Όσον αφορά τις θέσεις εργασίας στη Θεσσαλονίκη, υπάρχει μία διαφορετική εικόνα από ό,τι υπάρχει στη Αθήνα», ανέφερε ο Χάρης Κυπριανίδης, πρόεδρος Εργατικού Κέντρου Θεσσαλονίκης, μιλώντας στο στούντιο του ΟΤ, στο πλαίσιο της 88ης ΔΕΘ, εξηγώντας ότι εξαιτίας της γειτνίασης με άλλες χώρες, που έχουν πιο πρόσφορο έδαφος για τις επιχειρήσεις κάποιοι κλάδοι ατονούν, και κάποιοι αναγκάζονται να αλλάξουν καριέρα, κάτι που είναι ιδιαίτερα δύσκολο σε προχωρημένες ηλικίες.
Ο κ. Κυπριανίδης υπογράμμισε ότι δεν λείπουν τόσο οι θέσεις εργασίας όσο η ποιότητα των θέσεων, λέγοντας ότι παρόλο που η ανεργία έχει μειωθεί σε αριθμούς πολλές θέσεις είναι κακοπληρωμένες και το εργασιακό περιβάλλον δεν είναι ευχάριστο.
Συλλογικές συμβάσεις εργασίας
«Δεν είναι μόνο οι αυξήσεις στους μισθούς που χρειάζονται. Πρέπει να απαιτήσουμε συμβάσεις εργασίας και πλήρη απασχόληση» ανέφερε, διερωτώμενος με νόημα: «Γιατί πρέπει να έχουμε έναν πατερούλη που θα μας καθορίζει πόσο θα αμειβόμαστε;»
Ερωτηθείς για τον συνδικαλισμό, είπε ότι ο κόσμος έχει αρχίσει και πάλι να ασχολείται, καθώς ο φόβος που υπήρχε παλαιότερα ότι θα χάσει τη δουλειά του, έχει μειωθεί: «Ο κόσμος άρχισε να ανοίγει το στόμα του», ανέφερε.
Σχολιάζοντας τις ανακοινώσεις του πρωθυπουργού, υποστήριξε ότι ήταν πολύ καλές όσον αφορά τους εργοδότες και τους κατέχοντες. Ειδικότερα για τη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών εξέφρασε την ανησυχία του για το πώς θα διασφαλιστούν οι μελλοντικές συντάξεις.
Στα 908 ευρώ ο κατώτατος μισθός
Σχετικά με τον κατώτατο μισθό, υπογράμμισε ότι παρά τις αυξήσεις δεν μπορεί να καλυφθεί η μείωση της αγοραστικής δύναμης, εξαιτίας του πληθωρισμού που τρέχει και είπε ότι αυτή βάσει της κοινοτικής οδηγίας τη στιγμή ο ο κατώτατος μισθός θα έπρεπε να είναι 908 ευρώ, ώστε να καλύπτει το όριο της φτώχειας.
Επανέλαβε ωστόσο ότι το κλειδί θα «είναι οι συλλογικές συμβάσεις και οι αυξήσεις στον κατώτατο μισθό», προσθέτοντας ότι αν εξαιρέσουμε όσους αμείβονται με τον κατώτατο μισθό, οι περισσότεροι δεν έχουν δει ούτε ένα ευρώ αύξηση στις αποδοχές τους.
Ο κ. Κυπριανίδης ανέφερε επίσης ότι δεν υπάρχει καμία στρατηγική για την ασφάλεια των εργαζομένων, λέγοντας ότι όσοι έφυγαν από την Ελλάδα τα χρόνια της κρίσης είναι πολύ δύσκολο να επιστρέψουν.
Για την κάρτα εργασίας είπε ότι είναι ένα όπλο αρκεί να ξέρει κανείς το χρησιμοποιήσει, ενώ για την επιθεώρηση εργασίας είπε ότι έχει πολύ σημαντικό πρόβλημα υποστελέχωσης: «Θέλουμε ενίσχυση της επιθεώρηση εργασίας. Όταν θα τρομάξουν οι εργοδότες, όταν θα δουν πολλούς ελέγχους και πρόστιμα, τότε θα συμμορφωθούν», υποστήριξε, προσθέτοντας ότι τα νομοσχέδια αφήνουν περιθώρια στους εργοδότες να αυθαιρετούν και οι καθυστερήσεις στη δικαιοσύνη αποτρέπουν τους εργαζόμενους από το να προσφύγουν.
Επενδύσεις και λουκέτα
Σε ερώτηση για τα λουκέτα των επιχειρήσεων στη Θεσσαλονίκη είπε ότι αυτά συνεχίζονται, υπογραμμίζοντας ότι έχει υιοθετηθεί μία πολιτική που μπορεί να προσελκύσει καλές επενδύσεις, όπως στα φάρμακα και στην τεχνολογία, αλλά και άσχημες επενδύσεις που στιγματίστηκαν ως κακό παράδειγμα. Στο σημείο αυτό αναφέρθηκε στην περίπτωση της Μαλαματίνα, για την οποία τόνισε ότι οι εργαζόμενοι δικαιώθηκαν στα δικαστήρια, και η επιχείρηση πήρε ως «προίκα» τη διαγραφή χρεών.