Η Εταιρική Διακυβέρνηση (ΕΔ) αποτελεί αναμφισβήτητα σημαντική αντανάκλαση της σχέσης μεταξύ των μετόχων και της διοίκησης. Η εταιρική διακυβέρνηση αποτελεί  επίσης τον βασικό πυλώνα, ο οποίος συλλειτουργεί και αλληλοεπιδρά με το περιβάλλον και την κοινωνία που δραστηριοποιείται μια επιχείρηση. Σημαντικό στοιχείο της ποιότητας της Εταιρικής Διακυβέρνησης αποτελεί επίσης η διασφάλιση ότι οι μέτοχοι λαμβάνουν επαρκή και αξιόπιστη πληροφόρηση τόσο σε Χρηματοοικονομικά όσο και Μη – Χρηματοοικονομικά δεδομένα και πληροφορίες. Στη Μη – Χρηματοοικονομική Πληροφόρηση μιας επιχείρησης περιλαμβάνονται και τα θέματα περιβαλλοντικής υπευθυνότητας (Environment), τα ανθρώπινα δικαιώματα και οι εργασιακές πρακτικές που εφαρμόζουν (Social) καθώς και η πολιτική εταιρικής διακυβέρνησης που έχουν υιοθετήσει και ακολουθούν (Governance) – ESG.

Για περισσότερα από 40 χρόνια, η Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) παρεμβαίνει στον τομέα της Λογιστικής -Χρηματοοικονομικής Αναφοράς. Η παρέμβαση αυτή έγινε πράξη αρχικά, με την έκδοση οδηγιών για την εναρμόνιση των λογιστικών προτύπων που χρησιμοποιούνται στα κράτη μέλη, ιδίως την τέταρτη οδηγία 78/660/ΕΟΚ του Συμβουλίου για τους ετήσιους λογαριασμούς, και την έβδομη οδηγία 83/349/ΕΟΚ του Συμβουλίου για τους ενοποιημένους λογαριασμούς. Ακολούθησε η επιβολή των ΔΠΧA/IFRS [Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα (ΔΛΠ/IAS) τότε], μέσω του Κανονισμού (ΕΚ) 1606/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου καθώς και μεταγενέστερων κανονισμών (Giner & Luque-Vílchez, 2022). Στη συνέχεια έχουμε τη νέα λογιστική οδηγία 2013/34/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, η οποία αντικατέστησε την τέταρτη οδηγία 78/660/EOK και την έβδομη οδηγία 83/349/ΕΟΚ και τροποποίησε τη οδηγία 2006/43/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου.

Το ενδιαφέρον της ΕΕ για τον τομέα της βιωσιμότητας χρονολογείται από τις αρχές αυτού του 21ου αιώνα με την “Πράσινη Βίβλο”, η οποία υποχρέωσε τις κυβερνήσεις των κρατών μελών να αναπτύξουν ενεργά δημόσιες πολιτικές που τονώνουν την εταιρική κοινωνική ευθύνη (ΕΚΕ) και την εταιρική υπευθυνότητα. Ωστόσο, το κύριο ορόσημο στον τομέα είναι η Οδηγία 2014/95/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου. Η οδηγία τροποποίησε την (λογιστική) οδηγία 2013/34/ΕΕ καθιστώντας για πρώτη φορά υποχρεωτική τη Μη- χρηματοοικονομική γνωστοποίηση αλλά μόνο για τις μεγάλες μεγέθους εταιρείες. Ωστόσο, όπως αναφέρεται σε έκθεση που εκπόνησε η Επιτροπή (European Commission, 2021b), η εν λόγω οδηγία δεν έχει βελτιώσει επαρκώς την ποιότητα των πληροφοριών που αποκαλύπτουν οι εταιρείες, γεγονός που δημιουργεί ένα κενό λογοδοσίας. Σε αυτό το πλαίσιο, η ΕΚ δεσμεύτηκε να προτείνει μια αναθεωρημένη έκδοση της Οδηγίας (European Commission, 2019).

Η οδηγία CSRD [Directive (EU) 2022/2464], που ακολούθησε, σηματοδοτεί μια νέα προσπάθεια της Ε.Ε για βελτίωση του θεσμικού πλαισίου των εταιρικών δημοσιεύσεων και διασφάλισης της ορθότητας και αντικειμενικότητας των Μη-χρηματοοικονομικών εκθέσεων. Η οδηγία, για την υποβολή εκθέσεων βιωσιμότητας, της οποίας το αρχικό σχέδιο ανακοινώθηκε τον Απρίλιο του 2021, επιφέρει ουσιαστικές και σημαντικές  αλλαγές στην οδηγία του 2014 για τη δημοσιοποίηση της Έκθεσης μη Χρηματοοικονομικής Πληροφόρησης, NFRD) (European Commission, 2021a). Ειδικότερα, εισάγει λεπτομερέστερες απαιτήσεις υποβολής εκθέσεων και φροντίζει ώστε οι επιχειρήσεις να υποχρεούνται να δημοσιεύουν εκθέσεις σχετικά με ζητήματα βιωσιμότητας (ESG), όπως τα θέματα περιβαλλοντικής υπευθυνότητας (E – Environment), τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις εργασιακές πρακτικές που εφαρμόζουν (S – Social) καθώς και τη πολιτική εταιρικής διακυβέρνησης που έχουν υιοθετήσει και ακολουθούν (G – Governance).

Η οδηγία τέθηκε σε ισχύ στις 5/01/2023 και όλα τα κράτη μέλη υποχρεούνται να την μεταφέρουν στο εθνικό νομοθετικό τους πλαίσιο, ενώ το άρθρο 4 της CSRD τέθηκε σε ισχύ στις 1/01/2024. Η προθεσμία ενσωμάτωσης από τα κράτη μέλη για τα άρθρα 1-3 είναι η 6η Ιουλίου 2024 (European Commission, 2022).

Στόχος της Ένωσης είναι η αύξηση της εταιρικής υπευθυνότητας, η αποφυγή χρήσης διαφορετικών πρότυπων βιωσιμότητας και η επίτευξη ομοιογένειας. Επίσης, αποσκοπεί στην αύξηση της ποιότητας της πληροφορίας που δημοσιεύεται από εταιρείες, καθώς και της διαφάνειας των εν λόγω πληροφοριών για θέματα βιωσιμότητας και, ως εκ τούτου, στη στήριξη της μετάβασης σε μία βιώσιμη οικονομία, στον απόηχο της Συμφωνίας του Παρισιού για το Κλίμα και της Πράσινης Συμφωνίας της ΕΕ (European Union, 2022).

Με το νέο πλαίσιο, οι εταιρείες θα πρέπει να αποκαλύπτουν πληροφορίες αειφορίας στην έκθεση διαχείρισης, σύμφωνα με τα υποχρεωτικά ευρωπαϊκά πρότυπα αναφοράς βιωσιμότητας, καθώς και να τις υποβάλλουν σε ψηφιακή μηχανικά αναγνώσιμη μορφή. Συνοπτικά, οι νέες απαιτήσεις αναφοράς θα περιλαμβάνουν: Την επιπλέον αναφορά κοινωνικών ζητημάτων και ζητημάτων διακυβέρνησης, εκτός από την αναφορά για ζητήματα περιβάλλοντος και κλιματικής αλλαγής, όπως τη καταπολέμηση της διαφθοράς και της δωροδοκίας, την εταιρική διακυβέρνηση, το σεβασμό των ανθρωπίνων και των εργασιακών δικαιωμάτων, τη διαφορετικότητα και το lobbying. Μέσω των νέων κανόνων, οι επενδυτές και όλοι οι ενδιαφερόμενοι θα αποκτήσουν πρόσβαση στις πληροφορίες που χρειάζονται για την αξιολόγηση των επενδυτικών κινδύνων λόγω της κλιματικής αλλαγής, και σε άλλα ζητήματα που σχετίζονται με τη βιωσιμότητα. Είναι σαφές ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κάνει ένα ακόμα σημαντικό βήμα, προκειμένου η κουλτούρα της διαφάνειας σχετικά με τον αντίκτυπο των εταιρειών στους ανθρώπους και το περιβάλλον να αποκτήσει κυρίαρχη σημασία.

Η οδηγία CSRD θα ισχύει για όλες τις μεγάλες εταιρείες (δημόσιες και ιδιωτικές) που εδρεύουν στην ΕΕ και τις εταιρείες που είναι εισηγμένες στις εν λόγω αγορές. Συγκεκριμένα, η οδηγία επεκτείνει τον αριθμό των εταιρειών που απαιτείται να αναφέρουν τις πρακτικές τους που σχετίζονται με το ESG σε 50.000 εταιρείες στην ΕΕ, σε αντίθεση με την ισχύουσα NFRD που καλύπτει περίπου 11.000 οντότητες δημοσίου συμφέροντος. Η CSRD θα επηρεάσει τέσσερεις τύπους εταιρειών:

·         Εταιρείες που ήδη υπόκεινται στην NFRD.

·         Εταιρείες που πληρούν δύο από τα παρακάτω τρία κριτήρια: περισσότεροι από 250 εργαζόμενοι ή/και πάνω από €40 εκατ. κύκλος εργασιών ή/και πάνω από €20 εκατ. σύνολο ενεργητικού.

·         Εισηγμένες Μικρομεσαίες Επιχειρήσεις.

·         Εταιρείες με μητρικές εταιρείες εκτός ΕΕ με συνδυασμένο κύκλο εργασιών του ομίλου στην ΕΕ άνω των €150 εκατ. για δύο συνεχή έτη.

Οι εταιρείες που υπόκεινται στο CSRD θα πρέπει να υποβάλλουν αναφορές σύμφωνα με τα Ευρωπαϊκά Πρότυπα Αναφοράς Αειφορίας (ESRS). Τα προσχέδια προτύπων αναπτύσσονται από την EFRAG, (European Financial Reporting Advisory Group). Τα πρότυπα θα είναι προσαρμοσμένα στις πολιτικές της ΕΕ, ενώ θα βασίζονται και θα συμβάλλουν σε διεθνείς πρωτοβουλίες τυποποίησης.

Η EFRAG στις 23 Νοεμβρίου 2022, ανακοίνωσε την υποβολή της πρώτης δέσμης προτύπων ESRS στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αφού συμβουλεύτηκε διάφορα όργανα και κράτη μέλη σχετικά με τα σχέδια προτύπων, στις 31/07/2023 εξέδωσε την κατ’ εξουσιοδότηση πράξη για την πρώτη δέσμη ευρωπαϊκών προτύπων αναφοράς για την αειφορία (ESRS).

Οι απαιτήσεις υποβολής εκθέσεων θα ισχύουν σταδιακά για διαφορετικά είδη εταιρειών. Οι κανόνες θα αρχίσουν να ισχύουν μεταξύ 2024 και 2028 (EFRAG, 2022):

·         Υποβολή εκθέσεων το 2025 για το οικονομικό έτος 2024 για εταιρείες που ήδη υπόκεινται στην Οδηγία για τις μη χρηματοοικονομικές αναφορές (NFRD), δηλαδή για μεγάλες εταιρείες με περισσότερους από 500 υπαλλήλους.

·         Υποβολή εκθέσεων το 2026 για το οικονομικό έτος 2025 για μεγάλες εταιρείες (>500 υπαλλήλους), οι οποίες δεν υπόκεινται επί του παρόντος στην NFRD.

·         Υποβολή εκθέσεων το 2027 για το οικονομικό έτος 2026 για εισηγμένες μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, μικρά και μη σύνθετα πιστωτικά ιδρύματα και εξαρτημένες εταιρείες ασφάλισης.

·         Υποβολή εκθέσεων το 2029 για το οικονομικό έτος 2028 για επιχειρήσεις τρίτων χωρών με καθαρό κύκλο εργασιών άνω των € 150 εκατ. στην ΕΕ, εφόσον έχουν τουλάχιστον μία θυγατρική ή υποκατάστημα στην ΕΕ που υπερβαίνει ορισμένα όρια.

Επιπλέον, οι εταιρείες οφείλουν να προσλάβουν ανεξάρτητο ελεγκτή που θα διασφαλίζει ότι οι εταιρείες συμμορφώνονται με τα πρότυπα αναφοράς και πιστοποίησης.

Ο  έλεγχος  των εκθέσεων εταιρικής βιωσιμότητας (CSRD)

Η ΕΕ παρέχει κανονισμούς σχετικά με τον υποχρεωτικό έλεγχο για τη βελτίωση της ακεραιότητας των οικονομικών καταστάσεων. Ο υποχρεωτικός έλεγχος είναι μια νομικά απαιτούμενη επανεξέταση των οικονομικών αρχείων. Ο ρόλος του υποχρεωτικού ελέγχου είναι να πιστοποιεί τις οικονομικές καταστάσεις εταιρειών ή δημόσιων φορέων. Ο έλεγχος παρέχει σε ενδιαφερόμενα μέρη, όπως είναι οι επενδυτές και οι μέτοχοι, μια γνώμη σχετικά με την ακρίβεια των λογαριασμών των εταιρειών. Κατά συνέπεια, οι υποχρεωτικοί έλεγχοι συμβάλλουν στην εύρυθμη λειτουργία των αγορών βελτιώνοντας την εμπιστοσύνη στην ακεραιότητα των οικονομικών καταστάσεων.

Στον τομέα του υποχρεωτικού ελέγχου, οι στόχοι της Επιτροπής είναι:

•           βελτίωση της ανεξαρτησίας των νόμιμων ελεγκτικών γραφείων και των ελεγκτών από την οντότητα που ελέγχεται

•           ενίσχυση της πληροφοριακής αξίας για τους επενδυτές της έκθεσης ελέγχου

•           βοήθεια στη διασυνοριακή παροχή υπηρεσιών υποχρεωτικού ελέγχου στην ΕΕ

•           να συμβάλει σε μια πιο δυναμική αγορά ελέγχου στην ΕΕ

•           ενίσχυση της ελεγκτικής εποπτείας

•           προώθηση της σύγκλισης και της συνεργασίας με χώρες εκτός ΕΕ

Οι ισχύοντες κανόνες εγκρίθηκαν τον Απρίλιο του 2014. Στόχος τους είναι να βελτιώσουν τους υποχρεωτικούς ελέγχους στην ΕΕ ενισχύοντας την ανεξαρτησία των ελεγκτών και τον επαγγελματικό σκεπτικισμό τους απέναντι στη διοίκηση της ελεγχόμενης εταιρείας. Στην περίπτωση των οντοτήτων δημοσίου συμφέροντος (ΟΔΣ), για παράδειγμα, οι ελεγκτές θα εναλλάσσονται σε τακτική βάση και δεν θα επιτρέπεται πλέον να παρέχουν μη ελεγκτικές υπηρεσίες στους υπό έλεγχο πελάτες.

Αυτοί οι κανόνες συμβάλλουν στην ενίσχυση της ποικιλομορφίας στις αγορές ελέγχου και στην ενίσχυση της εμπιστοσύνης των επενδυτών στις χρηματοοικονομικές πληροφορίες των εταιρειών, γεγονός που με τη σειρά του βελτιώνει τις συνθήκες για διασυνοριακές επενδύσεις και οικονομική ανάπτυξη στην ΕΕ. Οι ισχύοντες κανόνες αποτελούνται από:

•           Μια τροποποιητική οδηγία (οδηγία 2014/56/EU) που καθορίζει το πλαίσιο για όλους τους υποχρεωτικούς ελέγχους, ενισχύει τη δημόσια εποπτεία του επαγγέλματος ελεγκτών και βελτιώνει τη συνεργασία μεταξύ των αρμόδιων αρχών στην ΕΕ

•           Έναν κανονισμό (Κανονισμός αριθ. 537/2014 EL) που καθορίζει τις απαιτήσεις για υποχρεωτικούς ελέγχους οντοτήτων δημοσίου συμφέροντος (ΟΔΣ), όπως εισηγμένες εταιρείες, τράπεζες και ασφαλιστικές επιχειρήσεις.

Η Επιτροπή Ευρωπαϊκών Φορέων Εποπτείας των Ελεγκτών /ΕΕΦΕΕ (Committee of European Auditing Oversight Bodies / CEAOB), ιδρύθηκε το 2016 με σκοπό τη βελτίωση της συνεργασίας μεταξύ των ευρωπαϊκών εθνικών ελεγκτικών αρχών στην ΕΕ. Η εν λόγω επιτροπή συμβάλλει στην ορθή εφαρμογή της νομοθεσίας της ΕΕ για τον έλεγχο διευκολύνοντας την εποπτική σύγκλιση (European Commission, 2022). Ως εκ τούτου, οι επιτροπές ελέγχου και οι ελεγκτές θα πρέπει εκ του ρόλου τους να επιβλέπουν την υιοθέτηση όλων των νέων διαδικασιών υποβολής εκθέσεων και να παρακολουθούν την αποτελεσματικότητα των συστημάτων διοίκησης και λειτουργίας και ελέγχου των εταιρειών τους. Βάσει της νέας οδηγίας, οι επιτροπές ελέγχου είναι επιφορτισμένες με ενισχυμένες αρμοδιότητες, συμπεριλαμβανομένης της παρακολούθησης της διαδικασίας σύνταξης και δημοσίευσης της έκθεσης βιωσιμότητας της εταιρείας και της υποβολής συστάσεων για τη διασφάλιση της ακεραιότητας των πληροφοριών που παρέχονται από την εταιρεία.

Οι προβλεπόμενοι από το νόμο εξωτερικοί ελεγκτές θα πρέπει να παρέχουν επιπλέον αλλά περιορισμένου βαθμού διασφάλιση σχετικά με τις αναφερόμενες πληροφορίες βιωσιμότητας μιας εταιρείας. Καθώς οι επιτροπές ελέγχου είναι υπεύθυνες για την παρακολούθηση της οικονομικής και μη χρηματοοικονομικής υποβολής εκθέσεων, η εξειδίκευση τους σε θέματα οικονομίας και βιωσιμότητας είναι απαραίτητη καθώς οι ολοκληρωμένες εκθέσεις πρέπει να αξιολογηθούν σωστά (Velte, 2018). Επιπλέον, η σύνδεση μεταξύ της εμπειρογνωμοσύνης των επιτροπών ελέγχου και των κατανοητών ολοκληρωμένων εκθέσεων έχει καταστεί ιδιαίτερα σημαντική στα κράτη μέλη της ΕΕ, ενόψει του αυξημένου αριθμού μεταρρυθμιστικών πρωτοβουλιών σε αυτούς τους τομείς (Müller et al., 2015).

Είναι προφανές ότι η ΕΕ κάνει ένα πολύ σημαντικό βήμα να καταστήσει τα ζητήματα βιωσιμότητας αναπόσπαστο μέρος της χρηματοοικονομικής της πολιτικής, προκειμένου να υποστηρίξει την ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία, που αποβλέπει στη συμβατότητα των ιδιωτικών επενδύσεων με τη μετάβαση σε μια κλιματικά ουδέτερη οικονομία (Koundouri et al., 2022).

Η Οδηγία θα απαιτήσει την ολοκληρωτική δέσμευση των εταιρειών, αφού θα πρέπει να εφαρμόσουν στρατηγικές με μετρήσιμους και εφικτούς στόχους, για την πρόοδο των οποίων θα πρέπει να υποβάλουν εκθέσεις. Αυτό θα απαιτήσει σημαντικές επενδύσεις πόρων και χρόνου από τις εταιρείες, προκειμένου να είναι επαρκώς προετοιμασμένες για την αναφορά. Είναι σημαντικό, επίσης, οι πληροφορίες που θα γνωστοποιούνται, να είναι στραμμένες προς το μέλλον και αναδρομικές, και σχετικές με ολόκληρη την αλυσίδα αξίας της εταιρείας. Επιπλέον, οι εταιρείες που εμπίπτουν στο πεδίο της Ευρωπαϊκής Ταξινομίας και της Task Force on Climate-Related Financial Disclosures, θα πρέπει να υποβάλουν ανάλογα ευθυγραμμισμένες αναφορές.

Η εφαρμογή της οδηγίας στην Ελλάδα

Η χρήση των πλαισίων αναφοράς και γνωστοποιήσεων στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Οδηγίας CSRD αποτελεί πρόκληση τόσο για τις ελληνικές επιχειρήσεις όσο και για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις (ΜμΕ), οι οποίες παρουσιάζουν αρκετές ιδιαιτερότητες.

Οι μεγάλες ελληνικές επιχειρήσεις που ανήκουν σε διάφορους κλάδους όπως για παράδειγμα τρόφιμα και ποτά, τηλεπικοινωνίες, λιανεμπόριο, χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, κατασκευές, ναυτιλία, ενέργεια και τεχνολογία, εδώ και αρκετά χρόνια είναι εξοικειωμένες με τη δημοσιοποίηση εκθέσεων, σύμφωνα με διεθνή πλαίσια αναφοράς. Για την αξιολόγηση της επιχειρηματικής επίδρασης από τους επενδυτές και τις τράπεζες, βοήθησε σημαντικά η σύνδεση του ESG Reporting με την άντληση κεφαλαίων από το τραπεζικό σύστημα και τους επενδυτές. Η Ευρωπαϊκή Οδηγία θα βοηθήσει στο να υπάρξει μια κοινή βάση στον τρόπο δημοσιοποίησης και μέτρησης της επίδρασης και, βέβαια, με την Ταξινομία της ΕΕ (EU Taxonomy) καθορίζονται συγκεκριμένοι δείκτες παρακολούθησης για τους τομείς δραστηριότητας που θεωρούνται πιο σημαντικοί στην αντιμετώπιση της Κλιματικής Αλλαγής.

Σήμερα, οι μεσαίες εταιρείες, αρχίζουν να μπαίνουν στη διαδικασία παρακολούθησης των ESG πληροφοριών. Το κύριο μέλημα και ζητούμενο είναι η ένταξη τους στη φιλοσοφία οργάνωσης και δημοσιοποίησης. Όμως, οι ελληνικές επιχειρήσεις φαίνεται να έχουν ακόμη πολύ δρόμο να διανύσουν για την ώριμη και συστηματική ενασχόλησή τους με την υιοθέτηση πολιτικών βιώσιμης ανάπτυξης και τη συστηματική καταγραφή της επιχειρηματικής τους επίδρασης, με τη χρήση ESG κριτηρίων.

Ανακεφαλαιώνοντας, οι εταιρείες μπορούν να αποκτήσουν ανταγωνιστικό πλεονέκτημα αξιοποιώντας την CSRD για την ενσωμάτωση κινδύνων και ευκαιριών που σχετίζονται με τα θέματα ESG στην εταιρική στρατηγική και την υποβολή εκθέσεων αειφορίας. Η διαφάνεια σχετικά με την αντιμετώπιση ζητημάτων βιωσιμότητας οικοδομεί εμπιστοσύνη με επενδυτές και καταναλωτές, ενώ, παράλληλα, προάγει τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα και ανθεκτικότητα μιας εταιρείας. Οι επιτροπές ελέγχου και οι ελεγκτές θα πρέπει να επιβλέπουν την υιοθέτηση των νέων διαδικασιών υποβολής εκθέσεων και να παρακολουθούν την αποτελεσματικότητα των συστημάτων διοίκησης και λειτουργίας των εταιρειών. Οι ελληνικές επιχειρήσεις πρέπει να προσαρμοστούν και να προβούν στην υιοθέτηση των πολιτικών βιώσιμης ανάπτυξης και τη συστηματική καταγραφή της επιχειρηματικής τους επίδρασης. Η επιτυχής εφαρμογή της CSRD στην Ελλάδα θα αναβαθμίσει την θέση της χώρας στον τομέα της εταιρικής διακυβέρνησης και θα ενισχύσει την προαγωγή της βιώσιμης ανάπτυξης και της κοινωνικής ευθύνης των επιχειρήσεων.

* Ο κ. Χύτης Ευάγγελος είναι Αναπληρωτής Καθηγητής του Τμήματος Λογιστικής και Χρηματοοικονομικής του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων και η κα Μητρούλια ΥΔ

ΑΝΑΦΟΡΕΣ

EFRAG. (2022). EFRAG delivers the first set of draft ERSS to the European Commission. https://efrag.org/news/public-387/EFRAG-delivers-the-first-set-of-draft-ESRS-to-the-European-Commission

European Commission. (2019). Communication from the commission to the European parliament, the European council, the European economic and social committee and the committee of the regions, the European green deal. Brussels. https://eur-lex.europa.eu/legal-content/ EN/TXT/?uri=CELEX%3A52019DC0640

European Commission. (2021a). Proposal for a directive of the European parliament and of the council amending directive 2013/34/EU, directive 2004/109/EC, directive 2006/43/EC and regulation (EU) no 537/2014, as regards corporate sustainability reporting. https://finance.ec.europa.eu/publications/sustainable-finance-package_en#csrd

European Commission. (2021b). Report from the commission to the European parliament the council and the European economic and social committee on the review clauses in directives 2013/34/ EU, 2014/95/EU, and 2013/50/EU. https://eur-lex.europa.eu/legal-content/EN/TXT/ ?uri=CELEX:52021DC0199

European Commission. (2022). Corporate sustainability reporting. https://finance.ec.europa.eu/capital-markets-union-and-financial-markets/company-reporting-and-auditing/company-reporting/corporate-sustainability-reporting_en

European Union. (2022). Directive (EU) 2022/2464 of the European Parliament and of the Council of 14 December 2022 amending Regulation (EU) No 537/2014, Directive 2004/109/EC, Directive 2006/43/EC and Directive 2013/34/EU, as regards corporate sustainability reporting (Text with. https://eur-lex.europa.eu/legal-content/EN/TXT/?uri=CELEX%3A32022L2464

Giner, B., & Luque-Vílchez, M. (2022). A commentary on the “new” institutional actors in sustainability reporting standard-setting: a European perspective. Sustainability Accounting, Management and Policy Journal, 13(6), 1284–1309. https://doi.org/10.1108/SAMPJ-06-2021-0222

Koundouri, P., Pittis, N., & Plataniotis, A. (2022). The Impact of ESG Performance on the Financial Performance of European Area Companies: An Empirical Examination. Environmental Sciences Proceedings, October 2014, 13. https://doi.org/10.3390/environsciproc2022015013

Müller, S., Stawinoga, M., & Velte, P. (2015). Stakeholder expectations on csr management and current regulatory developments in europe and Germany. Corporate Ownership and Control, 12(4CONT4), 506–513. https://doi.org/10.22495/cocv12i4c4p8

Velte, P. (2018). Is audit committee expertise connected with increased readability of integrated reports: Evidence from EU companies. Problems and Perspectives in Management, 16(2), 23–41. https://doi.org/10.21511/ppm.16(2).2018.03

Ο κ. Χύτης Ευάγγελος είναι Αναπληρωτής Καθηγητής του Τμήματος Λογιστικής και Χρηματοοικονομικής του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων και η κα Μητρούλια ΥΔ

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Experts