Είναι γνωστό ότι οι φορολογικές αλλαγές επηρεάζουν άμεσα τις επιδόσεις  της οικονομίας και την ευημερία των πολιτών της και η σχετική  βιβλιογραφία έχει  δείξει αρνητική σχέση μεταξύ του επιπέδου φορολογίας και οικονομικής ανάπτυξης.

Σε αυτό το πλαίσιο σκοπός μας είναι αποτύπωση του μακροοικονομικού αντίκτυπου των φορολογικών αλλαγών στην Ελλάδα. Η εμπειρική ανάλυσή μας υποδεικνύει ότι οι αυξήσεις στους φορολογικούς συντελεστές έχουν αρνητικές επιδράσεις στην οικονομική ανάπτυξη.

Το εμπειρικό μοντέλο επιβεβαιώνει ότι οι φορολογικοί συντελεστές και η φορολογική πολιτική ως εργαλείο χάραξης πολιτικής για τη συνολική οικονομική ανάπτυξη, έχουν αιτιότητα με το ΑΕΠ για την περίοδο που μελετήθηκε από το 1974 έως το 2018, υπονοώντας ότι ο καθορισμός και η δομή της φορολογίας είναι σημαντική όχι μόνο για θέματα δημοσιονομικής εξυγίανσης αλλά και στην οικονομική ανάπτυξη. Επιπλέον, εξετάζουμε τη σχέση μεταξύ της αύξησης του πραγματικού ΑΕΠ, των φόρων εισοδήματος φυσικών προσώπων, του φόρου επί αγαθών και υπηρεσιών, των φόρων ακινήτων, του χρέους, των καταναλωτικών δαπανών της γενική κυβέρνησης, των επενδύσεων και της κατανάλωσης.

Το αποτέλεσμα της εκτίμησής μας υποδηλώνει ότι οι φόροι εισοδήματος φυσικών προσώπων, οι φόροι επί των αγαθών και υπηρεσιών ,το χρέος, καταναλωτικές δαπάνες της γενικής κυβέρνησης και η κατανάλωση των νοικοκυριών συσχετίζεται αρνητικά με την αύξηση του ΑΕΠ. Επίσης, οι φόροι επί των ακινήτων συσχετίζεται θετικά με τις επενδύσεις , ενώ χρέος συσχετίζεται θετικά με το φόρο εισοδήματος φυσικών προσώπων.

Όπως προείπαμε, η εμπειρική μελέτη μας υποδηλώνει ότι η αύξηση στους φόρους εισοδήματος των φυσικών προσώπων ήταν ο σημαντικότερος παράγοντας για την εξυπηρέτηση του χρέους, ο οποίος είχε με τη σειρά του έχει αρνητικό αντίκτυπο στην ανάπτυξη, και οι φόροι σε αγαθά και υπηρεσίες (φόροι συναλλαγών) εξυπηρετούν κυρίως τις κρατικές δαπάνες. Η κατανάλωση επηρεάζει αρνητικά την ανάπτυξη και τις επενδύσεις, ενώ οι φόροι στα ακίνητα έχουν θετικό αντίκτυπο στις επενδύσεις.

Επιπλέον, το αποτέλεσμα των εκτιμήσεων μας υποδηλώνει ότι το χρέος, οι κρατικές δαπάνες και το επίπεδο της φορολογίας συσχετίζονται αρνητικά με την αύξηση του ΑΕΠ. Ως εκ τούτου, η συνολική προσπάθεια που απαιτείται στην Ελλάδα δεν μπορεί να επιτευχθεί μόνο με τη μείωση των δημόσιων δαπανών και περιστολή της φοροδιαφυγής, αλλά απαιτεί επίσης αύξηση των φορολογικών εσόδων, επιμένοντας ωστόσο σε φορολογικές μεταρρυθμίσεις φιλικές προς την ανάπτυξη.

Η αύξηση των φορολογικών εσόδων επιτυγχάνεται μέσω της υιοθέτησης μια ευρείας φορολογικής βάσης, απλούστευσης αλλά στοχευμένης μεταβολής της φορολογικής νομοθεσίας, περαιτέρω εγκαθίδρυσης αποτελεσματικών φορολογικών διαδικασιών προσανατολισμένες στην αύξηση της συμμόρφωσης, εντατικοποίησης των διαδικασιών είσπραξης και εφαρμογής συγχρόνων μεθόδων τεχνικών  ελέγχου για την πάταξη της φοροδιαφυγής.

Επιπλέον πρέπει να δοθεί έμφαση στη μείωση της άνισης κατανομής της φορολογικής επιβάρυνσης μεταξύ μισθωτών και αυτοαπασχολούμενων, στη αύξηση της πραγματικής φορολογίας της κατανάλωσης, η οποία είναι σημαντικά χαμηλότερη στην Ελλάδα σε σύγκριση με τη ζώνη του ευρώ.

Επίσης, ο εξορθολογισμός της φορολογίας ακινήτων, η αποτίμηση βάσει της αγοράς, η διεύρυνση της φορολογικής βάσης, η περαιτέρω ψηφιακή μετάβαση και αναδιοργάνωση της φορολογικής διοίκησης συμβάλλουν σε δικαιότερο και αποτελεσματικό φορολογικό σύστημα που προάγει τις επενδύσεις και τις συναλλαγές.

Ο Παναγιώτης Ασημακόπουλος είναι Υποψήφιος Διδάκτορας του τμήματος Οικονομικής Επιστήμης του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών.

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Academia
Γιώργος Αλογοσκούφης: Πριν και Μετά τη Μεταπολίτευση Θεσμοί, Πολιτική και Οικονομία στην Ελλάδα
Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών |

Γιώργος Αλογοσκούφης: Πριν και Μετά τη Μεταπολίτευση Θεσμοί, Πολιτική και Οικονομία στην Ελλάδα

O Γ. Αλογοσκούφης εξετάζει, αναλύει και ερμηνεύει την εξέλιξη του κράτους και της οικονομίας της μεταπολεμικής Ελλάδας, πριν και μετά τη μεταπολίτευση του 1974