Την τελευταία πενταετία η παγκόσμια οικονομία αντιμετώπισε αλλεπάλληλες κρίσεις λόγω της πανδημίας και μιας σειράς άλλων διαταραχών όπως ο πόλεμος στην Ουκρανία, η κρίση στη Μέση Ανατολή, η αναζωπύρωση του πληθωρισμού και η υιοθέτηση περιοριστικών νομισματικών πολιτικών για την αντιμετώπισή του, καθώς και οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής.
Για το 2025, το διεθνές πολιτικό και οικονομικό περιβάλλον χαρακτηρίζεται από αυξημένη αβεβαιότητα λόγω των κυβερνητικών αλλαγών στις ΗΠΑ, τη Βρετανία και αλλού, της αποδυνάμωσης των κυβερνήσεων στη Γαλλία και την Ινδία και της εκλογικής αβεβαιότητας εν όψει των πολιτικών εξελίξεων στη Γερμανία.

Σε αυτό το ρευστό τοπίο, η παγκόσμια οικονομία δείχνει να διατηρεί την αναπτυξιακή της δυναμική ενώ η ευρωπαϊκή οικονομία αναμένεται να βιώσει μία σταδιακή ανάκαμψη από τη στασιμότητα των τελευταίων χρόνων. Η αντιμετώπιση του πληθωρισμού δείχνει να έγινε με σχετική επιτυχία και οι κεντρικές τράπεζες αναμένεται να συνεχίσουν τη μείωση των επιτοκίων που ξεκίνησε ήδη από το 2024.

Μετά από μια παρατεταμένη περίοδο στασιμότητας, η οικονομία της ΕΕ επιστρέφει σε μέτριους ρυθμούς μεγέθυνσης, ενώ η διαδικασία αποπληθωρισμού συνεχίζεται. Η φθινοπωρινή πρόβλεψη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής προβλέπει αύξηση του ΑΕΠ το 2024 κατά 0,9% στην ΕΕ και 0,8% στη ζώνη του ευρώ. Η οικονομική δραστηριότητα προβλέπεται να επιταχυνθεί σε 1,5% στην ΕΕ και σε 1,3% στη ζώνη του ευρώ το 2025 και σε 1,8% στην ΕΕ και 1,6% στη ζώνη του ευρώ το 2026.

Ο πληθωρισμός στη ζώνη του ευρώ αναμένεται να μειωθεί περισσότερο από το μισό το 2024, από 5,4% το 2023 σε 2,4%, πριν υποχωρήσει σταδιακά στο 2,1% το 2025 και στο 1,9% το 2026. Στην ΕΕ, η διαδικασία αποπληθωρισμού προβλέπεται να είναι ακόμη ταχύτερη το 2024, με τον πληθωρισμό να υποχωρεί στο 2,6%, από 6,4% το 2023 και να συνεχίσει να μειώνεται στο 2,4% το 2025 και στο 2,0% το 2026.

Τον Οκτώβριο, το ποσοστό ανεργίας στην ΕΕ έφτασε στο νέο ιστορικό χαμηλό του 5,9%. Το 2024 στο σύνολό του προβλέπεται να ανέλθει στο 6,1% (6,5% στη ζώνη του ευρώ) και να σημειώσει περαιτέρω πτώση στη συνέχεια, φθάνοντας στο 5,9% το 2025 και το 2026 (6,3% στη ζώνη του ευρώ).

Καθώς πολλά κράτη-μέλη εργάζονται για να μειώσουν τους δείκτες χρέους τους, το έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης της ΕΕ αναμένεται να μειωθεί το 2024 κατά περίπου 0,4 ποσοστιαίες μονάδες, στο 3,1% του ΑΕΠ και στο 3,0% το 2025. Το 2026, προβλέπεται θετική οικονομική δυναμική για περαιτέρω μείωση του ελλείμματος στο 2,9%. Στη ζώνη του ευρώ, το έλλειμμα προβλέπεται να μειωθεί από 3,0% το 2024 σε 2,9% το 2025 και 2,8% το 2026.

Ωστόσο, ο δείκτης του συνολικού χρέους προς το ΑΕΠ της ΕΕ προβλέπεται να αυξηθεί, από 82,1% το 2023 σε 83,4% το 2026. Αυτό ακολουθεί μια μείωση κατά σχεδόν 10 εκατοστιαίες μονάδες μεταξύ 2020 και 2023 και αντανακλά την επίδραση των ακόμη υψηλών πρωτογενών ελλειμμάτων και των αυξανόμενων δαπανών για τόκους, που δεν αντισταθμίζονται πλέον από την υψηλή αύξηση του ονομαστικού ΑΕΠ καθώς ο πληθωρισμός υποχωρεί. Στη ζώνη του ευρώ, το δημόσιο χρέος προβλέπεται να αυξηθεί από 88,9% του ΑΕΠ το 2023 σε 90% το 2026.

Αναφορικά με την Ελλάδα η οικονομική δραστηριότητα αναμένεται να επεκταθεί κατά 2,1% το 2024 και να διατηρήσει μια γενικά παρόμοια δυναμική το 2025 και το 2026, υποστηριζόμενη από την εφαρμογή του Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (ΤΑΑ). Η ανεργία, ήδη κάτω από το 10%, αναμένεται να συνεχίσει να μειώνεται αλλά πιο αργά από ό,τι στο παρελθόν. Ο πληθωρισμός προβλέπεται σε 3,0% το 2024 και αναμένεται να μετριαστεί μόνο σταδιακά σε περίπου 1,9% έως το 2026. Το έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης προβλέπεται να συνεχίσει να μειώνεται λόγω της συγκρατημένης αύξησης των δαπανών. Μαζί με τη σταθερή αύξηση του ονομαστικού ΑΕΠ, αυτό συμβάλλει στη σταθερή μείωση του δημόσιου χρέους προς το ΑΕΠ κοντά στο 140% του ΑΕΠ έως το 2026.

Μεσοχρόνιες αναπτυξιακές προοπτικές και η ανάγκη για μεταρρυθμίσεις

Το πρόβλημα τόσο της παγκόσμιας όσο και της ευρωπαϊκής και ελληνικής οικονομίας είναι οι υποτονικές μεσοχρόνιες αναπτυξιακές προοπτικές. Για να ενισχυθούν οι μεσοπρόθεσμες προοπτικές ανάπτυξης είναι απαραίτητες βαθιές διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, όπως αυτές που περιγράφονται στην πρόσφατη έκθεση Ντράγκι, για την ευρωπαϊκή οικονομία, όσο και στην παλαιότερη έκθεση Πισσαρίδη για την ελληνική οικονομία και στο πρόσφατο βιβλίο μου, «Πριν και Μετά τη Μεταπολίτευση» (Εκδόσεις Gutenberg, 2024). Παράλληλα θα πρέπει να ενισχυθεί η υποστήριξη προς τις πιο ευάλωτες κοινωνικές ομάδες.

Δεδομένου ότι οι μεταρρυθμίσεις συνεπάγονται βραχυχρόνιο πολιτικό κόστος για τις κυβερνήσεις που τις επιχειρούν, ενώ τα οφέλη τους κατά κανόνα δεν εμφανίζονται άμεσα, αλλά με την πάροδο του χρόνου, είναι επιτακτική ανάγκη να υπάρξει ελάχιστη πολιτική συναίνεση αναφορικά με την κατεύθυνση και το εύρος των απαιτούμενων διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων στην οικονομία και στο κράτος, ώστε να υπάρξει ουσιαστική βελτίωση των αναιμικών αναπτυξιακών προοπτικών τόσο στην ΕΕ όσο και στην Ελλάδα.

Στην περίπτωση της χώρας μας, ο προϋπολογισμός του 2025 περιέχει κάποια βήματα προς τη σωστή κατεύθυνση, ιδιαίτερα αναφορικά με τη δημοσιονομική εξυγίανση και την κοινωνική προστασία, αλλά αυτά που απομένουν να γίνουν προκειμένου να επιταχυνθούν οι ρυθμοί οικονομικής μεγέθυνσης είναι πολλά και διόλου αμελητέα.
Ο κ. Γιώργος Αλογοσκούφης είναι ομότιμος καθηγητής Οικονομικής Επιστήμης
στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΣ ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ (ΟΤ) – ΤΟ ΒΗΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Experts