Η εκτόξευση των τιμών ενέργειας που προκλήθηκε από την αύξηση του κόστους του φυσικού αερίου μετά την πανδημία και τον πόλεμο στην Ουκρανία δημιούργησε τεράστιες πιέσεις στους καταναλωτές και στις οικονομίες της Ευρώπης. Ως απάντηση στην κρίση αυτή, η Ευρωπαϊκή Ένωση έλαβε σειρά μέτρων με στόχο να μετριάσει τις επιπτώσεις και να διασφαλίσει την ενεργειακή σταθερότητα. Ένα από τα βασικότερα μέτρα ήταν η επιβολή έκτακτης εισφοράς στα υπερκέρδη των παραγωγών ηλεκτρικής ενέργειας.

Η πρωτοβουλία αυτή εντάχθηκε σε ένα ευρύτερο πλαίσιο δράσης της Ε.Ε., το οποίο περιλάμβανε την παρουσίαση της εργαλειοθήκης τον Οκτώβριο του 2021 και το σχέδιο REPowerEU τον Μάρτιο του 2022. Τα μέτρα αυτά αποσκοπούσαν στην ενίσχυση της ενεργειακής ασφάλειας και τη μείωση του ενεργειακού κόστους για τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις που επλήγησαν ιδιαίτερα από τις διακυμάνσεις στις αγορές ενέργειας.

Στην Ελλάδα, η επιβολή της έκτακτης εισφοράς θεσπίστηκε μέσω του άρθρου 37 του Νόμου 4936/2022, το οποίο προβλέπει ότι οι παραγωγοί ηλεκτρικής ενέργειας θα επιβαρύνονται με εισφορά ίση με το 90% της θετικής διαφοράς του Μεικτού Περιθωρίου Κέρδους (ΜΠΚ) τους. Η εισφορά αυτή καλύπτει την περίοδο από την 1η Οκτωβρίου 2021 έως την 30ή Ιουνίου 2022, συγκρίνοντας τα κέρδη με την αντίστοιχη περίοδο του προηγούμενου έτους.

Η ελληνική κυβέρνηση υιοθέτησε αυτή την πολιτική με σκοπό να εξισορροπήσει τις αυξημένες τιμές ενέργειας και να υποστηρίξει τους καταναλωτές. Στο ίδιο πλαίσιο, η Ευρωπαϊκή Ένωση υιοθέτησε τον Κανονισμό (ΕΕ) 2022/1854, ο οποίος εισήγαγε ανώτατο όριο στα έσοδα των παραγωγών ενέργειας. Τα πλεονάζοντα έσοδα από αυτήν τη ρύθμιση προορίζονταν να επιστραφούν στους καταναλωτές, περιορίζοντας έτσι τις οικονομικές επιπτώσεις από τις αυξήσεις των τιμών.

Η νομιμότητα της έκτακτης εισφοράς δοκιμάστηκε ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ) το 2024. Η υπόθεση αφορούσε τη συνταγματικότητα του άρθρου 37 του Νόμου 4936/2022 καθώς και τη συμβατότητά του με τον Κανονισμό (ΕΕ) 2022/1854 και την Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ). Το ΣτΕ εξέτασε επίσης τη νομιμότητα των κοινών υπουργικών αποφάσεων που εξέδωσαν οι Υπουργοί Οικονομικών και Ενέργειας για την εφαρμογή του μέτρου.

Με την απόφαση 188/2024, το ΣτΕ έκρινε ότι η επίδικη εισφορά δεν συνιστά φόρο, αλλά αποτελεί μέτρο οικονομικής φύσης, με σκοπό την προστασία της αγοράς ενέργειας και τη στήριξη των καταναλωτών σε συνθήκες κρίσης. Το μέτρο χαρακτηρίστηκε έκτακτο, προσωρινό και βασισμένο σε αντικειμενικά κριτήρια. Επιπλέον, το ΣτΕ διαπίστωσε ότι το μέτρο δεν παραβιάζει τον Κανονισμό (ΕΕ) 2022/1854 και ότι είναι σύμφωνο με το άρθρο 5, παράγραφο 1 του Συντάγματος και την ΕΣΔΑ, καθώς υπήρχαν επαρκείς λόγοι δημοσίου συμφέροντος για την επιβολή του.

Η επιβολή της έκτακτης εισφοράς στα υπερκέρδη των παραγωγών ενέργειας αναδείχθηκε ως απαραίτητο εργαλείο για την ανακούφιση των καταναλωτών και τη σταθεροποίηση της ενεργειακής αγοράς. Η απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας επιβεβαίωσε τη συνταγματικότητα του μέτρου, τονίζοντας τον προσωρινό του χαρακτήρα και την οικονομική του σκοπιμότητα. Παρά τις όποιες αντιδράσεις, το μέτρο αυτό αντανακλά μια συντονισμένη προσπάθεια της Ε.Ε. και των κρατών-μελών να αντιμετωπίσουν τις πρωτόγνωρες προκλήσεις που έφερε η ενεργειακή κρίση στην Ευρώπη.

Η Σουζάνα Κλημεντίδη είναι δικηγόρος

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Experts
Δημογραφική γήρανση, επιτόκια και πληθωρισμός
Experts |

Δημογραφική γήρανση, επιτόκια και πληθωρισμός

Στις συνθήκες αυτές εκτιμάται ότι λόγω της αυξημένης κατανάλωσης ο πληθωρισμός  βραχυπρόθεσμα και μεσοπρόθεσμα θα παρουσιάσει αυξητικές πιέσεις με αποτέλεσμα  την διατήρηση  των επιτοκίων  σε υψηλά επίπεδα