Η ερώτηση, πώς θα πάει η οικονομία τα επόμενα 5-10 χρόνια έχει να κάνει με το ποια μορφή επιχειρηματικότητας από τις δύο που υπάρχουν στην ελληνική οικονομία θα επικρατήσει, επισημαίνει ο γενικός διευθυντής του ΙΟΒΕ Νίκος Βέττας. Η μια είναι αυτή που πουλά στις αγορές του εξωτερικού, μεγεθύνθηκε μετά την κρίση, προσλαμβάνει ανθρώπους με υψηλές δεξιότητες και δεν την ενδιαφέρει το ύψος του ΦΠΑ, υπάρχει και μια δεύτερη που δεν την ενδιαφέρει η ποιότητα της εργασίας, οι διεθνείς αγορές ή τα ρίσκα, την ενδιαφέρει μόνο να εκμεταλλευθεί με την καλή ή με την κακή έννοια τα κενά που υπάρχουν στον ανταγωνισμό τα ρυθμιστικά κενά που ενδεχομένως υπάρχουν. Πριν την κρίση είχαμε πολλές από τις δεύτερες, πλέον αυξάνουν πολύ γρήγορα οι πρώτες και αυτό δείχνει ότι κάτι αλλάζει στην ελληνική οικονομία σημειώνει.
Για τον ίδιο ωστόσο το μεγάλο ερώτημα για τον μέσο άνθρωπο που αυτή τη στιγμή παίρνει κάπου ανάμεσα στα 900 και 1000 ευρώ, αφού πληρώσει και 5 βασικά πράγματα είναι πως αυτό θα γίνει 1,5 και 2 χιλιάδες. «Γιατί αν γίνει αυτό θα υπάρξει και μεγαλύτερη αποταμίευση. Δες όμως ακριβώς αυτή την αριθμητική από την πλευρά του τυπικού επιχειρηματία. Για να μπορέσει ο επιχειρηματίας που τώρα βάζει στην τσέπη του εργαζόμενου 1000 ευρώ, να του βάλει 1,5 και 2 θα πρέπει ο ίδιος να βγάλει από την τσέπη του 3,5-4. Και ρωτάμε, είναι η προσφορά που θα κάνει ο εργαζόμενος στην επιχείρηση τέτοια που να αξιολογείται με 3-4 χιλιάρικα για να τα δώσει ο επιχειρηματίας; Προσοχή αυτό δεν έχει να κάνει με την δήθεν κακή διάθεση του εργαζόμενου. Έχει να κάνει με το σε ποιον κλάδο είναι. Έχει να κάνει με το τι τεχνολογία του δίνεις».
Σύμφωνα με τον κ. Βέττα, πράγματι σταδιακά τα πέντε χρόνια της θητείας αυτής της κυβέρνησης οι φόροι σε ένα σημαντικό βαθμό έχουν μειωθεί. Προσθέτει ότι υπάρχει μία εξαίρεση ότι τα τελευταία δύο χρόνια λόγω του υψηλού πληθωρισμού και της μη τιμαριθμοποίησης της κλίμακας των εισοδημάτων οι μισθωτοί, ιδίως των μεσαίων εισοδημάτων πληρώνουν μεγαλύτερο μερίδιο του πραγματικού τους εισοδήματος κάτι το οποίο δημιουργεί και δημοσιονομικό χώρο. «Και όπως βλέπω εγώ τις προτεραιότητες αυτή θα έπρεπε να είναι η προτεραιότητα της κυβέρνησης και την επόμενη χρονιά. Όχι τόσο η ελάφρυνση της κατανάλωσης, αν και εκεί υπάρχουν κάποιες στρεβλώσεις, όσο το να ανταμείψεις περισσότερο τους ανθρώπους οι οποίοι θέλουν να βγούνε από το πολύ χαμηλό εισόδημα του αφορολόγητου».
Υψηλοί φόροι
Ουσιαστικά έχουμε υψηλότερους συντελεστές από αυτούς τους οποίους σηκώνει η οικονομία και αυτό δημιουργεί ένα φαύλο κύκλο ότι οι περισσότερες επιχειρήσεις και οι περισσότεροι εργαζόμενοι εγκλωβίζονται σε δραστηριότητα χαμηλότερης αξίας, γιατί εάν είμαι μια επιχείρηση η οποία τώρα λίγο πολύ είναι στο μηδέν και οι περισσότερες επιχείρησες εκεί είναι με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο, η τελική τους γραμμή. Εάν θέλω να πάρω κάποια ρίσκα και να παράξω κάτι διαφορετικό ή να φύγω από το εσωτερικό να πάω να πουλάω στην Σκανδιναβία ή στη Μέση Ανατολή. Εάν πάρω τα ρίσκα μου, λελογισμένο ρίσκο, αλλά ότι υπάρχει πιθανότητα αποτυχίας, αν αποτύχω θα βρεθώ στο κόκκινο και δεν είναι μια καλή οικονομία η ελληνική για να είσαι στο όριο της πτώχευσης.
Βελτιώθηκε η ζωή μας το 2024;
Σε σχέση με πριν από 5 χρόνια η ζωή μας είναι βελτιωμένη. Η σταθερότητα από μόνη της δίνει ένα μέρισμα το οποίο μπορεί να μην το βλέπουμε με την πρώτη ματιά, αλλά υπάρχει. Σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά εξαρτάται ποιοι είμαστε. Υπάρχουν δουλειές οι οποίες έχουν τρέξει ακόμη περισσότερο το ‘24 από ότι τρέχανε πιο πριν και για αυτούς τους ανθρώπους η ζωή τους έχει βελτιωθεί. Αυτές είναι κυρίως εργασίες οι οποίες είναι υψηλής εξειδίκευσης.
Αν είσαι για παράδειγμα ένας μηχανικός, ειδικά αν δουλεύεις τις κατασκευές, στον χώρο της ενέργειας, σίγουρα βγάζεις πολύ περισσότερα χρήματα. Αν είσαι κάποιος άνθρωπος ανειδίκευτης εργασίας και δουλεύεις στην οικοδομή ή σε κάτι παρεμφερές είσαι καλύτερα από ότι πριν, γιατί υπάρχει στενότητα ανθρώπων σε αυτές τις δουλειές. Για τους υπόλοιπους ανθρώπους όμως, να πούμε για τους υπόλοιπους μισούς που είναι σε αυτό το μέσο της κατανομής, η άνοδος του κόστους ζωής ήταν παράλληλη με την αύξηση των ονομαστικών εισοδημάτων τους. Άρα κατά μέσο όρο η κατάστασή τους παρέμεινε η ίδια.
Τα ελληνικά νοικοκυριά τα πιο πιεσμένα στην Ευρώπη
Στη μέτρηση του μηνιαίου κλίματος που κάνουμε στο ΙΟΒΕ για την Ευρωπαϊκή Επιτροπή φαίνεται ότι τα ελληνικά νοικοκυριά είναι από τα πιο πιεσμένα και απαισιόδοξα στην Ευρώπη. Ένα μέρος έχει να κάνει με την πραγματικότητα, δηλαδή το ότι οι αμοιβές τις οποίες έχουμε που κατά κύριο λόγο είναι αμοιβές δεν έχουν τρέξει για πολλούς τόσο γρήγορα όσο οι τιμές των βασικών προϊόντων και ειδικά εδώ μιλάμε για τα ενοίκια, για την και για τα τρόφιμα.
Αυτό είναι πραγματικότητα, αλλά υπάρχει και κάτι άλλο το οποίο εφόσον υπάρχει και αυτό πραγματικότητα είναι, αλλά είναι περισσότερο στο χώρο τον ψυχολογικό και τον κοινωνικό που έχει να κάνει με το γεγονός ότι η οικονομία αυτής της χώρας ουσιαστικά καταστράφηκε μετά το ’10. Ανεργία, μείωση εισοδημάτων, μείωση μισθών και συντάξεων, έξοδος των ανθρώπων από τη χώρα, μία καταστροφή. Και τώρα είμαστε πρακτικά αρκετά χρόνια μετά, ώστε να ανέμενε κανείς ότι η κατάσταση μας θα ήταν πολύ καλύτερη και έχει υπάρξει βελτίωση, αλλά όχι τέτοια βελτίωση που να μπορεί να τους κάνει όλους να αναπνέουν πιο αισιόδοξα, πιο ελεύθερα. Για παράδειγμα, επειδή ανέφερα πριν για τα εισοδήματα που σε μεγάλο βαθμό είναι εισοδήματα από την εργασία μας, υπάρχουν και άλλα εισοδήματα.
Το κομμάτι των ενοικίων για την κατοικία έχει μία ιδιαίτερη σημασία, γιατί τα ενοίκια όταν ανεβαίνουν κάποιος πληρώνει περισσότερο, αλλά και κάποιος εισπράττει περισσότερο. Το μεγάλο κομμάτι της αποταμίευσης της χώρας όλης της δεκαετίες ήτανε στο σπίτι του, είχε ένα σπίτι για να παίρνει και τέτοια εισοδήματα. Αλλά τι σημαίνει αυτό στο κοινωνικό ισοζύγιο; Ποιος είναι αυτός ο οποίος πληρώνει περισσότερο; Ποιος είναι αυτός ο οποίος εισπράττει περισσότερο. Αλλά αυτά με ελάχιστες εξαιρέσεις είναι χρήματα τα οποία μένουν μέσα στη χώρα.
Ανισότητες και φοροδιαφυγή
Το φαινόμενο -να το περιγράψω- είναι ότι η χώρα έχει ανακάμψει. Πολλοί από τους μακροοικονομικούς δείκτες, σίγουρα οι δημοσιονομικοί δείκτες πηγαίνουν καλά. Αλλά παρόλα αυτά, ακόμη και αν το μέσον νοικοκυριό δεν πιέζεται σήμερα, νιώθει ότι έχει μπροστά του περισσότερο δυσκολίες παρά ελπίδες. Νομίζω αυτή είναι η εικόνα. Ένα κομμάτι από αυτό έχει να κάνει με το πώς κατανέμεται στον πληθυσμό η ανάπτυξη. Το περίφημο θέμα των ανισοτήτων. Διεθνώς είναι αυτό ένα ζήτημα. Πολλοί οικονομολόγοι το μελετούν. Σε χώρες όπως στην Αμερική ή στην Γαλλία επικεντρώνεται στην πολύ μεγάλη συσώρευση, όχι τόσο εισοδημάτων, αλλά πλούτου στο πολύ πολύ μεγάλο κομμάτι του πληθυσμού, ο Έλον Μάσκ. Αυτή η συζήτηση για μας δεν έχει μεγάλη σημασία. Για μας η συζήτηση ορίζεται από τα εξής χαρακτηριστικά.
Πρώτα απ’ όλα εάν δούμε ποιες είναι οι επιχειρήσεις στο σύνολο των επιχειρήσεων που δηλώνουν κέρδη είναι πολύ λίγες. Αν δούμε ποια είναι τα νοικοκυριά που δηλώνουν εισοδήματα τα οποία είναι σημαντικά πάνω από τις 10-12 χιλιάδες το χρόνο είναι πάρα πολύ λίγοι. Είτε αυτοί είναι μισθωτοί και είναι στο όριο του αφορολόγητου είτε αυτοί είναι ελεύθεροι επεγγελματίες. Και αν πας στους ανθρώπους οι οποίοι έχουν εισοδήματα λίγο πιο μεγάλα, αλλά αυτά τα οποία θα ήλπιζε κανείς ότι είναι το μέσο εισόδημα στη χώρα, δηλαδή ένα μεικτό εισόδημα γύρω στις 40-50 χιλιάδες, ώστε να σου μένει 1,5 χιλιάδικο, ίσως 2 το μήνα στην τσέπη, είναι πάρα πολύ λίγοι.
Εδώ λοιπόν υπάρχει ένα θέμα του που εργαζόμαστε. Αλλά το δεύτερο -και αυτό δεν έχει φύγει από τη συζήτηση- είναι πώς μοιράζεται ανάμεσα στην τυπική και στην σκιώδη οικονομία. Κάποιες πλευρές αυτού έχουν διορθωθεί αλλά όχι πολλές. Και γι’ αυτό έχω μια αμηχανία, εγώ προσωπικά να μιλήσω για το τι γίνεται στις ανισότητες στη χώρα μας, γιατί προφανώς όλοι νομίζω το γνωρίζουμε, υπάρχουν άνθρωποι οι οποίοι στα χαρτιά έχουν πολύ χαμηλά εισοδήματα. Στην πράξη όμως έχουν ένα επίπεδο ζωής που είναι τελείως αναντίστοιχο. Αυτό δυσκολεύει και την οικονομική πολιτική.
Δυσκολεύει την στόχευση όσον αφορά τα εισοδήματα. Και δυσκολεύει και τη ζωή των υπολοίπων. Διότι αυτοί οι άνθρωποι οι οποίοι εισπράττουν και μετά δαπανούν χωρίς αυτό κάπου να καταγράφεται, ανεβάζουν και τις τιμές για όλους. Δηλαδή όταν διαμαρτυρόμαστε και ορθώς ότι κάποιες τιμές είτε αυτό είναι τρόφιμα, είτε αυτό είναι ενοίκια, είτε αυτό είναι εστιατόρια είναι υψηλές, οι τιμές αυτές δεν θα μπορούσαν να είναι υψηλές εάν δεν υπήρχε αντίστοιχη ζήτηση για αυτές.
Ο κίνδυνος
Τι θα μπορούσε να είναι ένας κίνδυνος; Να μπλέξουμε αυτόν τον οικονομικό κύκλο που είναι θετικός, αλλά δεν πετάει και με έναν πολιτικό κύκλο, γιατί πάντα η πολιτική μετράει προς τα πίσω από τις ημερομηνίες των εκλογών. Και τώρα κανονικά θα έπρεπε να μην τη σκεφτόμαστε καθόλου Γιατί απέχουμε και γιατί λίγο πολύ στη χώρα υποθέτω ότι ξέρουμε τι θα πρέπει να γίνει για την οικονομία. Έχουμε μάθει τα μαθήματά μας τα τελευταία 15 χρόνια, υπόθεση εργασίας είναι αυτή. Όσον αφορά το κομμάτι το δημοσιονομικό εκεί υπάρχει μεγαλύτερη αυτογνωσία σε όλους, όχι το ίδιο αλλά σίγουρα στην κυβέρνηση.
Το λέει η κυβέρνηση, δεν έχουμε μια κυβέρνηση η οποία λέει ότι θα αναπτύξω την οικονομία δια των ελλειμάτων. Στο κομμάτι που αφορά το ότι για να μπορέσει αυτή η οικονομία να βελτιώσει την ευημερία όλων μας, θα πρέπει να αλλάξει εκεί σίγουρα δεν υπάρχει μια δυναμική αλλαγής τέτοια που θα την ήθελα εγώ, αλλά δυσκολεύομαι να ξεχωρίσω τι από αυτό είναι έλλειψη κατανόησης του προβλήματος και έλλειψη εύρεσης λύσης στο πρόβλημα.
Σε πιο απλά ελληνικά μπορεί να υπάρχει η αίσθηση ότι κοιτάξτε και που σχεδόν πτωχεύσαμε και που έγινε αυτό και εκείνο, περίπου εντάξει δεν είμαστε τώρα; Γιατί υπάρχει ένα κομμάτι των Ελλήνων και της επιχειρηματικότητας και άλλων, οι οποίοι λένε, εντάξει κάναμε ένα κύκλο, αλλά δεν χάθηκε και ο κόσμος. Εγώ θεωρώ ότι η χώρα μας έχασε πάρα πολλά. Και εάν δεν το στρίψει το τιμόνι πολύ πιο έντονα, με τρόπο που μπορεί θα έχουμε μία μόνο ασθενή βελτίωση τα επόμενα χρόνια η οποία σε μία ενδεχόμενη αναταραχή δεν θα φτάνει.
Η πρόβλεψη για το 2025 – Προς μια «βαρετή» οικονομία και αυτό είναι καλό
Αν δεν υπάρξουν σημαντικές εκπλήξεις η κεντρική πρόβλεψή μας πρέπει να είναι ότι θα συνεχιστεί η πορεία. Το 2025 θα είναι περίπου μακροοικονομικά το ίδιο με το 2024 με ένα ρυθμό μεγέθυνσης κάπου εκεί ανάμεσα στο 2 – 2,5%. Οι επενδύσεις αναμένει κανείς να τσιμπήσουν λίγο περισσότερο γιατί θα είναι και η κύρια έκφραση του Ταμείου Ανάκαμψης. Και ο πληθωρισμός αναμένουμε ότι θα είναι χαμηλότερος τη χρονιά που αρχίζει από αυτή που τελειώνει κάτι το οποίο σε ένα βαθμό θα διατηρήσει και την κατανάλωση. Φυσικά, αν αρχίσεις να μου λες για πιθανές χρηματοοικονομικές κρίσεις που μπορεί να παγώσουν τις επενδύσεις, αν αρχίσουμε να λέμε για εμπορικούς πολέμους που θα πλήξουν τις επενδύσεις μας ή για διάφορα γεωπολιτικά που καλύτερα να μην τα σκεφτόμαστε.
Μπορεί τα πράγματα να είναι χειρότερα. Αλλά περίπου αυτό αναμένεις. Μια σταθερή πορεία της χώρας. Δεν είναι να την υποτιμάμε και τη σταθερότητα. Χρειάζεται. Οι οικονομίες που πηγαίνουν καλύτερα από όλες είναι αυτές στις οποίες υπάρχει μια – δεν μου έρχεται άλλη λέξη – μια βαρετή πορεία, οικονομίες οι οποίες δεν έχουν πολλές εκπλήξεις.
Latest News
Β. Κανελλόπουλος: Το γραφειοκρατικό stop στην κάλυψη των 300.000 κενών θέσεων εργασίας
7 μήνες για μετάκληση στην Ελλάδα, 4 στην Ιταλία, 3 εβδομάδες στην Μ. Βρετανία – Το αλαλούμ με τις διακρατικές συμφωνίες – Τα κόστη, οι διαδικασίες
Σπύρος Μπλαβούκος: Ο «πρόεδρος της Ευρώπης» και η εξωτερική πολιτική
Ο Σπύρος Μπλαβούκος, καθηγητής στο Τμήμα Διεθνών και Ευρωπαϊκών Οικονομικών Σπουδών του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών. Ερευνητής στο ΕΛΙΑΜΕΠ.