Η πορεία της ελληνικής οικονομίας προς την ανάκαμψη μετά τη χρεοκοπία του 2010 ποτέ δεν υπήρξε γραμμική. Κάθε φορά που διαφαινόταν φως στην άκρη του τούνελ, απρόοπτα γεγονότα την ανέτρεπαν.

Η αρχική προσπάθεια επιστροφής στην κανονικότητα επιχειρείται στα μέσα της περασμένης δεκαετίας, με την πρώτη επιτυχημένη έξοδο στις αγορές.

Ελληνική οικονομία: Τα 50 χρόνια της μεταπολίτευσης – Πόσο και πώς την άλλαξαν

Αποβαίνει ωστόσο άκαρπη, καθώς οι κυβερνητικοί χειρισμοί στο πρώτο μισό του 2015 οδηγούν σε νέο αποκλεισμό από το διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα και το τραπεζικό σύστημα στον πάγο μετά την επιβολή των capital controls και την τρίτη αναγκαστική ανακεφαλαιοποίησή του μέσα σε λίγα χρόνια.Την ίδια στιγμή που η ρευστότητα ρέει άφθονη από τις κεντρικές τράπεζες, τα επιτόκια βρίσκονται στο μηδέν και τα μεγαλύτερα funds του πλανήτη αναζητούν ευκαιρίες για υψηλές αποδόσεις, η Ελλάδα αποτελεί την τελευταία επιλογή.

Σε αυτή την ευνοϊκή συγκυρία οι ρυθμοί ανάπτυξης είναι αναιμικοί, παρά τη σωρευτική πτώση του ΑΕΠ κατά 25% που έχει προηγηθεί.

Βασικό εμπόδιο αποτελεί το έλλειμμα εμπιστοσύνης προς το πολιτικό σύστημα, το οποίο έχει οδηγήσει λίγα χρόνια νωρίτερα τη χώρα στα βράχια και αδυνατεί να εφαρμόσει με συνέπεια τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις για την οριστική έξοδο από την κρίση.

Η αλλαγή του 2019

Η πολιτική αλλαγή του 2019 αναμφίβολα συμβάλλει προς την κατεύθυνση αποκατάστασης των σχέσεων με την επενδυτική κοινότητα. Τη διαδέχονται όμως δύο μεγάλες κρίσεις. Αρχικώς είναι η πανδημία, που οδηγεί σε παγκόσμιο lockdown, παγώνοντας την οικονομική δραστηριότητα και στην Ελλάδα, με την ύφεση να φτάνει το 2020 το 9,3%.

Μετά το αρχικό σοκ η οικονομία δείχνει πως είναι σε θέση να γυρίσει σελίδα, αναπτυσσόμενη με 8,4% το 2021 και 5,6% το 2022, έχοντας μάλιστα για τη συνέχεια εξασφαλισμένους πόρους 35 δισ. ευρώ από το Ταμείο Ανάκαμψης.

Έρχεται όμως μία δεύτερη μεγάλη εξωγενής αναταραχή. Η έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία σε συνδυασμό με τις ανισορροπίες στη διεθνή εφοδιαστική αλυσίδα λόγω της υγειονομικής κρίσης εκτινάσσουν τις ενεργειακές τιμές και τον πληθωρισμό.

Σύμφωνα με τις τελευταίες προβλέψεις της ΤτΕ  η αύξηση του ΑΕΠ θα ανέλθει σε 2,2% το 2024, 2,5% το 2025 και 2,3% το 2026

Η αντίδραση των κεντρικών τραπεζών είναι άμεση, με διαδοχικές αυξήσεις στο κόστος χρήματος. Υστερα από ενάμιση χρόνο αυστηρής νομισματικής πολιτικής ο δείκτης τιμών καταναλωτή ξεφουσκώνει. Ο στόχος επιτυγχάνεται, αλλά με κόστος για την ευρωπαϊκή οικονομία.

Περιοριστικό τοπίο

Σε αυτό το περιοριστικό τοπίο, η ανάπτυξη στην Ελλάδα υποχωρεί το 2023 στο 2%, παραμένει όμως διπλάσια από τον μέσο όρο της ευρωζώνης.

Επιπλέον, εδώ και λίγους μήνες, το Ελληνικό Δημόσιο και οι μεγαλύτερες τράπεζες έχουν επιστρέψει στην επενδυτική βαθμίδα, βελτιώνοντας τους όρους χρηματοδότησής τους, ενώ τίθενται οι βάσεις για την προσέλκυση νέων επενδύσεων στη χώρα.

Παρ’ όλα αυτά η διεθνής αβεβαιότητα σε συνδυασμό με εγχώριες παθογένειες που δεν έχουν αντιμετωπιστεί δεν επιτρέπουν στη χώρα να επιτύχει την αναγκαία αναπτυξιακή δυναμική, προς αποκατάσταση των ζημιών που προκάλεσε η πολυετής οικονομική κρίση.

Σύμφωνα με τις τελευταίες προβλέψεις της Τράπεζας της Ελλάδος, η αύξηση του ΑΕΠ θα ανέλθει σε 2,2% το 2024, 2,5% το 2025 και 2,3% το 2026.

Προϋπόθεση για να επαληθευτούν αυτές οι εκτιμήσεις είναι η άνοδος των επενδύσεων, της ιδιωτικής κατανάλωσης και των εξαγωγών. Οι επιδόσεις σε αυτά τα πεδία όμως είναι άμεσα συνδεδεμένες με τις διεθνείς μακροοικονομικές προοπτικές.

Η αναζωπύρωση

Ο διοικητής της εγχώριας νομισματικής αρχής Γιάννης Στουρνάρας στην τελευταία του έκθεση για τη νομισματική πολιτική αναφέρθηκε σε σημαντικούς κινδύνους για την παγκόσμια, την ευρωπαϊκή και κατ’ επέκταση την ελληνική οικονομία, που συνδέονται με τις γεωπολιτικές και εμπορικές εντάσεις καθώς και με την κλιματική αλλαγή.

Η τελευταία λοιπόν αναζωπύρωση της κρίσης στη Μέση Ανατολή μπορεί να θέσει εν αμφιβόλω τον στόχο διατήρησης των ρυθμών μεγέθυνσης του ΑΕΠ πάνω από το 2% ετησίως.

Και αυτό διότι η εν εξελίξει κλιμάκωση ενδέχεται να έχει οικονομικές επιπτώσεις σε ολόκληρο τον πλανήτη, οδηγώντας εκ νέου σε άνοδο τις τιμές της ενέργειας και των βασικών εμπορευμάτων, καθώς και το κόστος των εισαγόμενων αγαθών.

Τυχόν βραδύτερη υποχώρηση του πυρήνα του πληθωρισμού θα μπορούσε να μεταβάλει τις τρέχουσες προσδοκίες για μείωση των βασικών επιτοκίων.

Οπως επισημαίνει οικονομολόγος τραπεζικού ομίλου, «τις διεθνείς εξελίξεις δεν μπορούμε να τις επηρεάσουμε. Αυτό που οφείλουμε να κάνουμε είναι να προετοιμαστούμε για το χειρότερο δυνατό σενάριο, ενισχύοντας την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας».

Στο ίδιο μήκος κύματος κινείται και η συνταγή του κ. Στουρνάρα, όπως διατυπώθηκε στην τελευταία του έκθεση: «Η οικονομική πολιτική θα πρέπει να συνεχίσει στον ίδιο δρόμο των μεταρρυθμίσεων, της αποτελεσματικής χρήσης των διαθέσιμων εγχώριων και ευρωπαϊκών πόρων και της δημοσιονομικής υπευθυνότητας, με έμφαση στην αύξηση των επενδύσεων».

Πηγή: Έντυπη Εκδοση ΤΟ ΒΗΜΑ

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Οικονομία