραμένοντας για πάντα στο περιθώριο τους; Μήπως είναι καλύτερα να πρωταγωνιστεί στις αναδυόμενες αγορές, όπου και μπορεί να ξεχωρίσει πιο εύκολα;

Αυτά είναι μόνο μερικά από τα ερωτήματα που υπήρχαν, αλλά διατυπώθηκαν με μεγαλύτερη ένταση μετά τα μεσάνυχτα της Πέμπτης, όταν και ο MSCI δεν έβαλε την ελληνική αγορά στον προθάλαμο της αναβάθμισης. Δηλαδή τη λίστα παρακολούθησης (watch list) για πιθανή αναβάθμιση, τονίζοντας μάλιστα ότι δεν πρόκειται να αλλάξει κάτι φέτος αφού οι πρόσφατες αλλαγές που έχουν προωθηθεί από τη διοίκησή της δεν έχουν αξιολογηθεί από την επενδυτική κοινότητα.

Στον «πάγο» βάζει ο MSCI την αναβάθμιση για το Χρηματιστήριο Αθηνών

Διαψεύστηκαν λοιπόν οι προσδοκίες που είχαν τροφοδοτηθεί, εκτός από την κυβέρνηση, και από τον επικεφαλής της ΕΧΑΕ, κ. Γιάννο Κοντόπουλο, ο οποίος μιλούσε συχνά πυκνά για τις ενέργειες που θα έφερναν την ένταξη της ελληνικής αγοράς στη watchlist του MSCI για πιθανή αναβάθμιση. Όπως είχε αναφέρει και σε συνέντευξη του στο Βήμα (29/3) “είμαστε πολύ κοντά στην εκπλήρωση των κριτηρίων και ευελπιστούμε ότι εντός του 2024 το Χρηματιστήριο Αθηνών θα τεθεί σε watch list για τη μετάταξή του στο club των Ανεπτυγμένων Αγορών”.

Ωστόσο, ο ίδιος ο οίκος είχε επιβεβαιώσει ότι τα μέτρα από τις αρχές της αγοράς για την αντιμετώπιση των ελλείψεων προσβασιμότητας, όπως οι δομές omnibus, η τόνωση της πρακτικής του δανεισμού μετοχών και των ανοικτών πωλήσεων, η μείωση του φόρου επί των συναλλαγών και η απαλλαγή του φόρου στους τόκους που κερδίζονται από προϊόντα δανεισμού στο χρηματιστήριο, είναι ακόμη σε εξέλιξη και η αποτελεσματικότητα τους συνεχίζει να αξιολογείται από διεθνείς θεσμικούς επενδυτές. Έτσι ο MSCI δεν έλαβε και δεν θα λάβει υπόψιν τις βελτιώσεις σε αυτά τα κριτήρια για τη φετινή αναθεώρηση, προαναγγέλλοντας στην ουσία την τελευταία εξέλιξη.

«Ήσυχο» καλοκαίρι

Το περσινό καλοκαίρι είχε δημιουργήσει σημαντικές προσδοκίες στην εγχώρια αγορά ότι η Ελλάδα είχε αφήσει πίσω της τη βαρύτατη κρίση που πέρασε και ότι είναι πολύ κοντά η ώρα να επιστρέψει στην «κανονικότητα» που είχε πριν από αυτήν. Σύντομα ήρθε η επενδυτική βαθμίδα, τα placement σε αρκετές εισηγμένες με την είσοδο θεσμικών κεφαλαίων, η αποεπένδυση του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας από το ελληνικό τραπεζικό κλάδο και αρκετές εισαγωγές στο ΧΑ. Και όλα αυτά μέσα σε ένα περιβάλλον αξιοπρεπούς ανάπτυξης.

Το φετινό καλοκαίρι όμως δείχνει να είναι διαφορετικό, ειδικά μάλιστα καθώς έκλεισε για φέτος το κεφάλαιο της περίφημης watch list. Όπως μας σχολιάζουν χρηματιστηριακές πηγές, το ΧΑ αναμένεται να περάσει πλέον ένα «ήσυχο» καλοκαίρι, με τους καταλύτες που είχαν οδηγήσει στην Bull Market από τον Μάρτιο του 2020 να εξαντλούνται σταδιακά. Με τα placement σε τίτλους – σηματωρούς, με προεξάρχουσα την Εθνική (18%), να μετατίθενται πλέον για το Φθινόπωρο και τον MSCI να μην βάζει την Ελλάδα στην επίσημη watch list για πιθανή αναβάθμιση, η ελληνική αγορά θα επιστρέψει στους κλασικούς καταλύτες των αποτελεσμάτων, των μερισμάτων αλλά και των οικονομικών επιδόσεων, ώστε να βρει λόγους και τρόπους του επόμενου σκέλους της, είτε αυτό θα είναι ανοδικό είτε καθοδικό.

Μια ιστορία αποτυχίας και επιτυχίας

Πριν κοπάσει η «σκόνη» της ουδέτερης στάσης του MSCI, τα στρατόπεδα σχετικά με την παρουσία της Ελλάδας στους δείκτες του έχουν ήδη σχηματιστεί. «Πρώτος στο χωριό ή τελευταίος στην πόλη», είναι η μόνιμη επωδός και των δύο, με τα επιχειρήματα να δείχνουν ένα αμφίρροπο «αποτέλεσμα.

Βέβαια, ουδείς μπορεί να παραλείψει το γεγονός ότι τα κεφάλαια που δραστηριοποιούνται στις αναπτυγμένες αγορές είναι πολλαπλάσια εκείνων των αναδυόμενων, ενώ και η ποιότητα τους δεν συγκρίνεται, αναφορικά με τον ορίζοντα των τοποθετήσεων και τις επενδυτικές τους πρακτικές. Αλλά για να μπορέσει η αγορά να καταλήξει σε ένα συμπέρασμα δεν αρκούν μόνο αυτά, αλλά και ο συνυπολογισμός της εικόνας τόσο της οικονομίας όσο και των εισηγμένων.

Και αυτό δείχνει και η ιστορία της παρουσίας της Ελλάδας στους δείκτες, καθώς τα τελευταία 14 χρόνια, μόνο πέντε ήταν αυτά που το ΧΑ κατάφερε να υπεραποδώσει του MSCI Emerging Markets, με τα τρία εξ αυτών να είναι την τελευταία τριετία. Την τριετία δηλαδή κατά την οποία η ανάκαμψη ήταν συνισταμένη πολλών και διαφορετικών καταλυτών, με βασικότερο την ανάκαμψη από τη βουτιά της πανδημίας.

Έγραψε… ιστορία η Ελλάδα το 2013

Όταν ο πάροχος δεικτών MSCI ανακατέταξε την Ελλάδα ως Emerging Market τον Ιούνιο του 2013, υπήρχε ένα μείγμα από αστεία που έκαναν τον γύρο των αγορών τότε. Μάλιστα πολλοί μιλούσαν για μια αγορά «βυθισμένη» (submerging) και όχι «αναδυόμενη» (emerging).

Άλλωστε, λίγο διάστημα αργότερα, ο S&P Dow Jones Indices είχε συμφωνήσει, μεταφέροντας και αυτός την Ελλάδα στο «σύμπαν» των EM. Ο S&P Dow Jones ανέφερε μάλιστα σε ανακοίνωσή του ότι «η γενική συναίνεση μεταξύ των συμμετεχόντων είναι ότι το καθεστώς της αναδυόμενης αγοράς είναι πιο κατάλληλη ταξινόμηση για τους ακόλουθους λόγους:

– Η ελληνική αγορά μετοχών υστερεί σε σχέση με τις προόδους στις πρακτικές της αγοράς που χαρακτηρίζουν άλλες ανεπτυγμένες αγορές.

– Η δραματική και συνεπής μείωση του μεγέθους της αγοράς.

– Η αποτυχία ελάχιστων κριτηρίων αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας (Η Ελλάδα τότε είχε βαθμολογία Β-. Το ελάχιστο ήταν BB+)

– Η αποτυχία στα κριτήρια προσβασιμότητας στην αγορά

Βέβαια, εκείνη η απόφαση έτυχε και θετικής υποδοχής από μερίδα των αναλυτών, με την Deutsche Bank να βλέπει ότι η υποβάθμιση θα έδινε την ευκαιρία σε μικρότερες και λιγότερο ρευστοποιήσιμες ελληνικές μετοχές να ενταχθούν σε ένα κόσμο του MSCI που τα κριτήρια δεν ήταν τόσο αυστηρά όσο εκείνων των ανεπτυγμένων αγορών. Αυτό σήμαινε ότι ο αριθμός των ελληνικών μετοχών θα μπορούσε να αυξηθεί από τις δύο σε έντεκα το πολύ (όπως και έγινε σταδιακά). «Η πιο ξεκάθαρη επίπτωση αυτού είναι ότι παρόλο που η Ελλάδα θα ήταν ένα μικρό συστατικό του σύμπαντος των ΕΜ (μέχρι 0,419% στάθμιση), η εξέχουσα θέση της σε αυτόν τον χώρο θα ήταν πολύ υψηλότερη από ό,τι ήταν ως ανεπτυγμένη αγορά (0,020 % στάθμιση).

Όπως μάλιστα είχε αναφέρει τότε χαρακτηριστικά η Deutsche Bank, η Ελλάδα ήταν πραγματικά μια EM, ακόμη και όταν εντάχθηκε στη λίστα των Ανεπτυγμένων (DM) μόλις το 2001. Είχε πραγματικά επανέλθει στην αρχική της κατάσταση.

Η «υπενθύμιση» της JP Morgan

Φαίνεται ότι εκείνη την στάση της Deutsche Bank ανακάλεσε προ μηνών και η JP Morgan, με μια ανάλυσή της για το ενδεχόμενο αναβάθμισης της Ελλάδας να προκαλεί τουλάχιστον ανησυχία στους παροικούντες της Λ. Αθηνών.

Ειδικότερα, τον Μάρτιο υποστήριξε ότι η αναβάθμιση της Ελλάδας στις ώριμες αγορές θα είναι, εκτός από εξαιρετικά απίθανη, ένας σημαντικός αρνητικός καταλύτης. Μάλιστα, την ανάλυση βάσει της οποίας το υποστηρίζει, βάζει τίτλο «μην αφήνετε μια κακή ιδέα να καταστρέψει ένα καλό χρηματιστήριο».

Όπως εξηγούσε, η αναβάθμιση θα συρρικνώσει το επενδυτικό σύμπαν (το ελάχιστο όριο μεγέθους διπλασιάζεται από EM σε DM) και θα έκανε την Ελλάδα τη μικρότερη αγορά στην MSCI Europe με 13 μ.β. της MSCI Europe. Η Ελλάδα θα είναι μικρότερη από την Αυστρία ή την Πορτογαλία.

Θα είναι απίθανη μια αναβάθμιση;

Στο πλαίσιο εκείνης της ανάλυσης, η JP Morgan είχε χαρακτηρίσει απίθανο το σενάριο η Ελλάδα να αναβαθμιστεί, επειδή έχει μόνο τρεις μετοχές αυτής της ποιότητας για τον MSCI Europe, όπου τα βασικά εμπόδια είναι η κεφαλαιοποίηση αγοράς και η ελεύθερη διασπορά.

Οι κανόνες του MSCI για την ταξινόμηση της αγοράς είναι:

• 5 μετοχές να πληρούν τα κριτήρια κεφαλαίου αγοράς/ρευστότητας που είναι:

– Ανώτατο όριο αγοράς 5,8 δισ. δολ. για την MSCI Europe.

– Ελεύθερη διασπορά 2,9 δισ. δολ.

• Τα κριτήρια προσβασιμότητας στην αγορά

• Διαθεσιμότητα επενδυτικών μέσων

Όσον αφορά το μέγεθος, η Ελλάδα, ως EM, έχει 10 μετοχές, αλλά εάν ωθηθεί στον DM Europe τότε πιθανότατα θα χάσει 7 τίτλους, μένοντας με 3. Κάτω από το ελάχιστο των 5 που πρέπει να πληροί μια αγορά για να αναβαθμιστεί στις DM. Υπάρχει και ένα κριτήριο ρευστότητας, το οποίο είναι περίπλοκο, αλλά και οι 10 ελληνικές μετοχές το πληρούν άνετα για DM.

Οι τρεις μετοχές της DM Greece θα έχουν κεφαλαιοποίηση 14 δισ. δολαρίων, 13 μ.β. της κεφαλαιοποίησης των 11 τρισ. δολαρίων MSCI Europe. Έτσι, θα ήταν η μικρότερη αγορά της MSCI στην Ευρώπη, πίσω από την Πορτογαλία (31 δισ. δολ.) και την Αυστρία (29 δισ. δολ.).

Το άλλο συγκεκριμένο ζήτημα είναι τα Κριτήρια Προσβασιμότητας στην Αγορά και συγκεκριμένα η «Διαθεσιμότητα επενδυτικών μέσων», όπου η MSCI δήλωσε τον Ιούνιο του 2023 ότι η Ελλάδα υστερεί σε δανεισμό μετοχών και ανοικτές πωλήσεις. Η MSCI είπε επίσης ότι χρειάζεται περισσότερο χρόνο για να αξιολογήσει τις πρόσφατες αναβαθμίσεις στο Clearing & Settlement.

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Xρηματιστήριο Αθηνών