Το 2024, για δεύτερη φορά από το 1990, η Ελλάδα υπήρξε καθαρός εξαγωγέας στην ηλεκτρική ενέργεια, όπως καταδεικνύει έκθεση του GreenTank που δημοσιεύθηκε χθες. Σύμφωνα με τα ιστορικά αρχεία της Eurostat, κατά την τελευταία 35ετία, άλλη μια φορά στο παρελθόν η χώρα ήταν εξαγωγική, το 2000, αλλά με μόλις 11 GWh (γιγαβατώρες) ενώ φέτος οι καθαρές εξαγωγές – δηλαδή οι εξαγωγές μείον τις εισαγωγές – έφτασαν τις 307 GWh.

Καθαρός εξαγωγέας ηλεκτρικής ενέργειας η Ελλάδα – Ρεκόρ με 21 συνεχόμενες ημέρες χωρίς λιγνίτη

Ηλεκτρική ενέργεια: Καθαρός εξαγωγέας η Ελλάδα το 2024

Το εξαγωγικό πρόσημο της χώρας, επεσήμανε σε πρόσφατη ανάρτησή του στο Linkedin και ο σύμβουλος του πρωθυπουργού για ενεργειακά ζητήματα κ. Νίκος Τσάφος ο οποίος μίλησε για μια αξιοσημείωτη αναστροφή δεδομένου ότι η Ελλάδα το 2019 εισήγαγε περίπου το 20% των ετήσιων αναγκών της σε ρεύμα (10 TWh). Υποστήριξε μάλιστα ότι αυτή η αλλαγή φανερώνει τα γερά θεμέλια του ελληνικού συστήματος ηλεκτρικής ενέργειας, ωστόσο τόνισε ότι πρέπει να γίνει πολλή δουλειά ώστε το συγκεκριμένο πλεονέκτημα (του εξαγωγικού χαρακτήρα της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας) να «μεταφραστεί» σε χαμηλότερες τιμές για τους καταναλωτές.

Οι ηλεκτρικές διασυνδέσεις

Κι αυτό διότι σε ένα διασυνδεδεμένο ηλεκτρικό σύστημα, όπως είναι το ευρωπαϊκό, οι τιμές διαμορφώνονται ορισμένες φορές από παράγοντες που δεν είναι εύκολο να ελεγχθούν και έχουν να κάνουν με την εσωτερική ενεργειακή αγορά αλλά και με ρυθμιστικές και άλλες αγκυλώσεις που εμποδίζουν την ελεύθερη ροή ενέργειας στην Ευρώπη. Για παράδειγμα δεν έχουν ακόμα κατασκευασθεί οι απαραίτητες διασυνδετικές γραμμές μεταξύ όλων των χωρών, έτσι ώστε να μην συμβαίνουν συμφορήσεις στις ροές ενέργειας, να μην διχοτομείται η εσωτερική αγορά της Ευρώπης και επομένως, σε δυσμενείς συγκυρίες, οι τιμές των χονδρεμπορικών αγορών να είναι παντού οι ίδιες.

Οι καταναλωτές

Σε ένα τέτοιο περιβάλλον, οι ελληνικές εξαγωγές δεν είναι εύκολο να μετατραπούν σε πλεονέκτημα για τους Έλληνες καταναλωτές ώστε να απολαμβάνουν χαμηλότερες τιμές. Σύμφωνα με πρόσφατες δηλώσεις του υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας κ. Θόδωρου Σκυλακάκη (στο περιθώριο εκδήλωσης για την εξοικονόμηση ενέργειας) ως Ελλάδα

«έχουμε κάνει και με το παραπάνω το καθήκον μας στις ΑΠΕ και τα δίκτυα, γίναμε εξαγωγικοί στο ρεύμα από εισαγωγικοί, αλλά βρισκόμαστε σε μια γειτονιά με πανάκριβες τιμές, από τις υψηλότερες στην Ευρώπη». Όπως ανέφερε ο ίδιος, οι χώρες που έχουν τις καλύτερες επιδόσεις όπως η Ελλάδα που παράγει περισσότερη ενέργεια από ΑΠΕ (σ.σ. ΑΠΕ και μεγάλα υδροηλεκτρικά κάλυψαν το 50,5% της ζήτησης στην επικράτεια), που εγκαινιάζει νέες μονάδες αερίου και έχει διασυνδέσεις «τιμωρούνται γιατί βρίσκονται στη λάθος γειτονιά».

Αυξάνοντας τις εξαγωγές ηλεκτρικής ενέργειας, σύμφωνα με τον υπουργό, «δημιουργείται ανοδική πίεση στη χονδρική τιμή του ρεύματος που αποτελεί βάση για τα τιμολόγια που πληρώνουν τα νοικοκυριά και οι επιχειρήσεις κάθε μήνα». Μάλιστα, το 2024, οι πέντε από τους 12 μήνες ήταν καθαρά εξαγωγικοί με τον Νοέμβριο να καταγράφεται ρεκόρ μηνιαίων καθαρών εξαγωγών με 646 GWh, μήνας που οι τιμές ρεύματος πήραν την ανιούσα και η κυβέρνηση αποφάσισε να επιδοτήσει εκ νέου τα τιμολόγια ηλεκτρικής ενέργειας.

Δύσκολος ο φετινός χειμώνας

Σε ερώτηση του «Οικονομικού Ταχυδρόμου» για την άνοδο των τιμών ενέργειας ο κ. Σκυλακάκης αναφέρθηκε, μεταξύ άλλων, και στον ρόλο των εξαγωγών. «Ο χειμώνας θα είναι δύσκολος γιατί είναι υψηλές οι τιμές στο φυσικό αέριο (σ.σ. από τις 20 Δεκεμβρίου κινούνται μεταξύ 45 και 51 ευρώ/μεγαβατώρα). Έχουν αυξηθεί σχεδόν 15% και οι τιμές των δικαιωμάτων εκπομπών ρύπων -έφτασαν στα 80 ευρώ ανά τόνο- και δημιουργούν πρόσθετο κόστος. Ανοδικές τάσεις δημιουργεί και το γεγονός ότι είμαστε συνεχώς πολύ εξαγωγικοί στο ρεύμα. Αυτό σπρώχνει ψηλά την τιμή χονδρικής, αλλά επιτρέπει και στους καθετοποιημένους παρόχους να κρατάνε λογικές τιμές στο εσωτερικό, καθώς έχουν σημαντικά έσοδα. Έτσι θα πάμε μέχρι να μπούμε στην άνοιξη, οπότε πέφτει η ζήτηση στην Ευρώπη. Νομίζω ότι τα πράγματα θα πάνε καλύτερα από εκεί και πέρα», επεσήμανε ο υπουργός Ενέργειας.

Σε κάθε περίπτωση, ο Ιανουάριος ολοκληρώνεται σήμερα με αυξημένη μέση τιμή χονδρεμπορικής στα 134,95 ευρώ ανά μεγαβατώρα σε σύγκριση με εκείνη του Δεκεμβρίου (129,81 ευρώ/μεγαβατώρα). Οι τελικές χρεώσεις στα τιμολόγια των καταναλωτών θα καθοριστούν από την τιμολογιακή πολιτική των προμηθευτών ρεύματος την οποία θα ανακοινώσουν αύριο 1η Φεβρουαρίου, αν και πηγές της αγοράς αναφέρουν ότι θα δείξουν αυτοσυγκράτηση. Πάντως, το ΥΠΕΝ αναμένεται να διατηρήσει την επιδότηση του 1,5 λεπτού ανά κιλοβατώρα.

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Ενέργεια