Στο 5ο Διεθνές Συνέδριο του Οικονομικού Επιμελητηρίου Ελλάδος (Ο.Ε.Ε.) ανακοινώθηκε από τον υπουργό παιδείας, θρησκευμάτων και αθλητισμού ότι από το 2025 αυξάνονται οι ώρες της οικονομικής παιδείας – βάζοντας το μάθημα των οικονομικών στην πρώτη Λυκείου – και δημιουργούνται εργαστήρια δεξιοτήτων. Οι συνάδελφοι της μέσης εκπαίδευσης χαιρέτισαν πανηγυρικά την ανακοίνωση, μιας και αποτελούσε ένα πάγιο αίτημα του επιμελητηρίου, των φορέων και των εκπροσώπων των καθηγητών.

Η ανακοίνωση δεν μιλούσε για απλή μεταφορά του μαθήματος των οικονομικών μία χρονιά νωρίτερα στο πρόγραμμα, με την τωρινή του μορφή. Αντί αυτού, προσεκτικά αναφέρθηκε ότι: «Οι μαθητές θα μάθουν πώς δουλεύει το τραπεζικό σύστημα, τι είναι το χρέος. Πρέπει κάθε σύστημα να προσαρμοστεί σε αυτό που έρχεται γιατί κάθε 3 – 4 χρόνια θα έχουμε τεχνολογικές αλλαγές».

Συνεπώς, αφορά την ενίσχυση των δεξιοτήτων χρηματοοικονομικού αλφαβητισμού, είτε μέσω συγκεκριμένου μαθήματος προσωπικής χρηματοοικονομικής είτε μέσω συγκεκριμένων δράσεων στα εργαστήρια δεξιοτήτων. Είναι μέσα στο πνεύμα της εθνικής στρατηγικής για τη χρηματοοικονομική εκπαίδευση στην Ελλάδα, όπως τη συνέταξε πρόσφατα ο Ο.Ο.Σ.Α για τη χώρα μας. Οι εκθέσεις διεθνών οργανισμών περιγράφουν ότι τα τυπικά εμπόδια προόδου τέτοιων στρατηγικών είναι η έλλειψη κεντρικού συντονισμού με συγκεκριμένους ρόλους, και η άρνηση του κλάδου των εκπαιδευτικών να ανανεώσουν το υλικό τους και να επανεκπαιδευτούν. Συνεπώς, οι αντίληψη ότι είναι οι καθηγητές μέσης εκπαίδευσης είναι εκείνοι που θα κληθούν πρώτοι να πραγματοποιήσουν την εθνική στρατηγική από μόνοι τους είναι λανθασμένη.

Έχει πολύ μεγάλη σημασία να γίνει αντιληπτό από όλους τους φορείς που εμπλέκονται στην εθνική στρατηγική για τη χρηματοοικονομική εκπαίδευση στην Ελλάδα ότι:
«Η οικονομική παιδεία δεν υποκαθιστά τη συμπληρωματική δεξιότητα του χρηματοοικονομικού αλφαβητισμού»

Μία κριτική θεώρηση ενός – εκπαιδευμένου στα οικονομικά – χρηματοοικονομολόγου είναι ότι τα οικονομικά που διδάσκονται έως τώρα στο λύκειο αποτελούν την απλή μεταφορά/συντόμευση της εισαγωγής στα οικονομικά που διδάσκεται και στον πρώτο χρόνο στο πανεπιστήμιο. Σαν αποτέλεσμα, παρατηρούμε σε διαγωνισμούς αριστούχων μαθητών ότι ενώ γνωρίζουν να αναλύσουν και να σχεδιάσουν συνθήκες ισορροπίας υπό διαφορετικές μορφές ανταγωνισμού, δεν είναι σε θέση να παραθέσουν μερικά επενδυτικά προϊόντα και να αξιολογήσουν σωστά το βαθμό ρίσκου ή επικινδυνότητας που ενέχουν. Η πρώτη τους σκέψη είναι τα κρυπτονομίσματα, συνδυασμένη με την πεποίθηση ότι αυτά ενέχουν χαμηλό έως μεσαίο ρίσκο…

Οι μαθητές τυπικά αξιολογούν τα ομόλογα ως πιο επικίνδυνα από τις μετοχές, και δεν μπορούν να αντιληφθούν τη σημασία της διαφοροποίησης του ρίσκου, τη διαδικασία ανατοκισμού και την επίδραση του πληθωρισμού. Παρατηρούμε επίσης του συναδέλφους από τη μέση εκπαίδευση να αποφεύγουν να εντάξουν απλές ερωτήσεις χρηματοοικονομικών ως ερωτήσεις εκτός ύλης/βιβλίου ή σαν πιο δύσκολες. Στην πραγματικότητα αποτελούν απλές ερωτήσεις κριτικής ή/και συστημικής σκέψης με μεγάλο επίπεδο ρεαλισμού, χωρίς να απαιτούν αποστήθιση για την απάντηση.

Οι δεξιότητες που χρειάζεται πολύ το εκπαιδευτικό μας σύστημα, αφορούν στην εξάσκηση κριτικής σκέψης, συστημικής σκέψης, επιχειρηματικότητας και διαπολιτισμικότητας, μεταξύ άλλων. Γνωρίζουμε από τη βιβλιογραφία ότι αυτές οι σύγχρονες δεξιότητες δίνουν το συγκριτικό πλεονέκτημα στην εκπαίδευση, την καριέρα και τη ζωή γενικότερα. Γνωρίζουμε επίσης ότι το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα υστερεί στην παροχή συναφών δεξιοτήτων.

Στις μετρήσεις τις PISA για τους 15χρονους μαθητές εδώ και πολλά χρόνια η Ελλάδα κατατάσσεται χαμηλότερα από τον μέσο όρο των υπολοίπων χωρών του ΟΟΣΑ. Σε άρθρο του Τάσου Αρβανίτη στην Καθημερινή (23.06.2024) αναφέρεται ότι «μετά το 2012 η χώρα βρίσκεται σε σταθερή τροχιά αυξανόμενης απόκλισης από όλες τις υπόλοιπες χώρες, αναγκάζοντας τον ΟΟΣΑ να κατατάξει το εκπαιδευτικό μας σύστημα στα συστήματα εκείνα των οποίων η ποιότητα φθίνει με πολύ γρήγορο ρυθμό (fast declining systems)».

Παρότι η Ελλάδα δεν συμμετείχε στην επίσημη μέτρηση δεξιοτήτων χρηματοοικονομικού αλφαβητισμού από την PISA, σε πρόσφατο δημοσιευμένο άρθρο στο περιοδικό Economics Letters, οι Tzora, Philippas & Panos (2023) βρίσκουν χαμηλές επιδόσεις μεταξύ των 15χρονων στην Ελλάδα, μεγάλες αποκλίσεις δεξιοτήτων μεταξύ του κέντρου και της περιφέρειας της χώρας, καθώς και μεταξύ αγοριών και κοριτσιών.

Η χώρα μας μαζί με την Κύπρο έχουν τους χαμηλότερους δείκτες χρηματοοικονομικής ανθεκτικότητας των νοικοκυριών, τους υψηλότερους δείκτες χρηματοοικονομικού άγχους, καθώς και χαμηλούς δείκτες αποταμιευτικής συμπεριφοράς, ιδιαίτερα εντός του τραπεζικού συστήματος (Panos, 2025). Παρόλα αυτά, η Κύπρος έχει κάνει μεγάλα βήματα στην εξέλιξη της εθνικής στρατηγικής της για τον ψηφιακό χρηματοοικονομικό αλφαβητισμό.

Ορίστηκε αυτόνομη επιτροπή, με σαφείς ρόλους, με συμμετοχή συγκεκριμένων υπουργείων υπό την αιγίδα της προεδρίας της δημοκρατίας και με τη στήριξη της κεντρικής τράπεζας. Από το 2022, το μάθημα της Χρηματοοικονομικής Παιδείας εισήχθη σε 15 ιδιωτικά σχολεία μέσης εκπαίδευσης, με αναλυτικό πρόγραμμα εγκεκριμένο από το Υπουργείο Παιδείας, Αθλητισμού και Νεολαίας (ΥΠΑΝ). Από τη σχολική χρονιά 2024-2025, το ΥΠΑΝ προγραμματίζει την εισαγωγή ενός νέου και καινοτόμου προγράμματος χρηματοοικονομικής εκπαίδευσης στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση.

Συνεπώς, η Κύπρος στοχεύει απευθείας στα δύο μεγαλύτερα προβλήματα στρατηγικής που αναφέρθηκαν: τον κεντρικό συντονισμό με ανάθεση σαφών ρόλων, και μερικώς την ενσωμάτωση του κλάδου των εκπαιδευτικών στην προσπάθεια εισαγωγής νέου μαθήματος και υλικού.

Επίσης, οι σχετικές προσπάθειες αφορούν το γυμνάσιο και όχι το λύκειο. Σε προηγούμενο άρθρο μου στην Καθημερινή στις 09.11.2018, με τίτλο «Μπορεί μια νέα οικιακή οικονομία να προστατεύσει τον καπιταλισμό από τον εαυτό του;» έχω αναλύσει πως το μάθημα της οικιακής οικονομίας στο γυμνάσιο είναι ο προφανής χώρος για καλλιέργεια δεξιοτήτων χρηματοοικονομικού αλφαβητισμού νωρίς στη ζωή. Σε ένα ακόμα καλό παράδειγμα, η Σκωτία έχει εντάξει το μάθημα της προσωπικής χρηματοοικονομικής στον οδηγό σπουδών στα σχολεία δεύτερης ευκαιρίας και τα νυχτερινά σχολεία.

Συνεπώς, όσον αφορά το χρηματοοικονομικό αλφαβητισμό και την οικονομική παιδεία, τα πανεπιστήμια της χώρας θα πρέπει να έχουν πρωταρχικό ρόλο στην ενημέρωση του πεπαλαιωμένου εκπαιδευτικού μας υλικού, στη συγγραφή νέου υλικού, και στην επιμόρφωση των καθηγητών οικονομικών στα σχολεία μέσω σεμιναρίων. Η διάδραση μεταξύ συναδέλφων από διαφορετικές βαθμίδες του εκπαιδευτικού συστήματος δεν είναι αυτονόητη, και χρειάζεται κεντρική οργάνωση. Αυτό ακριβώς είναι και το πνεύμα της εθνικής στρατηγικής για τη χρηματοοικονομική εκπαίδευση.

Η στρατηγική στην Ελλάδα χρειάζεται επειγόντως κεντρικό συντονισμό, υιοθεσία της ατζέντας από μία κεντρική αρχή της χώρας, μακροχρόνια στόχευση που να ενέχει τη δημιουργία νέου εκπαιδευτικού υλικού, αυτονομία, σαφείς ρόλους και χρονοδιάγραμμα, και επιμόρφωση των εκπαιδευτικών. Πιο απλά, δεν αρκεί μία παραπάνω ώρα παλαιών οικονομικών στη Δευτέρα Λυκείου ή ώρες εργαστηρίων δεξιοτήτων με το υλικό να είναι προς αναζήτηση.

Ο Γεώργιος Πάνος είναι Καθηγητής Χρηματοοικονομικής Διοίκησης
στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.
Έχει ψηφιστεί σαν ένας από τους 40 καλύτερους καθηγητές ΜΒΑ κάτω των 40
στον κόσμο από τον αμερικανικό οργανισμό Poets & Quants.
Είναι επιστημονικός σύμβουλος του
Ινστιτούτου Χρηματοοικονομικού Αλφαβητισμού

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Experts