Ο διευθύνων σύμβουλος της Intel Πατ Γκέλσινγκερ έλαβε μια ασυνήθιστα άμεση απαίτηση από το διοικητικό συμβούλιο της εταιρείας την άνοιξη του περασμένου έτους: να δώσει μεγαλύτερη προσοχή στη στρατηγική της όσον αφορά την τεχνητή νοημοσύνη.
Σύμφωνα με δημοσίευμα των Financial Times, που επικαλείται άτομα με γνώση της σχετικής οδηγίας, το διοικητικό συμβούλιο εξέφρασε την ανησυχία ότι η εταιρεία θα έχανε μια νέα αγορά πολλών δισεκατομμυρίων δολαρίων για την κατασκευή τσιπ που τροφοδοτούν τη δημιουργική τεχνητή νοημοσύνη, η οποία είχε εμφανιστεί τους μήνες μετά το λανσάρισμα του ChatGPT από την OpenAI.
Τι συμβαίνει με την Intel; Έχει τέλος η κατηφόρα του κολοσσού;
Η απάντηση του Γκέλσινγκερ ήταν η δημιουργία ενός γραφείου AI Acceleration, επιφορτισμένου με τον συντονισμό των σχεδίων AI σε πολλαπλούς επιχειρηματικούς τομείς. Επικεφαλής του γραφείου θα ήταν ο Σρινίβας Λίνγκαμ, ο οποίος μετατέθηκε στην Καλιφόρνια από τη θέση του στην ομάδα προϊόντων AI στην Ινδία.
Ωστόσο, η αμερικανική εταιρεία κατασκευής τσιπ παραμένει πολύ πίσω από την ανταγωνίστρια Nvidia, ακόμη και από την AMD στην παγκόσμια αγορά για την πώληση τσιπ AI που χρησιμοποιούνται σε κέντρα δεδομένων. Συγκριτικά, η Intel αναμένει 500 εκατ. δολάρια σε πωλήσεις των τελευταίων της τσιπ Gaudi 3 φέτος, σε σύγκριση με τις πωλήσεις δεκάδων δισεκατομμυρίων δολαρίων της Nvidia σε μονάδες επεξεργασίας γραφικών.
Εν τω μεταξύ, η εταιρεία έχει κλονιστεί από τις αποχωρήσεις σημαντικών στελεχών, τις χιλιάδες απολύσεις και την κατακόρυφη πτώση της τιμής της μετοχής της.
Οι «δύσκολες εβδομάδες»
Αυτά τα προβλήματα έρχονται με τον Γκέλσινγκερ, που διορίστηκε διευθύνων σύμβουλος το 2021, να έχει συμπληρώσει περισσότερα από τρία χρόνια στο πενταετές σχέδιό του να μετατρέψει την Intel σε μια δύναμη παραγωγής τσιπ που θα ανταγωνίζεται την Taiwan Semiconductor Manufacturing Company, να κατασκευάσει νέα εργοστάσια στις ΗΠΑ και την Ευρώπη και να φτάσει τις πιο προηγμένες διαδικασίες κατασκευής. Έχει ήδη διαχωρίσει την επιχείρηση σχεδιασμού τσιπ της εταιρείας από τον κατασκευαστικό της βραχίονα.
Αντ’ αυτού, η προσοχή επικεντρώνεται στη σχέση του Γκέλσινγκερ με το διοικητικό του συμβούλιο, σημειώνουν οι Financial Times. Τον Αύγουστο, παραιτήθηκε ένα βασικό μέλος του διοικητικού συμβουλίου που ήταν επιφορτισμένο με την εποπτεία της στρατηγικής κατασκευής των κρίσιμων τσιπ. Ενώ το γραφείο AI Acceleration συνεχίζει το έργο του, ο Λίνγκαμ μετακινήθηκε σε άλλη θέση στην Intel νωρίτερα φέτος.
Ο Γκέλσινγκερ αναγνώρισε σε πρόσφατο συνέδριο της Deutsche Bank ότι η εταιρεία πέρασε «μερικές δύσκολες εβδομάδες». Αναμένεται να παρουσιάσει στο διοικητικό συμβούλιο αυτό το μήνα ένα ακόμη σχέδιο αναδιάρθρωσης, μετά από μια προσπάθεια περικοπής του κόστους ύψους 10 δισ. δολαρίων που παρουσιάστηκε τον Αύγουστο και περιελάμβανε 15.000 απολύσεις.
Πρόσφατα αποχωρήσαντες υπάλληλοι δήλωσαν στους Financial Times ότι, ενώ συμφωνούσαν με τη στρατηγική του Γκέλσινγκερ, η εταιρεία δυσκολεύεται στην εκτέλεσή της. Περιέγραψαν την απογοήτευσή τους για την εκτεταμένη εσωτερική γραφειοκρατία, με το μπρος-πίσω για τις απολύσεις να καταστρέφει το ηθικό.
Εάν η Intel μπορέσει να ξεπεράσει την καταιγίδα θα μπορούσε να φτάσει σε μια «πολύ κερδοφόρα κατάσταση» το 2026 ή το 2027
Οι… άλλες επιλογές
Η Intel εξετάζει ακόμη περισσότερες αλλαγές. Τις τελευταίες ημέρες, το Bloomberg ανέφερε ότι η εταιρεία συνεργάζεται με τραπεζίτες για να εξετάσει άλλες επιλογές. Σε αυτές περιλαμβάνονται: η δημόσια εγγραφή της εξειδικευμένης μονάδας κατασκευής τσιπ Altera, η οποία αποκτήθηκε έναντι 16,7 δισ. δολαρίων το 2015, η πιθανή πώληση της επιχείρησης χυτηρίου που κατασκευάζει τσιπ για εξωτερικούς πελάτες και η κατάργηση ορισμένων σχεδίων για κατασκευή νέων εργοαστασίων.
Μεταξύ των προβλημάτων της Intel είναι οι μεγάλες δαπάνες για την κατασκευή νέων εργοστασίων. Η επιχείρηση χυτηρίων της είχε «αιμορραγία» 7 δισ. δολάρια το 2023. Οι φιλόδοξοι στόχοι πωλήσεων που τέθηκαν το 2022, στο αποκορύφωμα της έκρηξης της ζήτησης για υπολογιστές της εποχής του Covid, δεν έχουν επιτευχθεί. Αυτοί οι στόχοι υποτίθεται ότι θα βοηθούσαν στη χρηματοδότηση των τεράστιων επενδυτικών σχεδίων.
«Νομίζω ότι το μεγαλύτερο πρόβλημα του Γκέλσινγκερ αυτή τη στιγμή είναι ότι χάνει την αξιοπιστία του και τη νομιμοποίησή του», δήλωσε ο Νταν Χάτσεσον του TechInsights. «Έχει θεωρηθεί ως ο σωτήρας της Intel. Με τις απολύσεις, αν αυτός ο πόνος είχε προκληθεί στην αρχή [του πενταετούς σχεδίου του], οι μετοχές θα ανέβαιναν αντ’ αυτού».
Εάν η Intel μπορέσει να ξεπεράσει την καταιγίδα, δήλωσε ο Hutcheson, θα μπορούσε να φτάσει σε μια «πολύ κερδοφόρα κατάσταση» το 2026 ή το 2027, εάν επιτύχει με μια νέα διαδικασία κατασκευής που ονομάζεται 18A, η οποία έχει σχεδιαστεί για να δημιουργεί τα πιο πρόσφατα τσιπ αιχμής. «Το πρόβλημα είναι ότι πρέπει να περιμένει μέχρι τότε».
«Βροχή» αποχωρήσεων
Το διοικητικό συμβούλιο έχει πιέσει για περισσότερη εποπτεία της στρατηγικής της Intel. Πέρυσι, ο Lip-Bu Tan, πρώην διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας λογισμικού σχεδιασμού τσιπ Cadence, ο οποίος διορίστηκε στο διοικητικό συμβούλιο το 2022, ανέλαβε πρόσθετες αρμοδιότητες για να καθοδηγήσει την κρίσιμη επιχείρηση χυτηρίου της εταιρείας. Ο ρόλος αυτός συνοδεύτηκε από πρόσθετη απονομή μετοχών περιορισμένης διάρκειας ύψους περίπου 1 εκατ. δολαρίων. Τον Αύγουστο, ο Tan αποχώρησε, τροφοδοτώντας περαιτέρω ανησυχία για την ηγεσία της εταιρείας.
Υπήρξαν και άλλες αποχωρήσεις υψηλού προφίλ. Ο Στιούαρτ Παν, στέλεχος της Intel για πολλά χρόνια, ο οποίος επέστρεψε στην εταιρεία το 2021 μετά από ένα διάλειμμα, διορίστηκε επικεφαλής της επιχείρησης χυτηρίων της τον Μάρτιο του 2023. Αποχώρησε τον Ιούνιο για να ενταχθεί στην νεοφυή εταιρεία τσιπ Groq.
Ένας άλλος βετεράνος, ο Σλόμιτ Βάις, κορυφαίος μηχανικός σχεδιασμού, αποχώρησε τον Απρίλιο. Η Λίσα Σπέλμαν, η οποία ήταν επικεφαλής της σειράς Xeon της Intel για τα τσιπ των κέντρων δεδομένων, έφυγε για να γίνει διευθύνουσα σύμβουλος της εταιρείας κατασκευής υλικού Cornelis Networks τον Αύγουστο. Ο Κέβιαν Εσφαριάνι, επικεφαλής των παγκόσμιων λειτουργιών, ανακοίνωσε την αποχώρησή του τον ίδιο μήνα.
Ένα φωτεινό σημείο είναι ο νόμος Chips Act, που ψηφίστηκε από την κυβέρνηση Μπάιντεν για να στηρίξει τη βιομηχανία τσιπ της χώρας
Έλλειψη ταλέντων
Οι εμπειρογνώμονες σε βασικούς τομείς των χυτηρίων και της τεχνητής νοημοσύνης έχουν αποδειχθεί μερικές φορές δύσκολο να προσληφθούν, δήλωσαν οι ειδικοί. Σημαντικοί πελάτες για την κατασκευή 18Α της Intel, με την αξιοσημείωτη εξαίρεση της Microsoft, δεν έχουν ακόμη ανακοινωθεί.
Την Τετάρτη, το Reuters ανέφερε ότι η Broadcom, ένας πιθανός βασικός πελάτης κατασκευής, είχε πραγματοποιήσει δοκιμές στη νέα διαδικασία κατασκευής τσιπ, οι οποίες απέτυχαν. Η Broadcom δήλωσε ότι εκτιμά τη σχέση της με την Intel και ότι «αξιολογούμε τις προσφορές προϊόντων και υπηρεσιών της Intel Foundry (χυτήρια) και δεν έχουμε ολοκληρώσει αυτή την αξιολόγηση».
Μια πιθανή κατασκευαστική συνεργασία με τη SoftBank, ιδιοκτήτρια της Arm, χάλασε νωρίτερα φέτος. Η συμφωνία ύψους 5,4 δισ. δολαρίων για την εξαγορά της Tower Semiconductor, η οποία θα έφερνε στην εταιρεία ταλέντα του foundry που ασχολούνται με πελάτες, κατέρρευσε αφού οι κινεζικές ρυθμιστικές αρχές δεν την ενέκριναν τον Αύγουστο του περασμένου έτους.
Κρατική βοήθεια (;)
Ένα φωτεινό σημείο είναι ο νόμος Chips Act, που ψηφίστηκε από την κυβέρνηση Μπάιντεν για να στηρίξει τη βιομηχανία τσιπ της χώρας. Τον Μάρτιο, η κυβέρνηση ανακοίνωσε ότι η Intel είχε λάβει επιχορήγηση 8,5 δισ. δολαρίων και δάνειο 11 δισ. δολαρίων για τη στήριξη των εργοστασίων της στην Αριζόνα, το Οχάιο, το Νέο Μεξικό και το Όρεγκον, αλλά η εταιρεία δεν έχει λάβει ακόμη τη χρηματοδότηση.
Το Υπουργείο Εμπορίου αρνήθηκε να σχολιάσει συγκεκριμένα την Intel, αλλά επανέλαβε ότι όλες οι επιχορηγήσεις στο πλαίσιο του νόμου Chips Act υπόκεινται σε μια συνεχή και ολοκληρωμένη διαδικασία δέουσας επιμέλειας.
Η Intel δήλωσε ότι «έχει σημειώσει σημαντική πρόοδο για την ανοικοδόμηση της μηχανής τεχνολογίας διεργασιών της Intel και την αποκατάσταση της ηγετικής θέσης των προϊόντων της σε βασικούς τομείς, όπως η κατηγορία υπολογιστών AI».
Πρόσθεσε: «Το σχέδιο που ανακοινώσαμε τον περασμένο μήνα θα ενισχύσει περαιτέρω την ανταγωνιστικότητά μας στην αγορά, θα βελτιώσει την κερδοφορία μας και θα επιταχύνει την επόμενη φάση του μετασχηματισμού μας».
Latest News
Η Baidu έκανε την έκπληξη - Πτώση εσόδων αλλά μικρότερη από το αναμενόμενο
Η Baidu κατέγραψε αύξηση 12% των εσόδων της από μη διαδικτυακό μάρκετινγκ στα 1,1 δισεκατομμύρια δολάρια
Visa: 10 συμβουλές για να κάνετε τις αγορές σας με ασφάλεια
Όπως προκύπτει από την τελευταία έκθεση της Visa «Απειλές απάτης στις γιορτές 2024»’, οι απειλές κλιμακώνονται αυτή την περίοδο
Η Ινδονησία «στρίμωξε» την Apple - Πώς κέρδισε δεκαπλάσια επένδυση
Η Apple «πείστηκε» να κατασκευάσει ένα εργοστάσιο αξεσουάρ και εξαρτημάτων στο Μπαντούνγκ της Δυτικής Ιάβας
Η «πράσινη» ενέργεια φέρνει τα data centers στην Ελλάδα
Τα data centers για να λειτουργήσουν απαιτούν τεράστια ποσά ενέργειας που πολλές φορές απλά δεν είναι διαθέσιμα - Πώς αιολική και ηλιακή ενέργεια μπορεί να «φέρουν» πρόσθετες επενδύσεις
Πώς ο Τραμπ επιδιώκει να φέρει στα μέτρα του... Μασκ τον νόμο για αυτόνομα αυτοκίνητα
Η ομάδα Τραμπ επιδιώκει να κάνει πιο εύκολους τους κανόνες για την κατασκευή αυτόνομων αυτοκινήτων - Τυχαίο...;
Αυξημένες κατά 25% οι κυβερνοαπειλές στο λιανεμπόριο ενόψει της Black Friday
Οι απατεώνες συχνά παρουσιάζονται ως μεγάλα καταστήματα όπως η Amazon, η Walmart και το Etsy
«Θύμα» της επιτυχίας της η Nvidia - Τεράστια κέρδη αλλά κάτω από τις πιο αισιόδοξες προβλέψεις
Οι μετοχές της Nvidia υποχώρησαν περίπου 5% σε διευρυμένες συναλλαγές μετά την ανακοίνωση όπως αναφέρει το Bloomberg
Τι αξίζει η Google χωρίς τον Chrome;
Στη «δίκη της δεκαετίας» οι Αμερικανοί δικαστές ζητούν από την Google να αποχωριστεί τον Chrome. Πόσο σημαντικός είναι ο browser για τον αμερικανικό τεχνολογικό κολοσσό;
Πού επεκτείνουν τη δράση τους Κινέζοι χάκερ - Ποιους διπλωμάτες παρακολουθεί το Ιράν
Τι δείχνει η τελευταία Έκθεση Δραστηριότητας APT της ESET για την κυβερνοασφάλεια και τη δράση επιλεγμένων ομάδων προηγμένων επίμονων απειλών (APT)
Αυξημένες κατά 21% οι παγκόσμιες δαπάνες για το cloud το 3ο τρίμηνο του 2024
Oι παγκόσμιες δαπάνες για υπηρεσίες cloud ανήλθαν το γ' τρίμηνο του 2024 στα 82 δισεκατομμύρια δολάρια, αυξημένεες κατά 21%