Στα «χέρια» της ελληνικής κυβέρνησης βρίσκεται από την περασμένη Παρασκευή η απόφαση της Κομισιόν σε σχέση με τον «κόφτη δαπανών» που θα ισχύσει στην Ελλάδα για την 4ετία 2025-2028, με τον πήχη να τίθεται κατά μέσο όρο στο 3%.

Ανώτατο στέλεχος του υπουργείου Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών ανέφερε στον ΟΤ ότι «Οι στόχοι καθαρών πρωτογενών δαπανών που εστάλησαν από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, με βάση το νέο δημοσιονομικό πλαίσιο περιλαμβάνουν μέγιστη επιτρεπόμενη ετήσια αύξηση καθαρών πρωτογενών δαπανών ύψους κατά μέσο όρο 3% ετησίως για την περίοδο 2025-2028», υπενθυμίζοντας ότι «ο αντίστοιχος στόχος για το 2024 ήταν 2,6%».

Το ίδιος στέλεχος πρόσθεσε πως «Οι στόχοι θα επικυρωθούν μετά από τεχνικό διάλογο με την Επιτροπή και θα ενσωματωθούν στο Μεσοπρόθεσμο Δημοσιονομικό-Διαρθρωτικό Πρόγραμμα που θα κατατεθεί το φθινόπωρο στην Επιτροπή».

Ως εκ τούτου, κατά τις επόμενες εβδομάδες θα ακολουθήσει μια δαιπραγμάτευση μεταξύ των δύο πλευρών (όπως και με κάθε άλλο κράτος μέλος) σε σχέση με το ύψος του κόφτη, προκειμένου να υπάρξει μια κατάληξη και το υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών να καταθέσει το φθινόπωρο το 4ετές πλάνο.

Στενά τα περιθώρια «κόφτη δαπανών»

Αξίζει να σημειωθεί ότι με βάση αυτούς τους στόχους θα καθοριστούν τα περιθώρια εξαγγελιών του πρωθυπουργού στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης, τα οποία φαίνεται ότι θα είναι στενά. Επί της ουσίας, οι επόμενοι 4 προϋπολογισμοί θα συνταχθούν με βάση τα προαναφερθέντα όρια δαπανών, όπως προαναφέρθηκε.

Ελληνική οικονομία: Πόσο θωρακισμένη είναι από μια κρίση χρέους στην Ευρώπη

Ούτε λίγο ούτε πολύ, το συγκεκριμένο ποσοστό (κατά μέσο όρο 3%) θα αφήσει περιορισμένα περιθώρια για αυξήσεις δαπανών την επόμενη χρονιά, πέραν των ήδη δρομολογημένων.

Το πλαφόν στις δαπάνες ουσιαστικά θα αφορά τον ρυθμό μεταβολής τους από τη μία χρονιά στην επόμενη.

Αξίζει να σημειωθεί ότι το τελικό ποσοστό προκύπτει από τη βιωσιμότητα του χρέους της κάθε χώρας μέλους.

Οι όποιες διαφορές υπάρχουν αλλά και οι πολιτικές που θα πρέπει να υλοποιήσει η Ελλάδα μέχρι και το 2028, θα είναι το αντικείμενο της διαπραγμάτευσης, η οποία θα ξεκινήσει κατά τις επόμενες μέρες και αναμένεται να ολοκληρωθεί μέσα στο Σεπτέμβριο.

Δημοσιονομικές παρεμβάσεις

Με βάση τα παραπάνω, μόνο τυχαία δεν είναι η επιλογή της κυβέρνησης να εξαγγείλει ήδη από τον Απρίλιο τις δημοσιονομικές παρεμβάσεις ύψους 870 εκατ. ευρώ που θα περιλαμβάνει ο επόμενος προϋπολογισμός.

Πρόκειται για:

-Αύξηση των συντάξεων, η οποία εκτιμάται ότι θα κοστίσει περίπου 400 εκατ. ευρώ

-Κατάργηση, του τέλους επιτηδεύματος για τους επαγγελματίες, κόστους 120 εκατ. ευρώ

-Μόνιμη επιστροφή του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης στους αγρότες, κόστους 100 εκατ. ευρώ

-Μείωση των ασφαλιστικών εισφορών κατά 0,5%, κόστους 215 εκατ. ευρώ.

-Αύξηση του φοιτητικού στεγαστικού επιδόματος με κόστος 15 εκατ. ευρώ

-Αναστολή του ΦΠΑ στις οικοδομές, κόστους 20 εκατ. ευρώ

Με βάση λοιπόν τη νέα συνθήκη, προκύπτει ότι δε θα υπάρξουν ιδιαίτερες παρεμβάσεις πέραν των ανωτέρω, καθότι τελειώνει κάθε συζήτηση για παροχές και επιδόματα, κάτι που θα δημιουργήσει αλλαγή σκηνικού στην ελληνική οικονομία.

Μείωση του χρέους κατά 1%

Σύμφωνα με τους νέους κανόνες, για όσες χώρες το χρέος τους ξεπερνά το 60%, ο προηγούμενος κανόνας προέβλεπε πως οι χώρες κράτη μέλη θα έπρεπε να μειώνουν κατά 1/20 κάθε χρόνο το χρέος τους. Αυτό θα σήμαινε για την περίπτωση της Ελλάδας μια μείωση της τάξεως του 5% ετησίως.

Ο νέος κανόνας προβλέπει καλύτερους όρους μείωσης καθώς οι χώρες με χρέος πάνω από 90% του ΑΕΠ θα πρέπει να παρουσιάζουν ετήσια μείωση του χρέους κατ’ ελάχιστο 1% του ΑΕΠ.

Στις χώρες με χρέος μεταξύ 60% και 90% του ΑΕΠ, η ετήσια μείωση του χρέους θα πρέπει να είναι τουλάχιστον είναι 0,5% του ΑΕΠ.

Τα όρια των ελλειμμάτων

Επιπλέον με τους νέους δημοσιονομικούς κανόνες, μειώνονται οι ελάχιστες απαιτήσεις για περιορισμό των δημοσιονομικών ελλειμμάτων.

Ειδικότερα, τόσο οι υφιστάμενοι όσο και οι νέοι κανόνες προβλέπουν ότι τα κράτη θα πρέπει κατά κανόνα να θέτουν στόχους για το δημοσιονομικό έλλειμμα, οι οποίοι είναι πιο φιλόδοξοι από το ανώτατο όριο 3% που ορίζει η Συνθήκη.

Στο υφιστάμενο πλαίσιο, υπάρχουν δύο τέτοια ανώτατα όρια τα οποία στην περίπτωση της Ελλάδας συνεπάγονται μέγιστο έλλειμμα ίσο με 0,8% του ΑΕΠ.

Με τους νέους κανόνες τίθεται ένα ενιαίο και λιγότερο αυστηρό ανώτατο όριο ελλείμματος, το οποίο προβλέπει ότι το έλλειμμα δεν θα πρέπει να υπερβαίνει το 1,5% του ΑΕΠ.

Ουσιαστικά, θα υπάρχει μια συμφωνημένη πορεία των καθαρών δαπανών. Βάσει των νέων κανόνων θα μπορεί να συμβεί μια σωρευτική απόκλιση κατά 0,6%, η οποία όμως δεν θα μπορεί να χρησιμοποιείται κατά το ήμισυ (0,3%) μέσα σε μια χρονιά ειδάλλως εάν τα όρια δεν γίνονται σεβαστά τότε η χώρα  θα μπαίνει σε διαδικασία υπερβολικού ελλείματος.

Επιπλέον για τις δαπάνες και σε ό,τι αφορά την Ελλάδα θα υπάρξει ειδικό πλαίσιο, καθώς δεν θα προσμετρηθούν οι επιπλέον τόκοι που θα πρέπει να πληρώνει η χώρα από το 2033, καθώς το 2032 τελειώνει η περίοδος χάριτος για τα δάνεια του ESM και του EFSF.

Οι επενδύσεις στην Άμυνα, δηλαδή σε εξοπλιστικά προγράμματα και όχι σε λειτουργικές δαπάνες των Ενόπλων Δυνάμεων δεν θα μετρούν στη διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος.

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Οικονομία