H  μεγαλύτερη απειλή για τη σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος αποτελεί η συνεχιζόμενη και αξιοσημείωτη ανάπτυξη του σκιώδους τραπεζικού τομέα, εκτιμά η Ελίζαμπεθ Μακ Κόουλ, μέλος του εποπτικού συμβουλίου της ΕΚΤ. Η ίδια εργαζόταν στην Fed της Νέας Υόρκης, όταν κατέρρευσε το hedge fund Long-Term Capital Management το 1998 που ταρακούνησε τις αγορές. Μιλώντας στους Financial Times είπε ότι η άνοδος των σκιωδών τραπεζών της φέρνει μνήμες από εκείνη την εποχή ενώ βλέπει κοινά επιχειρήματα από τους υπερασπιστές των μη τραπεζικών ιδρυμάτων με το κραχ του 2008.

«Υπάρχουν σίγουρα προειδοποιητικά φώτα μπροστά μας» είπε στους  και πρόσθεσε ότι « είναι ο τομέας στον οποίο πιθανότατα έχουμε τη μικρότερη ορατότητα και στον οποίο τα πράγματα μπορούν να κινηθούν ταχύτερα από την δυναμική των κανονικής πίστωσης»

Δάνεια: Ανθεί η σκιώδης βιομηχανία παροχής δανείων ύψους 1,7 τρισ. δολ. 

Οι μη τραπεζικοί χρηματοπιστωτικοί διαμεσολαβητές, που συχνά αποκαλούνται «σκιώδεις τράπεζες», στην ΕΕ ο χρηματοπιστωτικό κραχ του 2008 το τρίτο τρίμηνο του περασμένου έτους, έναντι 38 τρισ. ευρώ που κατείχαν οι παραδοσιακές τράπεζες, σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.

Οι αδιαφανείς δεσμοί ανάμεσα στις σκιώδεις τράπεζες και στις παραδοσιακές τράπεζες

Η ανάπτυξη του τομέα μετά την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση είναι  «αξιοσημείωτη» και «κάτι που πάντα μας ανησυχεί» εξηγεί η Μακ Κόουλ

«Είναι εκτός της τραπεζικής εποπτικής και ρυθμιστικής περιμέτρου», πρόσθεσε, τονίζοντας ότι οι αδιαφανείς δεσμοί μεταξύ του τομέα και των τραπεζών μέσω συμφωνιών επαναγοράς, πιστωτικών γραμμών ή παραγώγων εγείρουν ανησυχίες για το τι αυτό «μεταφράζεται για τους συστημικούς κινδύνους».

Περιέγραψε ότι υπάρχουν προειδοποιητικά σημάδια για το πώς αυτοί οι κίνδυνοι θα μπορούσαν να υλοποιηθούν ξαφνικά, συμπεριλαμβανομένης της κατάρρευσης του οικογενειακού γραφείου Archegos Capital Management πριν από τρία χρόνια, η οποία είχε ως αποτέλεσμα ζημίες ύψους 10 δισ. δολαρίων για επενδυτικές τράπεζες όπως η Credit Suisse και η Nomura.

«Είχαμε αναλαμπές. Ίσως και περισσότερα από εκρήξεις», είπε, προσθέτοντας ότι το sell off  στην αγορά ομολόγων του Ηνωμένου Βασιλείου πριν από δύο χρόνια, το οποίο προκλήθηκε από απώλειες από πολύπλοκες στρατηγικές συνδεόμενες με παράγωγα σε συνταξιοδοτικά ταμεία, ήταν «άλλο ένα προειδοποιητικό φως».

Η Μακ Μακ Κόουλ είναι η μόνη Αμερικανή πολίτης που συμμετέχει στο εποπτικό συμβούλιο της ΕΚΤ από τη δημιουργία του πριν από μια δεκαετία για την εποπτεία των μεγαλύτερων τραπεζών της ευρωζώνης.

Σημείωσε ότι ο τραπεζικός τομέας της Ευρώπης έχει «αποδειχθεί αρκετά ανθεκτικός απέναντι σε ορισμένες πολύ σημαντικές προκλήσεις τα τελευταία χρόνια», αφού τα επίπεδα κεφαλαίου αυξήθηκαν σχεδόν κατά ένα τέταρτο και τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια συρρικνώθηκαν κατά δύο τρίτα την τελευταία δεκαετία.

Οι μνήμες από την κατάρρευση του Long-Term Capital Management και το χρηματοπιστωτικό κραχ του 2008

Όμως η άνοδος των σκιωδών δανειστών της θυμίζει την κατάρρευση του αμερικανικού hedge fund Long-Term Capital Management το 1998, όταν ήταν επόπτρια τραπεζών στη Νέα Υόρκη. Υπενθυμίζεται ότι το Long-Term Capital Management ιδρύθηκε το 1994 από τον John Meriwether, πρώην αντιπρόεδρο και επικεφαλής διαπραγμάτευσης ομολόγων της Salomon Brothers. Μέλη του διοικητικού συμβουλίου  ήταν ο Myron Scholes και ο Robert C. Merton, οι οποίοι τρία χρόνια αργότερα το 1997 μοιράστηκαν το Νόμπελ Οικονομικών επειδή ανέπτυξαν το μοντέλο Black–Scholes για τη χρηματοοικονομική δυναμική. Το LTCM ήταν αρχικά επιτυχημένο, με ετήσιες αποδόσεις (μετά από χρεώσεις) περίπου 21% το πρώτο έτος, 43% το δεύτερο έτος και 41% το τρίτο έτος. Ωστόσο, το 1998 έχασε 4,6 δισ. δολάρια σε λιγότερο από τέσσερις μήνες λόγω ενός συνδυασμού υψηλής μόχλευσης και έκθεσης στην ασιατική χρηματοπιστωτική κρίση του 1997 και στη ρωσική οικονομική κρίση του 1998. Το κύριο hedge fund, Long-Term Capital Portfolio L.P., κατέρρευσε σύντομα, οδηγώντας σε συμφωνία στις 23 Σεπτεμβρίου 1998, μεταξύ 14 χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων για ανακεφαλαιοποίηση 3,65 δισεκατομμυρίων δολαρίων υπό την επίβλεψη της Federal Reserve της Νέας Υόρκης.Το ταμείο εκκαθαρίστηκε και διαλύθηκε στις αρχές του 2000.

«Παίρνεις τα μαθήματά σου στη δουλειά», είπε. «Υποψιάζομαι ότι ο κίνδυνος συσχέτισης εμφανίζεται και πάλι.Ορισμένα από αυτά τα Funds, ιδίως ορισμένα hedge funds, γίνονται τόσο μεγάλα που μπορούν να μετακινήσουν εν μέρει την αγορά από μόνα τους και δεν είναι πιθανό να λειτουργήσουν ως απορροφητές κραδασμών με τον ίδιο τρόπο που λειτουργούσαν μερικές φορές οι τράπεζες, είπε.

Τα αμερικανικά hedge funds Citadel και Millennium διαχειρίζονται αμφότερα πάνω από 60 δισ. δολάρια ενεργητικού το καθένα.

«Η ΕΚΤ δίνει ιδιαίτερη έμφαση στις αγορές ιδιωτικών επενδυτικών κεφαλαίων και ιδιωτικών πιστώσεων, είπε, προειδοποιώντας ότι τα ανοίγματά τους θα μπορούσαν να συσχετιστούν στενά με εκείνα των τραπεζών.

Απέρριψε τον ισχυρισμό ορισμένων στελεχών ιδιωτικών επενδυτικών κεφαλαίων ότι μειώνουν τους κινδύνους μεταφέροντας τις δραστηριότητες από τους ισολογισμούς των τραπεζών και διαφοροποιώντας τις μεταξύ των επενδυτών.

Το έμπειρο στέλεχος της ΕΚΤ αντικρούει λέγοντας ότι τα ίδια ισχυρίστηκαν όσοι πακετάρισαν και πούλησαν ενυπόθηκα δάνεια μειωμένης εξασφάλισης ως προϊόντα που είχαν εξασφαλισμένες δανειακές υποχρεώσεις  πριν η αγορά αυτή καταρρεύσει και προκαλέσει το χρηματοπιστωτικό κραχ του 2008. «Μου θυμίζει την κρίση των subprime», είπε.

Oι κορυφαίοι επόπτες του χρηματοπιστωτικού τομέα παγκοσμίως σχεδιάζουν και αναζητούν τρόπους για υπάρξει μεγαλύτερη διαφάνεια και να μειωθούν οι κίνδυνοι σε τομείς εκτός του παραδοσιακού τραπεζικού τομέα που ρυθμίζονται ελαφρώς. Αλλά μέχρι στιγμής διστάζουν να θέσουν τις μη τραπεζικά ιδρύματα υπό την άμεση εποπτεία τους.

Η  ΜακΚόουλ, ο οποίος θα αποχωρήσει από την ΕΚΤ τον Νοέμβριο είπε στους Financial Times ότι ελέγχει αν οι 113 τράπεζες της Ευρωζώνης που εποπτεύει έχουν πλήρη εικόνα της έκθεσής τους σε μη τραπεζικά ιδρύματα.

«Εάν ένα ίδρυμα έχει ρυθμίσεις δανεισμού, εμπορικές ρυθμίσεις ή στρατηγικές αντιστάθμισης που συνδέονται με την αγορά των ΝΧΙ, ρωτάμε ποια οπτική επαφή και ποια δέουσα επιμέλεια διενεργούν» κατέληξε.

Η άνοδος της σκιώδους τραπεζικής

Μετά την τραπεζική κατάρρευση του 2008, η δημιουργία πιστώσεων έχει μετατοπιστεί από τους ισολογισμούς των τραπεζών προς άλλες επιχειρήσεις που συμπεριφέρονται όπως οι παραδοσιακοί δανειστές, αλλά ρυθμίζονται ελαφρύτερα. Οι επιχειρήσεις αυτές αναφέρονται συχνά ως «σκιώδεις τράπεζες»

Το Συμβούλιο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (Financial Stability Board) – η διεθνής ομάδα παρατηρητών που δημιουργήθηκε μετά το κραχ του 2008 – παρακολουθεί αυτούς τους «μη τραπεζικούς ενδιάμεσους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς», τους οποίους ορίζει ως κάθε χρηματοπιστωτική οντότητα εκτός από εμπορική τράπεζα, κεντρική τράπεζα ή δημόσιο χρηματοπιστωτικό ίδρυμα.

Αυτός ο εκτεταμένος τομέας περιλαμβάνει τα αμοιβαία κεφάλαια της χρηματαγοράς, τους διαχειριστές περιουσιακών στοιχείων, τα συνταξιοδοτικά ταμεία, τις ασφαλιστικές εταιρείες, τα αμοιβαία κεφάλαια αντιστάθμισης κινδύνου, τα ιδιωτικά επενδυτικά κεφάλαια, τα πιστωτικά κεφάλαια και τις εταιρείες επενδύσεων σε ακίνητα. Έχει δημιουργήσει ένα απόθεμα περιουσιακών στοιχείων αξίας 218 τρισ. δολαρίων  σχεδόν το ήμισυ του συνόλου των παγκόσμιων χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων.

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Διεθνή