Η εταιρεία κολοσσός στην κατασκευή μικροτσίπ, η Intel, βρίσκεται ενώπιον μιας από τις μεγαλύτερες αναδιαρθρώσεις στην ιστορία της μετά την αποχώρηση του διευθύνοντος συμβούλου Πατ Γκέσλινγκερ και την συνεχιζόμενη ενίσχυση του ανταγωνισμού, ειδικά στον κλάδο της τεχνητής νοημοσύνης (ΑΙ).

Ο Γκέσλινγκερ ήταν διευθύνων σύμβουλος από τον Φεβρουάριο του 2021. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, οι πωλήσεις της Intel έχουν πέσει σχεδόν κατά το ένα τρίτο, η μετοχή της υποχώρησε κατά 61% και η εταιρεία έχασε τη θέση της ως ηγέτιδα στην καθιέρωση προτύπων στην τεχνολογία μικροτσίπ. Η υποχώρηση της μετοχής προβλημάτισε ακόμη περισσότερο τις αγορές, αφού την ίδια περίοδο ο βασικός αμερικανικός δείκτης S&P 500 σημείωσε άνοδο 53%. Τον περασμένο μήνα επίσης, η Intel έχασε τη θέση της από την Nvidia στον δείκτη Dow Jones Industrial Average, σηματοδοτώντας ένα ακόμη πλήγμα για την κατασκευάστρια μικροτσίπ.

Οι προκλήσεις ξεκίνησαν πριν αναλάβει το τιμόνι ο Γκέλσινγκερ. Επιδεινώθηκαν όμως στην πορεία όταν ο ίδιος ακολούθησε στρατηγική ανάκαμψης που αποδείχτηκε ιδιαίτερα δαπανηρή, αφού ξεκίνησε την παραγωγή ημιαγωγών και για άλλες εταιρείες. Η πολιτική αυτή ήταν πολλά υποσχόμενη αλλά ταυτόχρονα απαιτούσε δισεκατομμύρια επενδύσεις για την κατασκευή νέων μονάδων παραγωγής.

Intel: Συνεχίζεται η περιδίνιση στην Intel- Παραιτήθηκε ο CEO Πατ Γκέλσινγκερ

Η Intel είχε θέσει το δικό της στόχο να γίνει έως το 2030 ο δεύτερος μεγαλύτερος κατά παραγγελία κατασκευαστής μικροτσίπ στον κόσμο, αλλά τα πράγματα δεν πήγαν τόσο καλά όσο θα ήθελε αφού έμεινε πίσω κυρίως στον τομέα της εξέλιξης τεχνολογίας για ΑΙ.

Ο ρόλος του Τραμπ στο μέλλον της Intel

Η επερχόμενη κυβέρνηση του Ντόναλντ Τραμπ αναμένεται ότι θα διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στην περαιτέρω πορεία της εταιρείας. Ο Βιβέκ Ραμασουάμι, ο οποίος μαζί με τον Ίλον Μασκ θα ηγηθεί του νέου αποκαλούμενου Τμήματος Κυβερνητικής Αποτελεσματικότητας, επέκρινε την απόφαση της κυβέρνησης Μπάιντεν να χορηγήσει επιδότηση 8 δισεκατομμυρίων δολαρίων στην Intel παρ΄τα προβλήματά της. Ο Τραμπ χαρακτήρισε τον νόμο Μπάιντεν για τη στήριξη των εταιρειών κατασκευής μικροτσίπ ως σπάταλη κεφαλαίων, αλλά ταυτόχρονα ανησυχεί και για την διαφαινόμενη κυριαρχία της Ταϊβάν στην παραγωγή τέτοιων ημιαγωγών. Τώρα βρίσκεται αντιμέτωπος με την επιλογή μεταξύ του να σώσει την Intel από τα προβλήματά της, ή να στηριχθεί περισσότερο στην TSMC η οποία ήδη κατασκευάζει τρεις προηγμένες εγκαταστάσεις παραγωγής στην Αμερική.

Μεγάλες ζημιές και απολύσεις

Η απομάκρυνση του Γκέσλινγκερ ήλθε μετά την ανακοίνωση ζημιών 16,6 δισεκατομμυρίων δολαρίων στα τριμηνιαία αποτελέσματα της Intel τον περασμένο μήνα, τη μεγαλύτερη στην ιστορία της. Τον Αύγουστο η εταιρεία ανέστειλε την καταβολή μερίσματος για πρώτη φορά από το 1992 και ανακοίνωσε σχέδια να απολύσει το 15% των περίπου 130.000 εργαζομένων της.

Η προσπάθειά του να οδηγήσει την εταιρεία στην ανάκαμψη δεν ήταν καθόλου εύκολη από την αρχή. Η Intel εξακολουθούσε να κυριαρχεί στην αγορά μικροτσιπ για κέντρα δεδομένων και υπολογιστές αλλά όχι στην αγορά μικροτσίπ για κινητά τηλέφωνα. Επίσης φάνηκε ότι δεν ήταν επαρκώς προετοιμασμένη για τη μεγάλη ανάπτυξη του ΑΙ. Επιπρόσθετα είχε επίσης μείνει πίσω στην παραγωγή ημιαγωγών αιχμής από την TSMC, την ταϊβανέζικη εταιρεία κατασκευής μικροτσιπ.

Το σχέδιο του Γκέσλινγκερ ήταν να διαχωρίσει τα τμήματα σχεδιασμού και παραγωγής της εταιρείας. Η στρατηγική αυτή δεν απέδωσε όμως και η Intel διέθεσε 100 δισεκατομμύρια δολάρια σε εγκαταστάσεις παραγωγής σε τέσσερις αμερικανικές πολιτείες – ακριβώς τη στιγμή που τα κέρδη της εξατμίζονταν, δείχνουν στοιχεία του Economist. Επίσης η βασική της δραστηριότητα των κεντρικών μονάδων επεξεργασίας (CPU) για υπολογιστές έχει επιβραδυνθεί καθώς η AMD, μεγάλος ανταγωνιστής της Intel από παλιά, κατάφερε να πάρει μεγαλύτερο μερίδιο αγοράς.

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Διεθνή