Η «διαφοροποιημένη» φορολογία βελτιώνει αποτελεσματικά την κοινωνική ευημερία τόσο ως προς την ποιότητα ζωής των ανθρώπων όσο και ως προς το καθαρό εθνικό εισόδημα, διαπιστώνει έρευνα του Κέντρου Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών (ΚΕΠΕ).

Σύμφωνα με τη μελέτη, ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι επιπτώσεις των (διαφοροποιημένων) «φόρων αμαρτίας» στον καπνό, τα αλκοολούχα ποτά, τη ζάχαρη, τα αναψυκτικά και το πρόχειρο/γρήγορο φαγητό, ως προς τον ρόλο τους στη βελτίωση τόσο της ανθρώπινης ευημερίας όσο και των κρατικών εσόδων.

Σε αυτή τη βάση, ένα υπάρχον εργαλείο με παράγοντες προσδιορισμού της κοινωνικής ευημερίας θα μπορούσε να εξελιχθεί κατάλληλα για να συμπεριλάβει σε αυτούς και τη «διαφοροποιημένη φορολογία».

H διαφοροποίηση των φόρων κατανάλωσης με βάση τις αρνητικές εξωτερικότητες των διαφόρων τύπων προϊόντων (για παράδειγμα καπνού) φαίνεται να είναι πιο επωφελής από την εφαρμογή ενός ενιαίου φόρου κατανάλωσης σε όλους τους τύπους προϊόντων καπνού. Στην τρέχουσα Ανάλυση Επικαιρότητας εξετάζονται οι ειδικοί φόροι κατανάλωσης, με ιδιαίτερη έμφαση στη διαφοροποίηση των «φόρων αμαρτίας» ως ένα εργαλείο βελτίωσης της κοινωνικής ευημερίας.

Το συνολικό ποσό των κρατικών εσόδων, σε συνδυασμό με το μέγεθος των κρατικών δαπανών, καθορίζει αν το κράτος θα έχει δημοσιονομικό πλεόνασμα ή έλλειμμα

Οι «φόροι της αμαρτίας»

Ειδικότερα, όπως επισημαίνει το ΚΕΠΕ, προκειμένου να ενισχυθεί η πρόοδος και η οικονομική ανάπτυξη ενός κράτους, οι κυβερνήσεις χρειάζονται βιώσιμες πηγές χρηματοδότησης για κοινωνικά προγράμματα και δημόσιες επενδύσεις.

Για παράδειγμα, προγράμματα που παρέχουν υγειονομική περίθαλψη, εκπαίδευση, υποδομές και άλλες υπηρεσίες είναι κρίσιμα για την επίτευξη του στόχου μιας ευημερούσας, λειτουργικής και οργανωμένης κοινωνίας. Και αυτά απαιτούν από τις κυβερνήσεις να αυξάνουν τα φορολογικά έσοδα. Τα φορολογικά έσοδα αποτελούν τη κύρια πηγή εσόδων για το κράτος και λειτουργούν ως βασικό εργαλείο για την εφαρμογή της δημοσιονομικής πολιτικής.

Το συνολικό ποσό των κρατικών εσόδων, σε συνδυασμό με το μέγεθος των κρατικών δαπανών, καθορίζει αν το κράτος θα έχει δημοσιονομικό πλεόνασμα ή έλλειμμα. Η φορολογία δεν χρηματοδοτεί μόνο τα δημόσια αγαθά και τις υπηρεσίες, αλλά είναι επίσης ένα βασικό συστατικό της κοινωνικής «σύμβασης» μεταξύ των πολιτών και της
οικονομίας. Ο τρόπος με τον οποίο αντλούνται και δαπανώνται οι φόροι μπορεί να καθορίσει την ίδια τη νομιμότητα μιας κυβέρνησης.

Η φορολογία δεν περιορίζεται στην αύξηση των δημοσίων εσόδων, αλλά λειτουργεί και ως εργαλείο για μια πιο υπεύθυνη και βιώσιμη ανάπτυξη

Ο ρόλος των φορολογικών εσόδων

Ωστόσο, τα φορολογικά έσοδα, πέρα από τον ρόλο τους στη χρηματοδότηση διαφόρων κρατικών δαπανών, αποτελούν επίσης ένα σημαντικό εργαλείο της οικονομικής πολιτικής για την αντιμετώπιση αρνητικών «εξωτερικοτήτων». Μέσω της φορολογίας, οι κυβερνήσεις μπορούν να επηρεάσουν τις οικονομικές δραστηριότητες και να μειώσουν τις αρνητικές συνέπειες που προκύπτουν από αυτές, όπως η ρύπανση του περιβάλλοντος, οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα, οι κίνδυνοι για την υγεία που, κατ’ επέκταση, επιβαρύνουν το δημόσιο σύστημα υγείας, ή η υπερκατανάλωση φυσικών πόρων.

Σε αυτό το πλαίσιο, οι ειδικοί φόροι κατανάλωσης (ΕΦΚ) και ιδιαίτερα η «διαφοροποιημένη» φορολογία εφαρμόζουν ειδικούς συντελεστές σε προϊόντα με αρνητικές επιπτώσεις στην υγεία ή το περιβάλλον, ενισχύοντας τον ρυθμιστικό ρόλο της φορολογικής πολιτικής. Στόχος τους είναι η προώθηση βιώσιμων επιλογών, τόσο από τους καταναλωτές όσο και από τους παραγωγούς, ενσωματώνοντας το κοινωνικό κόστος της κατανάλωσης.

Έτσι, η φορολογία δεν περιορίζεται στην αύξηση των δημοσίων εσόδων, αλλά λειτουργεί και ως εργαλείο για μια πιο υπεύθυνη και βιώσιμη ανάπτυξη (Pigou, 1920).

Επιπρόσθετα, η «διαφοροποιημένη» φορολογία βελτιώνει αποτελεσματικά την κοινωνική ευημερία τόσο ως προς την ποιότητα ζωής των ανθρώπων (Puska, 2024) όσο και ως προς το καθαρό εθνικό εισόδημα (Pigou, 1920). Υπό αυτό το πρίσμα, ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι επιπτώσεις των (διαφοροποιημένων) «φόρων αμαρτίας» στον καπνό, τα αλκοολούχα ποτά, τη ζάχαρη, τα αναψυκτικά και το πρόχειρο/γρήγορο φαγητό, ως προς τον ρόλο τους στη βελτίωση τόσο της ανθρώπινης ευημερίας όσο και των κρατικών εσόδων (Puska, 2024 ˙ Summan et al., 2020).

Σε αυτή τη βάση, ένα υπάρχον εργαλείο με παράγοντες προσδιορισμού της κοινωνικής ευημερίας (Λεριού, 2016) θα μπορούσε να εξελιχθεί κατάλληλα για να συμπεριλάβει σε αυτούς και την «διαφοροποιημένη φορολογία». H διαφοροποίηση των φόρων κατανάλωσης με βάση τις αρνητικές εξωτερικότητες των διαφόρων τύπων προϊόντων (για παράδειγμα καπνού) φαίνεται να είναι πιο επωφελής από την εφαρμογή ενός ενιαίου φόρου κατανάλωσης σε όλους τους τύπους προϊόντων καπνού.

Ειδικοί Φόροι Κατανάλωσης

Παρόλο που οι ΕΦΚ αποτελούν ένα καλά εδραιωμένο εργαλείο φορολογικής πολιτικής με μακροχρόνια εφαρμογή (Atkinson and Stiglitz, 1976), δεν είναι ευρέως  αναγνωρίσιμοι από το ευρύ κοινό (ή συχνά συνδέονται αποκλειστικά με τη φορολογία καυσίμων), έχουν αποκτήσει ιδιαίτερη σημασία για τους φορείς χάραξης οικονομικής πολιτικής τα τελευταία χρόνια. Αυτό οφείλεται στη σημαντικά αυξανόμενη ευαισθητοποίηση σχετικά με τις αρνητικές επιπτώσεις στην υγεία και το περιβάλλον από την κατανάλωση συγκεκριμένων προϊόντων τα τελευταία χρόνια (Cnossen, 2010).

Αξίζει να αναφερθεί πως τα έσοδα από τον ΕΦΚ ανήλθαν σε 11,5% επί του συνόλου των φορολογικών εσόδων το 2023, ενώ κατά την περίοδο 2018-2023 ανήλθαν κατά μέσο όρο στο 13,5%. Συγκεκριμένα, τα έσοδα από ΕΦΚ ανήλθαν σε € 7,01 δισ. το 2023, σημειώνοντας αύξηση κατά 0,5% σε σχέση με το 2022 (€ 6,98 δισ.), κατά 5,4% σε σχέση με το 2021 (€ 6,65 δισ.) και κατά 11,3% σε σχέση με το 2020 (€ 6,30 δισ.). Το ποσοστό αυτό υπογραμμίζει τη σημαντική συμβολή των ΕΦΚ στη διαμόρφωση των συνολικών φορολογικών εσόδων. Παράλληλα, καταγράφεται σταθερά αυξητική τάση στα συνολικά φορολογικά έσοδα από το 2018 έως το 2023, με εξαίρεση την περίοδο της πανδημίας (Διάγραμμα 1, μπλε μπάρες).

Συμπεράσματα

Τα φορολογικά έσοδα, πέρα από βασική πηγή κρατικών εσόδων, αποτελούν και σημαντικό εργαλείο οικονομικής πολιτικής για τη ρύθμιση της κατανάλωσης και τη μείωση αρνητικών εξωτερικοτήτων και επομένως για τη βελτίωση της κοινωνικής ευημερίας.

Ιδιαίτερα, οι ΕΦΚ διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση των συνολικών φορολογικών εσόδων, με τα έσοδα από αυτούς να παρουσιάζουν σταθερή αύξηση τα τελευταία έτη. Η σταδιακή ενίσχυση των φορολογικών πολιτικών και η αυξητική τάση των εσόδων από τους ΕΦΚ υπογραμμίζουν τον ρόλο της φορολογίας όχι μόνο
ως πηγής κρατικών εσόδων, αλλά και ως μηχανισμού διαμόρφωσης συμπεριφορών με στόχο τη μείωση των αρνητικών εξωτερικοτήτων.

Σε αυτό το πλαίσιο, η «διαφοροποιημένη» φορολογία αποτελεί ένα εξειδικευμένο εργαλείο δημοσιονομικής πολιτικής, το οποίο εφαρμόζει διαφοροποιημένους φορολογικούς συντελεστές σε προϊόντα που συνδέονται με επιβλαβείς επιπτώσεις στην υγεία ή το περιβάλλον, ενισχύοντας έτσι τον ρυθμιστικό ρόλο της φορολογικής πολιτικής και προωθώντας τη βελτίωση της κοινωνικής ευημερίας.

Η «διαφοροποιημένη» φορολογία στοχεύει στο να επηρεάσει τη συμπεριφορά των καταναλωτών και να ενθαρρύνει την καινοτομία από την πλευρά των παραγωγών, ωθώντας τους προς πιο υγιεινές ή λιγότερο επιβλαβείς επιλογές. Αυτού του είδους η φορολόγηση αναγνωρίζει ότι η αλλαγή στις συνήθειες δεν επιτυγχάνεται μόνο με την πλήρη εγκατάλειψη ορισμένων επιβλαβών προϊόντων ή ουσιών, αλλά και με τη μετάβαση σε ασφαλέστερες εναλλακτικές.

Για παράδειγμα, οι καταναλωτές μπορεί να στραφούν από ροφήματα με ζάχαρη σε φυσικούς χυμούς ή από τα παραδοσιακά τσιγάρα σε εναλλακτικά προϊόντα καπνού χωρίς καύση. Η αποτελεσματικότητα της διαφοροποιημένης φορολογίας βασίζεται στην ικανότητα αναγνώρισης μιας συγκεκριμένης ουσίας που θεωρείται επιβλαβής για την ανθρώπινη υγεία ή το περιβάλλον. Για παράδειγμα, στα προϊόντα καπνού και νικοτίνης, κριτήριο μπορεί να είναι η ύπαρξη ή η απουσία καύσης, ενώ στα οινοπνευματώδη ποτά, η περιεκτικότητα σε αιθανόλη. Επιπλέον, η επιτυχία αυτών των φορολογικών πολιτικών επηρεάζεται από διάφορους παράγοντες, όπως η ελαστικότητα της ζήτησης, που καθορίζει τον τρόπο με τον οποίο οι καταναλωτές προσαρμόζουν τη συμπεριφορά τους στις φορολογικές αλλαγές.

Συνοψίζοντας, η διαφοροποιημένη επιβολή των «φόρων αμαρτίας» συμβάλλει ουσιαστικά στη βελτίωση της κοινωνικής ευημερίας, τόσο σε επίπεδο ποιότητας ζωής όσο και ως προς την ενίσχυση του καθαρού εθνικού εισοδήματος. Υπό αυτό το πρίσμα, η στοχευμένη φορολογική πολιτική μπορεί να ενσωματωθεί ως κρίσιμος παράγοντας σε ένα εργαλείο αξιολόγησης της κοινωνικής ευημερίας, υποστηρίζοντας τη διαμόρφωση τεκμηριωμένων πολιτικών αποφάσεων για την αναβάθμιση της ποιότητας ζωής και την οικονομική άνθηση.

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Οικονομία
Ελληνικά νοικοκυριά: Πόσα δυσκολεύονται να καλύψουν βασικές ανάγκες
Οικονομία |

Λεφτά… δεν υπάρχουν για 4 στους 10 Έλληνες – Πόσοι δυσκολεύονται να καλύψουν βασικές ανάγκες [πίνακας]

Πέντε φορές υψηλότερο κίνδυνο να βρεθούν σε οικονομική αδυναμία σε σχέση με την Ευρώπη αντιμετωπίζουν οι Έλληνες – Τι δείχνει η έρευνα του ΙΝΕ - ΓΣΕΕ

Σαντορίνη: Ετοιμάζεται μίνι πακέτο στήριξης για τις επιχειρήσεις – Κλειδί η διάρκεια των σεισμών
Οικονομία |

Ετοιμάζεται μίνι πακέτο στήριξης για τη Σαντορίνη – Πότε θα ενεργοποιηθεί

Μέτρα ενίσχυσης των επιχειρήσεων στη Σαντορίνη φέρεται να επεξεργάζεται η κυβέρνηση – Εισηγήσεις στο Μαξίμου για την ενεργοποίηση βοήθειας παρόμοιας με εκείνης που δόθηκε την περίοδο του Covid 19