Η κεντροδεξιά γερμανική Χριστιανοδημοκρατική Ένωση, η CDU, έσπασε το ταμπού και την ίδια τη δημόσια δέσμευση του ηγέτη της Φρίντριχ Μερτς ότι δεν θα συνεργαστεί με την ακροδεξιά Εναλλακτική για τη Γερμανία (Afd) και προχώρησε στην από κοινού υποστήριξη ενός αντιμεταναστευτικού ψηφίσματος στο γερμανικό κοινοβούλιο. Μάλιστα, αυτό προκάλεσε την αντίδραση ακόμη και της Άνγκελα Μέρκελ που άσκησε κριτική στην εγκατάλειψη της γραμμής της μη συνεργασίας με την ακροδεξιά.

Παρότι η κίνηση αυτή της γερμανικής κεντροδεξιάς έχει να κάνει με πολιτικούς υπολογισμούς ενόψει των εκλογών του Φεβρουαρίου και του γεγονότος ότι η Ακροδεξιά είναι αυτή τη στιγμή η δεύτερη δύναμη στις δημοσκοπήσεις, εντούτοις δύσκολα μπορεί να θεωρηθεί τυχαίο ότι συμβαίνει λίγες μέρες μετά την ορκωμοσία του Ντόναλντ Τραμπ και τη δέσμευσή του όχι μόνο να «σφραγίσει» τα σύνορα της χώρας του, αλλά και να προχωρήσει σε μαζικές απελάσεις μεταναστών.

Προφανώς και δεν ήταν ο Τραμπ που δημιούργησε την ατζέντα της ακροδεξιάς. Ούτε καν αυτός που πρωτοστάτησε στην εφαρμογή της – από ορισμένες απόψεις η Ευρώπη είχε ήδη κλείσει και στρατιωτικοποιήσει τα δικά της σύνορα.

Όμως, αυτό που φαίνεται να κάνει ο Τραμπ σε αυτή τη δεύτερη θητεία του είναι να αποενοχοποιεί πλήρως αυτή τη ρητορική και αυτή την πολιτική.

Το είδαμε και στη χώρα μας όπου ο πρωθυπουργός ανακάλυψε και αυτός ότι το πρόβλημα είναι η woke ατζέντα.

Προφανώς αυτό στηρίζεται και σε μια εκτίμηση ότι όλα αυτά έχουν και απήχηση και στο εκλογικό σώμα, παρότι έχει σίγουρα ενδιαφέρον ότι στην Ελλάδα όταν στις δημοσκοπήσεις ζητείται από τους πολίτες να απαντήσουν αυθόρμητα ποια θεωρούν ως σημαντικότερα προβλήματα, πολύ σπάνια αναφέρουν τη μετανάστευση, προκρίνοντας την κρίση κόστους ζωής ως πολύ πιο άμεσο πρόβλημα.

Και αυτό ακριβώς είναι το πρόβλημα που αντιμετωπίζουμε σήμερα. Πολιτικές όπως αυτές του Τραμπ δεν προκύπτουν τόσο επειδή υπάρχει κάποιο οξυμένο πρόβλημα ή επειδή τίθενται σε κίνδυνο κάποια κρίσιμα κοινωνικά συμφέροντα. Για την ακρίβεια ενίοτε ισχύει και το ακριβώς αντίθετο: στις ΗΠΑ είναι πολύ πιθανό όλες αυτές οι μαζικές απελάσεις να έχουν πολύ μεγάλο κόστος και ακόμη και να πλήξουν και οικονομικούς κλάδους, ενώ στη χώρα μας καλό είναι να θυμόμαστε τη συζήτηση των τελευταίων ετών για την έλλειψη εργατικών χεριών και το τεράστιο δημογραφικό πρόβλημα, για να μην αναφερθούμε στο συνολικότερο ζήτημα του γερασμένου εργατικού δυναμικού στην Ευρώπη. Παρ’ όλα αυτά αυτές οι απόψεις έχουν απήχηση και σταδιακά διαμορφώνουν τον «κοινό νου» ευρύτερων κοινωνικών κομματιών.

Όμως, η πολιτική δεν είναι απλώς η συνέχιση της οικονομίας με άλλα μέσα. Και στο σημερινό πολιτικό τοπίο η κεντροδεξιά δύσκολα μπορεί να βρει έναν τρόπο να ξαναγίνει «ηγεμονική» απλώς και μόνο με βάση την «ανάπτυξη» και τις αγορές, εκτός όλων των άλλων και γιατί ιδίως στην Ευρώπη δεν υπάρχει καν ανάπτυξη, αλλά μάλλον οικονομική στασιμότητα.

Σε μια τέτοια συνθήκη η στροφή σε ζητήματα ταυτοτήτων ή στην υποκατάσταση της κοινωνικής συνοχής από μια αίσθηση κοινής καταγωγής φαντάζει ο μόνος τρόπος και για την απεύθυνση σε όσους αισθάνονται «εκτός των τειχών».

Γιατί δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι οι άνθρωποι θέλουν την ασφάλεια μιας κοινότητας με κοινή ταυτότητα και ένας κόσμος όπου όλοι είναι εξατομικευμένες μονάδες και ο καθένας μπορεί να κάνει ό,τι θέλει, στην πραγματικότητα τους τρομάζει γιατί είναι ένας κόσμος χωρίς εγγυήσεις και άρα χωρίς ασφάλεια.

Επιπλέον, η γοητεία του Τραμπ έχει να κάνει και με το πώς καλύπτει και μια άλλη ανάγκη – σε ρητορικό πάντα επίπεδο. Οι άνθρωποι θέλουν να αισθάνονται ότι υπάρχει ένα ισχυρό κράτος: που εγγυάται την ασφάλειά τους, που μπορεί να τους υπερασπιστεί απέναντι σε εχθρούς και απειλές, που στηρίζει την εθνική οικονομία και τις θέσεις εργασίας και δεν τις θυσιάζει στο όνομα του «ελεύθερου εμπορίου». Ο Τραμπ όταν λέει «θα κάνουμε την Αμερική μεγάλη ξανά», όταν δηλώνει ότι θα κάνει ακόμη και εμπορικό πόλεμο για τα αμερικανικά συμφέροντα, όταν επιμένει να προβάλλει αυτή την εικόνα ισχύος, σε αυτό το αντανακλαστικό απευθύνεται.

Βεβαίως ούτε ο Τραμπ, ούτε οι θαυμαστές του πρόκειται να ενισχύσουν το κράτος σε σχέση με αυτά που όντως αφορούν τη ζωή των πολιτών, δηλαδή τους μισθούς, τη στέγη, την υγεία, την παιδεία, τις συντάξεις. Αντιθέτως, ο Τραμπ θέλει να απολύσει μαζικά προσωπικό της ομοσπονδιακής κυβέρνησης και περικόπτει δαπάνες από  κρίσιμους τομείς. Ούτε τίθεται θέμα αναδιανομής εισοδήματος ή πραγματικής ενίσχυσης της θέσης των εργαζομένων – η σύγχρονη ακροδεξιά είναι βαθιά φιλελεύθερη.

Όμως, την ίδια στιγμή λογικές όπως αυτές του Τραμπ θα συνεχίσουν να έχουν απήχηση σε αρκετές χώρες, γιατί πολύ συχνά είναι ως να έχουν όλο το γήπεδο δικό τους. Και αυτό είναι κάτι που θα συνεχίσει να ισχύει, όσο αυτοί που θέλουν έναν διαφορετικό δημοκρατικό δρόμο δεν κάνουν σοβαρές επεξεργασίες προτάσεων για το πώς μπορεί να συνδυαστεί η αναγκαία αλληλεγγύη και διεύρυνση των δικαιωμάτων με την κοινωνική συνοχή και ένα αίσθημα ασφάλειας, για το πώς μπορεί να αντιμετωπιστεί η κρίση κόστους ζωής, για το πώς το κράτος μπορεί όντως να γίνει εργαλείο κοινωνικής δικαιοσύνης.

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Opinion