Στο 2,3% «κατεβάζει» την πρόβλεψή του για τη φετινή ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής, σύμφωνα με τα όσα καταγράφονται στην τριμηνιαία έκθεσή του που δημοσιοποιήθηκε σήμερα. Παράλληλα, επισημαίνονται και οι αβεβαιότητες που υπάρχουν και σχετίζονται -επί παραδείγματι- με τις γεωπολιτικές εξελίξεις, όπως και κάποιες αδυναμίες. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο επικεφαλής του Γραφείου Ιωάννης Τσουκαλάς επισήμανε, κατά τη διάρκεια της παρουσίασης, πως «Το έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών δείχνει ότι χάνουμε σε όρους ανταγωνιστικότητας».

Από εκεί και πέρα, σύμφωνα με τα όσα αναφέρονται στην έκθεση, η επικαιροποιημένη εκτίμηση του Γραφείου για τον ετήσιο ρυθμό μεγέθυνσης της οικονομίας για το 2024 είναι 2,3%, αναθεωρημένη ελαφρώς προς τα κάτω από την αντίστοιχη βασική εκτίμηση, 2,5%, που δημοσιεύθηκε στην έκθεση του Ιουνίου. Αξίζει να σημειωθεί ότι το εύρος των προβλέψεων του Γραφείου για τον ρυθμό ανάπτυξης του 2024 κυμαίνεται από 2,1% έως 2,7%. Ερωτώμενος ο κ. Τσουκαλάς για την ανάπτυξη των επόμενων ετών επισήμανε ότι «είναι εφικτό να διατηρηθεί η ανάπτυξη πάνω από το 2% μετά το 2026», επισημαίνοντας ότι κάτι τέτοιο θα χρειαζόταν και την ένταξη στην εργασία ομάδων που αντιμετωπίζουν μεγαλύτερη ανεργία, όπως οι νέοι και οι γυναίκες.

Προϋπολογισμός: Στο 2,3% η ανάπτυξη το 2025 και στο 2,5% το πρωτογενές πλεόνασμα

Γραφείο Προϋπολογισμού: Οι προβλέψεις

Η εκτίμηση του Γραφείου είναι συμβατή με άλλες επικαιροποιημένες προβλέψεις που έχουν δημοσιευθεί πρόσφατα από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και την Τράπεζα της Ελλάδος. Στο νέο Εθνικό Μεσοπρόθεσμο Δημοσιονομικό Διαρθρωτικό Σχέδιο που κατατέθηκε στις 30 Σεπτεμβρίου 2024, ο ρυθμός ανάπτυξης της οικονομίας για το 2024 εκτιμάται στο 2,2%.

Το Γραφείο, όπως και στην προηγούμενη έκθεση, θεωρεί τις επενδύσεις σε πάγιο και ανθρώπινο κεφάλαιο, με την αύξηση της παραγωγικότητας που τις συνοδεύει, ως τον βασικό μοχλό για την ισχυρή ανάπτυξη της οικονομίας μακροχρόνια. Για την επίτευξη αυτού του στόχου απαιτείται η μεταστροφή του παραγωγικού μοντέλου της χώρας προς τομείς υψηλής προστιθέμενης αξίας που προάγουν την διεθνή
ανταγωνιστικότητά της. ΄

Ως αποτέλεσμα της ανάκαμψης της ελληνικής μεταποίησης, το ποσοστό συνεισφοράς στο ΑΕΠ της χώρας ανέρχεται το δεύτερο τρίμηνο του 2024 στο 10,4%, σημαντικά υψηλότερο από το αντίστοιχο ποσοστό του 8,6% το δεύτερο τρίμηνο του 2009. Η μεταποίηση είναι ο μόνος κλάδος οικονομικής δραστηριότητας της ελληνικής οικονομίας που η παραγωγικότητα της εργασίας έχει επιστρέψει και μάλιστα υπερβεί το επίπεδό της πριν την τριπλή κρίση (οικονομική, χρέους και τραπεζική) που έπληξε τη χώρα μας το 2010.

Το πλεόνασμα

Σύμφωνα με την εκτίμηση του Γραφείου, το ενοποιημένο Πρωτογενές Αποτέλεσμα Γενικής Κυβέρνησης το οκτάμηνο Ιανουαρίου – Αυγούστου του 2024 καταγράφει πλεόνασμα 8.232 εκατ. ευρώ (που ισοδυναμεί με βελτίωση 3.943 εκατ. ευρώ σε σύγκριση με το αντίστοιχο οκτάμηνο του 2023). Έτσι, το πρωτογενές πλεόνασμα διαμορφώνεται στο 3,5% του ΑΕΠ. H βελτίωση οφείλεται στους ίδιους παράγοντες που αναφέραμε και στην έκθεση του Ιουνίου. Ο

Οι παράγοντες αυτοί περιλαμβάνουν τα αυξημένα έσοδα από (άμεσους και έμμεσους) φόρους που οφείλονται στην αύξηση της απασχόλησης με ταυτόχρονη αύξηση των μισθών και συντάξεων, στην ισχυρή αύξηση των τουριστικών εσόδων, τα οποία αυξήθηκαν σε σχέση με το αντίστοιχο επτάμηνο του 2023 κατά 5,6%, και τέλος στην εν γένει αύξηση των ηλεκτρονικών συναλλαγών, ως αποτέλεσμα και της υλοποίησης των μέτρων που περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων την διασύνδεση από επιχειρήσεις ταμειακών μηχανών με POS, καθώς και την επέκταση της υποχρεωτικότητας αποδοχής πληρωμών με πλαστικό χρήμα.

Συμπερασματικά, σύμφωνα πάντα με την έκθεση του Γραφείου Προϋπολογισμού, οι προοπτικές της ελληνικής οικονομίας είναι θετικές για το 2024 και το 2025, και «αναμένουμε η ελληνική οικονομία να αναπτυχθεί ταχύτερα από την Ευρωζώνη συμβάλλοντας στην περαιτέρω σύγκλιση του κατά κεφαλή εισοδήματος της χώρας μας με τον Ευρωπαϊκό μέσο όρο. Η πρόσφατη τόνωση των επενδύσεων μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας σε συνδυασμό με την συνεχιζόμενη ισχυρή αύξηση της τουριστικής κίνησης αναμένεται να δώσουν ώθηση στην οικονομική δραστηριότητα για το 2024».

Επενδυτικό κενό και δημογραφικό

Από εκεί και πέρα, το εξωτερικό περιβάλλον παραμένει ευμετάβλητο. Οι εκλογές στις Η.Π.Α και η αναζωπύρωση των γεωπολιτικών εντάσεων αυξάνουν τις αβεβαιότητες για την ελληνική οικονομία. Παράλληλα, οι μακροπρόθεσμες προκλήσεις παραμένουν. Η χώρα έχει να καλύψει ένα μεγάλο επενδυτικό κενό ενώ καλείται να διαχειρισθεί και τις μελλοντικές συνέπειες στο περιβάλλον και τον παραγωγικό ιστό από την κλιματική αλλαγή.

Επίσης, το δημογραφικό πρόβλημα θα πρέπει να αντιμετωπιστεί, καθώς σχετίζεται, μεταξύ άλλων, και με την παραγωγικότητα της οικονομίας και κατ’ επέκταση διαμορφώνει τις συνθήκες για μακροχρόνια ανάπτυξη. Για τους λόγους αυτούς, απαιτείται να εκλείψουν οι γραφειοκρατικές καθυστερήσεις στο πεδίο των μεταρρυθμίσεων και να παγιωθεί η δυναμική αξιοποίηση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας για την επιτάχυνση των επενδύσεων και την τόνωση του ρυθμού ανάπτυξης της οικονομίας.

Όσον αφορά το δημοσιονομικό πεδίο, αν και η θετική επίδραση του πληθωρισμού στα δημόσια έσοδα βαίνει μειούμενη, η σημαντική αύξηση της οικονομικής δραστηριότητας και η απόδοση των μέτρων που εισάγουν στο σύνολο της οικονομίας την ψηφιοποίηση των μέσων πληρωμών και ενισχύουν την φορολογική συνέπεια, έχει δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για υπέρβαση του στόχου για πρωτογενές αποτέλεσμα 2024 ύψους 2,1% του ΑΕΠ. Αυτή η εξέλιξη, εφόσον πραγματοποιηθεί, είναι ιδιαίτερα θετική καθώς παρέχει την δυνατότητα περαιτέρω αποκλιμάκωσης του δημοσίου χρέους της χώρας.

Αβεβαιότητες

Επιπλέον, σύμφωνα με το Γραφείο Προϋπολογισμού, η μικρή αναζωπύρωση του πληθωρισμού και η πίεση στο κόστος στέγασης ενδέχεται να οδηγήσουν, βραχυπρόθεσμα, σε μικρή επιβράδυνση του ρυθμού αύξησης της ιδιωτικής κατανάλωσης.

Σε μεσο- ή μακρο-πρόθεσμο ορίζοντα, παράγοντες που εμπίπτουν στο ευρύτερο πλαίσιο Περιβάλλον-Κοινωνία αποτελούν επιπρόσθετες πηγές αβεβαιοτήτων για τη χώρα. Ποιότητα περιβάλλοντος, πυρκαγιές και υδάτινοι πόροι, και δημογραφικό θα πρέπει να λάβουν ιδιαίτερης προσοχής, καθώς επηρεάζουν το πλαίσιο μέσα στο οποίο αναπτύσσεται η οικονομική και επιχειρηματική δραστηριότητα.

Το δομικό πρόβλημα που αντιμετωπίζει η Ευρώπη συνολικά με το υψηλότερο κόστος της ενέργειας σε σύγκριση με τους βασικούς εμπορικούς εταίρους, που ανέδειξε η πρόσφατη έκθεση του Μάριο Ντράγκι, αντανακλάται και στην ελληνική βιομηχανία με δυσμενείς συνέπειες για την ανταγωνιστικότητα, τις επενδύσεις και τον πληθωρισμό.

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Οικονομία