
Σε βασική πτυχή του επιχειρησιακού σχεδίου των τραπεζών έχει αναδειχθεί η διεύρυνση των εργασιών τους στη διαχείριση επενδύσεων και στη διάθεση ασφαλιστικών προϊόντων.
Στην εποχή του φθηνότερου χρήματος τα επιτοκιακά περιθώρια αναμένεται να συμπιεστούν και η παραγωγή ισχυρής οργανικής κερδοφορίας δεν θα είναι τόσο εύκολη υπόθεση, ούτε σχεδόν αυτόματη, όπως συμβαίνει σήμερα.
Τράπεζες: Ετοιμάζονται για μεγάλες μειώσεις στα νέα δάνεια
Η διατήρησή της στα πολυετή υψηλά των δύο τελευταίων χρήσεων (2023 – 2024) προϋποθέτει τη μεγέθυνση του ισολογισμού τους μέσω επιτάχυνσης των ρυθμών πιστωτικής επέκτασης, αλλά και ενίσχυσης των εσόδων από μη τοκοφόρες εργασίες.
Ο λόγος φυσικά γίνεται για τις προμήθειες, οι οποίες παρά την συνεχιζόμενη άνοδό τους και την καταγραφή νέων ρεκόρ από τρίμηνο σε τρίμηνο, παραμένουν σε χαμηλά επίπεδα, σε σχέση με τον πανευρωπαϊκό μέσο όρο, ως προς τη συμμετοχή τους στο συνολικό καθαρό εισόδημα.
Οι στόχοι
Στόχο των τραπεζών λοιπόν αποτελεί η αύξησή τους με την αξιοποίηση τόσο του δικτύου των καταστημάτων, όσο και των ηλεκτρονικών τους υπηρεσιών, για τη διάθεση επενδυτικών και ασφαλιστικών προϊόντων.
Στην πρώτη κατηγορία, οι θυγατρικές ΑΕΔΑΚ των συστημικών ομίλων, παίζουν κυρίαρχο ρόλο σε αυτήν την προσπάθεια, με το συνεχές λανσάρισμα νέων προγραμμάτων, ενώ καταγράφεται και διεύρυνση των συνεργασιών με διεθνείς οίκους, για τον περαιτέρω εμπλουτισμό των διαθέσιμων λύσεων προς τους πελάτες.
Η συμφωνία Alpha Bank με UniCredit
Χαρακτηριστική είναι η πρόσφατη συμφωνία της Alpha Bank με τη UniCredit, η οποία προβλέπει τη διάθεση των επενδυτικών προϊόντων του ιταλικού ομίλου κατ’ αποκλειστικότητα από την ελληνική τράπεζα. Οι σχετικές πωλήσεις έχουν ήδη ξεκινήσει, ενώ μέσα σε λίγες εβδομάδες έχουν ξεπεράσει τα 100 εκατ. ευρώ.
Μέχρι στιγμής το πλάνο που εφαρμόζουν οι τράπεζες έχει φέρει σημαντικά αποτελέσματα. Όπως δείχνουν τα επίσημα στοιχεία της Ένωσης Θεσμικών Επενδυτών, από το 2020 έως και το τέλος του περασμένου Σεπτεμβρίου, το ενεργητικό των ΑΕΔΑΚ των τεσσάρων συστημικών ομίλων έχει σχεδόν τριπλασιαστεί από τα 5,5 δισ. ευρώ στα 17 δισ. ευρώ.
Μπορεί ένα μεγάλο μέρος αυτής της ανόδου να οφείλεται στην ενίσχυση των τιμών των αμοιβαίων κεφαλαίων που διαχειρίζονται, λόγω της ανοδικής πορείας μετοχών και ομολόγων στη μεταπανδημική περίοδο, ωστόσο ταυτόχρονα έχει αυξηθεί σημαντικά και το ενδιαφέρον των αποταμιευτών για τα συγκεκριμένα προγράμματα.
Αυτό δείχνουν οι καθαρές εισροές ύψους 10,27 δισ. ευρώ που έχουν καταγραφεί την ίδια περίοδο στο σύνολο της αγοράς.
Οι επιδόσεις των συστημικών
Σημαντικοί είναι οι ρυθμοί ανάπτυξης και εφέτος. Στο εννεάμηνο οι τέσσερις συστημικές ΑΕΔΑΚ αύξησαν τα υπό διαχείριση κεφάλαια κατά 35% ή 4,43 δισ. ευρώ, με ταυτόχρονη ενίσχυση του μεριδίου τους στην εγχώρια αγορά από το 79% στο 82%.
Η επίδοση αυτή δεν θα ήταν δυνατή εάν το ίδιο διάστημα δεν είχαν σημειωθεί νέες εισροές 3,6 δισ. ευρώ στο χαρτοφυλάκιο των αμοιβαίων κεφαλαίων τους.
Όπως επισημαίνει τραπεζική πηγή, «εκμεταλλευτήκαμε την περίοδο αυστηροποίησης της νομισματικής πολιτικής για να δημιουργήσουμε λύσεις που απευθύνονται στο μέσο καταθέτη. Με τις αποδόσεις των ομολόγων σε πολυετή υψηλά, είμαστε σε θέση να προσφέρουμε προϊόντα που μπορούν να εξασφαλίσουν επιτόκια σημαντικά υψηλότερα των προθεσμιακών καταθέσεων».
Η επόμενη ημέρα
Κατά τον ίδιο, το στοίχημα στέφθηκε με επιτυχία, όπως καταδεικνύουν οι πωλήσεις ομολογιακών αμοιβαίων κεφαλαίων την τελευταία διετία, με πολλούς πελάτες μας να επιλέγουν ακόμη και για πρώτη φορά να δοκιμάσουν την τύχη τους σε προγράμματα της κατηγορίας.
Για τη συνέχεια, εκτιμά ότι «με την υποχώρηση των επιτοκίων η ανάγκη για αναζήτηση εναλλακτικών μορφών αποταμίευσης που μπορούν να εξασφαλίσουν με χαμηλό ρίσκο μία ικανοποιητική απόδοση θα ενισχυθεί. Θεωρώ ότι οι συνθήκες θα είναι ιδανικές για την αύξηση των πωλήσεων αμοιβαίων κεφαλαίων, όχι κατ΄ ανάγκη ομολογιακών, αλλά και μικτών ή μετοχικών».
Η ίδια πηγή σημειώνει ότι «με το άνοιγμα της βεντάλιας των λύσεων που διαθέτουμε, τόσο από τις τραπεζικές ΑΕΔΑΚ, όσο και με συνεργασίες με διεθνείς παίκτες, μπορούμε να προσφέρουμε χαρτοφυλάκια κομμένα και ραμμένα στο επενδυτικό προφίλ του καθενός, με τη σωστή δηλαδή αναλογία προσδοκώμενης απόδοσης – ρίσκου».


Latest News

Ευκαιρίες και κίνδυνοι για τις τράπεζες από νέες μειώσεις επιτοκίων
Σε ετοιμότητα για τα επιτόκια βρίσκονται οι διοικήσεις των τραπεζών - Τα σχέδια που επεξεργάζονται και τα σενάρια

S&P Global: Υψηλές οι αποδόσεις των ελληνικών τραπεζών – Οδηγός τα υψηλά κεφάλαια και η μείωση του κινδύνου
Όπως εξηγεί η Tedeschi, οι τέσσερις μεγαλύτερες τράπεζες της Ελλάδας θα επιστρέψουν περισσότερα κεφάλαια στους επενδυτές το 2025

Το «Σπίτι μου 2» πυροδοτεί την άνοδο των στεγαστικών δανείων - Αμετάβλητα τα επιχειρηματικά
Τι δείχνουν τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος για το Σπίτι μου 2

DBRS: Πώς χτυπά ο εμπορικός πόλεμος τις ευρωπαϊκές τράπεζες - Τι λέει για Πειραιώς και Alpha
Στο μικροσκόπιο της DBRS βρέθηκαν 50 τράπεζες στην Ευρώπη - Τι βλέπει για την αύξηση του κόστους κινδύνου

«Πράσινο φως» από την ΤτΕ για τη λειτουργία της ELGRE - Τι θα παρέχει στους πελάτες
Πρόεδρος της ELGRE ΑΕ είναι ο επιχειρηματίας κ. Στέλιος Αργυράκης και Διευθύνων σύμβουλος ο κ. Γρηγόρης Μιχαηλίδης

Επιμένουν στους στόχους τριετίας οι τράπεζες παρά την επίδραση Τραμπ
Η διοίκηση της Πειραιώς στη διάρκεια της ετήσιας γενικής συνέλευσης των μετόχων περιέγραψε τα νέα σενάρια για τη μείωση των επιτοκίων - Έμφαση στις νέες πηγές εσόδων από τις τράπεζες

Οι άξονες του στρατηγικού σχεδίου της Πειραιώς ως το 2028 - Τι αποκάλυψε ο Χρ. Μεγάλου
Ο CEO της Πειραιώς αναφέρθηκε και στη συμφωνία για την απόκτηση του 90% της μητρικής εταιρείας της Εθνικής Ασφαλιστικής

Θετικοί οι οιωνοί για τα AUMs των ελληνικών τραπεζών το 2025 - Τι εκτιμά η Jefferies
Τα υπό διαχείριση κεφάλαια (AUM) αυξήθηκαν κατά 9% το πρώτο τρίμηνο - Η Jefferies και οι ελληνικές τράπεζες

Νέo επενδυτικό χτύπημα από την Eurobank - «Μπαίνει» στην Prosperty
Η επένδυση της Eurobank αποτελεί το πρώτο βήμα μιας στρατηγικής εμπορικής συνεργασίας, -Στόχος η παροχή καινοτόμων προϊόντων και υπηρεσιών στην εγχώρια αγορά ακινήτων

Τράπεζα Κύπρου: Εξαγοράζει την Εθνική Ασφαλιστική Κύπρου
Το τίμημα για τη Συναλλαγή ανέρχεται σε 29,5 εκατ. ευρώ σε μετρητά - Η Συναλλαγή υπόκειται στη λήψη εποπτικών εγκρίσεων και αναμένεται να ολοκληρωθεί εντός του β’ εξάμηνου 2025.