Με τον Ντόναλντ Τραμπ να ετοιμάζεται να γίνει ο νέος ένοικος του Λευκού Οίκου και μεταξύ όλων των πολιτικών που έχει προτείνει για την προεδρεία του, μία είναι αυτή που έχει προκαλέσει τη μεγαλύτερη ανησυχία. Πρόκειται για αυτή που αφορά την «αγαπημένη του λέξη», που δεν είναι άλλη από την λέξη tariffs (δασμοί).

Ο Τραμπ λέει ότι θα αυξήσει δραματικά τους δασμούς στις εισαγωγές και θα τους θέσει στο επίκεντρο της οικονομικής του πολιτικής. Η υπόσχεσή του έχει αναζωπυρώσει μια συζήτηση σχετικά με το αν οι δασμοί είναι ένα πολύτιμο εργαλείο για τον ανταγωνισμό με τους οικονομικούς αντιπάλους ή ένα πολιτικό όπλο με βεβαρημένο παρελθόν που είναι πιθανό να γυρίσει μπούμερανγκ.

Αμερικανικές εταιρείες εγκαταλείπουν την Κίνα για να αποφύγουν τους δασμούς Τραμπ

Όπως σημειώνει το Bloomberg, η δασμολογική πολιτική δεν είναι κάτι καινούριο στις ΗΠΑ, οι οποίες για μεγάλο μέρος της ιστορίας τους έκαναν χρήση τους πριν τους εγκαταλείψουν σε μεγάλο βαθμό, αρχής γενομένης από τη δεκαετία του 1930, καθώς οι κυβερνήσεις υιοθέτησαν την ιδέα του ελεύθερου εμπορίου.

Οι υψηλοί δασμοί επέστρεψαν κατά τη διάρκεια της προεδρίας του Ντόναλντ Τραμπ (2017-2021), ο οποίος τους υιοθέτησε σε μια προσπάθεια να αναζωογονήσει την αμερικανική μεταποίηση και να αντιμετωπίσει αυτό που οι ΗΠΑ θεωρούν ως αθέμιτες εμπορικές πρακτικές της Κίνας, με τον Τζο Μπάιντεν να συνεχίζει αυτήν την πολιτική.

Κατά τη διάρκεια της προεκλογικής του εκστρατείας ο Ντόναλντ Τραμπ πρότεινε την αύξηση των δασμών στο 60% για τα προϊόντα που εισάγονται από την Κίνα και στο 20% για εκείνα που εισάγονται από τον υπόλοιπο κόσμο. Οι ΗΠΑ επιβάλλουν σήμερα δασμούς σε αυτά τα επίπεδα και υψηλότερους σε επιλεγμένες κατηγορίες αγαθών, αλλά η επιβολή τους σε αυτό το επίπεδο σε όλους τους τομείς θα αποτελούσε ριζική αλλαγή.

Επί του παρόντος, για τα εισαγόμενα βιομηχανικά αγαθά, τα οποία αποτελούν το 94% της αξίας των αμερικανικών εισαγωγών εμπορευμάτων, οι ΗΠΑ έχουν ένα μέσο δασμολογικό συντελεστή 2%, σύμφωνα με το Γραφείο του Εμπορικού Αντιπροσώπου των ΗΠΑ, υπογραμμίζει το Bloomberg.

Ο δασμός υπολογίζεται συνήθως ως ποσοστό της αξίας του αγαθού, αλλά μπορεί επίσης να επιβάλλεται ως σταθερό ποσό σε κάθε είδος. Στα εμπορεύματα που διασχίζουν τα σύνορα δίνονται αριθμητικοί κωδικοί βάσει μιας τυποποιημένης ονοματολογίας που ονομάζεται «διεθνές εναρμονισμένο σύστημα». Οι δασμοί μπορούν να αντιστοιχούν σε συγκεκριμένους κωδικούς προϊόντων, όπως αυτός για το σασί ενός φορτηγού, ή σε ευρείες κατηγορίες, όπως τα ηλεκτρικά οχήματα. Οι τελωνειακές υπηρεσίες εισπράττουν τους δασμούς για λογαριασμό των κυβερνήσεων.

Μπορεί ο Ντόναλντ Τραμπ να αυξήσει όλους τους δασμούς;

Ναι, αν και σε ορισμένες περιπτώσεις θα ήταν απαραίτητο να υπάρχει πρώτα ένα πόρισμα από μία από τις ομοσπονδιακές υπηρεσίες που αναφέρονται στον πρόεδρο. Μέσω μιας σειράς καταστατικών, το Κογκρέσο έχει εξουσιοδοτήσει τον πρόεδρο των ΗΠΑ να τροποποιεί τους δασμούς για την αντιμετώπιση διαφόρων προβλημάτων. Αυτές περιλαμβάνουν απειλή για την εθνική ασφάλεια, πόλεμο ή κατάσταση έκτακτης ανάγκης, βλάβες ή δυνητικές βλάβες σε μια βιομηχανία των ΗΠΑ και αθέμιτες εμπορικές πρακτικές από μια ξένη χώρα. Ενώ οι εταιρείες μπορεί να προσπαθήσουν να καταπολεμήσουν τους υψηλότερους δασμούς στα δικαστήρια, λόγω του σεβασμού που δόθηκε στο παρελθόν στις προεδρικές εξουσίες.

Ποιος τους πληρώνει;

Οι δασμοί στην πραγματικότητα καταβάλλονται από τον εισαγωγέα ή από έναν ενδιάμεσο που ενεργεί για λογαριασμό του εισαγωγέα, αν και το κόστος συνήθως μετακυλίεται. Ο Τραμπ υποστηρίζει ότι τελικά οι εξαγωγείς πληρώνουν για τους δασμούς. Μελέτες έχουν δείξει ότι η επιβάρυνση είναι πιο διάχυτη.

Η ξένη εταιρεία που παράγει το προϊόν μπορεί να αποφασίσει να μειώσει τις τιμές για να κατευνάσει τον εισαγωγέα. Ή μπορεί να δαπανήσει σημαντικά ποσά για να κατασκευάσει ένα εργοστάσιο κάπου αλλού για να παρακάμψει τον δασμό.

Θα μπορούσε ακόμη ένας εισαγωγέας – η Walmart και η Target είναι από τις μεγαλύτερες στις ΗΠΑ – να αυξήσει τις τιμές που πληρώνουν οι καταναλωτές στο ταμείο.

Ο ρόλος της Κίνας

Τις μεταπολεμικές δεκαετίες, η πίστη στο ελεύθερο εμπόριο υποστηρίχθηκε από μια διακομματική συναίνεση στις ΗΠΑ και από τις πολυεθνικές εταιρείες που ήθελαν πρόσβαση σε φθηνές και αποτελεσματικές αλυσίδες εφοδιασμού στο εξωτερικό. Όμως η ανάδειξη της Κίνας σε παγκόσμια οικονομική δύναμη διέλυσε αυτή τη συναίνεση. Κίνα

Η Κίνα έγινε δεκτή στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου το 2001 και απέκτησε μεγαλύτερη πρόσβαση στις παγκόσμιες αγορές, ακόμη και όταν οι επικριτές της λένε ότι παραβίασε τους κανόνες του ελεύθερου εμπορίου, για παράδειγμα επιδοτώντας τις βιομηχανίες της και υποχρεώνοντας τις ξένες εταιρείες που δραστηριοποιούνται στην Κίνα να αποχωριστούν την τεχνογνωσία τους. Ορισμένοι ερευνητές έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι ο ανταγωνισμός από την Κίνα προκάλεσε μείωση της απασχόλησης στις ΗΠΑ μεταξύ των κατασκευαστών που αντιμετώπισαν αύξηση των εισαγωγών, σημειώνει το Bloomberg.

Κατά τη διάρκεια της πρώτης προεδρίας του Τραμπ, η κυβέρνησή του επέβαλε νέους δασμούς στις κινεζικές εισαγωγές που ήταν αξίας περίπου 380 δισ. δολαρίων το 2018 και το 2019. Η κυβέρνηση Μπάιντεν τους διατήρησε και αύξησε κι άλλους φέτος σε αγαθά αξίας επιπλέον 18 δισ. δολαρίων. Ο νέος «ενθουσιασμός» για τους δασμούς έχει εξαπλωθεί και στην Ευρωπαϊκή Ένωση,  η οποία ήφισε στις αρχές Οκτωβρίου την επιβολή δασμών ύψους 45% στα ηλεκτρικά οχήματα από την Κίνα, η οποία με τη σειρά της απείλησε να προβεί σε αντίποινα κατά των ευρωπαϊκών προϊόντων.

Στην προεκλογική εκστρατεία του 2024, ο Τραμπ υποστήριξε ότι οι οριζόντιοι φόροι επί των εισαγωγών θα είχαν οφέλη πέρα από την υπεράσπιση των εγχώριων βιομηχανιών: Θα πλημμύριζαν το υπουργείο Οικονομικών με δισεκατομμύρια έσοδα, θα ωθούσαν εταιρείες που δεν παράγουν προϊόντα στις ΗΠΑ να το πράξουν και θα επέτρεπαν στις ΗΠΑ να αποσπάσουν παραχωρήσεις τόσο από τους εμπορικούς συμμάχους όσο και από τους αντιπάλους τους. Η Δημοκρατική αντίπαλος του Τραμπ στις εκλογές, η αντιπρόεδρος Καμάλα Χάρις, επέκρινε τις προτεινόμενες αυξήσεις των δασμών του ως «εθνικό φόρο επί των πωλήσεων» που θα πλήξει τους καταναλωτές. Δεν διατύπωσε τη δική της ατζέντα για το εμπόριο.

Ντόναλντ Τραμπ

Πώς λειτούργησαν οι δασμοί του Ντόναλντ Τραμπ;

Όπως σημειώνει το Bloomberg, είναι δύσκολο να διαχωρίσει κανείς τις οικονομικές επιπτώσεις των δασμών. Μπορούν να τονώσουν την απασχόληση με την προσέλκυση επενδύσεων, καθώς οι εταιρείες προσπαθούν να παρακάμψουν τους δασμούς μεταφέροντας εργοστάσια στη χώρα που επιβάλλει τη φορολογία, αλλά μπορούν να προκαλέσουν και ανταποδοτικούς δασμούς που κοστίζουν θέσεις εργασίας σε άλλα τμήματα της οικονομίας.

Σε μία έκθεση που δημοσιεύθηκε από το Εθνικό Γραφείο Οικονομικών Ερευνών, οι συγγραφείς Ντέιβιντ Ότορ, Αν Μπεκ, Ντέιβιντ Ντορν και Γκόρντον Χάνσον, κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι οι δασμοί Ντόναλντ Τραμπ της περιόδου 2018-2019 απέτυχαν να αυξήσουν τις θέσεις εργασίας στους προστατευόμενους κλάδους, ενώ έβλαψαν τις θέσεις εργασίας σε τομείς που αποτέλεσαν στόχο των ανταποδοτικών δασμών, ιδίως στη γεωργία.

Τον Φεβρουάριο του 2019, η Ομοσπονδιακή Τράπεζα του Σαν Φρανσίσκο εκτίμησε ότι οι δασμοί προσθέτουν 0,1 ποσοστιαία μονάδα στον πληθωρισμό και 0,4 ποσοστιαίες μονάδες σε μια μέτρηση που μετρά το κόστος των επιχειρήσεων για επενδύσεις. Η Έρικα Γιορκ, ανώτερη οικονομολόγος στο μη κομματικό Tax Foundation, εκτιμά ότι οι δασμοί Τραμπ-Μπάιντεν αυξάνουν τον μέσο ετήσιο φορολογικό λογαριασμό των νοικοκυριών κατά 625 δολάρια.

Επιπλέον, η Γιορκ εκτιμά ότι οι αυξήσεις θα καταργήσουν 142.000 θέσεις εργασίας πλήρους απασχόλησης και μακροπρόθεσμα θα μειώσουν το μακροπρόθεσμο ακαθάριστο εγχώριο προϊόν κατά 0,2% κατά μέσο όρο. Οι επικριτές της πρότασης του Τραμπ για δραστική αύξηση των δασμών ανησυχούν ότι θα έχει τις ίδιες επιπτώσεις, σε πολύ μεγαλύτερη κλίμακα.

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Διεθνή