Καμπανάκι για την ανάγκη να γεφυρωθεί το χάσμα μεταξύ τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και αγοράς εργασίας χτυπά η αγορά, λόγω των ελλείψεων σε προσωπικό, ενώ σύμφωνα με στοιχεία ερευνών μόλις τα μισά πανεπιστημιακά τμήματα στην Ελλάδα είναι προσανατολισμένα σε ένα παραγωγικό και αναπτυξιακό μοντέλο για τη χώρα. Είναι ενδεικτικό ότι την τελευταία τριετία πενταπλασιάστηκαν οι αναζητήσεις εργαζόμενων από επιχειρήσεις – η πληροφορική, ο ξενοδοχειακός τομέας και η εστίαση, καθώς και οι επαγγελματικές υπηρεσίες αποτελούν τους κλάδους που αναζητούν τους περισσότερους εργαζομένους.

Την ίδια στιγμή που σε 260.000 υπολογίζεται ότι έφθασαν οι κενές θέσεις εργασίας, σύμφωνα με τις δηλώσεις των ίδιων των επιχειρήσεων φέτος, με τη μεταποίηση, την εστίαση, τα καταλύματα, τις κατασκευές και τις εξαγωγές να βρίσκονται στην κορυφή της λίστας σε ελλείψεις προσωπικού.

Αγορά εργασίας: Πώς τα αφεντικά προχωρούν σε γενικευμένες μειώσεις μισθών – Τα κόλπα που χρησιμοποιούν

Οι εκπρόσωποι του επιχειρηματικού κόσμου έχουν εδώ και καιρό διατυπώσει τη θέση ότι χρειάζονται σημαντικές παρεμβάσεις για να γεφυρωθεί το χάσμα μεταξύ τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και αγοράς εργασίας ώστε να αποκτήσει η χώρα το αναγκαίο εξειδικευμένο ανθρώπινο δυναμικό που είναι απαραίτητο για τον μετασχηματισμό της οικονομίας. Σύμφωνα με μελέτη που υλοποίησαν η ΕΥ Ελλάδος, το Εργαστήριο Ηλεκτρονικού Επιχειρείν (ELTRUN) του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών και η Endeavor Greece με θέμα «Mind the Gap: Γεφυρώνοντας το χάσμα μεταξύ Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης και Αγοράς Εργασίας», είναι υπαρκτό το πρόβλημα έλλειψης εστίασης σε τομείς και δεξιότητες που χρειάζεται σήμερα η οικονομία.

Μάλιστα επισημαίνει ότι για να πραγματοποιηθεί το αναπτυξιακό άλμα που χρειάζεται η Ελλάδα, να μειωθεί σημαντικά η ανεργία και να αναπληρωθεί το ένα εκατομμύριο θέσεων εργασίας που χάθηκαν λόγω της οικονομικής κρίσης και του brain drain, θα πρέπει η χώρα να δημιουργήσει τα επόμενα χρόνια μερικές εκατοντάδες χιλιάδες θέσεις εργασίας υψηλής εξειδίκευσης.

Οι νέες ποιοτικές θέσεις εργασίας αφορούν κλάδους όπου μπορούν να επιτευχθούν υψηλοί ρυθμοί ανάπτυξης, με την αξιοποίηση των συγκριτικών πλεονεκτημάτων της χώρας, όπως η πράσινη ενέργεια, οι ψηφιακές τεχνολογίες και το ηλεκτρονικό εμπόριο, η αγροδιατροφή και η εξειδικευμένη πρωτογενής παραγωγή, ο τουρισμός υψηλής προστιθέμενης αξίας, η εφοδιαστική αλυσίδα και οι μεταφορές –ιδιαίτερα η ναυτιλία –, τα επώνυμα καινοτόμα καταναλωτικά προϊόντα, τα διεθνώς πιστοποιημένα βιομηχανικά προϊόντα υψηλής εξειδίκευσης, κ.ά.

Η ίδια έρευνα δείχνει ότι ενώ η χώρα μας διαθέτει ένα καλά εκπαιδευμένο ανθρώπινο δυναμικό και αξιόλογα πανεπιστημιακά ιδρύματα, υπάρχει ένα μεγάλο χάσμα μεταξύ των δεξιοτήτων που απαιτεί σήμερα η αγορά εργασίας και αυτών που παράγει το εκπαιδευτικό σύστημα. Ετσι ενώ τα επίπεδα ανεργίας μεταξύ των νέων πτυχιούχων παραμένουν υψηλά, οι επιχειρήσεις αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα στην εύρεση κατάλληλα καταρτισμένου ανθρώπινου δυναμικού.

Σύμφωνα με τον ΣΕΒ η Ελλάδα υστερεί σε ευρωπαϊκό επίπεδο ως προς τους όρους ανάπτυξης, διατήρησης και αξιοποίησης δεξιοτήτων του ανθρώπινου δυναμικού, γεγονός που επιδρά αρνητικά στην απασχόληση, ιδιαίτερα των νέων, και στην ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων και της ελληνικής οικονομίας. Η έγκαιρη και αποτελεσματική προσαρμογή της εκπαίδευσης και κατάρτισης στις σύγχρονες τάσεις της οικονομίας και τις ανάγκες των επιχειρήσεων σε επαγγέλματα και δεξιότητες προϋποθέτει συστηματική παρακολούθηση της αγοράς εργασίας και στενή συνεργασία μεταξύ εκπαιδευτικής και επιχειρηματικής κοινότητας.

Η μελέτη της ΕΥ, του ELTRUΝ και της Endeavor διαπίστωσε ότι το ποσοστό του πληθυσμού με ανώτατη εκπαίδευση στην Ελλάδα το 2020 στην ηλικιακή ομάδα 24-34, βρισκόταν κοντά στα μέσα ευρωπαϊκά επίπεδα, ενώ στις μεγαλύτερες ηλικίες το ποσοστό υπολειπόταν των αντίστοιχων επιδόσεων χωρών της ΕΕ και του ΟΟΣΑ. Αντίθετα, το ποσοστό του φοιτητικού πληθυσμού στον συνολικό πληθυσμό της χώρας (7,51%) είναι σχεδόν διπλάσιο από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο (4,03%), εξαιτίας κυρίως του ρυθμού αποφοίτησης που είναι ο χαμηλότερος στην ΕΕ. Το ανησυχητικό όμως ήταν ότι το ποσοστό απασχόλησης των αποφοίτων των ΑΕΙ στην Ελλάδα για την ηλικιακή ομάδα 25-64 (75,4%), είναι το χαμηλότερο μεταξύ των 27 χωρών της ΕΕ, ενώ στην ηλικιακή ομάδα 25-34, η εικόνα επιδεινώνεται περαιτέρω.

Ο ρόλος των ΑΕΙ

Στο αποτέλεσμα αυτό σημαντικό ρόλο παίζει το γεγονός ότι από τα 430 πανεπιστημιακά τμήματα της χώρας, μόνο τα 219 (51%) είναι προσανατολισμένα στο παραγωγικό αναπτυξιακό άλμα της Ελλάδας, παρέχοντας στους απόφοιτους άμεσες προοπτικές απασχόλησης στην ιδιωτική οικονομία. Μάλιστα σε 42 τμήματα οι απόφοιτοι έχουν ως κύρια (ή μοναδική) δυνατότητα επαγγελματικής αποκατάστασης μια θέση στο Δημόσιο. Αντίστοιχη είναι η εικόνα και στα μεταπτυχιακά προγράμματα, όπου, ενώ καταγράφεται ποσοτική επάρκεια, διαπιστώνεται υπερσυγκέντρωση στις Επιστήμες Υγείας και στις Κοινωνικές και Ανθρωπιστικές Επιστήμες.

Χαρακτηριστικά, το ακαδημαϊκό έτος 2023 – 2024, τα τμήματα με έμφαση στις σπουδές STEM (επιστήμη, τεχνολογία, μηχανική και μαθηματικά), αποτελούσαν το 30,7% του συνόλου των τμημάτων των ελληνικών πανεπιστημίων, ποσοστό ικανοποιητικό σε σχέση με άλλες χώρες. Ωστόσο, παρατηρείται ακόμη έλλειψη σε αποφοίτους πληροφορικής –ενός κλάδου με ιδιαίτερα υψηλή προστιθέμενη αξία για την ελληνική οικονομία –παρά τα 36 εξειδικευμένα τμήματα και τα 148 μεταπτυχιακά προγράμματα που λειτουργούν.

Οι κλάδοι που αναζήτησαν την τελευταία τριετία τους περισσότερους υπαλλήλους και συνεχίζουν είναι η πληροφορική (32,5%), ο ξενοδοχειακός τομέας και η εστίαση (12,2%), και οι επαγγελματικές υπηρεσίες (12%), ενώ ακολουθούν το λιανικό εμπόριο (5,4%) και οι τηλεπικοινωνίες (4,9%).

Τα στελέχη των επιχειρήσεων διαπιστώνουν ελλείψεις όμως σε ποιοτικές δεξιότητες ιδιαίτερα για τις θέσεις πληροφορικής, μάρκετινγκ, πωλήσεων, logistics, παραγωγής, επιχειρησιακών λειτουργιών, χρηματοοικονομικών, αλλά και στον κλάδο υγείας.

Επιπλέον και παρά τα βήματα που έχουν γίνει είναι ακόμα περιορισμένη η έκταση της συνεργασίας των επιχειρήσεων με τα πανεπιστήμια, οι οποίες γίνονται αποσπασματικά και, κυρίως, από μεγάλες επιχειρήσεις ή καινοτόμες startups και δεν διερευνούν όσο θα έπρεπε τις πραγματικές ανάγκες της αγοράς.

Το ΕΒΕΑ

Πρόσφατη έρευνα του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου της Αθήνας έδειξε ότι στην προσπάθεια εύρεσης προσωπικού με τις κατάλληλες δεξιότητες, μόλις το 3% των επιχειρήσεων δήλωσε ότι βρήκε με ευκολία τις δεξιότητες που αναζητούσε, το 31,3% των επιχειρήσεων δήλωσε ότι η αναζήτηση δεν ήταν εύκολη, αλλά τελικά κατάφερε να καλύψει τις ανάγκες του, ενώ το 17,2% των επιχειρήσεων που ρωτήθηκαν ανέφερε ότι ο βαθμός δυσκολίας είναι τόσο μεγάλος, που δεν προβλέπει ότι θα μπορέσει να καλύψει σωστά τις ανάγκες του.

Οι ειδικότητες, για τις οποίες οι επιχειρήσεις δηλώσαν και συνεχίζουν να έχουν δυσκολία να βρουν προσωπικό, αφορούν κυρίως αυτές των μηχανικών (16,7%), των οικονομικών (13,9%) και τεχνικών (11,1%) κλάδων, καθώς και της πληροφορικής (9,6%). Επιπλέον, το 63,5% των επιχειρήσεων δήλωσε ότι είναι δύσκολο να βρουν καλά καταρτισμένους εργαζομένους σε τεχνικές ειδικότητες, ενώ οι έξι στις δέκα επιχειρήσεις θεωρούν ότι η τριτοβάθμια εκπαίδευση δεν προσφέρει στους αποφοίτους γνώσεις και δεξιότητες που θα διευκόλυναν την ένταξή τους στην αγορά εργασίας.

Τόσο οι έλληνες βιομήχανοι όσο και οι εκπρόσωποι των μικρομεσαίων επιχειρήσεων της χώρας έχουν επανειλημμένως θέσει το θέμα. Μάλιστα πάνω από 4 στους δέκα επιχειρηματίες στην Ελλάδα ζητούν αναβάθμιση των δεξιοτήτων αλλά και σύνδεση της εκπαίδευσης με τις επιχειρήσεις και τις ανάγκες της αγοράς ώστε να μπορούν να καλύπτουν ευκολότερα τις θέσεις εργασίας που δημιουργούνται καθώς οι απαιτήσεις αλλάζουν.

Πηγή: Premium έκδοση ΤΑ ΝΕΑ

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Tax
Αντικειμενικές αξίες: Τι αλλάζει στον υπολογισμό της αξίας των ακινήτων
Ακίνητα |

Αντικειμενικές αξίες: Τι αλλάζει στον υπολογισμό της αξίας των ακινήτων

Νέα απόφαση του υπουργείου Οικονομικών ξεκαθαρίζει το τοπίο για ακίνητα εντός και εκτός του συστήματος – Τι ισχύει για προσόψεις, υπόγεια, παλαιότητα, συντελεστές αξιοποίησης οικοπέδου