Αντανακλαστική ήταν η αντεπίθεση της βιομηχανίας τροφίμων στις κατηγορίες που εξαπέλυσε η υποψήφια των Δημοκρατικών Κάμαλα Χάρις για την αμερικανική προεδρία, σύμφωνα με τις οποίες οι ανατιμήσεις εξοντώνουν τους αμερικανούς καταναλωτές, δηλώνοντας μάλιστα –πάντα στο ασφαλές περιβάλλον της προεκλογικής περιόδου- υπέρ της απαγόρευσης των αυξήσεων στις τιμές.

Η Χάρις έκανε λόγο για πληθωρισμό απληστίας των επιχειρήσεων τροφίμων, για να δεχθεί τα ομαδικά πυρά εκπροσώπων κορυφαίων εταιρειών του κλάδου που έσπευσαν να επικαλεστούν τα κόστη, που κυμαίνονται από τα εργατικά μέχρι την τιμή του κακάο, επιχειρηματολογώντας ότι η διατήρηση των περιθωρίων κέρδους είναι προϋπόθεση για την ανάπτυξη νέων προϊόντων.

Κάμαλα Χάρις: Προτείνει αύξηση του εταιρικού φορολογικού συντελεστή στο 28%

Από την πλευρά των Δημοκρατικών έχουν κατηγορηθεί και προηγουμένως οι εταιρείες τροφίμων για υπερβολικές ανατιμήσεις, με τον ίδιο τον Τζο Μπάιντεν να κάνει λόγο στη διάρκεια του τελευταίου Super Bowl για shrinkflation.

Τώρα, η διάδοχός του στην υποψηφιότητα για την προεδρία και στην προεδρία του κόμματος, Κάμαλα Χάρις, πέρα από τα περί απαγόρευσης των ανατιμήσεων, προανήγγειλε κανόνες που θα απαγορεύουν τη συγκέντρωση υπερβολικών κερδών σε βάρος των καταναλωτών σε τρόφιμα και είδη καθημερινής ανάγκης.

Η κυβέρνησή της, σύμφωνα με τις προεκλογικές εξαγγελίες, θα πατάξει επίσης τις συμφωνίες που, σύμφωνα με τις διακηρύξεις, δίνουν στις μεγάλες εταιρείες τροφίμων τη δύναμη να αυξάνουν τις τιμές των τροφίμων και να υπονομεύουν τον ανταγωνισμό.

Βέβαια, το θέμα της αύξησης των τιμών δεν έχει οριοθετηθεί και σε ορισμένες πολιτείες προσπάθησαν να ρυθμίσουν το πώς και το πότε οι εταιρείες μπορούν να αυξήσουν τις τιμές σε ορισμένες περιπτώσεις, ακόμη και μετά από μια φυσική καταστροφή.

Ωστόσο, και η ίδια η Χάρις (τυχαία;) δεν διευκρίνισε τι συνιστά υπερβολικά κέρδη, με στελέχη των επιχειρήσεων να δηλώνουν ότι τέτοιοι κανόνες θα ήταν δύσκολο να εφαρμοστούν.

Όπως επισημαίνει η WSJ, η υποστήριξη της Χάρις για κάποια μορφή ελέγχου των ανατιμήσεων στα τρόφιμα είναι εν μέρει μια προσπάθεια να αμβλυνθούν οι επιθέσεις από τον Ρεπουμπλικανό αντίπαλό της  Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος κατηγορεί την κυβέρνηση Μπάιντεν ότι τροφοδότησε τον πληθωρισμό εκτοξεύοντας το κόστος ζωής για τον μέσο Αμερικανό.

«Δεν απολογούμαστε για τα κέρδη μας»

Οι αντιδράσεις των καταναλωτών, άλλωστε, έχουν κάνει πολλές εταιρείες να επιδιώκουν συγκράτηση των ανατιμήσεων.

Ο Διευθύνων Σύμβουλος του γίγαντα σνακ Kellanova, Steve Cahillane, δήλωσε σε συνέντευξή του πέρυσι ότι η εταιρεία του – τότε Kellogg- έκανε ό,τι μπορούσε για να διατηρήσει τις τιμές όσο το δυνατόν πιο χαμηλές, διατηρώντας παράλληλα τα περιθώρια κέρδους.

«Δεν χρησιμοποιούμε δικαιολογίες ούτε απολογούμαστε για την προσπάθεια να προστατεύσουμε τα περιθώρια κέρδους μας», είπε ο Cahillane, προσθέτοντας ότι η επιβίωση των εταιρειών είναι συνδεδεμένη με τα κέρδη τους.

Από την πλευρά τους οι καταναλωτές έχουν αναγκαστεί –μετά τις αλλεπάλληλες αυξήσεις τιμών από το 2021 και έπειτα- να περικόψουν τα έξοδά τους, περιοριζόμενοι στα απαραίτητα. Μείωσαν αγορές διαρκών καταναλωτικών αγαθών, το φαγητό έξω και στράφηκαν σε φθηνότερες αλυσίδες σούπερ μάρκετ ακόμα και για τις αγορές των καθημερινών αναγκαίων.

Συνολικά, οι τιμές στα είδη σούπερ μάρκετ ήταν περίπου 27% υψηλότερες τον Ιούλιο σε σχέση με το 2019, σύμφωνα με στοιχεία του υπουργείου Εργασίας.

Ορισμένα στελέχη τροφίμων από την πλευρά τους υποστηρίζουν ότι ο κλάδος το έχει παρακάνει με τις τιμές.

Ο ιδρυτής και διευθύνων σύμβουλος της Chobani, Hamdi Ulukaya, δήλωσε σε συνέντευξή του νωρίτερα φέτος ότι πολλά τρόφιμα σήμερα είναι υπερτιμημένα. «Αυτό είναι ανεύθυνο», είπε ο Ulukaya. «Οι άνθρωποι που εξαρτώνται από το φαγητό πληρώνουν το τίμημα».

Μάχη για να ξανακερδίσουν καταναλωτές

Οι μεγάλες εταιρείες τροφίμων ξεκινούν τις δικές τους καμπάνιες για να κερδίσουν ξανά τους καταναλωτές που χάνουν εξαιτίας της ακρίβειας.

Οι γίγαντες του λιανικού εμπορίου όπως η Walmart αυξάνουν τις επενδύσεις σε προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας.

Η Kroger, η οποία έχει δρομολογήσει την εξαγορά της ανταγωνιστικής Albertsons για 25 δισ. δολάρια, ανακοίνωσε τις προηγούμενες μέρες ότι θα ξοδέψει 1 δισεκατομμύριο δολάρια για να μειώσει τις τιμές της Albertsons μετά το κλείσιμο της συμφωνίας.

Η Kraft Heinz, η Mondelez και άλλοι κολοσσοί της βιομηχανίας τροφίμων έχουν ανακοινώσει ότι κατέβασαν ταχύτητα στην αύξηση των τιμών, ενισχύοντας τις εκπτώσεις ή διαθέτοντας νέα προϊόντα.

Ο Cahillane της Kellanova είπε ότι δεν βλέπει το shrinkflation ως κάτι κακό. Αντίθετα, είπε, προσφέρουν στους καταναλωτές ό,τι μπορούν να αντέξουν οικονομικά!

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Διεθνή