Για τους περισσότερους ανθρώπους στη Γερμανία, το όνειρο να αποκτήσουν το δικό τους σπίτι παραμένει ακριβώς αυτό: ένα όνειρο.
Σύμφωνα με τα τρέχοντα στοιχεία απογραφής, το ποσοστό ιδιοκτησίας έχει πλέον πέσει κάτω από 44%, στο χαμηλότερο επίπεδο εδώ και 15 χρόνια.
Η πτωτική πορεία είναι σταθερή.
Την καταγράφει η νέα σχετική μελέτη του γερμανικού ερευνητικού Ινστιτούτου Pestel, με φόντο τα δεινά της μεγαλύτερης οικονομίας της ευρωζώνης.
Υπό τον τίτλο «Η ιδιοκτησία κατοικίας στη Γερμανία», εκπονήθηκε για λογαριασμό της Ομοσπονδιακής Ένωσης Γερμανικού Εμπορίου Οικοδομικών Υλικών (BAU).
Τα συμπεράσματά της παρουσιάστηκαν σε συνέντευξη Τύπου στο Μόναχο, ενώ απομένει περίπου ένας μήνας μέχρι τις πρόωρες, κρίσιμες ομοσπονδιακές εκλογές στη Γερμανία, στις 23 Φεβρουαρίου.
Το καμπανάκι που κρούουν οι ειδικοί είναι ηχηρό.
Γερμανία: Αλματώδης αύξηση του αριθμού των αστέγων – Διογκωμένοι οι αριθμοί, λέει η κυβέρνηση
Το γερμανικό κράτος, τονίζουν, έχει μετατρέψει την ηλικιακή ομάδα μεταξύ 25 και 45 ετών σε μια γενιά ενοικιαστών.
Ακόμη και για τους Γερμανούς με μέσο εισόδημα, η πιθανότητα να αποκτήσουν σπίτι είναι σήμερα μηδενική.
Κατά τους συντάκτες της μελέτης -και όχι μόνο- αυτό πρέπει άμεσα να αλλάξει και η «ατμομηχανή» της ΕΕ να μετατραπεί, από χώρα ενοικιαστών, σε χώρα ιδιοκτητών κατοικίας, χωρίς αποκλεισμούς.
«Αυτό θα έφερνε κοινωνική σταθερότητα», υπογράμμισε ο διευθυντής του Ινστιτούτου Pestel και επικεφαλής της μελέτης, οικονομολόγος Ματίας Γκίντερ, «δείχνοντας» προς την ανησυχητική διεύρυνση των ανισοτήτων.
Με τους νέους, τις γυναίκες, τις μονογονεϊκές οικογένειες και τους συνταξιούχους να συγκαταλέγονται στις πλέον ευάλωτες ομάδες, στη μελέτη επισημαίνεται με νόημα μια καίρια διαπίστωση.
Ένας συγκριτικός υπολογισμός μεταξύ ιδιοκτητών και ενοικιαστών δείχνει ότι οι δεύτεροι έχουν γενικά λιγότερα χρήματα στη διάθεσή τους.
Ενώ κατά μέσο όρο ένας ενοικιαστής στη Γερμανία έχει 1.450 ευρώ καθαρά το μήνα διαθέσιμα, ο ιδιοκτήτης έχει 2.200 ευρώ, ένεκα λιγότερων εξόδων.
Σε βάθος χρόνου, η ανισότητα αυτή συνεπάγεται μια εντεινόμενη φτωχοποίηση, παρατηρούν, που θα πρέπει να ληφθεί υπόψη και στα σχέδια μεταρρύθμισης του συνταξιοδοτικού.
Μια πολυπαραγοντική στεγαστική κρίση
Από τα βασικά σημεία της μελέτης είναι ότι ο πήχης της ιδιοκατοίκησης στη Γερμανία πρέπει να ανέβει «στο 50% ή περισσότερο, όπως στην Αυστρία, την Ολλανδία και τη Σουηδία».
Προσώρας, οι συντάκτες της χρεώνουν ως «πολιτική αποτυχία» των κυβερνήσεων του Βερολίνου για τη συνεχή πτώση του ποσοστού ιδιόκτητης κατοικίας στη Γερμανία.
«Η απογοήτευση για αυτό είναι τεράστια», καταγράφουν.
Στο μέλλον, η όποια ομοσπονδιακή κυβέρνηση πρέπει να εξετάσει την ιδιοκατοίκηση ως αναπόσπαστο μέρος της παροχής συντάξεων», παρατηρούν.
Διαφορετική προσέγγιση, προειδοποιούν, θα είναι «μοιραία».
«Όταν στο εγγύς μέλλον η νέα ομοσπονδιακή κυβέρνηση θα συζητήσει την αναμενόμενη συνταξιοδοτική μεταρρύθμιση», παρατηρούν, θα πρέπει «η στέγαση στην τρίτη ηλικία και ειδικότερα η ιδιοκατοίκηση να διαδραματίσουν κεντρικό ρόλο».
Πολλώ μάλλον όταν «όσοι συνταξιοδοτούνται συχνά πλήττονται από το σοκ του ενοικίου».
«Με άλλα λόγια, η φτώχεια στα γηρατειά είναι φτώχεια των ενοικιαστών», υπογραμμίζει ο Ματίας Γκίντερ.
Αλλά δεν είναι μόνο οι ηλικιωμένοι που ωθούνται στο χείλος της εξαθλίωσης.
Το υψηλό κόστος στέγασης αυξάνει εν γένει τον κίνδυνο φτώχειας, κατέδειξε πρόσφατη μελέτη του Paritätische, μιας ένωσης ανεξάρτητων οργανισμών πρόνοιας, ιδρυμάτων και ομάδων κοινωνικής προσφοράς.
Έχοντας ως γνώμονα τα κριτήρια της ΕΕ -όπου ως όριο φτώχειας ή «κινδύνου κοινωνικού αποκλεισμού» ορίζεται το εισόδημα κάτω του 60% του διάμεσου (ισοδύναμου) εισοδήματος- αναφέρει ότι σχεδόν 12 εκατομμύρια άνθρωποι στη Γερμανία βρίσκονται σε αυτή την κατηγορία, βάσει των τελευταίων διαθέσιμων στοιχείων που αφορούν το 2023.
Πρόκειται για περίπου έναν στους επτά (14,3%) επί συνόλου του εθνικού πληθυσμού.
Όμως «λαμβάνοντας υπόψη το κόστος στέγασης, μια προηγουμένως αόρατη ομάδα 5,4 εκατομμυρίων ανθρώπων που ζουν στο όριο της φτώχειας και κάτω από αυτό γίνεται πλέον ορατή», επισημαίνει η μελέτη της Paritätischer.
Ο αντίκτυπος για πολλούς ενοικιαστές είναι πολύ πιο σοβαρός από ό,τι θεωρούνταν έως τώρα, σύμφωνα με την Μάργκιτ Μπερντλ, στέλεχος της οργάνωσης.
Κοντολογίς, παρατηρεί, «το υψηλό κόστος στέγασης επιδεινώνει την κοινωνική ανισότητα».
Διευρυνόμενες ανισότητες εντός και εκτός εθνικών συνόρων
Στους κόλπους της Ευρώπης των «27» υπάρχουν μεγάλες διαφορές και αντιθέσεις -συνήθως μη αναμενόμενες- ως προς το μέγεθος, το είδος και την ποιότητα της στέγασης, είτε πρόκειται για ενοικιαστές, είτε για ιδιοκτήτες κατοικίας.
Βάσει της τελευταίας σχετικής έκθεσης της Eurostat, που αφορά στο 2024, συνολικά πάνω από τα δύο τρίτα (69%) των ανθρώπων που ζουν σε νοικοκυριά της ΕΕ έχουν το δικό τους σπίτι.
Τα υψηλότερα ποσοστά ιδιοκατοίκησης καταγράφονται ωστόσο στη Ρουμανία -όπου το 96% του πληθυσμού ζει σε νοικοκυριό με δικό του σπίτι- στη Σλοβακία (94%), την Κροατία και την Ουγγαρία (91% αμφότερες).
Για την ακρίβεια, σε όλες τις χώρες της ΕΕ, πλην της Γερμανίας, τα ποσοστά ιδιοκτησίας κατοικίας ξεπερνούν το 50%.
Αλλά ακόμη και εντός της γερμανικής επικράτειας υπάρχουν αντιθέσεις.
Ενώ είναι υψηλότερα τα ποσοστά ιδιοκατοίκησης στο νότο της από ό,τι στην υπόλοιπη χώρα, οι αξίες των ακινήτων είναι ιδιαίτερα χαμηλότερες στην περιοχή του Ρουρ και στα ανατολικά.
Ένας από τους κύριους λόγους τόσο για αυτές τις διαφορές, όσο κυρίως για τη σταθερή πτώση των ποσοστών ιδιοκατοίκησης στη Γερμανία -παρατηρεί το Ινστιτούτο Pestel- είναι η στρεβλή στεγαστική πολιτική της ομοσπονδιακής κυβέρνησης και το κλείσιμο της «κάνουλας» χρηματοδότησης στην αγορά κατοικίας.
Πολλά από τα προγράμματα επιδοτήσεων που έληξαν, αντικαταστάθηκαν από άλλα μη συγκρίσιμα.
Εκτιμάται ότι τέθηκαν σε εφαρμογή κυρίως για το… θεαθήναι.
Το αποτέλεσμα, επισημαίνεται στη μελέτη, είναι το 2023 να καταγραφεί αρνητικό ρεκόρ επιδοτήσεων για την απόκτηση πρώτης κατοικίας.
Το θέμα έχει μοιραία βρεθεί στο επίκεντρο της προεκλογικής περιόδου.
Όπως ωστόσο επεσήμανε και η πρόεδρος της ένωσης BDB, Καταρίνα Μέτζγκερ, τα γερμανικά κόμματα «πρέπει να δώσουν στους ανθρώπους ξανά την προοπτική να έχουν ένα δικό τους σπίτι, όχι μόνο ως προεκλογική υπόσχεση, αλλά ως απόφαση για το μελλοντικό κυβερνητικό έργο».
Ζήτημα προτεραιοτήτων
Τούτων λεχθέντων, οι ειδικοί καλούν τη νέα κυβέρνηση που θα προκύψει από τις κάλπες του επόμενου μήνα να προχωρήσει σε μια επιθετική πολιτική για την ιδιοκατοίκηση.
Σε αυτό το πλαίσιο, στη μελέτη του Ινστιτούτου Pestel επισημαίνονται τέσσερις βασικές προτεραιότητες, προκειμένου να αντιστραφεί η καταγραφόμενη πτωτική τάση στη Γερμανία.
Η νέα ομοσπονδιακή κυβέρνηση πρέπει να εξασφαλίσει μακροπρόθεσμη ασφάλεια και αξιοπιστία όσον αφορά τη στεγαστική πολιτική, «χωρίς εκπλήξεις, λόγω ad hoc απαιτήσεων περιβαλλοντικής προστασίας».
Η αβεβαιότητα είναι «δηλητήριο για την αγορά ακινήτων», επεσήμανε χαρακτηριστικά ο Ματίας Γκίντερ.
Πολλώ μάλλον εν μέσω οικονομικής κρίσης και κλίματος εργασιακής επισφάλειας.
Ως εκ τούτου, χρειάζεται αποτελεσματική υποστήριξη της κοινωνικής στέγης, έτσι ώστε τα πράγματα να πάνε ξανά προς την κατεύθυνση που ίσχυε «από την αρχή της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας, όταν η προώθηση της ιδιοκτησίας κατοικίας ήταν ένα σημαντικό εργαλείο της στεγαστικής πολιτικής για δεκαετίες», εξηγεί ο Γκίντερ.
Κρίνεται συνεπώς απαραίτητη η κρατική πίστωση ως υποκατάστατο του ιδίου κεφαλαίου, μέσω χαμηλότοκων δανείων -«με σταθερό επιτόκιο περίπου στο 2%», σύμφωνα με το Ινστιτούτο Pestel.
Προτείνεται τέλος η κατάργηση του φόρου μεταβίβασης ακινήτων στην αγορά πρώτης κατοικίας.
Ένα ουχί ευκαταφρόνητο βάρος στη Γερμανία, που κυμαίνεται από 3,5% στη Βαυαρία έως 6,5% στη Βόρεια Ρηνανία-Βεστφαλία, το Σλέσβιχ-Χολστάιν, το Βραδεμβούργο και το Σάαρλαντ.
Ο στόχος, σύμφωνα με τη μελέτη, είναι να δοθεί η δυνατότητα σε 500.000 νοικοκυριά ετησίως να αγοράζουν πρώτη κατοικία για ιδία χρήση.
Αλλά ακόμη κι έτσι, επισημαίνεται, η Γερμανία θα συνεχίσει να είναι πολύ πίσω σε σύγκριση με τα ευρωπαϊκά δεδομένα.
Κακά τα ψέματα, τόνισε η Καταρίνα Μέτζγκερ.
«Χρειαζόμαστε περισσότερη κοινωνική στέγαση, πιο οικονομικά ενοικιαζόμενα διαμερίσματα, αλλά και περισσότερη ιδιοκατοίκηση».
Πηγή: in.gr
Latest News
Πράσινο φως στο τουριστικό πρότζεκτ του γαμπρού του Τραμπ στην Αλβανία
Η Επιτροπή Στρατηγικών Επενδύσεων στην Αλβανία αποδέχθηκε πρόταση της Atlantic Incubation Partners LLC για το τουριστικό έργο 450 στρεμμάτων
Στις φλόγες η μεγαλύτερη εγκατάσταση αποθήκευσης ενέργειας στον κόσμο
Η εγκατάσταση στην Καλιφόρνια ανήκει στην Vistra Energy, τον μεγαλύτεερο παραγωγό ηλεκτρικής ενέργειας των ΗΠΑ
Στα πρόθυρα πετρελαϊκού σοκ η Ινδία λόγω του ρωσικού αργού
Προς το τέλος τους οδεύουν οι ημέρες που η Ινδία αγόραζε φθηνό ρωσικό πετρέλαιο πιθανώς - Γιατί θα εκτιναχθούν οι τιμές
Bloomberg για Στουρνάρα: Ο διοικητής της ΤτΕ βλέπει νέες μειώσεις επιτοκίων
Στα όσα είπε ο Γιάννης Στουρνάρας για την πολιτική της ΕΚΤ και την οικονομία στην ευρωζώνη μιλώντας στο Ελληνογαλλικό Εμπορικό Επιμελητήριο αναφέρεται το Bloomberg
Εντός προβλέψεων το ΑΕΠ της Κίνας, αλλά σε σε χαμηλό τριακονταετίας
Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία το ΑΕΠ της Κίνας διαμορφώθηκε το 2024 στο 5%
Μπορεί να επιβιώσει η γερμανική οικονομία σε ένα δεύτερο κινεζικό σοκ;
Πολιτικές «αγοράζουμε ευρωπαϊκά» και δασμοί συνθέτουν έναν ευρωπαϊκό οικονομικό «εθνικισμό» για να αντιμετωπιστεί ο κινεζικός εισβολέας που απειλεί τη γερμανική οικονομία
Γουόλερ (Fed): Μέσα στο πρώτο εξάμηνο η επόμενη μείωση των επιτοκίων
Ο Γουόλερ δεν απέκλεισε τελείως μια μείωση των επιτοκίων το Μάρτιο
Στη δίνη της δημογραφικής παρακμής η Κίνα - Μειώθηκε κι άλλο ο πληθυσμός το 2024
Τι μαρτυρούν τα επίσημα στοιχεία που ανακοίνωσαν οι αρχές
Πιέσεις για ριζική αναθεώρηση των κανόνων του Brexit μετά τη «βουτιά» στο εμπόριο Βρετανίας - ΕΕ
Μεγάλη υποχώρηση στο εμπόριο Βρετανίας - ΕΕ, ζητούμενο τα δύο μέρη να διαπραγματευτούν μια ριζική αναθεώρηση των κανόνων του Brexit
Σε σπιράλ αποσάθρωσης η Γερμανία, εχθρική στο επιχειρείν
Η μεγαλύτερη οικονομία της ευρωπαϊκής ηπείρου, η Γερμανία, πρόκειται να καταταχθεί ως η πιο «ταλαιπωρημένη αγορά» για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά